ΑΝ ΜΕ ΡΩΤΟΥΣΕ ΚΑΝΕΙΣ ποιο είναι η πιο σταθερή υπόκρουση της ζωής στην πόλη που μπορώ να θυμηθώ από τα βρεφικά μου χρόνια μέχρι σήμερα, θα έλεγα ο ήχος των πάσης φύσεως οικοδομικών εργασιών που πλαισιώνει ως κακόηχο νανούρισμα τις μέρες μου μια ολόκληρη ζωή, και εσχάτως έχει γίνει ακόμα πιο διαπεραστικός. Είμαι εγώ ή μοιάζει σα να ανοικοδομείται το σύμπαν δεξιά και αριστερά, ακόμα και σε σημεία της πόλης που αναρωτιέσαι από πού ακριβώς ξεπήδησαν αυτές οι αναστηλώσεις. Μέχρι προχθές δεν υπήρχε κάτι εκεί; Τι απέγινε; Και τι θα πάρει τη θέση του;
Δύο ισχυρά τοπόσημα εδώ της γύρω περιοχής αλλά και συνολικά της μεταπολεμικής Αθήνας, αμφότερα «αμερικάνικα» και με κοινή σχεδόν χρονική αφετηρία τις αρχές της δεκαετίας του ‘60, το Χίλτον και η Πρεσβεία των ΗΠΑ, βρίσκονται εδώ και καιρό σε διαδικασία «αναπαλαίωσης» με φόντο ένα αβέβαιο (για τον πλανήτη αλλά και για τους ταλαίπωρους κατοίκους αυτής εδώ της πόλης) μέλλον.
Πρόκειται για δύο ιδιαιτέρως εμβληματικές περιπτώσεις που πέφτει πάνω τους καθημερινά το μάτι μου, αλλά όπου σχεδόν κι αν βρεθεί κανείς πλέον στην πόλη, έχει μια αίσθηση εργοταξίου, σα να βιώνουμε μια νέα ανοικοδόμηση, έστω και με τα σύγχρονα προσωπεία της ανάπτυξης, του εξευγενισμού και της ανάπλασης.
Έξι χρόνια συμπληρώνονται από την έναρξη των εργασιών ανακαίνισης, αποκατάστασης και αέναης διεύρυνσης της αμερικανικής πρεσβείας, και εδώ και μερικούς μήνες το κυρίως κτίριο, το δημιούργημα του Γκρόπιους, χάσκει άδειο και αποσκελετωμένο, με το εσωτερικό του να έχει ξηλωθεί. Μετά τα εγκαίνια της βόρειας πτέρυγας της Πρεσβείας πριν από ένα χρόνο, τα έργα συνεχίζονται μέχρι την τελική μορφή που δεν είναι βέβαιο πότε ακριβώς θα σχηματιστεί.
Το Χίλτον αναμένεται να ανοίξει ξανά τις πόρτες του στις αρχές της επόμενης χρονιάς, υποδεχόμενο τους νέους του μόνιμους ενοίκους που θα διαμένουν στις περίπου 50 υπερπολυτελείς και πανάκριβες κατοικίες που έχουν αναπτυχθεί στους υψηλότερους ορόφους του συγκροτήματος.
Πρόκειται για δύο ιδιαιτέρως εμβληματικές περιπτώσεις που πέφτει πάνω τους καθημερινά το μάτι μου, αλλά όπου σχεδόν κι αν βρεθεί κανείς πλέον στην πόλη, έχει μια αίσθηση εργοταξίου, σα να βιώνουμε μια νέα ανοικοδόμηση, έστω και με τα σύγχρονα προσωπεία της ανάπτυξης, του εξευγενισμού και της ανάπλασης. Η εκτέλεση εργασιών είναι το αιώνιο σάουντρακ της πόλης. Η μετάλλαξη δεν σταματάει ποτέ. Ειδικά στο ευρύτερο κέντρο, όπου όλα μοιάζουν ρευστά και ασαφή, σα να παρασύρονται διαρκώς από την ακανόνιστη τροχιά των τάσεων και των περιστάσεων. Για την «Αθηναϊκή Ριβιέρα» και το «Ντουμπάι» στο Ελληνικό, δεν θέλω ούτε να το συζητάω, ούτε να το σκέφτομαι. Πολλά από τα μέρη με τα οποία συνδεθήκαμε, θα γίνουν αγνώριστα στον βωμό της ανάπτυξης. Δεν είναι καινούριο φαινόμενο, απλά συμβαίνει πλέον με ανεξέλεγκτους ρυθμούς και με ισοπεδωτικά αποτελέσματα. Όπως όμως έλεγε από παλιά ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, στο τραγούδι «Αθήνα ’78», έχουμε πια «μάθει καλά / πως αλλάζουμε όλοι όπως αλλάζει κι η πόλη / όπως αλλάξαν στις μέρες μας πολλά».