ΚΙΝΗΣΗ ΤΩΡΑ

Όταν έκλαψε ο Αγκάσι

Όταν έκλαψε ο Αγκάσι Facebook Twitter
0

Θυμάμαι πόσο αντιπαθούσα τον Αγκάσι όταν εμφανίστηκε στα τέλη των '80s σαν εξωμήτριο της δεκαετίας που έληγε, με τις έντονες φλουό στολές που έβγαζαν μάτι και την αβυσσαλέα χαίτη (ήταν περούκα τελικά). Για κάποιον που είχε μείνει προσκολλημένος σε μια '70s εικονογραφία του τενίστα με τη λευκή στολή (ελαφρά λεκιασμένη όταν το τερέν ήταν χωμάτινο) και την κορδέλα στα μαλλιά -image βαθιά σφηνωμένο στο μυαλό μετά από πολλά ασπρόμαυρα παιδικά σαββατιάτικα απογεύματα μπροστά στην TV με πρωταγωνιστή τον Μπιόρν Μποργκ και μια ποικιλία αντιπάλων, με αποκορύφωμα τις μονομαχίες με τον Μάκενρο- η εμφάνιση του «παιδιού-θαύματος» από το Λας Βέγκας ήταν τουλάχιστον ανάρμοστη και προσβλητική τόσο για το τένις όσο και για το ροκ, το οποίο ο νεαρός επικαλούνταν για τη χαοτικά κακόγουστη εικόνα του. Παλιές ιστορίες: το τένις εδώ και χρόνια έχει περάσει στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο ρόμποκοπ υπεραθλητών όπως ο Φέντερερ, οπότε οι νεανικές τρέλες του Αγκάσι έχουν παραγραφεί. Ειδικά μάλιστα αν διαβάσει κανείς εκτεταμένα αποσπάσματα (που δημοσιεύτηκαν ως προδημοσίευση στο «Sports Illustrated») από τα απομνημονεύματά του που μόλις κυκλοφόρησαν με τίτλο Open από τις εκδόσεις Knopf. Πρόκειται για την καταγραφή πολλών εποχών στην κόλαση, σ' ένα βιβλίο που δεν μοιάζει με τίποτε αντίστοιχο στον ατέλειωτο κατάλογο σχετικών memoirs σταρ του αθλητισμού, που συνήθως αναλώνονται σε μια επίδειξη αυτοπεποίθησης και διδακτισμού (π.χ. «αποτυχία είναι να μην προσπαθείς» του Μάικλ Τζόρνταν). Το βιβλίο που «έγραψε» (με τη βοήθεια ταλαντούχου επαγγελματία συγγραφέα) ο Αγκάσι είναι ίσως το πιο «αντιαθλητικό» που έχει κυκλοφορήσει ποτέ, και όχι βέβαια επειδή περιγράφει με τόνους ανακούφισης το γλίστρημα του Αμερικανού παγκόσμιου πρωταθλητή στα σκληρά ναρκωτικά τύπου crystal meth («... μένω ξάγρυπνος δυο μέρες. Όταν τελικά κοιμάμαι, είναι ο ύπνος των νεκρών και των αθώων»). Η αφήγηση μοιάζει να προέρχεται από κάποιον που βρίσκεται έγκλειστος σε κάποιο «μπούνκερ» στη φάση της καταστολής:

«Ανοίγω τα μάτια μου και δεν ξέρω πού είμαι ή ποιος είμαι. Καθόλου ασυνήθιστο - έχω περάσει τη μισή ζωή μου χωρίς να ξέρω. Αυτό μοιάζει διαφορετικό πάντως. Η σύγχυση είναι πιο τρομακτική. Πιο ολοκληρωτική... Είμαι ακόμα νέος, σχετικά. Τριάντα έξι. Αλλά όταν ξυπνάω νιώθω 96. Μετά από δύο δεκαετίες γεμάτες σπριντ, άλματα και πτώσεις, δεν έχω αίσθηση του σώματός μου. Ούτε του μυαλού μου. Προσπαθώ να θυμηθώ τα βασικά. Το όνομα μου είναι Άντρε Αγκάσι. Το όνομα της γυναίκας μου είναι Στέφανι Γκραφ. Έχουμε δύο παιδιά, έναν γιο και μια κόρη, πέντε και τριών χρόνων. Ζούμε μόνιμα στο Λας Βέγκας, αλλά αυτήν τη στιγμή μένουμε σε μια σουίτα του ξενοδοχείου Four Seasons στη Νέα Υόρκη, επειδή αγωνίζομαι στο αμερικανικό Open του 2006. Το τελευταίο μου Open. Το τελευταίο μου τουρνουά γενικά. Βγάζω λεφτά παίζοντας τένις, παρόλο που μισώ το τένις. Το μισώ μ' ένα μυστικό και σκοτεινό πάθος, και πάντα το μισούσα...».

Και πολύ μετά, στο ίδιο μοτίβο...«1977. Είμαι επτά χρόνων και παραμιλάω, επειδή φοβάμαι και επειδή είμαι το μόνο άτομο που δίνει σημασία σ' αυτά που λέω. Πίσω απ' την ανάσα μου, ακούω τον εαυτό μου να ψιθυρίζει: "Παράτα τα, Άντρε, απλά παράτα τα. Άσε κάτω τη ρακέτα και φύγε από το γήπεδο, αυτήν τη στιγμή. Δεν θα ήταν τέλειο, Άντρε; Να τα παρατήσεις; Να μην ξαναπαίξεις τένις ποτέ;". Αλλά δεν μπορώ. Όχι μόνο επειδή θα με κυνηγούσε να με σκοτώσει ο πατέρας μου με την ίδια μου τη ρακέτα, αλλά επειδή κάτι μέσα μου, ένας αόρατος μυς κάπου βαθιά, δεν μ' αφήνει. Μισώ το τένις, το μισώ με όλη μου την καρδιά, κι όμως συνεχίζω να παίζω, συνεχίζω να χτυπάω μπάλες όλο το πρωί κι όλο το βράδυ, διότι δεν έχω άλλη επιλογή. Όσο κι αν θέλω να σταματήσω, δεν μπορώ. Παρακαλώ συνεχώς τον εαυτό μου να σταματήσει, αλλά αυτός συνεχίζει, κι αυτό το χάσμα, αυτή η αντίθεση ανάμεσα σ' αυτό που θέλω και σ' αυτό που κάνω, μοιάζει να είναι ο κυρίαρχος της ζωής μου...».

Μιλάμε για πολύ μίσος. Και φόβο. Και παράνοια. Ουσιαστικά το βιβλίο περιγράφει σε πρώτο πρόσωπο αυτό που υποπτεύονται οι περισσότεροι φίλαθλοι που δεν τρώνε αμάσητα τα υποκριτικά παραμύθια περί αθλητικού ιδεώδους: ότι επικρατεί, δηλαδή, μια απίστευτη αγριότητα στον κόσμο του πρωταθλητισμού, μια αλύπητη πίεση, κι ένας φασισμός που υπερκαλύπτει το ταλέντο, την προσωπικότητα, το στυλ, τη φυσική δύναμη, αλλά και μια «παρανοϊκή» κουλτούρα σιωπής και συγκάλυψης. Ο αλκοολισμός π.χ. είναι αποδεκτός, η κατάθλιψη όχι - κάτι που διαπιστώσαμε οδυνηρά με το πρόσφατο τραγικό τέλος του (αυτόχειρα) Γερμανού τερματοφύλακα Ρόμπερτ Ένκε. Σκύβουμε για λίγο το κεφάλι και μετά συνεχίζουμε να θαυμάζουμε αυτόν το βίαιο κόσμο υψηλού επιπέδου αθλητικής αντιπαράθεσης, αφού στην πραγματικότητα δεν θα το θέλαμε αλλιώς το «παιχνίδι»: εμείς είμαστε φτωχοί και άμπαλοι, αυτοί είναι πλούσιοι και διάσημοι. Όλα έχουν το αντίτιμό τους. Η μνησικακία για τα είδωλα είναι συνυφασμένη με τη λατρεία στην ψυχοσύνθεση του οπαδού. Όπως είχε γράψει κι ο ποιητής Τεντ Χιούζ σ' έναν στίχο, «είχα βαρεθεί την μπάλα / αλλά μετά κατάλαβα / τι σήμαινε το παιχνίδι».

Shortcut
0

ΚΙΝΗΣΗ ΤΩΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αναζητώντας το μυστικό του Γιάννη Πετρίδη

Δ. Πολιτάκης / Αναζητώντας το μυστικό του Γιάννη Πετρίδη

Στις 29 Μαρτίου συμπληρώθηκαν σαράντα έξι χρόνια από την πρώτη εκπομπή του ανθρώπου που μας έμαθε να ακούμε μουσική, όμως, παρά την οικειότητα, το κύρος και τη γνώση που εκπέμπει ακόμα η φωνή του από τα ερτζιανά, ο ίδιος παραμένει σε μεγάλο βαθμό ένα μυστήριο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
200 χρόνια «κρυφό σχολειό»

Δ. Πολιτάκης / 200 χρόνια «κρυφό σχολειό»

Πέρα από τις εθιμοτυπικές τελετουργίες της αρμόδιας επιτροπής, ο εορτασμός των 200 χρόνων από το ’21 θα μπορούσε να γίνει αφορμή για μια βαθύτερη αντίληψη των συναρπαστικών γεγονότων εκείνης της εποχής από αυτή που μας χάρισε το σχολείο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Αποχαιρετισμός στην κυρία Μιράντα

Δημήτρης Πολιτάκης / Αποχαιρετισμός στην κυρία Μιράντα

Πηγαίνοντας μετά από καιρό σε σπίτι φίλων, είδα στην εξώπορτα το αγγελτήριο θανάτου της ηθοποιού Μιράντας Κουνελάκη που έμενε στην ίδια πολυκατοικία και για χρόνια «επέβλεπε» στοργικά και διακριτικά τις νεανικές μας τρέλες.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
H περίπτωση του Άκη Πάνου, που ακόμα μας στοιχειώνει

Δημήτρης Πολιτάκης / H περίπτωση του Άκη Πάνου, που ακόμα μας στοιχειώνει

Ούτε το έργο ενός δημιουργού μπορεί εύκολα να διαγραφεί ούτε όμως και η σύνδεσή του με τις όποιες αποτρόπαιες πράξεις. Μένει εκεί, σαν ανεξίτηλη κηλίδα που διαβρώνει και συρρικνώνει το σέβας, το δέος, την εκτίμηση, την απόλαυση. Αυτό είναι το τίμημα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Βρίσκοντας καταφύγιο στη μοιρολατρία και στα εποχικά μαγαζιά

Δημήτρης Πολιτάκης / Βρίσκοντας καταφύγιο στη μοιρολατρία και στα εποχικά μαγαζιά

Έχει ανάγκη ο κόσμος να περιβληθεί στην απομόνωσή του από ένα γιορτινό σκηνικό, από μια λαμπερή ψευδαίσθηση, ξορκίζοντας μια χρονιά που έγινε η προσωποποίηση όλων των δεινών που έχουν πέσει στο κεφάλι μας, όχι μόνο της πανδημίας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Η πανδημία και η λαχτάρα μας να «σώσουμε τα Χριστούγεννα»

Δημήτρης Πολιτάκης / Η πανδημία και η λαχτάρα μας να «σώσουμε τα Χριστούγεννα»

Ας είμαστε προετοιμασμένοι για σεμνές, ταπεινές, υπερβατικές γιορτές, όπως θα έπρεπε δηλαδή πάντα να είναι, αν πιστέψουμε όλες αυτές τις χριστουγεννιάτικες ταινίες που βλέπουμε μια ζωή.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Απόδραση από την Αθήνα

Δημήτρης Πολιτάκης / Απόδραση από την Αθήνα

Παίζει ξανά δυνατά ως σενάριο ή ως όραμα μέσα στην πανδημία η οριστική φυγή από τη μητρόπολη και η μετεγκατάσταση σε κάποια ιδανική γωνιά της επαρχίας με άμεση πρόσβαση σε φύση, βουνά, ακρογιαλιές, δειλινά.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ