Το «Mama, I am going out tonight» είναι το φωτογραφικό πρότζεκτ της Καρολίνας Κακοταρίτη. Η Καρολίνα προσπαθεί να αποτυπώσει με τον φακό της τη νυχτερινή Αθήνα και συγκεκριμένα τη σκηνή των πάρτι της πόλης. Γεννήθηκε στην Τρίπολη και σε ηλικία 18 ετών έφυγε για σπουδές στην Ισπανία.
Το πρότζεκτ, στην πρώτη του μορφή, έγινε η πτυχιακή της εργασία στη Σχολή Καλών Τεχνών της Βαρκελώνης, ενώ το 2018, οπότε πήρε τη μορφή που έχει σήμερα, έγινε αντικείμενο και της διπλωματικής της εργασίας στο μεταπτυχιακό που έκανε στη Μαδρίτη με ειδίκευση στο design. «Βέβαια, για μένα ήταν πάντα κάτι πολύ παραπάνω από ένα απλό θέμα πτυχιακής εργασίας», αναφέρει.
«To “Mama, I am going out tonight” είναι ένα ημερολόγιο έντασης, δικής μου, των φίλων μου και του περίγυρού μού. Καταγράφει ένα σημείο της εποχής μας. Πρόκειται για ένα φωτογραφικό πρότζεκτ με φιλμ, που εστιάζει στην κουλτούρα των πάρτι όχι μόνο ως μορφή ψυχαγωγίας αλλά και ως χώρο ελευθερίας, τοποθέτησης μέσα στην κοινωνία και ανάπτυξης προσωπικών ταυτοτήτων. Από την εφηβεία μου πάντα φλέρταρα με την ιδέα των πάρτι. Ίσως φταίει που είμαι από την επαρχία και δεν είχαμε πολλές εναλλακτικές για διασκέδαση. Πάντα ένιωθα ότι ήθελα να φύγω και να δω κάτι άλλο.
«Τα άτομα με τα οποία έχω επαφή είναι πάρα πολύ θετικά και συνήθως δέχονται να φωτογραφηθούν. Έχω κάνει πολύ ωραίες γνωριμίες και φιλίες μέσω του πρότζεκτ. Σε όλους τους χώρους όπου κινούμαι, δεν πηγαίνω με σκοπό να βγάλω φωτογραφίες, δεν είμαι φωτογράφος events και δεν επιθυμώ να γίνω κάτι τέτοιο».
Το “Mama, I am going out tonight” έκανε ένα διάλειμμα, όταν, μετά τις σπουδές μου, επέστρεψα στο πατρικό μου στην Τρίπολη για να δω ποια θα είναι τα επόμενα μου βήματα. Τότε ήρθαν και τα χρόνια της πανδημίας. Στην αρχή νόμιζα ότι δεν θα ασχολιόμουν ξανά, αλλά όταν άνοιξαν πάλι όλα μετά τις καραντίνες, μου γεννήθηκε μια πολύ μεγάλη ανάγκη να συνεχίσω το πρότζεκτ και όλα πήραν τον δρόμο τους με έναν πολύ φυσικό τρόπο. Για μισό χρόνο, κάθε Σαββατοκύριακο πήγαινα στην Αθήνα. Τελείωνα τη δουλειά μου στην Τρίπολη στις 6 το απόγευμα και στις 7 ήμουν στα ΚΤΕΛ για να πάρω το λεωφορείο για την Αθήνα.
Έφτανα στις εννιάμισι στο Γαλάτσι, στο σπίτι ενός φίλου, παίρναμε το μηχανάκι και βγαίναμε τρεις μέρες σερί. Τα ξημερώματα της Δευτέρας, με τρεις ώρες ύπνου, έφτανα στον Κηφισό για να πάρω το λεωφορείο ώστε να είμαι στη δουλειά μου στις δέκα. Αυτό κράτησε έξι μήνες. Τώρα βρίσκομαι μόνιμα στην Αθήνα και το έργο έχει μεταφερθεί και με ακολουθεί σε κάθε μου αλλαγή».
Οι φωτογραφίες της Κάρολ, όπως είναι το ψευδώνυμό της στα σόσιαλ μίντια, απαθανατίζουν από τις πιο ξέφρενες στιγμές ενός πάρτι μέχρι τις πιο προσωπικές, τις πιο χαρούμενες ή τις πιο θλιμμένες, όταν αυτό τελειώνει, και διάφορους πολύχρωμους θαμώνες που προσπαθούν να βρουν μια διέξοδο από την καθημερινότητα. Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να την εμπιστευτεί κάποιος να τον φωτογραφίσει σε μια απρόσμενη στιγμή διασκέδασης που δεν είναι ακριβώς ευάλωτη, αλλά μπορεί να προκαλέσει παρεξηγήσεις.
«Δεν έχω καμία δυσκολία ή δισταγμό να ρωτήσω για να βγάλω φωτογραφίες. Βέβαια, φωτογραφίζω μόνο ό,τι μου κάνει αίσθηση. Τα άτομα με τα οποία έχω επαφή είναι πάρα πολύ θετικά και συνήθως δέχονται να φωτογραφηθούν. Έχω κάνει πολύ ωραίες γνωριμίες και φιλίες μέσω του πρότζεκτ. Σε όλους τους χώρους όπου κινούμαι, δεν πηγαίνω με σκοπό να βγάλω φωτογραφίες, δεν είμαι φωτογράφος events και δεν επιθυμώ να γίνω κάτι τέτοιο. Αυτό που επιδιώκω είναι να περνάμε όμορφα και, να βγάλουμε και κάποιες φωτογραφίες.
Πιστεύω αυτό το αντιλαμβάνεται ο κόσμος και έτσι δημιουργείται ένα κλίμα εμπιστοσύνης και κοινωνικοποίησης. Επιπλέον, πάντα ζητώ άδεια προτού φωτογραφίσω, τις στέλνω όταν σκανάρονται και ρωτάω αν μπορώ να τις χρησιμοποιήσω προτού τις δημοσιεύσω – ειδικά το τελευταίο είναι πάρα πολύ σημαντικό. Μετά τον Covid νιώθω ότι όλοι έχουμε γίνει πιο κλειστοί. Βλέπω έντονα αυτήν τη διαφορά. Παρόλο που όλοι έχουμε ανάγκη για κοινωνικοποίηση, λίγοι βγαίνουν από το καβούκι τους και την οικειότητα του σπιτιού τους.
Ταυτόχρονα, πολλά άτομα δουλεύουν άπειρες ώρες, σε χάλια συνθήκες εργασίας, κάνουν δυο και τρεις δουλειές για να βγάλουν τον μήνα και πάλι δεν τους φτάνει για να πληρώσουν το νοίκι. Οπότε είναι λογικό να είσαι κουρασμένος, με άγχος, με θλίψη. Βλέπεις παιδιά 23 χρονών κουρασμένα, απογοητευμένα. Και τα πάρτι έχουν αλλάξει αρκετά. Λείπει το στοιχείο της έκπληξης και του αυθορμητισμού. Πλέον είναι όλα με είσοδο για τουρίστες, οργανωμένα με στόχο την κατανάλωση, και πολλοί απλώς παρατηρούν αμέτοχοι και μαγκωμένοι. Δεν ξέρω αν πραγματικά υπάρχει διασκέδαση. Θέλω να πιστεύω ότι όσοι θέλουμε να αλλάξει κάτι σιγά σιγά κινούμαστε προς τη δημιουργία των δικών μας χώρων, με τα δικά μας άτομα, ως αντίδραση σε όσα βιώνουμε».
— Υπάρχει κάποια βραδιά και κάποιο άτομο που σου έχουν μείνει χαραγμένα στη μνήμη;
Νομίζω ότι ένα από τα αγαπημένα μου βράδια ήταν σε ένα punk live στο Γεωπονικό. Δεν υπήρχε stage για τα συγκροτήματα. Το live γινόταν στο ίδιο επίπεδο με το κοινό. Ένας φίλος έφερε τσίπουρο χωρίς ετικέτα από την πλατεία Αμερικής και μπήκαμε στο πόγκο. Έχασα τα αγαπημένα μου γυαλιά εκείνο το βράδυ, όμως άξιζε τον κόπο. Το πρωί ξύπνησα γεμάτη μελανιές… και είχα συνέντευξη για δουλειά. Έκανε πολλή ζέστη εκείνη την ημέρα, οπότε δεν ήξερα τι να κάνω. Και όσο για τα άτομα, σίγουρα θα πω τη Fruit Gillette, είναι η αγαπημένη μου καλλιτέχνιδα. Έχω χαλάσει όλα τα φιλμ μου σε αυτήν. Εκτός από το πάρτι γενεθλίων της, όπου έβγαλα όλα τα άλλα άτομα εκτός από αυτήν. Ακόμα γελάμε με αυτό.
— Ποιο θα ήταν το ιδανικό πάρτι για να το φωτογραφίσεις;
Το ιδανικό πάρτι δεν είναι συγκεκριμένο. Μπορεί να συμβεί οπουδήποτε, σε έναν δρόμο, σε ένα μπαρ, σε ένα χωράφι. Αυτό που το κάνει ιδανικό είναι η διάθεση που έχεις, τα άτομα με τα οποία βρίσκεσαι και η ενέργειά τους. Αυτή η ενέργεια είναι που φωτογραφίζω. Έχω πάει σε τεράστια κλαμπ στο εξωτερικό, με άψογο ήχο και μουσικές και μεγάλους DJs, που δεν είχαν ζωή. Αυτό που σου έμενε φεύγοντας είναι οι ατελείωτες ώρες στην ουρά του μπάνιου, η απουσία οικειότητας και κοινωνικοποίησης, όλοι μαζί και μόνοι, σαν ζόμπι. Αντίθετα, έχω βρεθεί σε έναν δρόμο στο κέντρο της Μαδρίτης να γελάω και να περνάω όμορφα με παρέες αγνώστων. Το ιδανικό πάρτι είναι αυτό που έχει ζωή και αυτό θα ήθελα να φωτογραφίσω.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.