Πριν 13 χρόνια, όταν έμενα κάπου κοντά στην οδό Πατησίων, εκείνο που μου έκανε πάντα εντύπωση ήταν αυτή η μονοκατοικία με τους φοίνικες δίπλα στο πρώην εργοστάσιο του Φιξ, η φοιτητική εστία, που τότε φάνταζε στα μάτια μου σαν το Empire State Building της περιοχής, και κυρίως το so called «ρετρό club Ένσταση», ένα υπόγειο δίπλα σε ένα σούπερ μάρκετ, που στην ουσία ήταν μια παραδοσιακή ντισκοτέκ με πίστα, ντισκομπάλα και όλα τα λοιπά παραφερνάλια, που στην πραγματικότητα ήταν το άντρο των cougars της γειτονιάς. Πηγαίναμε εκεί συχνά, κυρίως τα Σάββατα, και χαζεύαμε το παιχνίδι μεταξύ των fifty something γυναικών που σκάναραν τον χώρο για twenty something άντρες ευάλωτους στο δεύτερο κέρασμα ενός γύρου τεκίλας με φέτα λεμόνι. Μάλιστα, τις Κυριακές γίνονταν συχνά και κληρώσεις «μεγάλων δώρων», όπως ατμομάγειρες, σίδερα και στερεοφωνικά. Η φάση ήταν σαν το «Χρυσό Κουφέτο», αλλά πριν αυτό εφευρεθεί τηλεοπτικά. Είχα χρόνια να σταματήσω στην περιοχή. Τώρα έχει αλλάξει πολύ. Κατεβαίνουμε στην πλατεία Κολιάτσου. Δίπλα μας περνάνε δυο Πακιστανοί. Ο ένας κουβαλάει ένα τεράστιο διπλωμένο χαλί και ο άλλος ένα κομοδίνο. Νυχτερινή μετακόμιση. Σκηνή από ταινία του Μάικ Λι. Cut. It's a wrap. Μπαίνουμε με τον Photoharrie, τον Sillyboy και έναν φίλο του στο Jole. Τρέχω στην τουαλέτα. Και κολλάω μ' ένα αυτοκόλλητο στην πόρτα, που έχει τυπωμένη μια σκηνή από ελληνική ταινία με τον Φαίδωνα Γεωργίτση και τη Ζωή Λάσκαρη και από κάτω γράφει: «Σου εξηγήθηκα. Μέσα στο σπίτι μου δεν θέλω αυτά τα περιοδικά». Την ακτιβιστική δράση υπογράφει η ομάδα «Αντίδοτο στα δηλητήρια της πολιτιστικής βιομηχανίας».
Ο Μπάμπης, δηλαδή ο Sillyboy, είναι ένα κανονικό παιδί, όπως δηλαδή όλα τα κανονικά παιδιά, που, οk, φοράει αυτήν τη μάσκα από αλουμινόχαρτα Sanitas Sanitas, αλλά στην πραγματική του ζωή μένει στον Κόκκινο Μύλο, κοντά στο Μενίδι, εκεί «που κάποτε ήταν γεμάτο μπουρδέλα και ίσως είχε και έναν μύλο», όπως μου λέει με το αθώο χαμόγελό του. Η Μάχη που έχει το μαγαζί φοράει κάτι παλιομοδίτικα (δηλαδή '80s) μαύρα ρούχα και βάζει ένα CD με Tuxedomoon, ενώ ο Photoharrie μας διηγείται μια ιστορία με μια φίλη του οπτικό, που πήγε στην Γκάνα για ένα εθελοντικό πρόγραμμα, το οποίο έκανε οφθαλμολογικές εξετάσεις στους ντόπιους, και βρέθηκε με 3 κιβώτια αριστουργηματικά vintage γυαλιά (το ένα ζευγάρι μοιάζει με αυτά τα στρογγυλά που φοράει η Lady Gaga) κι όσα τις περίσσεψαν τα πουλάει και στέλνει τα έσοδα πίσω στην Αφρική. Την ίδια στιγμή, έξω από το Jole περνούν μαύρες πεταλουδίτσες, με σούπερ εφαρμοστά ρούχα, προς άγραν πελατείας, που για κάποιο λόγο δεν έχουν την επιθετικότητα των συναδέλφων τους της οδού Ευριπίδου. Ο Sillyboy με το «ηλίθιο» όνομα («Είναι κομμάτι από τον πρώτο δίσκο του Bowie») έχει ενοχές γιατί ίσως τον κατηγορήσουν ότι με τον δίσκο που κυκλοφόρησε σε βινύλιο πριν λίγο καιρό (ονόματι «Played») κάνει ποπ μουσική και η αλήθεια είναι ότι όντως κάνει ποπ, μια απενεχοποιημένη ιντελεκτουέλ ποπ, που κανένας Έλληνας δεν τόλμησε ποτέ να την κάνει τα τελευταία χρόνια (και για όσους δεν το κατάλαβαν, ο δίσκος του είναι ένα παραγνωρισμένο αριστούργημα). Και μετά, ο Sillyboy, ο άνθρωπος με τη μάσκα από αλουμινόχαρτο, ξαναγίνεται Μπάμπης και μας λέει ότι γεννήθηκε στον Πειραιά από μια οικογένεια που ήρθε από τη Σύρο και έφτιαξε ένα σπίτι σχεδόν στο πρώτο μέρος που αντίκρισε μόλις έδεσε το πλοίο. Οι πρώτες του παιδικές αναμνήσεις ήταν τα εργοστάσια τσιμέντου, τα πλοία που ξέβραζαν τουρίστες και τυχοδιώκτες στα decks του μεγάλου λιμανιού. Έχει άγχος για την πρώτη του ever εμφάνιση ως Sillyboy στο Reworks στη Θεσσαλονίκη, στις 17 Σεπτεμβρίου, λίγο πριν από τον σταρ Gonjasufi.
Τότε, το μαγαζί αυτό που κανονικά παίζει τους goth ύμνους για όσους ψάχνουν ένα ξύλινο μπαρ στις εφτά το πρωί, βάζει το «Amazing» του George Michael και ο Sillyboy απελευθερώνει την ποπ εκδοχή του και επέρχεται η απαιτούμενη ισορροπία. Και ξανακυλάμε στον σουρεαλισμό. Μιλάμε για ένα μπαρ με τραβεστί στη Λισσαβόνα που κάθε βράδυ ένα drag show είναι αφιερωμένο στο «Γεια» της Δέσποινας Βανδή, για το διπλανό μανάβικο που διανυκτερεύει πουλώντας ντομάτες Λακωνίας, για την απέναντι έκθεση επίπλου «Αθανασάκη» (στην ουσία ένα υπαίθριο πάρκινγκ με πεταμένους καπιτονέ καναπέδες) και για έναν τύπο με μακρύ νύχι που «σκάλιζε» ένα iPhone ένα βράδυ, κάπου στη Μάνη. Ένας σκύλος κλαίει ή γαβγίζει έξω από το μπαρ την ίδια στιγμή που έπαιζε ένα κομμάτι του Bob Mould και μια οικογένεια Νιγηριανών περνάει απ' έξω, στον δρόμο για το σπίτι. Ένας τύπος γύρω στα εξήντα με γαλάζιο πουκάμισο και ροζ γραβάτα αγκαλιάζει μια ξανθιά Ρωσίδα γύρω στα είκοσι πέντε. Εξαφανίζονται στα σκοτάδια της οδού Καλλίνικου. Love will tear us apart again.
σχόλια