Είναι νωρίς το απόγευμα σε ένα εντυπωσιακά έρημο, λόγω Mαραθωνίου, κέντρο και όσα αυτοκίνητα περνούν από μπροστά μας στην Καλλιδρομίου σταματούν για να ρωτήσουν οι οδηγοί τους πώς μπορούν να βγουν σε κεντρική οδό. Η Ελένη Βεργέτη είναι απίστευτα ήρεμη και χαλαρή, παρότι μόλις έχει τελειώσει την πρόβα και γύρω μας υπάρχει ένα χάος. «Νομίζω ότι, επειδή υπάρχουν όλες αυτές οι δυσκολίες, αν βασίσω την υπαρξιακή μου ισορροπία μόνο στους εξωτερικούς παράγοντες, δηλαδή στο πώς πάει η οικονομία της χώρας, πόσος είναι ο μισθός μου, αν θα με διώξει αύριο η ιδιοκτήτρια από το σπίτι, χάθηκα. Δεν είναι εκεί η ουσία, νομίζω, μολονότι επηρεάζει την καθημερινότητά μου» λέει. «Πιο πολύ έχει σχέση με τον εαυτό μου, κυρίως με το πώς θέλω να εξελιχθώ ως άνθρωπος, όχι με το αν είμαι ή αν δεν είμαι καλλιτέχνης. Θέλω να αντλώ χαρά από τη ζωή μου και νιώθω ότι αυτή η χαρά είναι πολύ εσωτερική, δεν σχετίζεται με τα εξωτερικά φαινόμενα, αν και δεν γίνεται να τα αγνοείς. Γιατί τα φαινόμενα είναι σαν τα σύννεφα στον ουρανό, μια υπάρχουν, μια δεν υπάρχουν».
Ανακαλύπτουμε ότι ζούμε στην ίδια γειτονιά και σχολιάζουμε την κατάσταση στην περιοχή με τα αυξημένα ενοίκια και τους τουρίστες που έρχονται σωρηδόν κι έχουν μια στρεβλή αντίληψη για την πραγματικότητα. «Δεν θέλω να πω ότι ζω σε μια άτυχη στιγμή» λέει. «Όχι, στην καλύτερη ζω. Δεν θέλω να δώσω σημασία στην εξουσία που έχουν αυτοί οι παράγοντες, γι' αυτό αποφεύγω να αναλύω τα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα, γιατί τα προβλήματα δεν παύουν να υπάρχουν κι εσύ απλώς αναλώνεσαι μιλώντας ώρα για τη δυστυχία. Δεν θέλω να το κάνω αυτό.
Νομίζω ότι, επειδή υπάρχουν όλες αυτές οι δυσκολίες, αν βασίσω την υπαρξιακή μου ισορροπία μόνο στους εξωτερικούς παράγοντες, δηλαδή στο πώς πάει η οικονομία της χώρας, πόσος είναι ο μισθός μου, αν θα με διώξει αύριο η ιδιοκτήτρια από το σπίτι, χάθηκα. Δεν είναι εκεί η ουσία, νομίζω, μολονότι επηρεάζει την καθημερινότητά μου.
Αντλώ τεράστια χαρά από τη δουλειά μου, που δεν είναι καν δουλειά, είναι το οξυγόνο μου. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτή που μου δίνει χαρά, γιατί υπάρχουν και πάρα πολλές περίοδοι που δεν έχω δουλειά. Τουλάχιστον, έχουν υπάρξει στο παρελθόν. Δεν θέλω να βλέπω κίνδυνο παντού και ότι όλα είναι σκατά. Αποφεύγω συνειδητά να ανοίξω την τηλεόραση και να διαβάζω όλες τις ειδήσεις, επειδή δεν θέλω να συμμετέχω κι εγώ σε αυτήν τη μαύρη τρύπα που μεγαλώνει, για να έχουμε μετά να συζητάμε. Όταν πέφτεις να κοιμηθείς το βράδυ, όλα αυτά παύουν να υπάρχουν, αν και το επόμενο πρωί εξακολουθούν να είναι μέρος της ζωής σου. Δεν είμαι καθόλου κυνική, αλλά μιλάμε για όλα αυτά και θεωρούμε αυτονόητο ότι είμαστε ζωντανοί, ενώ δεν ξέρουμε τι θα γίνει αύριο. Όταν καταλάβεις ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο, δεν θα σε νοιάζει η μπίχλα της καθημερινότητας».
Έχει γυρίσει μόλις από την Κύπρο, όπου με την ομάδα της Αργυρώς Χιώτη, τους Vasistas, έπαιξαν τη Θεία Κωμωδία, και το επόμενο πρωί φεύγουν για το Μονπελιέ με τις Αναλογίες 4 και 5 του Ευθύμη Φιλίππου. Ταυτόχρονα, κάνει πρόβες για το νέο έργο που ανεβάζει η ομάδα των Vasistas, γραμμένο πάλι από τον Ευθύμη. «Λέγεται "Νερό της Κολωνίας" κι έχει να κάνει με την επικοινωνία με τους νεκρούς.
»Στη σκηνή δημιουργείται ένας υπερβατικός χώρος, ένα "κέντρο διαχείρισης" που εξυπηρετεί αυτή την επικοινωνία. Μια ομάδα από γυναικείες φιγούρες που κατοικούν στον χώρο ορίζει τη διαδικασία και χειρίζεται τη μηχανή αποτύπωσης, μοναδικό όργανο επικοινωνίας με τον άλλο κόσμο. Η μηχανή αυτή, σαν άλλο διυλιστήριο, έχει τη δυνατότητα να μετατρέπει τις λέξεις σε κολόνια.
»Ένας άντρας έρχεται για να στείλει ένα γράμμα στην εδώ και σαράντα χρόνια νεκρή μητέρα του. Οι γυναίκες θέτουν σε λειτουργία τη μηχανή, καθοδηγούν βήμα-βήμα τον άντρα σ' αυτήν τη μεταφυσική εμπειρία, βρίσκουν τρόπο να λύσουν τα όποια προβλήματα, τραγουδούν επίμονα παραλλαγές τραγουδιών και ολοκληρώνουν την αποστολή τους, στέλνοντας το γράμμα. Το έργο είναι αρκετά παράξενο και βασίστηκε σε πραγματικό πρόσωπο, σε κάποιες πληροφορίες που άντλησε ο Ευθύμης. Το ενδιαφέρον είναι ότι εμπλέκει με έναν τρόπο πολύ άμεσο και το σινεμά, γιατί θα υπάρχει μια μεγάλη οθόνη όπου ό,τι ακούγεται θα γίνεται εικόνα με αναλογικό τρόπο. Παράξενη εικόνα, όχι ρεαλιστική».
«Το έργο διαχειρίζεται τον θάνατο. Ποια είναι η δική σου πίστη για το μετά; Τι γίνεται όταν πεθαίνουμε;» «Αυτήν τη συζήτηση την είχαμε και χθες, με αφορμή την πρόβα, για ανθρώπους που έχουμε χάσει. Έλεγε ο καθένας μια δική του εμπειρία. Νομίζω ότι τους ανθρώπους που χάνουμε τους έχουμε μέσα μας με έναν τρόπο και σίγουρα επικοινωνείς κάπως μαζί τους. Δεν ξέρω τι υπάρχει μετά.
»Σκεφτόμασταν ότι αν, έστω ως συνθήκη, αυτό που δείχνει το έργο ήταν πραγματικό, αν όντως υπήρχε μια εταιρεία που θα σε βοηθούσε να επικοινωνήσεις με κάποιον δικό σου νεκρό, όπως ο Οδυσσέας στη Νέκυια, που κατέβηκε στον Άδη για να συναντήσει τη μητέρα του, πολύς κόσμος θα το έκανε, να γράψει ένα γράμμα.
»Το συγκεκριμένο έργο δεν έχει να κάνει με τον θρήνο αλλά με την απώλεια, γιατί όλοι όσοι πάνε στη μηχανή έχουν χάσει έναν αγαπημένο τους. Αυτό που προσωπικά με συγκινεί πολύ στο κείμενο του Ευθύμη είναι ότι το γράμμα έχει πάρα πολλή λεπτομέρεια από την καθημερινότητα. Αυτό που μοιράζεται ο Γιώργος με τη μητέρα του είναι απλά πράγματα της καθημερινότητάς τους. Κι αν το σκεφτείς, όταν έχεις χάσει κάποιον δικό σου, είτε από θάνατο είτε από χωρισμό, αυτό που μπορεί να σε κάνει να κλάψεις είναι μια κίνησή του ή μια λεπτομέρεια που μπορεί να θυμηθείς».
Η Ελένη ανήκει στην ομάδα των Vasistas εδώ και 7 χρόνια, «από το Ντόμινο», λέει, «και καταλαβαίνω τον κώδικα βάσει του οποίου λειτουργεί η Αργυρώ. Φυσικά, αλλάζουμε, και η ίδια και εγώ, αλλά ταυτόχρονα επικοινωνούμε με έναν τρόπο».
«Γιατί έγινες ηθοποιός;» «Γιατί ήταν το πιο εύκολο. Δεν χρειάστηκε να σκεφτώ κάτι, το ήξερα από την αρχή. Δεν μπήκα σε δίλημμα ή κάτι τέτοιο, από το σχολείο το ήξερα. Επίσης, με τους γονείς μου πηγαίναμε συνέχεια σε σινεμά και θέατρο, οπότε είχα επαφή. Και ο αδερφός μου, με τον οποίο είμαστε δίδυμοι, είχε επαφή με όλα αυτά, αλλά έγινε ναυπηγός. Έκανα μία παράκαμψη έξι χρόνων στο Λονδίνο, όπου σπούδασα κάτι άσχετο, και μετά έγινα ηθοποιός. Στο Λονδίνο ξαναπήγα πέρσι και μου άρεσε πάρα πολύ. Ένιωσα πολύ οικεία. Πάντα ήταν και είναι απρόσωπο το Λονδίνο, είναι μία δύσκολη και σκληρή πόλη, με όλα τα γαμάτα που έχει. Το παράξενο με τις πόλεις και τις χώρες όπου έχεις πάει πολλές φορές και τις ξέρεις από παλιά είναι ότι τις νιώθεις οικείες από τις μυρωδιές. Με το που προσγειώνομαι στο αεροδρόμιο, αναγνωρίζω τη μυρωδιά της πόλης. Κι όταν μου πεις "Λονδίνο", έχω μια συγκεκριμένη μυρωδιά μνήμης, κάτι από την τσίκνα του φαστ-φουντ. Είναι πολύ διαφορετική από τη μυρωδιά του Παρισιού».
«Βλέπεις θέατρο;» «Ελάχιστα. Βλέπω πιο πολύ σινεμά. Τα Παράσιτα μου άρεσαν πάρα πολύ, ενθουσιάστηκα. Ανέβηκα για δυο μέρες και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και είδα δύο ταινίες που μου άρεσαν, του Αλέξανδρου Βούλγαρη και μια βραζιλιάνικη από το Διεθνές Διαγωνιστικό, το Fever. Mου θύμισε έναν αγαπημένο μου σκηνοθέτη Ταϊλανδό, βρήκα πολύ ωραία πράγματα, ήταν λίγο υπνωτιστική...».
Info:
Νερό της Κολωνίας (Eau de Cologne)
Ευθύμης Φιλίππου
Θέατρο Rex - Σκηνή «Κατίνα Παξινού», Πανεπιστημίου 48
29/11/19-12/1/20
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
σχόλια