Για το πώς ο Οπενχάιμερ κατέληξε αναπάντεχο είδωλο των social media και ταίρι της Barbie τον τελευταίο χρόνο, μέσα από μια ομοβροντία memes και gifs, θα μπορούσε να γραφτεί ένα πολυσέλιδο δοκίμιο, καθώς το φαινόμενο αποτελεί ένα έξοχο παράδειγμα για την κατάδειξη της εντελώς out of context ζωής και, στον πυρήνα της, αμοραλιστικής λειτουργίας των memes και της κουλτούρας που τα διέπει. Προς το παρόν, θα αρκεστούμε να γράψουμε ότι ο Οπενχάιμερ αποτελεί το υποκείμενο και τα έργα του το αντικείμενο του νέου καλλιτεχνικού και εισπρακτικού θριάμβου του Κρίστοφερ Νόλαν, μιας ταινίας που κυκλοφόρησε στις αίθουσες των ΗΠΑ την ίδια μέρα με την Barbie της Γκρέτα Γκέργουιγκ.
Στην ταινία του ο Νόλαν αντιμετωπίζει τον Οπενχάιμερ κυρίως ως εργαλείο για να εξελίξει μια βασική προβληματική του σινεμά του, εκείνη της Επιστήμης και του ρόλου της στην ανθρώπινη Ιστορία, να διατυπώσει το ερώτημα «τι είδους επιστήμη θέλουμε» και να δώσει την απάντηση δια στόματος του ίδιου του χαρακτήρα στο φινάλε.
Φυσικά, σχολαστικός όπως είναι ο Βρετανός δημιουργός, θα κομίσει αρκετές πληροφορίες για τον βιογραφούμενο, αλλά μην περιμένετε ένα γραμμικό biopic εξιστόρησης του βίου και της πολιτείας του. Μέσα από το παρόν άρθρο, θα επιχειρήσουμε να συνοψίσουμε σε μερικές γραμμές ποιος ήταν ο Τζ. Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, σαν εγκυκλοπαιδικό συμπλήρωμα της φιλμικής εμπειρίας, την οποία πολλοί θα σπεύσετε να βιώσετε το προσεχές διάστημα – η ταινία ξεκινά τις προβολές της στις ελληνικές αίθουσες στις 24 Αυγούστου.
Στην ταινία του ο Νόλαν αντιμετωπίζει τον Οπενχάιμερ κυρίως ως εργαλείο για να εξελίξει μια βασική προβληματική του σινεμά του, εκείνη της Επιστήμης και του ρόλου της στην ανθρώπινη Ιστορία, να διατυπώσει το ερώτημα «τι είδους επιστήμη θέλουμε» και να δώσει την απάντηση δια στόματος του ίδιου του χαρακτήρα στο φινάλε.
O Oπενχάιμερ γεννήθηκε στις 22 Απριλίου του 1904 στη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ. Οι γονείς του ήταν Εβραίοι γερμανικής καταγωγής, ρίζες που ο ίδιος θα απαρνιόταν για ένα σεβαστό χρονικό διάστημα της ζωής του. Το διαμέρισμα που μεγάλωνε στο Μανχάταν είχε δέκα δωμάτια, στους τοίχους του, δε, υπήρχαν κρεμασμένοι αυθεντικοί πίνακες του Βαν Γκογκ, του Πικάσο και του Ρενουάρ. Η οικογένεια Οπενχάιμερ είχε στη δούλεψή της μαγείρισσα, δυο υπηρέτες και σοφέρ, ενώ αυτός και ο κατά οχτώ χρόνια μικρότερος αδερφός του Φρανκ έπρεπε να ντύνονται επίσημα στο οικογενειακό τραπέζι – με κουστούμι, γραβάτες και όλα τα συναφή.
Οι γονείς του τον ενθάρρυναν πάντα να ακολουθήσει τα ενδιαφέροντά του, καθώς αναγνώριζαν στο πρόσωπο του μικρού Ρόμπερτ ένα χαρισματικό παιδί. Η γεωλογία και η συλλογή πετρωμάτων ήταν ένα από τα αγαπημένα του χόμπι, στο οποίο εντρύφησε σε τέτοιο βαθμό, ώστε στην ηλικία των 12 βρέθηκε να ανταλλάζει αλληλογραφία με γεωλόγους εγνωσμένης αξίας και αντικείμενο τα πετρώματα του Σέντραλ Παρκ.
Η παρατηρητικότητά του, η γνώση και η ανάπτυξη της επιχειρηματολογίας του παρακίνησε κάποιον να τον προτείνει για μέλος της Λέσχης Ορυκτολόγων της Νέας Υόρκης, αγνοώντας, φυσικά, την πραγματική ηλικία του. Το ανέκδοτο θέλει τον μπαμπά Οπενχάιμερ να επιμένει να παραστεί ο υιός στην τελετή, παρά τις εκκλήσεις του για το αντίθετο. Το αρχικό σοκ των παρευρισκόμενων, όταν ο συνεσταλμένος, δωδεκάχρονος Οπενχάιμερ ανέβηκε στο πόντιουμ, γρήγορα μετατράπηκε σε γέλιο, καθώς εξείχαν μόνο το μαλλί του και το μέτωπό του και χρειάστηκε να βρεθεί ένα ξύλινο κουτί, ώστε να πατήσει πάνω του και το κοινό να μπορεί να δει το πρόσωπο του. Κι όμως, ο ανήλικος Οπενχάιμερ έδωσε την ομιλία του και απέσπασε χειροκροτήματα και επαίνους για τις παρατηρήσεις του.
Η μητέρα του ήταν ζωγράφος, μια ιδιότητα που σίγουρα έπαιξε ρόλο στην καλλιέργεια της αγάπης του για τις τέχνες. Ο Οπενχάιμερ έγραφε ποίηση και διηγήματα στην εφηβεία του, μελέτησε τον Πλάτωνα, στα γραπτά του οποίου τον μύησε ένας Έλληνας καθηγητής στο σχολείο του, ενώ ανέπτυξε μια αδυναμία προς την ποίηση του T. Σ. Έλιοτ και τα θεατρικά του Τσέχοφ. Μπορείτε να μαντέψετε, όμως, ποιος καθηγητής στο σχολείο ήταν εκείνος που κέρδισε πραγματικά το ενδιαφέρον του. Θα σας δώσουμε ένα hint: ήταν ο φυσικός του. Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου, ο καθηγητής της φυσικής, που δίδασκε και χημεία, ήταν τρομερά μεταδοτικός και άσκησε σημαντική επιρροή στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του νεαρού Ρόμπερτ – «του χρωστάω πολλά», θα δήλωνε αργότερα. Ήταν μεγάλη η γοητεία που άσκησε στον νεαρό Ρόμπερτ ο καθηγητής του, σκεφτείτε ότι πέρασε ένα καλοκαίρι βοηθώντας τον να στήσει τον εξοπλισμό για τα μαθήματα χημείας της επόμενης σχολικής χρονιάς.
Το χαρισματικό μυαλό του (και η οικονομική κατάσταση των γονιών του) θα τον οδηγήσουν στο Χάρβαρντ το 1922, από όπου θα αποφοιτήσει το 1925, έναν χρόνο νωρίτερα από το προβλεπόμενο τετραετές πρόγραμμα σπουδών, καθώς παρακολουθούσε και έδινε τον μέγιστο επιτρεπόμενο αριθμό μαθημάτων ανά εξάμηνο. Εκεί θα αποκτήσει πρόσβαση σε μια τεράστια βιβλιοθήκη και θα εμπλουτίσει τις γνώσεις του. Στον τομέα της Φυσικής, που είναι κι αυτός που μας ενδιαφέρει, συμφοιτητές και καθηγητές του υποστηρίζουν ότι ο εικοσάχρονος Οπενχάιμερ συνήθιζε να εστιάζει σε πιο σύνθετα ζητήματα και πιο αφηρημένες έννοιες της επιστήμης, σε βαθμό που άφηνε κενά σε βασικές γνώσεις – θα παραδεχόταν τις «ελλείψεις» του σε συνεντεύξεις που έδωσε σε προχωρημένη ηλικία.
Ο δρόμος θα τον φέρει στη Μεγάλη Βρετανία, στο πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, όπου θα συνδράμει το ερευνητικό έργο του νομπελίστα φυσικού Τζόζεφ Τζον Τόμσον, γνωστού για την ανακάλυψη των ηλεκτρονίων και των ισοτόπων. Εκεί θα διδαχτεί τους κανόνες της κβαντομηχανικής, θα διαπιστώσει ότι το επίπεδο στα αμερικανικά πανεπιστήμια ήταν πολύ κατώτερο από εκείνο των ευρωπαϊκών και θα πέσει σε κατάθλιψη, βρίσκοντας την εργασία του στο εργαστήριο ανιαρή, καθώς δεν μάθαινε τίποτα, αλλά και δύσκολη, επειδή δυσκολευόταν να συγκεντρωθεί. Ένας φίλος του, ο Φράνσις Φέργκιουσον, γράφει σε επιστολή εκείνης της εποχής ότι ανησυχεί σοβαρά μήπως ο Ρόμπερτ «καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν έχει νόημα να συνεχίσει τη ζωή του». Προβλήματα ψυχολογικής φύσης θα ταλαιπωρούσαν τον Οπενχάιμερ σε διαφορετικά στάδια της ζωής του και, αν και η συχνή αμέλεια για τη διατροφή του αποδιδόταν στην ψυχαναγκαστική συγκέντρωσή του στο επιστημονικό έργο του, κάποιοι θεωρούν ότι οφειλόταν σε ψυχική νόσο – είναι συγκεχυμένες οι πληροφορίες για το είδος της ψυχολογικής πάθησης που ταλάνιζε τον Οπενχάιμερ, συνεπώς δεν θα επεκταθούμε.
Στην αρχή της ταινίας του Κρίστοφερ Νόλαν θα δείτε ένα περιστατικό, όπου ο Οπενχάιμερ ταπεινώνεται από τον φυσικό Πάτρικ Μπλάκετ και, ενοχλημένος βαθύτατα, κάνει ένεση με υδροκυάνιο σε ένα μήλο που ο δεύτερος έχει αφήσει στο γραφείο του, μόνο για να σπεύσει μετανιωμένος την επόμενη μέρα και να το πάρει από τα χέρια του ειδώλου του και επισκέπτη του Πανεπιστημίου Νιλς Μπορ. Δεν θα μας απασχολήσει εδώ η δραματική και η νοηματική λειτουργία του περιστατικού με το μήλο στο φιλμ, θα γράψουμε μόνο ότι εκεί βρίσκεται μια πρώτη απάντηση προς όλους όσους υποστηρίζουν ότι η ταινία «θυματοποιεί» και «αγιοποιεί» τον Οπενχάιμερ. Το περιστατικό, αν αφαιρέσεις την παρουσία του Νιλς Μπορ, που αποτέλεσε πινελιά του Νόλαν, ήταν αληθινό σύμφωνα με τους συγγραφείς του «American Prometheus», του βιβλίου στο οποίο βασίστηκε η ταινία, αν και ο Τζέφρις Γουάιμαν, φίλος του επιστήμονα, υποστηρίζει ότι ο Οπενχάιμερ δεν χρησιμοποίησε τόσο επικίνδυνη ουσία, όσο το υδροκυάνιο.
Οφείλουμε στο σημείο αυτό να επισημάνουμε ότι στο «Robert Oppenheimer: A Life» του Έιμπραχαμ Πάις, η βασική αναφορά στο δηλητηριασμένο μήλο έρχεται υπό τη μορφή δικαιολογίας: για να επιστρέψει νωρίτερα στο Κέιμπριτζ από μια εκδρομή στην Κορσική, ο Οπενχάιμερ ισχυρίστηκε στους έκπληκτους φίλους του ότι είχε αφήσει ένα δηλητηριασμένο μήλο στο γραφείο του Πάτρικ Μπλάκετ και έπρεπε να επιστρέψει για να το απομακρύνει άμεσα, πριν συμβεί κάτι κακό. Ακούγεται σαν πρόφαση, μα θα μπορούσε κάλλιστα να αφορά προγενέστερο, αληθές περιστατικό. Όσα γνωρίζουμε για αυτό, πάντως, έρχονται από αφηγήσεις του ίδιου του «θύτη» σε τρίτους, οι οποίες διαφέρουν ανάλογα με το πρόσωπό που ερωτήθηκε.
Το τρέιλερ της ταινίας
Αν συνέβη πραγματικά, πάντως, φανερώνει ζήλια, εκδικητικότητα και αλαζονεία. Και αν τα δύο πρώτα χαρακτηριστικά ελέγχονται για την αυθεντικότητά τους, το τρίτο αποτελούσε, κατά γενική ομολογία, αναπόσπαστο στοιχείο του χαρακτήρα του διάσημου θεωρητικού φυσικού. Θα αναφέρουμε ενδεικτικά και ας προτρέχουμε, ότι αργότερα, ως διευθυντής του Ινστιτούτου Προηγμένων Τεχνολογιών, ο Οπενχάιμερ συνήθιζε να διορθώνει νεότερους με ιδιαίτερα πικρόχολα και υποτιμητικά σχόλια όταν έκαναν κάποιο λάθος στον συλλογισμό τους. Ο Πάις γράφει ότι χρειάστηκε να παρηγορήσει ανθρώπους που έκλαιγαν με αναφιλητά, λόγω των παρατηρήσεων του Οπενχάιμερ. Ο αντίλογος λέει ότι η ευφυΐα και η έπαρση συχνά πάνε πακέτο και θα λέγαμε ότι ήταν περισσότερο η πρώτη που τον οδήγησε στο Γκέτιγκεν στη Γερμανία, όπου θα έκανε το διδακτορικό του.
Αν θέλετε ακόμα μια ένδειξη της αλαζονικής συμπεριφοράς του, αρκεί να αναφέρουμε ότι οι συμφοιτητές του εκεί προχώρησαν σε συλλογή υπογραφών για την αποπομπή του, καθώς είχε την μάλλον όχι ιδιαίτερα ελκυστική συνήθεια να τους διορθώνει διαρκώς και να μην αφήνει κανέναν άλλο να μιλήσει. Η θητεία του στο Γκέτιγκεν ήταν πιο ομαλή από εκείνη στο Κέιμπριτζ κι ας συνοδεύτηκε από περιστασιακές λιποθυμίες και περιστατικά κρίσεων πανικού. Εκεί ο Οπενχάιμερ, μαζί με τον δάσκαλό του Μαξ Μπορν, ο οποίος, για τους λάτρεις του κουτσομπολιού, ήταν και παππούς της Ολίβια Νιούτον-Τζον, θα αναπτύξουν την περιβόητη «προσέγγιση Μπορν-Οπενχάιμερ», που υπήρξε καταλυτική για τη μοριακή φυσική, όπως θα σας (επι)βεβαιώσουν οι φυσικοί στον στενό ή ευρύτερο κύκλο σας.
Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ, ο Οπενχάιμερ θα αποδεχτεί τη θέση καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ. Οι φήμες τον θέλουν τόσο απορροφημένο από τον κόσμο της θεωρητικής φυσικής, που πληροφορήθηκε για το Μεγάλο Κραχ του ’29 αρκετούς μήνες μετά το ξέσπασμά του. Σταδιακά ο Οπενχάιμερ θα δείξει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τα κοινά και θα πολιτικοποιηθεί, υποστηρίζοντας φιλελεύθερες, αναθεωρητικές ιδέες, οι οποίες μεταπολεμικά, υπό το ψυχροπολεμικό κλίμα και τις μακαρθικές τρομοκρατικές συνθήκες, θα λογαριαστούν για κομμουνιστικές. Μάλιστα, θα στηρίξει οικονομικά με ένα σημαντικό μέρος του ετήσιου μισθού του την εκστρατεία φυγής επιστημόνων από τη Γερμανία, όπου το ναζιστικό κόμμα του Χίτλερ άρχιζε να δείχνει τα δόντια του.
Το 1936 ο Αμερικανός φυσικός θα συνάψει μια θυελλώδη σχέση με την κόρη ενός συναδέλφου του στο Μπέρκλεϋ, την Τζιν Τάτλοκ, ενεργό μέλος του κομμουνιστικού κόμματος και αρθρογράφο σε φίλα προσκείμενη εφημερίδα – κρατήστε το αυτό. Κατά τον Οπενχάιμερ δυο φορές έφτασαν κοντά στον γάμο, αλλά στο τέλος η Τζιν, που έπασχε από μείζονα καταθλιπτική διαταραχή, υπαναχωρούσε. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες ενός φίλου του Οπενχάιμερ, σε περιόδους που η σχέση τους περνούσε κρίση, η Τζιν εξαφανιζόταν για εβδομάδες και μετά επέστρεφε, καμαρώνοντας για τις ερωτικές της περιπέτειες μέσα στο διάστημα αυτό, με στόχο «να πληγώσει τον Ρόμπερτ που την αγαπούσε», πάντα κατά τον συγκεκριμένο μάρτυρα.
Για άλλους, η Τζιν το έκανε ώστε να αποσπάσει την προσοχή του από τον κόσμο της Φυσικής. Ο Φρανκ Οπενχάιμερ θα αποκάλυπτε ότι ο αδερφός του κάποτε του εκμυστηρεύτηκε ότι «χρειάζεται τη Φυσική περισσότερο από τους φίλους και τους ανθρώπους». Ο Νόλαν, πάντως, μοιάζει να συμμερίζεται την άποψη των δεύτερων ως προς τον χαρακτήρα της Τζιν και ο τρόπος που στέκεται απέναντί της αποτελεί ένα από τα ερμηνευτικά κλειδιά του έργου – κομβική η σημασία του για την αιτιολογία της απάντησης στο ερώτημα που φωλιάζει στην καρδιά του.
Την χρονιά που χώρισε με τη Τζιν, θα γνώριζε τη γυναίκα που θα παντρευόταν, την Κίττυ, η οποία ήταν κάποτε μέλος του κομμουνιστικού κόμματος και είχε χάσει τον κομμουνιστή πρώην σύζυγό της στον ισπανικό εμφύλιο – κρατήστε το και αυτό. Όταν γνωρίστηκαν, η Κίττυ ήταν παντρεμένη με έναν φυσικό. Η σχέση τους έμεινε κρυφή για ένα διάστημα και συνεχίστηκε αφού το ανακάλυψε ο σύζυγός της, με την Κίττυ να παίρνει διαζύγιο για να παντρευτεί τον Οπενχάιμερ, όταν έμεινε έγκυος στο πρώτο τους παιδί. Θα έκαναν άλλο ένα τρία χρόνια μετά. Στο μεταξύ, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ανάψει για τα καλά, οι ΗΠΑ είχαν εμπλακεί και προσπαθούσαν να σχεδιάσουν την πρώτη ατομική βόμβα, ώστε να προλάβουν τις δυνάμεις του Άξονα, αλλά και τη Σοβιετική Ένωση. Λίγους μήνες μετά την έναρξη του σχετικού προγράμματος, η διοίκησή του ανατέθηκε στον στρατό και επικεφαλής ορίστηκε ο υποστράτηγος Λέσλι Γκρόουβς – στην ταινία τον υποδύεται με στιβαρότητα ο Ματ Ντειμον, έχουμε δει και τον Πολ Νιούμαν στον αντίστοιχο ρόλο, στο άνευρο «Fat Man and Little Boy» του Ρόλαντ Τζόφε.
Ο Γκρόουβς αναζητούσε έναν επιστήμονα για να αναλάβει τη διεύθυνση του προγράμματος με την κωδική ονομασία «Manhattan Project» και κατέληξε στον Οπενχάιμερ, παρά τις αντιρρήσεις αρκετών, λόγω του πολιτικού παρελθόντος του. Ο Οπενχάιμερ έπεισε τον Γκρόουβς ότι ήταν απαραίτητη μια ριζική αναδιάρθρωση του εγχειρήματος, ότι ο κερματισμός των αρμοδιοτήτων δεν θα έφερνε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Έπρεπε να ακολουθήσουν ένα συγκεντρωτικό μοντέλο οργάνωσης και διοίκησης, ενώ θα ήταν ωφέλιμο οι επιστήμονες και οι τεχνικοί να συγκεντρωθούν όλοι σε ένα απομονωμένο μέρος, ώστε να έχουν όσο το δυνατόν λιγότερους περισπασμούς. Έτσι, το τμήμα έφυγε από το Μανχάταν, όπου είχαν την έδρα τους τα κεντρικά γραφεία – από εκεί πήρε το όνομα του το πρότζεκτ, σε περίπτωση που αναρωτηθήκατε- και μεταφέρθηκε στο Νέο Μέξικο, σε τοποθεσία όπου ο Οπενχάιμερ είχε ιδιόκτητο ράντσο. Πέρα από το εργαστήριο, χτίστηκε και μια μικρή πόλη στην περιοχή, για να κατοικήσουν οι επιστήμονες με τις οικογένειές τους. Την άνοιξη του 1943 ξεκίνησαν επισήμως οι εργασίες του Manhattan Project, υπό την καθοδήγηση του Οπενχάιμερ και με τη συνδρομή μερικών από τα μεγαλύτερα επιστημονικά μυαλά της εποχής.
Θέλεις η κατάληψη μιας θέσης εξουσίας, θέλεις η σοβαρότητα της κατάστασης και αυτό που εκλάμβανε ως πατριωτικό καθήκον, θέλεις η εμπειρία, ο Οπενχάιμερ μετατράπηκε σε μια ηγετική φυσιογνωμία που παρακολουθούσε στενά κάθε στάδιο της διαδικασίας, με αρκετούς από τους εργαζομένους στο πρότζεκτ να τον επαινούν για τον εμψυχωτικό του ρόλο, για την ενότητα που διασφαλιζόταν με τη διαρκή παρουσία του στα δωμάτια του εργαστηρίου και τη συνδιαλλαγή του με τους υφισταμένους του, αλλά και για τον τρόπο περιγραφής των προβλημάτων, που ξέφευγε από το τεχνοκρατικό επιστημονικό σκέλος, με αναφορές στη ζωή, στην τέχνη και στην φιλοσοφία.
Μία από τις συχνότερες επικλήσεις του ήταν η Μπαγκαβάτ Γκίντα, ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της ινδουιστικής θρησκείας, το οποίο είχε μελετήσει διεξοδικά στα αρχαία σανσκριτικά, μια γλώσσα που γνώριζε. Όπως γράψαμε και παραπάνω, η επικοινωνία και η κατανόηση των ανθρώπων δεν ήταν το δυνατότερο σημείο του Οπενχάιμερ. Ήταν, όμως, πολύ διαβασμένος και γνώριζε πια τι είδους χειρισμό χρειάζονται οι επιστήμονες και πια κουμπιά έπρεπε να πατήσει για να κάνουν τη δουλειά.
Στις 16 Ιουλίου του 1945 και ώρα 05.29 πραγματοποιήθηκε η πρώτη δοκιμή και έκρηξη ατομικής βόμβας στην ανθρώπινη ιστορία, γνωστή με την κωδική ονομασία «Trinity». Λίγο πριν τη δοκιμή, οι επιστήμονες έβαζαν στοιχήματα για το μέγεθος της καταστροφής που θα προκαλούσε η έκρηξη της βόμβας, καθώς υπήρχε ένας στατιστικά μικρός, πλην υπαρκτός κίνδυνος να στερήσει όχι μόνο τις δικές τους ζωές, αλλά και εκατομμύρια άλλες. Λέγεται ότι κατά τη δοκιμή ο Οπενχάιμερ ήταν ο μόνος που φορούσε παλτό και είχε εμφανέστατη ένταση, η οποία καταλάγιασε μόνο μετά το επιτυχημένο αποτέλεσμα. Εκεί υποτίθεται ότι ειπώθηκε η ατάκα που, εντελώς αποκομμένη από τις φρικιαστικές, πραγματικές της διαστάσεις και συνέπειες, έχει γίνει ένα fun meme στα social media: «Και έτσι έγινα ο Θάνατος, ο Καταστροφέας των Κόσμων». Η φράση είναι παρμένη και αυτή από την Μπαγκαβάτ Γκίντα.
O μύθος θέλει ο Οπενχάιμερ να την λέει επί τόπου, μπρος σε ένα θέαμα που προξενούσε ταυτόχρονα σοκ και δέος, μα υπάρχουν διάφορες, αντικρουόμενες μαρτυρίες. Ο ίδιος ο Οπενχάιμερ σε ντοκιμαντέρ του 1965 ανέφερε ότι ήταν αυτός ο στίχος που πέρασε από το μυαλό του όταν εξερράγη η βόμβα – άρα σκέφτηκε την ατάκα, δεν την είπε δυνατά– αλλά κι αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μια κατασκευασμένη μνήμη, μια ιστορία που ήθελε ο ίδιος να λέει στους άλλους και στον εαυτό του, αφού είδε τα αποτελέσματα της «επιτυχίας» του στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι.
Τρεις εβδομάδες μετά την επιτυχημένη δοκιμή, η κυβέρνηση Τρούμαν «δοκίμασε» το υπερόπλο της σε συνθήκες πολέμου, βομβαρδίζοντας τις ως άνω πόλεις της Ιαπωνίας. Oι ανθρώπινες απώλειες υπολογίζονται κάπου μεταξύ 150 και 226 χιλιάδων, ένα μεγάλο μέρος των οποίων πρόεκυψε τη στιγμή της έκρηξης. Ο Οπενχάιμερ, που μέχρι τότε πίστευε ότι η απόφαση για τον τρόπο χρήσης της βόμβας ανήκε στους πολιτικούς και έβλεπε την κατασκευή της ως πατριωτικό (αλλά και επιστημονικό) του καθήκον, φέρεται να κλονίστηκε από τις πραγματικές συνέπειες της χρήσης της. Ο Έντουαρντ Τέλερ, από τους θεωρητικούς φυσικούς που εργάστηκαν στο Manhattan Project, υποστηρίζει ότι τη μέρα της έκρηξης στο Ναγκασάκι ο Οπενχάιμερ τον επισκέφτηκε συντετριμμένος στο γραφείο του και του δήλωσε ότι δεν ήθελε να έχει καμία σχέση με την επικείμενη κατασκευή μιας βόμβας υδρογόνου, δηλαδή της επόμενης γενιάς πυρηνικών όπλων.
Λίγες μέρες μετά, ο Οπενχάιμερ θα ζητήσει συνάντηση με τον Πρόεδρο Χάρι Τρούμαν, στην οποία θα επιχειρήσει να τον προειδοποιήσει για τους κινδύνους της περαιτέρω χρήσης πυρηνικών όπλων και θα του εξομολογηθεί πως αισθάνεται ότι «έχει αίμα στα χέρια του». Εξοργισμένος ο Τρούμαν διέκοψε τη συνάντηση, τον έδιωξε από το οβάλ γραφείο και φέρεται να είπε στους ανθρώπους του επιτελείου του ότι «δεν θέλει να ξαναπατήσει το πόδι του αυτός ο καριόλης ποτέ ξανά εκεί μέσα». Υπάρχει σχετική σκηνή στην ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν, με μια αναπάντεχη γκεστ εμφάνιση, από εκείνες που μας φυλάει ενίοτε ο Βρετανός δημιουργός – θυμάστε τον Ματ Ντέιμον στο «Interstellar»;
Μετά τον πόλεμο, το 1947, σε αναγνώριση της συνεισφοράς του, του επιστημονικού του έργου και της κατάρτισής του, ο Οπενχάιμερ θα τεθεί επικεφαλής του Ινστιτούτου Προηγμένων Τεχνολογιών στο Νιου Τζέρσεϊ, κατόπιν πρότασης του Λούις Στράους, ενός επιχειρηματία, ερασιτέχνη φυσικού και μέλους του διοικητικού συμβουλίου της νεοσυσταθείσας Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας των ΗΠΑ, η οποία αποτέλεσε τον διάδοχο του Manhattan Project . Στα στελέχη του Ινστιτούτου βρισκόταν, μεταξύ άλλων, και ο Άλμπερτ Αϊνστάιν. Παρά τις επιμέρους διαφωνίες τους γύρω από τις θεωρίες τους, οι δύο άνδρες συμφωνούσαν στην ανάγκη περιορισμού της ανάπτυξης των πυρηνικών όπλων, καθώς και της υπερεθνικής εποπτείας τους, μια συμφωνία που προκύπτει κι από αλληλογραφία που είχαν ανταλλάξει πριν τη φυσική γνωριμία τους.
Στα χρόνια που θα ακολουθούσαν, ο Οπενχάιμερ θα εναντιωνόταν στην ανάπτυξη πυρηνικών οπλικών συστημάτων και, ειδικότερα, στην κατασκευή της βόμβας υδρογόνου, την οποία ο Στράους θεωρούσε αναγκαία για την αντιμετώπιση του σοβιετικού αντίπαλου δέους, ενώ επέμενε να υπάρχει διαφάνεια μεταξύ των κρατών για τις σχετικές τους ενέργειες σε ένδειξη καλής θέλησης, αλλά και ώστε να διασφαλίζεται ένας άτυπος διακρατικός έλεγχος των πυρηνικών προγραμμάτων κάθε χώρας. Η επίμονη εναντίωση του Οπενχάιμερ στην οπλική οχύρωση της χώρας του απέναντι στη σοβιετική απειλή, σε μια περίοδο έντονου ψυχροπολεμικού κλίματος, ερμηνεύτηκε ως αντιαμερικανική θέση.
Αν προσθέσετε σε αυτή την προπολεμική πολιτική του δραστηριότητα, τον γάμο του με την Κίττυ και τη σχέση του με τη Τζιν, τις συνδέσεις των οποίων με το κουμμουνιστικό κόμμα αναφέραμε παραπάνω, καθώς και το γεγονός ότι ο Οπενχάιμερ συνέχισε να βλέπει στα κρυφά τη Τζιν κατά το διάστημα που ήταν υπεύθυνος του Manhattan Project, όσοι επιθυμούσαν τον παραγκωνισμό του, είχαν αρκετά στοιχεία για να εκμεταλλευτούν την αντικομμουνιστική υστερία των ημερών και να πετύχουν τον στόχο τους. Σύντομα, σειρά από δημοσιεύματα στον Τύπο αμφισβητούσαν τον πατριωτισμό του Οπενχάιμερ, το FBI άρχισε να τον παρακολουθεί στενά, ενώ ανακλήθηκε η άδεια πρόσβασης του σε απόρρητες πληροφορίες. Ο Οπενχάιμερ προσέφυγε κατά της εν λόγω απόφασης, για να ακολουθήσει η ακρόαση του από τριμελή επιτροπή, που αποτελεί και το κεντρικό αφηγηματικό όχημα της ταινίας του Κρίστοφερ Νόλαν.
Στα χρόνια που θα ακολουθούσαν, ο Οπενχάιμερ θα εναντιωνόταν στην ανάπτυξη πυρηνικών οπλικών συστημάτων και, ειδικότερα, στην κατασκευή της βόμβας υδρογόνου, την οποία ο Στράους θεωρούσε αναγκαία για την αντιμετώπιση του σοβιετικού αντίπαλου δέους, ενώ επέμενε να υπάρχει διαφάνεια μεταξύ των κρατών για τις σχετικές τους ενέργειες σε ένδειξη καλής θέλησης, αλλά και ώστε να διασφαλίζεται ένας άτυπος διακρατικός έλεγχος των πυρηνικών προγραμμάτων κάθε χώρας.
(ΠΡΟΣΟΧΗ: Ακολουθούν SPOILERS για όσους δεν έχουν δει την ταινία «Οπενχάιμερ»). Επειδή ο Νόλαν κάνει τη δημιουργική επιλογή να στήσει το τυπικό νολανικό twist γύρω από την εμπλοκή του Στράους στη δίωξη του Οπενχάιμερ, θεωρήσαμε ορθότερο να προσθέσουμε τη σχετική προειδοποίηση, καθώς δεν θέλουμε να χαλάσουμε την έκπληξη σε όσους δεν γνωρίζουν την ιστορία και προτιμούμε να σεβαστούμε το όραμα του καλλιτέχνη. Ο Στράους, λοιπόν, είχε ταπεινωθεί δημοσίως από τον Οπενχάιμερ το 1947, όταν ο δεύτερος κορόιδεψε την εναντίωση του στην εξαγωγή ραδιενεργών ισότοπων για ιατρικούς λόγους σε μια ακρόαση της Γερουσίας. Ο Στράους δεν το ξέχασε ποτέ και έτσι, όταν το 1953 διορίστηκε πρόεδρος της Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας, αποτέλεσε τον κύριο ενορχηστρωτή της απόφασης ανάκλησης της άδειας πρόσβασης του Οπενχάιμερ σε απόρρητες πληροφορίες καθώς και της γενικότερης προσπάθειας δυσφήμησης του «Πατέρα της Ατομικής Βόμβας». Μεταξύ άλλων, κατάφερε να πείσει τον πρόεδρο Αϊζενχάουερ ότι ο Οπενχάιμερ συνιστούσε απειλή για την Εθνική Ασφάλεια, έβαλε έμπιστο συνεργάτη του να συντάξει επιστολή που ισχυριζόταν ότι ο Αμερικανός φυσικός θα μπορούσε να είναι πράκτορας της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ τα συκοφαντικά δημοσιεύματα στον Τύπο ήταν, εν πολλοίς, υποκινούμενα από τον ίδιο. (Τέλος των spoilers)
Στο άκουσμα της εξέλιξης, οι κατά τόπους εφημερίδες έμοιαζαν να τηρούν στάση αναμονής, ωστόσο αρκετές ήταν αυτές που εκτιμούσαν ότι πολύ ορθά η Διοίκηση απέκλεισε την πρόσβασή του σε απόρρητα έγγραφα, με εκείνες των μεσανατολικών πολιτειών, μάλιστα, να αναρωτιούνται γιατί ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ άργησε τόσο πολύ να λάβει τη σχετική απόφαση. Ακολούθησε μια ακρόαση-παρωδία, όπου κλήθηκαν να καταθέσουν συνεργάτες και οικείοι του επιστήμονα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η νομική ομάδα του Οπενχάιμερ δεν είχε πρόσβαση σε έγγραφα που στοιχειοθετούσαν το «κατηγορητήριο», βάσει του οποίου λήφθηκε η απόφαση. Στο τέλος η επιτροπή απεφάνθη κατά πλειοψηφία 2 προς 1 ότι ο Οπενχάιμερ ήταν μεν πιστός Αμερικανός πολίτης, αλλά, με βάση τα στοιχεία και τις καταθέσεις, η πρόσβασή του σε απόρρητα έγγραφα θα αποτελούσε ρίσκο για την εθνική ασφάλεια και έτσι ήταν υποχρεωμένοι να επικυρώσουν την απόφαση. Το συγκεκριμένο γεγονός, μαζί με τη γενικότερη στάση μερίδας του Τύπου έπληξαν την εικόνα και το κύρος του Οπενχάιμερ στην κοινή γνώμη. Οι φίλοι του θα του έλεγαν ότι κακώς συναίνεσε στη μυστικότητα της ακρόασης και θα τον παρακινούσαν να γράψει ένα αυτοβιογραφικό άρθρο για λογαριασμό εφημερίδας ή περιοδικού ευρείας κυκλοφορίας, ώστε να ξεκαθαρίσει την κατάσταση. Εκείνος, όσο μπορούσε να καταλάβει τους ανθρώπους του κλάδου του, τόσο αδυνατούσε να συλλάβει την έννοια της κοινής γνώμης και να κατανοήσει τη μέθοδο (ή και την ανάγκη) προσέγγισης του μέσου πολίτη και δεν τους άκουσε.
Τον Αύγουστο του 1955 ένας πρώην φοιτητής του και νυν διευθυντής του τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον τον προσκάλεσε για ομιλία, μόνο για να δει τον πρόεδρο του πανεπιστημίου να μπλοκάρει την εκδήλωση, υποστηρίζοντας πως ήταν ενάντια στα «συμφέροντα του ιδρύματος». Στο ποίημα του «Τhou Shalt not Kill» ο ποιητής Κένεθ Ρέξροθ, o επονομαζόμενος «Πατέρας της Βeat κουλτούρας», κατηγόρησε τον «Πατέρα της Ατομικής Βόμβας», τον «φονέα εκατομμυρίων», όπως τον μνημονεύει στον σχετικό στίχο, ως έναν από τους βασικούς υπαίτιους και διαμορφωτές τον συνθηκών που οδήγησαν στην επιδείνωση και στον θάνατο του ποιητή Ντίλαν Τόμας.
Το 1958, όταν το διοικητικό συμβούλιο ενός σχολείου στην Πενσιλβάνια αποφάσισε να ονομάσει το σχολικό συγκρότημα «Οπενχάιμερ», εκατοντάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν για να διαμαρτυρηθούν, ανάμεσά τους σύλλογοι βετεράνων πολέμου και λοιπές ομάδες πίεσης, με αίτημα το σχολείο να λάβει το όνομα μια προσωπικότητας που να εκπροσωπεί πραγματικά τις αρχές της «αξιοπιστίας και της χαρισματικής ηγεσίας», σαν τον Ουάσινγκτον, τον Λίνκολν ή –εδώ γελάμε- τον Στράους. Οι πιέσεις και οι διαμαρτυρίες έπιασαν τόπο, με το ΔΣ να υποχωρεί και το συγκρότημα να λαμβάνει το όνομα του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Γούντροου Γουίλσον.
Κι αν το κλίμα για τον Οπενχάιμερ είχε γίνει εχθρικό στις ΗΠΑ και η πολιτική του επιρροή είχε συρρικνωθεί, στην Ευρώπη, όπου θα έδινε διαλέξεις τα επόμενα χρόνια, η αντιμετώπισή του ήταν διαφορετική. Στη Γαλλία, μάλιστα, χρίστηκε Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής το 1957. Η αποκατάστασή του στις ΗΠΑ ήρθε την επόμενη δεκαετία, με την απονομή του Βραβείου Ενρίκο Φέρμι, κατόπιν πρωτοβουλίας του προέδρου Κένεντι, την οποία περάτωσε ο πρόεδρος Τζόνσον μετά τη δολοφονία του πρώτου. Να σημειωθεί, όμως, ότι η επαναφορά της άδειας πρόσβασής του σε απόρρητες πληροφορίες, που θα σήμαινε μια πιο ουσιαστική πολιτική του αποκατάσταση, δεν ήρθε – για την ιστορία αυτό συνέβη (προφανώς), συμβολικά μόλις πριν μερικούς μήνες.
Με τα χρόνια ο Οπενχάιμερ θα γίνει πιο προσιτός, πιο επικοινωνιακός, καλύτερος με τους ανθρώπους. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού, θα επικαλεστούμε την ιστορία πίσω από το τραγούδι «Heads we’re dancing» της Κέιτ Μπους. Ένας οικογενειακός φίλος του «ξωτικού» του πενταγράμμου είχε βρεθεί στα μέσα των ‘60s σε δείπνο και κάθισε δίπλα σε έναν άγνωστο άντρα, τον οποίο βρήκε τρομερά γοητευτικό, ευφραδή, καλοδιαβασμένο και πολύ ευχάριστο συνομιλητή, αγνοώντας την ταυτότητα του. Την επόμενη μέρα ρώτησε τον οικοδεσπότη ποιος ήταν και, όταν έμαθε ότι είχε δίπλα του τον Οπενχάιμερ, τον εφευρέτη της ατομικής βόμβας, άρχισε να βρίζει θεούς και δαίμονες.
Αν το ήξερε, όπως είπε στην Μπους, θα του είχε επιτεθεί. Αυτό ενέπνευσε την τραγουδοποιό να γράψει ένα τραγούδι για μια γυναίκα που χορεύει με έναν γοητευτικό, άγνωστο άντρα, για να ανακαλύψει την επόμενη μέρα ότι ήταν ο Χίτλερ . Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, η Μπους, μιλώντας για το τραγούδι, ξεκαθάρισε ότι δεν ταυτίζει τον Οπενχάιμερ με τον Χίτλερ. Απλά, με αφορμή την ιστορία του φίλου της, αναρωτήθηκε ποια θα ήταν η χειρότερη προσωπικότητα που θα μπορούσε να γνωρίσει υπό αυτές τις περιστάσεις, κατέληξε στον Γερμανό δικτάτορα και έγραψε το τραγούδι της.
Heads We're Dancing
Ο Οπενχάιμερ θα πέθαινε στις 18 Φεβρουαρίου του 1967 από καρκίνο του λάρυγγα. Αν και αρκετοί, κάνοντας τους εύλογους συνειρμούς, θα αναζητούσαν τον ένοχο στην πιθανή έκθεσή του στη ραδιενέργεια κατά την περίοδο του Manhattan Project, στην πραγματικότητα το αίτιο μάλλον ήταν πιο συνηθισμένο: υπήρξε μανιώδης καπνιστής από νεαρή ηλικία. Επιγραμματικά, αυτή ήταν η ζωή του. Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα γι΄ αυτόν, μπορείτε να αναζητήσετε τα βιβλία «American Prometheus: The Triumph and Tragedy of Robert Oppenheimer» και «Robert Oppenheimer: A Life», από τα οποία αντλήσαμε πληροφορίες για τις ανάγκες του παρόντος.
Είθισται αντίστοιχα κείμενα να κλείνουν με μια σύνοψη, ένα συμπέρασμα, ίσως και κάποιο επιμύθιο. Για τους θεωρητικούς φυσικούς, ο Οπενχάιμερ υπήρξε ένα σπουδαίο μυαλό της επιστήμης της φυσικής. Για πολλούς Αμερικανούς ήταν ένας ήρωας πολέμου, για κάποιους ένας προδότης των αμερικανικών ιδεών. Για εκείνους που χρειάζονται οι δαίμονές τους να έχουν πρόσωπο και έχουν την ανάγκη μιας μανιχαϊστικής, ατομοκεντρικής προσέγγισης της Ιστορίας, ο Οπενχάιμερ είναι κυριολεκτικά ο «Θάνατος, ο Καταστροφέας των Κόσμων», ο συγγραφέας της δυστυχίας μας, ο κύριος υπαίτιος της πιο αποκρουστικής ένοπλης επέμβασης του εικοστού αιώνα. Για τις πιο καλλιτεχνικές φύσεις, είναι το κεντρικό πρόσωπο μιας σύγχρονης τραγωδίας με χιλιάδες παράπλευρες απώλειες. Για κάποιους χρήστες των social media είναι απλά το δεύτερο πιο δημοφιλές πρόσωπο των ημερών μετά την Barbie και με τη μορφή του Κίλιαν Μέρφι, βεβαίως, βεβαίως.
Για τον Κρίστοφερ Νόλαν ήταν αυτός που με το έργο του (απ)έδειξε ότι η επιστήμη, ακόμα και σε έκτακτες συνθήκες, οφείλει να σκέφτεται ευρύτερα και μακροπρόθεσμα και να θυμάται ότι υπηρετεί πρωτίστως των άνθρωπο, ανεξαρτήτως εθνικότητας και λοιπών καταβολών και χαρακτηριστικών.
Στην πραγματικότητα, όσες λέξεις κι αν γραφτούν για εκείνον, θα παραμείνει ένας γρίφος, μέσα σε ένα μυστήριο, τυλιγμένος σε ένα αίνιγμα, μέρος του οποίου μπορεί να έλυσαν μόνο όσοι τον γνώρισαν και τον έζησαν και, φυσικά, ο ίδιος. Πάνω κάτω, αυτό ισχύει για όλους μας άλλωστε, όχι; Το μόνο βέβαιο κι εκείνο που τον διαφοροποιεί από τους περισσότερους από εμάς, είναι ότι ο κόσμος δεν θα είναι ποτέ ξανά ο ίδιος μετά το μικρό πέρασμα του από τη ζωή και όσα πρόλαβε να κάνει μέχρι τον θάνατό του. Κι αυτό επειδή μας βοήθησε να συνειδητοποιήσουμε ότι η πιθανότητα το «ρολόι του κόσμου να χτυπήσει μεσάνυχτα» δεν περιορίζεται στο επίπεδο της εσχατολογικής μυθοπλασίας. Kαι όσο κι αν οι πιο αισιόδοξοι θα θέλαμε οι πιθανότητες να είναι μηδενικές, όπως ακούγεται να λέει ο Γκρόουβς στο φιλμ, ακόμα και στο πιο θετικό σενάριο, οι πιθανότητες μιας αντίθετης, αρνητικής έκβασης πάντα είναι σχεδόν μηδενικές. Ένα «σχεδόν» που, αν δεν αποδείξουμε πως δεν είμαστε θύτες και θύματα μιας νιτσεϊκής αιώνιας επιστροφής και ότι μαθαίνουμε από την ιστορία (μας), ίσως κάποτε αποβεί μοιραίο.