Η ΙΣΡΑΗΛΙΝΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ είναι η πιο δεξιά στην ιστορία της χώρας, γράφει αρχές Μαΐου δημοσιογράφος στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde», και ο επικεφαλής του κόμματος Λικούντ, ο Βενιαμίν Νετανιάχου, «είναι ο πιο αμφισβητούμενος πολιτικός ηγέτης που υπήρξε ποτέ, εφόσον μόνο 15% των Ισραηλινών επιθυμεί να παραμείνει πρωθυπουργός μετά τον πόλεμο». «Σύμφωνα με τον ΟΗΕ», συνεχίζει, καθώς «οι συνεχείς επιθέσεις» στη Γάζα οδηγούν σε αδιέξοδο, στην Κνεσέτ ψηφίζονται «αλλαγές στη νομοθεσία που δίνουν στην κυβέρνηση Νετανιάχου» τη δύναμη να ελέγχει τους δικαστικούς θεσμούς.
Κατά την τελευταία εβδομάδα του Μαΐου ο υπουργός Άμυνας του Ισραήλ αμφισβητεί την πολιτική του πρωθυπουργού και καλεί σε διάλογο για το μέλλον της χώρας. Απομονωμένος, αλλά συγχρόνως πανίσχυρος, ο Νετανιάχου καταφέρνει να την ελέγχει. Παράλληλα, στο Ισραήλ, σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ σχεδόν ξαφνιάζει μια απροσδόκητη στροφή προς την ακροδεξιά που σχολιάζεται ως δυσνόητη και συγχρόνως επικίνδυνη για όλους.
Η μεγάλης σημασίας αντιπολίτευση στον Νετανιάχου μέσα στο Ισραήλ είναι αντικειμενικά πολλά υποσχόμενη, αλλά παράλληλα τη ναρκοθετεί η αύξηση της φτωχοποίησης.
Απ’ όσο παρακολουθώ, αυτό που κυρίως απουσιάζει από τα σχόλια των πολλών είναι η σημαντική και συνεχής αύξηση των ποσοστών φτωχοποίησης κοινωνικών ομάδων που συμβαίνει ταυτόχρονα.
Μοιάζει να έχει αμβλυνθεί η παραδοσιακή τάση που ήταν ισχυρή σε πολλές χώρες, είτε για προοδευτικούς, ας πούμε, είτε για συντηρητικούς λόγους, να προηγούνται στις επιλογές στόχων τα εθνικά συμφέροντα. Η παρουσία στη διεθνή σφαίρα διεθνικών οικονομικών γιγάντων, με πιο ισχυρό παράδειγμα την Apple ή την Amazon, επηρεάζει σε υψηλό βαθμό τις τοπικές χρηματιστηριακές δυνάμεις και η όλη επιρροή καταλήγει σε (ας πούμε) αδιαφορία για το παρόν και το μέλλον της εκάστοτε εθνικής οικονομίας.
Η στατιστική αύξηση της φτωχοποίησης κοινωνικών ομάδων σε όλες τις ηπείρους συμβαδίζει με την έντονη τάση να επιλέγονται ακροδεξιές ηγεσίες. Οι εκπρόσωποι των θεσμών στη δυτική Ευρώπη μοιάζει να μην παρακολουθούν τις γύρω εξελίξεις, π.χ. τον θάνατο κατά τη συντριβή ελικοπτέρου του υπερσυντηρητικού Προέδρου του Ιράν, γεγονός που αύξησε σημαντικά τις εντάσεις σε όλη την περιοχή της Ανατολής. Οι εκπρόσωποι των δυτικοευρωπαϊκών δυνάμεων συμπεριφέρονται σαν να μη βλέπουν ότι ο θάνατος του Ιρανού Προέδρου οδηγεί τις σχέσεις Ιράν και ΗΠΑ σε επικίνδυνη ανοιχτή σύγκρουση με σημείο αναφοράς τα πυρηνικά όπλα του Ιράν.
Παρά την κρίσιμη κατάσταση και τους κινδύνους που τη συνοδεύουν, Ισραηλινοί «ακροδεξιοί» συχνά σταματούν τις φάλαγγες που πηγαίνουν στη Γάζα βοήθεια κάθε είδους (από τρόφιμα και φάρμακα έως όπλα), η οποία αποστέλλεται από τις ΗΠΑ και μερικές ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με άρθρο της Ραχήλ Φινκ (18/5) στη «Χααρέτς», Εβραίοι και Άραβες οργάνωσαν κίνημα ενεργούς παρέμβασης για να αποτρέπονται αυτοί «ακροδεξιοί» οπαδοί του Νετανιάχου.
Η εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση στο Ισραήλ, που προς το παρόν είναι βουβή, φαίνεται να αλλάζει προσανατολισμό. Παράδειγμα αποτελεί η στροφή προς τον ακτιβισμό νέας βουλεύτριας, μέλους της Κνεσέτ και του Εργατικού Κόμματος. Από κει που ήταν περιορισμένη στα βουλευτικά καθήκοντα, η Ναάμα Λαζίμι συμμετέχει σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στους δρόμους, γράφει (18/5) η «Χααρέτς», θέτοντας στον υπότιτλο το ερώτημα: «Άραγε, θα αναβιώσει τη σιωνιστική αριστερά;».
Η μεγάλης σημασίας αντιπολίτευση στον Νετανιάχου μέσα στο Ισραήλ είναι αντικειμενικά πολλά υποσχόμενη, αλλά παράλληλα τη ναρκοθετεί η προαναφερθείσα αύξηση της φτωχοποίησης. Αυτή η τάση σε όλες τις χώρες, από τις ΗΠΑ έως τη Λατινική Αμερική και από τις βορειοδυτικές χώρες της Ευρώπης έως την Ελλάδα, ευνοεί τη συναίνεση αυτών των ομάδων σε ακροδεξιές ιδεολογίες και αντίστοιχα πολιτικά μορφώματα. Χρειάζεται δημόσιος διάλογος ώστε να αναδειχθούν οι πολλών ειδών κίνδυνοι που εγκυμονεί αυτή η συναίνεση.