— Πώς αξιολογείτε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών στη χώρα μας;
Το βράδυ των εκλογών βρέθηκα με την οικογένειά μου στη συναυλία των Coldplay. Με τη σύζυγό μου είχαμε ψηφίσει ήδη κάνοντας χρήση της επιστολικής, αλλά ήταν ήδη γνωστό το υψηλό ποσοστό αποχής. Βλέποντας τους χιλιάδες νέους εκεί, που δεν τους ενδιαφέρει το υπάρχον κομματικό σύστημα, αλλά είναι ενεργοί σε ζητήματα οικολογίας, κοινωνικής συνειδητότητας και προοδευτικών προσεγγίσεων ευρύτερα δεν μπόρεσα να μη σκεφτώ πως το ελληνικό πολιτικό σύστημα θα αναγεννηθεί αν τα κόμματα καταφέρουν να φέρουν αυτούς τους δημιουργικούς ανθρώπους κοντά τους.
Για να γίνει όμως αυτό, τα νυν κόμματα θα πρέπει να εκπαραθυρώσουν τύπους νεο-Γκρούεζα που αφθονούν εντός τους και λειτουργούν ως μηχανισμοί απώθησης. Δύσκολο, αλλά αναγκαίο. Συζητούμε για μια ωραία Ελλάδα που βλέπει τον εαυτό της ως κομμάτι της Ευρώπης, που έχει ανησυχίες και ρεαλιστικά όνειρα και που η «βαθιά Ελλάδα» δείχνει δυσανεξία και αδυναμία να την κατανοήσει και να την εντάξει στους κόλπους της. Στόχος των μεγάλων κομμάτων της χώρας οφείλει να είναι το να απευθυνθεί και σε αυτούς τους ανθρώπους με όρους όχι ηλικιακής ποδηγέτησης αλλά αισθητικής.
«Αν η Ευρώπη αντιμετωπίζει ισχυρούς τριγμούς, αυτό οφείλεται στο ότι η φωνή της δεν φτάνει με ένταση σε όλες τις γωνιές της γηραιάς ηπείρου και στο ότι ο συστημικός λαϊκισμός έχει ενισχυθεί πλέον».
— Υπήρξαν κερδισμένοι και χαμένοι; Και πως βλέπετε την επόμενη μέρα;
Προσωπικά, κοιτάζω πάντα τους αριθμούς και όχι τα ποσοστά και συγκρίνω όμοιες εκλογικές διαδικασίες, δηλαδή τις ευρωεκλογές του 2019 με αυτές του 2024. Η ΝΔ έχει απώλειες της τάξης των 747.535 ψηφοφόρων. Η απώλεια αυτή όμως πρέπει να προσεγγισθεί ως τελική προειδοποίηση και όχι ως οριστική διακοπή σχέσεων. Αν η κυβέρνηση δεν αλλάξει μεθοδολογία σε τομείς όπως η υγεία, η εσωτερική ασφάλεια, το κόστος καθημερινής διαβίωσης και η εξωτερική πολιτική αναφορικά με τις σχέσεις μας με την Τουρκία και τη θέση της χώρας στη ΝΑ Ευρώπη, είναι πολύ πιθανό να δούμε έναν νέο πολιτικό σχηματισμό που θα τοποθετείται κι αυτός στον χώρο της κεντροδεξιάς, δηλαδή φιλο-Ατλαντικό, φιλο-ευρωπαϊκό, υπέρ της ελεύθερης οικονομίας, αλλά με τάσεις εξάπλωσης προς τα δεξιά.
Σημαντικοί τομείς, επίσης, που θα βαρύνουν στις επιλογές των πολιτών του χώρου αυτού είναι η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας που οφείλει να έχει στον πυρήνα της την ποντοπόρο εμπορική ναυτιλία και τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας, τη στήριξη του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου κ.λπ. Η πλειοψηφία των Ελλήνων, εξαιτίας του τραύματος της περιόδου 2010-2019, είναι θετική στην οικοδόμηση ενός αποδοτικού κράτους και όχι στην εξαΰλωσή του. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε κι αυτός 750.462 ψηφοφόρους, μια αναμενόμενη εξέλιξη τόσο εξαιτίας της τελευταίας διάσπασης όσο και επειδή ο πυρήνας της ανανεωτικής αριστεράς απαιτεί ισχυρή ιδεολογική ατζέντα και όχι γενικεύσεις.
Σε αντίθεση, όμως, με τις απώλειες της ΝΔ, δεν νομίζω πως οι ψηφοφόροι αυτοί θα επιστρέψουν ξανά στον ΣΥΡΙΖΑ, αφού η κινητικότητα στον χώρο της αριστεράς παραδοσιακά είναι πιο έντονη. Το ΠΑΣΟΚ κέρδισε 71.673 ψηφοφόρους κυρίως από τη ΝΔ επειδή η διεύρυνση της ΝΔ προς το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ δεν απέδωσε αλλά και επειδή το ΠΑΣΟΚ έδειξε να ξέρει τι θέλει από αυτές τις εκλογές. Όμως η απόσταση που έχει να διανύσει εντός της ελληνικής κοινωνίας είναι πολύ μεγάλο, γι’ αυτό δεν κατάφερε να περάσει τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε σε αυτή την εκλογική διαδικασία. Δεξιότερα της ΝΔ, η νεο-ρεπουμπλικανική υπερ-ριζοσπαστική δεξιά κέρδισε ψήφους, αλλά δεν βλέπω πιθανό να υπάρξει περαιτέρω ενίσχυσή της για πολλούς λόγους που έχουν να κάνουν κυρίως με την αδυναμία όσων βρίσκονται στον χώρο να συνομιλήσουν μεταξύ του.
Ο χώρος αυτός, για να ενισχυθεί, χρειάζεται έναν χαρισματικό λαϊκιστή τύπου Τραμπ, αλλά αν κάποιος με αυτά τα στοιχεία υπάρχει στην Ελλάδα, σίγουρα δεν βρίσκεται δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας. Συνολικά, η ατζέντα των εκλογών ήταν εσωτερική και όχι ευρωπαϊκή κι αυτό δείχνει πόσο μακριά νιώθει ο μέσος Έλληνας από τις Βρυξέλλες, κάτι για το οποίο ευθύνεται πρωτίστως η «φούσκα των Βρυξελλών», η ενωσιακή γραφειοκρατία δηλαδή.
— Τι σηματοδοτεί η άνοδος της ακροδεξιάς σε πολλές χώρες της Ευρώπης;
Πράγματι, υφίσταται άνοδος της άκρας δεξιάς στην Ευρώπη, κυρίως σε Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία και Ολλανδία. Αλλά και εδώ οφείλουμε να κάνουμε κάποιους διαχωρισμούς. Η ακροδεξιά της Γαλλίας πασχίζει να γίνει συστημική και να ακολουθήσει το παράδειγμα της Μελόνι. Είναι όντως τραγικό για την Ευρώπη να βλέπει την άνοδο τέτοιων κομμάτων, αλλά είναι και ανακουφιστικό οι δημοκρατικές πλειοψηφίες να βλέπουμε με πόση μεγάλη ευκολία πολιτικοί όπως η Μελόνι είναι σαν έτοιμοι από καιρό να αποποιηθούν το παρελθόν τους δημοσίως και να υιοθετήσουν πρακτικές της αστικής φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ο οπορτουνισμός των πολιτικών αυτών τους κάνει ακίνδυνους.
Σε κόμματα όμως όπως το AfD ή το αυστριακό FPO η άκρα δεξιά βρίσκει τον πρωτόλειο αταβισμό της και μας θυμίζει πως η εξοικείωσή μας με το τέρας δεν το σταματά από το να συμπεριφέρεται ως τέρας. Η άνοδος της άκρας δεξιάς στην Ευρώπη θα προκαλέσει σίγουρα αλλαγή ατζέντας στα θέματα μετανάστευσης που θα αυξήσει τις πιέσεις προς την Ελλάδα, θα ενισχύσει τις φωνές οι οποίες μιλούν για Ευρώπη πολλών ταχυτήτων, θα βλάψει τον στόχο της εμβάθυνσης και γενικότερα θα δυναμώσει τις φωνές αυτές που μιλούν εναντίον της ευρωπαϊκής ταυτότητας.
Ζητήματα που έχουν να κάνουν με την πράσινη ανάπτυξη θα δεχθούν πλήγμα, ενώ είναι δεδομένο πως θα υπάρξουν και μεταβολές σε επίπεδο Κοινής Αγροτικής Πολιτικής υπέρ των κρατών που λειτουργούν σε ποσοτικό επίπεδο, αντί στην Ελλάδα, για παράδειγμα, που μπορεί να τα ανταγωνιστεί μόνο σε ποιοτικό επίπεδο.
— Πιστεύετε ότι μετά απ’ αυτές τις εκλογές η Ευρώπη βρίσκεται σε κίνδυνο;
Αν η Ευρώπη αντιμετωπίζει ισχυρούς τριγμούς, αυτό οφείλεται στο ότι η φωνή της δεν φτάνει με ένταση σε όλες τις γωνιές της γηραιάς ηπείρου και στο ότι ο συστημικός λαϊκισμός έχει ενισχυθεί πλέον. Ακούω, για παράδειγμα, τον Εμανουέλ Μακρόν να μιλά για την αναγκαιότητα στρατηγικής αυτονομίας της Ε.Ε. και δεν μπορώ να συγκρατήσω ένα ειρωνικό χαμόγελο, αφού κάτι τέτοιο σημαίνει πως η Ευρώπη οφείλει να βγει στο διεθνές σύστημα και να ανταγωνιστεί ΗΠΑ και Κίνα. Είμαστε έτοιμοι γι’ αυτό; Είμαστε ικανοί γι’ αυτό; Ασφαλώς και όχι. Η Ευρώπη επίσης κινδυνεύει από τη «χαλαρότητα» της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών. Είναι εντυπωσιακή η άρνηση, σχεδόν ενστικτώδης, που υφίσταται στα θέματα πολιτικής ή οικονομικής εμβάθυνσης του ενωσιακού εγχειρήματος.
Η Αλβανία φυλάκισε αδίκως τον Φρέντη Μπελέρη και οι Βρυξέλλες μίλησαν για διμερές θέμα που δεν πρέπει να επηρεάσει την ενταξιακή πορεία της Αλβανίας. Αν είναι ποτέ δυνατόν! Αν όμως η ερώτησή σας υπονοεί πως η Ευρώπη κινδυνεύει από την άνοδο της άκρας δεξιάς, η απάντηση μου είναι πως όχι. Οι επικεφαλής των κομμάτων αυτών είναι πρόθυμοι να απολαύσουν την ένταξή τους στο σύστημα, έστω και από το παράθυρο. Αλλά για εμένα η πλέον ευοίωνη διαβεβαίωση περί της ισχύος του ενωσιακού παραδείγματος είναι οι φοιτητές μου, οι νέες γενιές που έχουν πλήρως ενστερνιστεί την ευρωπαϊκή ταυτότητα, ταξιδεύουν σε όλη την ήπειρο, βρίσκονται σε διαρκή κινητικότητα και δημιουργική διάδραση με τους συνομηλίκους τους και αποτελούν την πρώτη γενιά Ευρωπαίων πολιτών που θα διαμορφώσουν μια νέα πραγματικότητα για την ήπειρο και για τον θεσμό της Ένωσης.
Χρειάζονται όμως γενναίες θεσμικές μεταρρυθμίσεις στο επίπεδο λειτουργίας της Ένωσης και διάθεση για κοινό βηματισμό ανάμεσα σε όλα τα κράτη-μέλη. Ως προς το δεύτερο, δεν ξέρω αν αυτό είναι ρεαλιστικό, αλλά είναι σίγουρα αναγκαίο. Παραφράζοντας μια γνωστή φράση του Τσόρτσιλ, η Ε.Ε. είναι ένα κακό σύστημα, αλλά ό,τι καλύτερο έχουμε έως σήμερα ανακαλύψει για την καλύτερη λειτουργία της Ευρώπης. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να την εγκαταλείψουμε αλλά να καταφέρουμε να την αλλάξουμε προς το καλύτερο.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.