Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΛΟΓΗΣ προέδρου στο ΠΑΣΟΚ έχει τραβήξει την προσοχή, όσων τουλάχιστον δεν έχουν απογοητευτεί πλήρως από τους πολιτικούς ακόμα, και έχει προκαλέσει ένα θετικό ενδιαφέρον για όσα συμβαίνουν σε αυτό. Αν η δημόσια αντιπαράθεση διατηρηθεί σε ένα καλό επίπεδο, παραμένοντας πολιτική, χωρίς προσωπικές επιθέσεις ή οξύνσεις –και για την ώρα αυτό συμβαίνει–, τότε όλη αυτή η προσοχή και το ενδιαφέρον θα ενισχύσει συνολικά το ΠΑΣΟΚ και όποιος και αν εκλεγεί, θα βγει μάλλον κερδισμένος.
Αυτό είναι μια καλή βάση για μια προσπάθεια επανεκκίνησης, αλλά παρά την αισιοδοξία και τις προσδοκίες που γεννιούνται μετά από πολλά χρόνια, οι ελλείψεις παραμένουν πολλές και κάποιες είναι προφανείς, παρότι όλοι φέρονται σαν να μην τις αντιλαμβάνονται.
Μία από αυτές είναι η απουσία κάθε κριτικής που εξακολουθεί να υπάρχει για τις επιλογές, τις αδυναμίες και τα λάθη που έκαναν τις λαϊκές μάζες να εγκαταλείψουν το ΠΑΣΟΚ και μέχρι σήμερα να μην πείθονται να το εμπιστευτούν ξανά.
Στο ΠΑΣΟΚ επιμένουν μέχρι σήμερα ότι όλα τα δεινά ήρθαν αποκλειστικά από την οικονομική κρίση που προκάλεσε η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή και καθόλου από τη διαχείριση της κρίσης. Στην αφήγησή τους παρουσιάζονται περίπου ως θύματα που πλήρωσαν το πολιτικό κόστος χωρίς να φταίνε.
Απουσία κριτικής των λαθών του παρελθόντος
Είναι εντυπωσιακή η επιμονή των ηγετικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ τόσα χρόνια στην άρνηση της αναγνώρισης των αιτίων που τους οδήγησαν στη συρρίκνωση. Αν όμως δεν αναγνωρίσουν και δεν αναλύσουν τα λάθη τους, πώς θα πείσουν τους ψηφοφόρους που θέλουν πίσω ότι δεν θα τα ξανακάνουν; Πώς θα αποδείξουν ότι έμαθαν από τα λάθη τους όταν αρνούνται να τα παραδεχθούν;
Η διαχείριση της οικονομικής κρίσης από την τελευταία κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έπληξε ανεπανόρθωτα τα δικαιώματα των μισθωτών, των νέων, των ευάλωτων, και κανείς δεν τους ζήτησε ποτέ συγνώμη. Όλοι οι σημερινοί υποψήφιοι πρόεδροι του ΠΑΣΟΚ στήριξαν τη μνημονιακή πολιτική των κυβερνήσεων Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά-Βενιζέλου, η οποία είχε πολύ συγκεκριμένα πολιτικά χαρακτηριστικά και εξίσου συγκεκριμένες συνέπειες.
Γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν καταφέρνει να κερδίσει ξανά την εμπιστοσύνη των ευάλωτων που έχασε τότε; Η απάντηση είναι απαραίτητη για να μπορέσουν να πάνε παρακάτω. Κι όμως, αυτήν τη συζήτηση δεν την κάνει κανείς, την αποφεύγουν όλοι.
Στο ΠΑΣΟΚ επιμένουν μέχρι σήμερα ότι όλα τα δεινά ήρθαν αποκλειστικά από την οικονομική κρίση που προκάλεσε η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή και καθόλου από τη διαχείριση της κρίσης. Στην αφήγησή τους παρουσιάζονται περίπου ως θύματα που πλήρωσαν το πολιτικό κόστος χωρίς να φταίνε. Αυτή είναι επίσης μία προβληματική αφήγηση βέβαια, καθώς, πέρα από όλα τα άλλα, στην πολιτική είναι πιο ελκυστικός ο ισχυρός από αυτόν που παρουσιάζεται ως θύμα που του φταίνε οι άλλοι.
Απουσία συγκεκριμένου πολιτικού σχεδίου και προτάσεων
Εκτός από την απουσία κριτικής για το παρελθόν, απουσιάζει και ο ουσιαστικός πολιτικός διάλογος. Κανένας από τους υποψήφιους δεν κάνει τη διαφορά ταρακουνώντας τα νερά με τις θέσεις και τις προτάσεις του. Κανένας δεν έχει πολύ ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα. Αν ρωτήσει κανείς τους πολίτες που παρακολουθούν τις δηλώσεις και τις τοποθετήσεις των υποψηφίων να του πει τι θα κάνει, αν εκλεγεί ο καθένας από αυτούς, και αν ξέρουν κάποιες από τις απόψεις τους, οι περισσότεροι μάλλον θα δυσκολευτούν να απαντήσουν.
Η απουσία ξεκάθαρων και πειστικών προτάσεων δεν ισχύει στον ίδιο βαθμό για τον καθένα, όμως ισχύει για όλους περισσότερο ή λιγότερο. Κανένας τους, για παράδειγμα, δεν έχει παρουσιάσει ένα σαφές σχέδιο για το τι θα αλλάξει στο ΠΑΣΟΚ, αν κερδίσει. Όλοι λένε πάνω-κάτω γενικότητες, ότι θα το κάνουν πιο ανοιχτό, πιο συμμετοχικό, πιο δημοκρατικό, πιο συμπεριληπτικό κ.ο.κ. , αλλά κυρίως ότι θέλουν ένα «μεγάλο» ΠΑΣΟΚ που θα βρεθεί ξανά στην εξουσία. Πώς θα το κάνουν αυτό και γιατί να πειστεί ο ελληνικός λαός να τους δώσει την εξουσία δεν το λέει κανείς.
Απουσία ειλικρίνειας
Ένα άλλο χαρακτηριστικό αυτής της διαδικασίας είναι ότι μέχρι τώρα κανένας υποψήφιος, ειδικά από αυτούς που έχουν πιθανότητες να περάσουν στον δεύτερο γύρο, δεν ανοίγει τα χαρτιά του και δεν μιλάει καθαρά για το πού θέλει να πάει το κόμμα. Στο παρασκήνιο τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά, καθώς δίνονται υποσχέσεις και γίνονται συμφωνίες που δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
Σχετικά με το θέμα της συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ οι περισσότεροι δίνουν πολύ θολές απαντήσεις και συχνά πέφτουν σε αντιφάσεις, ενώ αποφεύγουν να λένε τι και ποιους θα συμπεριλαμβάνει μια τέτοια προοπτική, για όσους την προωθούν. Ακόμα και υποψήφιοι που κατεβαίνουν ως εκείνοι που θα κάνουν πράξη τη σύγκλιση ή και την ένωση με τον ΣΥΡΙΖΑ, όταν ρωτούνται ευθέως, αποφεύγουν να το πουν και μιλάνε για αποφάσεις που θα λάβει η βάση, αφήνοντας όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά. Έτσι ο Χάρης Δούκας π.χ. έχει πει ότι θα συνεργαζόταν ακόμα και με τον Μητσοτάκη και η Άννα Διαμαντοπούλου τώρα εμφανίζεται να μην απορρίπτει συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Γιατί το κάνουν αυτό; Το ΠΑΣΟΚ, παρά τη συρρίκνωσή του την προηγούμενη δεκαετία, παραμένει ένα πολυσυλλεκτικό κόμμα και διαθέτει εντός του και τις δύο βασικές τάσεις. Όσοι θέλουν να περάσουν στον δεύτερο γύρο διεκδικούν την ψήφο και των αντι-ΣΥΡΙΖΑ και των φιλο-ΣΥΡΙΖΑ μελών και η σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα ζήτημα που θα παίξει ρόλο. Τα μέλη του ΠΑΣΟΚ, ωστόσο, χρειάζεται να έχουν απέναντί τους πιο ξεκάθαρους και ειλικρινείς υποψήφιους οι οποίοι θα τους πουν πριν από την κάλπη τι θα κάνουν μετά.