Είναι δύσκολο να ζεις στην Ελλάδα και να μην έχεις ακούσει τη μουσική του Gautier. Το «Home» είναι ένα από τα πιο δημοφιλή τραγούδια των τελευταίων χρόνων (έχει παίξει πάνω από 2.000 φορές στα ραδιόφωνα, επίσημα και μετρημένα), ενώ το «You give me love» που ακούστηκε στο διαφημιστικό της Lacta είναι αυτό που λες «τεράστια επιτυχία». Αν ζούσε σε άλλη χώρα, ο Gautier θα ήταν πλούσιος και διάσημος. Στην Ελλάδα χρειάστηκε να δουλέψει τρία χρόνια για να βρει τα λεφτά για να ολοκληρώσει τον δεύτερο δίσκο του – ο οποίος θα κυκλοφορήσει τις επόμενες εβδομάδες.
«Είναι δύσκολο να κάνεις τέχνη στην Ελλάδα» λέει. «Και με τη μουσική είναι ακόμα χειρότερα. Ένα έργο τέχνης, όμως, μπορείς να το πουλήσεις και πέντε και δέκα χιλιάδες ευρώ – ακόμα και χίλια να το πουλήσεις, δεν έχει σχέση με τη μουσική, από την οποία δεν βγάζεις σχεδόν τίποτα. Το "You give me love" για τη Lacta είχε ένα εκατομμύριο views, αλλά πήρα ελάχιστα – είναι να κλαις. Ακόμα και αν ακούγεσαι στο ραδιόφωνο, δεν παίρνεις τίποτα. Η ΑΕΠΙ, αν δεν είσαι μεγάλο όνομα, κάποιος παλιός, δεν σου δίνει ούτε ευρώ. Είναι αδιανόητο, κάθονται και πληρώνονται κι έχουν στείλει εξώδικα στη μισή Ελλάδα. Είναι καθαρά πελατειακό το σύστημα στην ΑΕΠΙ. Δίνουν τα λεφτά στους παλιούς και εγώ, ακόμα κι αν έχει παίξει το κομμάτι μου πολλές φορές παραπάνω, θα πάρω ελάχιστα με τη δικαιολογία "είσαι νέος, μωρέ, τώρα ξεκινάς". Έτσι λειτουργεί το σύστημα. Και κάπως έτσι φτάσαμε σε αυτό το reality, όπου δεν αγοράζει κανείς μουσική, έχουμε πολιτιστική και οικονομική κρίση, η ΑΕΠΙ, που υποτίθεται ότι είναι εδώ για να σε υποστηρίζει, σου βάζει μόνο εμπόδια και δεν σε πληρώνει για το ίδιο σου το έργο, και ο κόσμος, που θέλει να ακούει πολλές διασκευές γιατί έχει πήξει με την κοινωνική κατάσταση και τις μπούρδες τις πολιτικές, δεν θέλει να δώσει βάση σε κάτι διαφορετικό. Εννοείται πως δεν μου φταίει κανένας καλλιτέχνης. Ο καθένας ακολουθεί τη φυσιολογική του πορεία και καλά κάνει, αλλά είναι σημείο των καιρών το ότι δεν παράγονται μεγάλα μουσικά έργα, ότι και να έβγαινε ένας Stromae στην Ελλάδα δεν θα έκανε τίποτα, θα είχε απογοητευτεί μερικές χιλιάδες φορές και δεν θα πληρωνόταν ποτέ για το έργο του. Το πιο πιθανό είναι να δούλευε σε κεμπαπτζίδικο το πρωί για να ηχογραφεί το βράδυ. Είναι ωραία και ρομαντικά όταν ασχολείσαι με τη μουσική, αλλά έπειτα από 5, 6, 7 χρόνια απογοητεύεσαι».
Δίνουν τα λεφτά στους παλιούς και εγώ, ακόμα κι αν έχει παίξει το κομμάτι μου πολλές φορές παραπάνω, θα πάρω ελάχιστα με τη δικαιολογία "είσαι νέος, μωρέ, τώρα ξεκινάς".
Ο Γκωτιέ-Στέφανος Βελισσάρης είναι μισός Γάλλος. «Έχω μεγαλώσει στην Αθήνα, αλλά με το ένα πόδι ήμουν στην Αβινιόν, όπου είναι οι συγγενείς της μητέρας μου» λέει. «Και υπάρχει όντως αυτή η γέφυρα που λέει το παιδικό τραγουδάκι "Sur le pont d' Avignon, On y danse, on y danse", πάνω στον ποταμό Ροδανό, όπου παράγουν επίσης πολύ καλό κόκκινο κρασί». Ο Γκωτιέ ήθελε από μικρός να γίνει μουσικός κι ασχολήθηκε με διάφορα όργανα από παιδάκι: με το πιάνο όταν ήταν 7 χρονών, με το σαξόφωνο στα 13 του, ενώ στα 16 του ανακάλυψε την κιθάρα. «Τότε έγινε το μεγάλο "μπαμ"» λέει. «Έπαιζα κιθάρα 10 ώρες την ημέρα για τα επόμενα δέκα χρόνια. Ακούγοντας Jeff Buckley στα 27 μου, ανακάλυψα ότι μπορώ και να τραγουδάω». Παρόλο που το όνειρό του ήταν η μουσική, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Μηχανολογία στο Λονδίνο και Διοίκηση Επιχειρήσεων στην Ανωτάτη Εμπορική στο Παρίσι σε σχολές «που βγάζουν προέδρους κρατών και εταιρειών», και στη συνέχεια άρχισε να δουλεύει κοστουμαρισμένος σε πολυεθνικές (Danone, Lafarge, Colgate-Palmolive), σε θέσεις με πολύ καλές προοπτικές. Ένα αναπάντεχο περιστατικό, όμως, του άλλαξε την κοσμοθεωρία και τη ζωή, τον έκανε να τα παρατήσει όλα και να ξεκινήσει από την αρχή με αυτό που αγαπάει πραγματικά.
«Ήμουν στην Κόρινθο, επέστρεφα από τη δουλειά με 160, εξαντλημένος, και με πήρε ο ύπνος στο τιμόνι. Άνοιξα τα μάτια μου ένα δευτερόλεπτο πριν πέσω στον γκρεμό. Πλακώθηκα στα φρένα, πήρα βαθιά ανάσα και σιγά-σιγά, οδηγώντας στη δεξιά λωρίδα, επέστρεψα στο σπίτι μου, κοιμήθηκα και μόλις ξύπνησα, πήρα τηλέφωνο μια φίλη μου που ήταν στο Κάιρο κι έκανε επανάσταση τότε με τον Μουμπάρακ. Της είπα "έρχομαι να κάνουμε επανάσταση μαζί". Πήρα το επόμενο αεροπλάνο κι έφτασα στην πλατεία Ταχρίρ, μόνος μου ανάμεσα σε εκατομμύρια Αιγύπτιους. Είχαμε δώσει ραντεβού στην Πύργο της Τηλεόρασης κι εκεί που καθόμουν χαμένος, ξαφνικά βλέπω έναν στρατηγό να βγαίνει από το μπαλκόνι ακριβώς μπροστά μου και να ανακοινώνει ότι είχε πέσει ο Μουμπάρακ! Μόλις επέστρεψα στην Αθήνα, ανακοίνωσα στην οικογένειά μου και στην Colgate ότι αποφάσισα να ακολουθήσω καριέρα μουσικού, γιατί μπορεί να πέθαινα την επομένη και αυτό που ήθελα ήταν να γράφω τραγούδια. Έκανα κι εγώ τη δική μου επανάσταση.
Για έναν χρόνο πείνασα. Δούλεψα στην Art Athina για έξι μήνες, μετά αναγκάστηκα να πιάσω δουλειά στη Γαλλία και για έναν χρόνο πηγαινοερχόμουν. Η εταιρεία έκλεισε λίγο πριν βγάλω τον πρώτο μου δίσκο και κατάφερα να ασχοληθώ αποκλειστικά με τη μουσική. Μετά ξέμεινα ξανά από λεφτά και άρχισα πάλι να εργάζομαι στο Παρίσι. Τώρα είμαι σε αυτό το μοτίβο που πηγαινοέρχομαι και κάνω ό,τι μπορώ για να βρω λεφτά να βάλω στη μουσική. Αποφάσισα, όμως, ότι μετά το δεύτερο άλμπουμ, δεν θα ξαναβάλω λεφτά σε δίσκο. Τον πλήρωσα επειδή ήθελα να τον κάνω με τον δικό μου τρόπο, αλλά δεν αγοράζει κανείς πια μουσική. Μπορεί να παίρνεις πίσω ένα μέρος από αυτά τα λεφτά με άλλους τρόπους, αλλά χρειάζεται πολύ κόπο».
Ο νέος του δίσκος έχει τίτλο «Pink Cinnamon» και είναι διαφορετικός από τον πρώτο του. «Το "Babylon" ήταν πολύ ρομαντικό, ήταν για ανεκπλήρωτους έρωτες, το "Pink Cinnamon" κρατάει μια δόση ρομαντισμού και τον αναμειγνύει με ρεαλισμό» εξηγεί. «Κι έχω και κοινωνικά θέματα που με απασχολούν. Στο "Make the step" λέω να γίνεις αυτό που πραγματικά είσαι, μια παράφραση αυτού που είπε ο Νίτσε. Όπως εγώ παράτησα τη δουλειά μου και είπα "θα ασχοληθώ με αυτό που μου αρέσει", έτσι θέλω να βλέπω γενικά τους ανθρώπους. Να πλησιάζουν τη δική τους ολοκλήρωση. Γιατί αν καταφέρεις την ατομική ευτυχία, εν τέλει θα υπάρχει και συλλογική και κοινωνική ευτυχία. Θα υπάρχει γενικότερο καλό, λιγότεροι πόλεμοι και λιγότερες δυστυχίες.
Με ενοχλεί ένας μεγάλος αριθμός πραγμάτων. Πρώτο-πρώτο βάζω τη γλοιώδη πολιτική κατάσταση που αναγκαζόμαστε να βιώνουμε. Πρέπει να παλεύουμε για τα αυτονόητα. Δεν σου λέω ότι είμαστε και Πακιστάν, αλλά από τις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες είμαστε οι χειρότεροι. Αυτό που πιστεύω ότι λείπει από την Ελλάδα, από το λεξιλόγιο του κάθε Έλληνα αλλά και τη συλλογική διαχείριση των πραγμάτων, είναι η έννοια του κοινού καλού. Είναι η θεραπεία για να αλλάξουν πάρα πολλά. Αν υπήρχε αυτή η έννοια στον καθένα, είτε είναι δάσκαλος, είτε εφοριακός, είτε πολιτικός, είτε γιατρός, δεν θα γίνονταν όλες αυτές οι πράξεις που μας οδήγησαν μέχρι εδώ. Θα είχε στον νου του τι είναι καλό για τους ανθρώπους, για τη χώρα, όχι μόνο για τον εαυτό του».
«Για ποιον λόγο φτιάχνεις μουσική;». «Είναι αρκετά εσωτερικοί και εγωκεντρικοί οι λόγοι, με την καλή έννοια. Κάνω μουσική επειδή ταξιδεύω, μπαίνω σε έναν κόσμο δικό μου, που δεν επηρεάζεται απ' ό,τι μπορεί να υπάρχει γύρω μου. Έναν κόσμο που φτιάχνω μόνος μου, τον κάνω όπως εγώ τον νιώθω, custom made. Ό,τι δεν μπορώ να πω με λέξεις και με πράξεις, μπορώ να το πω μέσα από στίχους και μουσικές. Δεν κάνω μουσική για να δοξαστώ, για να γίνω πλούσιος ή να αναγνωριστώ, αλλά γιατί έτσι εκφράζομαι».
Το «Pink Cinnamon» κυκλοφορεί σε ψηφιακή μορφή. Σε CD θα κυκλοφορήσει σύντομα. Ο Gautier εμφανίζεται στις 5/2 στο Bookabar (Μαρούσι), στις 14/2 στο Biscotto (Θεσ/νίκη) και στις 16/2 στο Faust, στην Αθήνα (με τον Πάνο Μπίρμπα).