Το όνομα του συγγραφέα – Ζάουμε Καμπρέ- σου είναι άγνωστο. Ο αριθμός των σελίδων –πάνω από οχτακόσιες- μοιάζει τρομακτικός. Ο κατάλογος με τα ονόματα των ηρώων στο τέλος, ανάλογα με την εποχή στην οποία ζωντανεύουν, προκαλεί ίλιγγο. Kι όμως, στον ωκεανό του "Confiteor" (μετ. Ε. Σοφός, εκδ. Πόλις) σε περιμένει ένα από τα συναρπαστικότερα ταξίδια σου! Το νήμα της αφήγησης κρατάει ένας ηλικιωμένος, γεμάτος ενοχές άντρας, που νιώθει πως κουβαλάει το βάρος ολόκληρης της ανθρωπότητας. Ένας καθηγητής ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης που, μικρός, στη δεκαετία του ΄50, κρεμιόταν από τη βιβλιοθήκη του πατρικού του σαν το αγόρι της φωτογραφίας στο εξώφυλλο. Η πλοκή αυτού του μεγάλου από κάθε άποψη έργου καλύπτει πέντε αιώνες φρίκης - από τα χρόνια της Ιεράς Εξέτασης ως το κολαστήριο του Άουσβιτς. Το υλικό του θα μπορούσε κάλλιστα να διοχετευτεί σε μια διατριβή για το Κακό. Στην πραγματικότητα, εν τούτοις, είναι ένα μνημείο διεξιοτεχνίας, ένα στοχαστικό μυθιστόρημα με απίστευτα αφηγηματικά κόλπα, δοσμένο σαν την ομολογία ενός μετανοούντος και σαν μια απέραντη ερωτική εξομολόγηση ταυτόχρονα.
«Το να γεννηθώ σ' αυτήν την οικογένεια ήταν ένα ασυγχώρητο λάθος», επιμένει να επαναλαμβάνει ο Αντριά Αρντέβολ, καθώς, πριν το Αλτσχάιμερ κυριεύσει απ' άκρη σ' άκρη το μυαλό του, πιάνει να γράψει στη γυναίκα της ζωής του, τη Σάρα, τις αναμνήσεις και τα πεπραγμένα του. Μεγαλωμένος χωρίς αγάπη, από έναν πατέρα που ήθελε να τον κάνει κορυφαίο γλωσσολόγο και μια μητέρα που τον ονειρευόταν κορυφαίο βιολιστή, ο Αντριά βλέπει αναδρομικά την παιδική του ηλικία σαν διαφάνειες από πίνακες του Χόπερ, διαποτισμένες από την ίδια κολλώδη και μυστηριώδη μοναξιά. «Βλέπω τον εαυτό μου σαν μια από αυτές τις φιγούρες που κάθονται σε ξέστρωτο κρεβάτι, μ' ένα βιβλίο παρατημένο σε μια γυμνή καρέκλα ή που κοιτούν από το παράθυρο ή κάθονται δίπλα σ' ένα λιτό τραπέζι και παρατηρούν τον άδειο τοίχο. Διότι τα πάντα στο σπίτι γίνονταν ψιθυριστά...».
Γαντζωμένος στις αναμνήσεις του Αντριά, γίνεσαι μάρτυρας αλλεπάλληλων δραματουργικών ανατροπών, βλέπεις το "Confiteor" να μεταλλάσσεται από μυθιστόρημα ενηλικίωσης σε αστυνομικό θρίλερ στοιχειωμένο από μεταφυσικές ανησυχίες και φιλοσοφικούς προβληματισμούς, και με τη σειρά σου δεν μπορείς παρά να αναρωτηθείς: πού εδρεύει το κακό; Είναι άραγε σύμφυτο με την ανθρώπινη φύση;
Τότε ακόμα, ο Αντριά, στο πρόσωπο του πατέρα του, πέρα από έναν απόμακρο δυνάστη, αναγνώριζε έναν παθιασμένο συλλέκτη κι έναν εξαιρετικά επιτυχημένο αντικέρ. Σύντομα, ωστόσο, θ' ανακαλύψει ότι ο ο τελευταίος -που έμελλε να βρεθεί άγρια δολοφονημένος- ήταν άνθρωπος χωρίς αναστολές. Ότι ήταν ικανός να εκμεταλλευτεί τους πάντες για να εμπλουτίσει τη συλλογή του και να τονώσει την οκογενειακή επιχείρηση: να καταδόσει αντιφρονούντες επί δικτατορίας του Φράνκο, να ληστέψει Εβραίους που τρέπονταν σε άτακτη φυγή, να εκβιάσει ναζί που μεταπολεμικά δραπέτευαν οργανωμένα από την Ευρώπη, να επωφεληθεί από κάθε κατεστραμμένο που χρειαζόταν επειγόντως χρήματα. «Είμαι γιός του πατέρα μου και το αίμα των αμαρτιών του θα τρέχει στις φλέβες των παιδιών του και των παιδιών των παιδιών του ως την έβδομη γενιά», γράφει τώρα ο Αντριά, καθώς ανακαλεί την εποχή που παραμέρισε τις φιλοδοξίες των δικών του κι έβαλε στόχο να μελετήσει την ιστορία της ανθρώπινης σκέψης και των εκφάνσεων του Κακού ανά τους αιώνες, αναζητώντας έτσι την προσωπική του λύτρωση.
Το κρίμα που βαραίνει τον ίδιο πάνω απ' όλα, έχει να κάνει μ' ένα πολύτιμο έργο τέχνης, ένα βιολί Στοριόνι, το μόνο από τα πατρογονικά κειμήλια που είχε ορκιστεί να μην αφήσει από τα χέρια του. Το δέσιμό του μ' αυτό το βιολί ήταν που καθόρισε και τη σχέση του με τη Σάρα, την γυναίκα με το θλιμένο βλέμμα που επί τριάντα χρόνια μπαινόβγαινε στην ζωή του και στην οποία στάθηκε ανίκανος ν' ανταποδώσει την ευτυχία που του χάρισε. Κι είναι ακριβώς η ιστορία αυτού του βιολιού, του σημαδεμένου από δυστυχίες και από αίμα, που χρησιμοποιεί ως συγκολλητική ουσία ο Ζάουμε Καμπρέ για να ζωντανέψει επεισόδια από τις σκοτεινότερες περιόδους της ευρωπαϊκής ηπείρου όπως προκύπτουν από τα διαβάσματα, τις εμπειρίες και την οργιώδη φαντασία του κεντρικού του ήρωα.
Από τις σελίδες του "Confiteor" ξεπροβάλλουν άτεγκτοι ιεροεξεταστές και αμετανόητοι αξιωματούχοι του Τρίτου Ράιχ, διεφθαρμένα στελέχη της πολιτικής εξουσίας και του Βατικανού, γιατροί που προδίδουν τον όρκο τους και επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος που στη συνέχεια αυτοκτονούν, ιερείς που αφήνουν το ράσο για το τουφέκι ή αφοσιώνονται στον θεό του χρήματος, εγκληματίες που υποτροπιάζουν κι εγκληματίες που αγωνίζονται εις μάτην να εξιλεωθούν... Κι όλοι, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να συνυπάρξουν και να "συνομιλήσουν" μεταξύ τους, ακόμα και μέσα στην ίδια παράγραφο!
Διασχίζοντας αβυσσαλέες χρονικές αποστάσεις, ελισσόμενος διαρκώς ανάμεσα στην πρωτοπρόσωπη και την τριτοπρόσωπη αφήγηση και δίνοντας φωνή ως και σε άψυχα αντικείμενα, ο Καμπρέ απλώνει τα πλοκάμια της ιστορίας του προς κάθε κατεύθυνση: από τη Βαρκελώνη του σήμερα στη Ρώμη του μεσοπολέμου, από ένα μεσαιωνικό μοναστήρι στη Ζιρόνα σε μια αίθουσα συναυλιών του Παρισιού, από το στρατόπεδο του Άουσβιτς σ' έναν λόχο παρτιζάνων στη Σλοβενία, από τους Αγίους Τόπους σ' έναν προσφυγικό καταυλισμό στην Αφρική... Όσα πετάγματα, όμως, κι αν κάνει, όσες εποχές και πρόσωπα κι αν βάζει να διασταυρωθούν- ανάμεσά τους και πρόσωπα υπαρκτά όπως Ρούντολφ Ες ή ο Αϊζάια Μπερλίν- δεν χάνεις ποτέ τον προσανατολισμό σου. Γαντζωμένος στις αναμνήσεις του Αντριά, γίνεσαι μάρτυρας αλλεπάλληλων δραματουργικών ανατροπών, βλέπεις το "Confiteor" να μεταλλάσσεται από μυθιστόρημα ενηλικίωσης σε αστυνομικό θρίλερ στοιχειωμένο από μεταφυσικές ανησυχίες και φιλοσοφικούς προβληματισμούς, και με τη σειρά σου δεν μπορείς παρά να αναρωτηθείς: πού εδρεύει το κακό; Είναι άραγε σύμφυτο με την ανθρώπινη φύση; Αν υπάρχει Θεός, γιατί η αδιαφορία του για το κακό είναι τόσο σκανδαλώδης; Γιατί συνεχίζουμε να αλληλοσκοτωνόμαστε; Και πώς γίνεται μέσα από τόση σκληρότητα, τόσους πολέμους, τόσα πογκρόμ να εξακολουθούν να γεννιώνται και τόσο σπουδαία έργα τέχνης;
Καταλανός ως το μεδούλι, γεννημένος το 1947, ο Ζάουμε Καμπρέ έζησε τον ισπανικό εμφύλιο μέσα από τα μάτια των γονιών του, σπούδασε καταλανική λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης κι έχει στο ενεργητικό του από μυθιστορήματα, διηγήματα και θεατρικά έργα μέχρι σενάρια για σαπουνόπερες. Όπως έχει δηλώσει, το πάθος του ν' αφηγείται ιστορίες οφείλεται στην αγάπη που τρέφει για τη γλώσσα του. Μια γλώσσα απαγορευμένη, όχι μόνο επί Φράνκο, αλλά και παλιότερα ακόμη, η οποία μπορεί να μιλιέται από εκατομμύρια ανθρώπους αλλά δεν έχει πίσω της –όπως θα επιθυμούσε ο ίδιος- ένα κράτος να την στηρίζει και να την προωθεί. Διόλου τυχαίο που σ' ένα σημείο του βιβλίου του, ένας από τους ήρωες κραυγάζει: «Γι' αυτό είμαι Εβραίος, όχι λόγω καταγωγής απ' όσο ξέρω, αλλά από επιλογή, όπως πολλοί Καταλανοί που νιώθουμε σκλάβοι στη γη μας και ξέρουμε τι θα πει διασπορά, μόνο και μόνο επειδή είμαστε Καταλανοί...». Έργο ωριμότητας, το "Confiteor" πρωτοκυκλοφόρησε το 2011 και στη συνέχεια, έχοντας αποσπάσει κάμποσες διακρίσεις, μεταφράστηκε σε δεκαπέντε γλώσσες σημειώνοντας πωλήσεις που ξεπερνούν συνολικά το ένα εκατομμύριο αντίτυπα. Τώρα μαθαίνω πως είναι το δεύτερο μυθιστόρημα του Καμπρέ που κυκλοφορεί στα ελληνικά. Προηγήθηκε το "Οι φωνές του ποταμού Παμάνο" (εκδ. Πάπυρος). Τρέχω να το πάρω!