Σίγουρα οι αποκαλύψεις του ιταλού δημοσιογράφου Claudio Gatti για την πραγματική ταυτότητα της συγγραφέως Έλενα Φεράντε ικανοποίησαν την περιέργεια μίας τεράστιας μερίδας του αναγνωστικού κοινού, που επί 24 χρόνια ακολουθεί τα συγγραφικά της βήματα. Ήταν, όμως, δεοντολογικά ορθή αυτή η επιχείρηση αφαίρεσης της μάσκας από μία γυναίκα που με νύχια και με δόντια, όλο αυτό το διάστημα προστατεύει την ιδιωτικότητα της; Πώς θα αντιδρούσε, παραδείγματος χάριν, ο επίσης μυστικοπαθής Σάλιντζερ σε μία τέτοιου είδους παραβίαση;
Κι αν πολλοί χειροκρότησαν την ενδελεχή πολύμηνη έρευνα του Gatti, κι αν ακόμη περισσότεροι βρήκαν αδιαμφισβήτητα τα στοιχεία που παρέθεσε στο πολυσυζητημένο άρθρο του στο "New York Review of Books", υπήρξαν και εκείνοι που όχι απλώς εξοργίστηκαν με την εμμονή του δημοσιογράφου με τη Φεράντε, αλλά κυρίως προβληματίστηκαν με την κάπως επιπόλαιη ισοπέδωση κάθε πασσάλου, πάνω στον οποίο η Φεράντε, με προσήλωση, επιμονή, κομψότητα και εχεμύθεια είχε στηρίξει τον λογοτεχνικό της μύθο.
H δουλειά του Gatti δεν ήταν ακριβώς καύχημα για τη δημοσιογραφία: ούτε δεοντολογικά, ούτε διανοητικά, ούτε καν αισθητικά. Δεν χρειαζόταν να κάνει έρευνα για όλα αυτά που αποκάλυψε. Και το περιοδικό του, απλώς δεν χρειαζόταν να τα δημοσιεύσει.
Η πιο αυστηρή και ταυτόχρονα εποικοδομητική κριτική στην αποκάλυψη του δημοσιογράφου - αλλά και του ίδιου του περιοδικού που δέχθηκε να τη φιλοξενήσει - ήρθε από το "Times Literary Supplement", η άλλη μεγάλη επιθεώρηση για θέματα λογοτεχνίας, με τον ίδιο τον αρχισυντάκτη του να αναπτύσσει επιχειρήματα και ερωτήματα τόσο προς τον δημοσιογράφο, όσο και προς τους ανώτερους του, με τις ευλογίες των οποίων κυκλοφόρησε τελικά το ρεπορτάζ του.
Είμαι ο αρχισυντάκτης του Times Literary Supplement, ενός από τα λίγα εφάμιλλα New York Review of Books, λογοτεχνικά περιοδικά. γι' αυτό ίσως και νομιμοποιούμαι να ρωτήσω: αν ο Gatti ερχόταν σ' εμάς με αυτό το ρεπορτάζ, θα το εκδίδαμε; Εκτιμώ πως η απάντηση μας θα ήταν 'όχι', αν και θα μπαίναμε στον πειρασμό να το σκεφτούμε", γράφει ο αρχισυντάκτης του περιοδικού Stig Abel και συνεχίζει:"Η αλήθεια είναι πως λύσεις σε αινίγματα και λογοτεχνικούς γρίφους δεν προσφέρονται συχνά. Και φυσικά, όταν δημοσιεύονται φέρνουν κόσμο στα έντυπα και κλικς στα site τους, ας μην κρυβόμαστε. Όμως, ξέρω ότι γράφω περικυκλωμένος από ανθρώπους που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στον κόσμο των βιβλίων, στο σύμπαν των συγγραφέων, ακριβώς επειδή πιστεύουν ότι μια τέτοια ζωή αξίζει τον κόπο, προάγει πολιτισμό. Αν είχε έρθει, λοιπόν, εδώ ο Gatti πιστεύω ότι θα συζητούσαμε για το κείμενο του και νομίζω θα τον ρωτούσαμε τα εξής: τι καλό έχει να προσφέρει μία τέτοια κίνηση στην Έλενα Φεράντε; Τι καλό θα είχε να προσφέρει στο δικό μας περιοδικό; Τι καλό θα προσφέρει στον κόσμο που θα το διαβάσει. Σε όλα αυτά τα ερωτήματα η απάντηση είναι τίποτα. Η Φεράντε, προφανώς και δεν επιθυμούσε να γίνει γνωστή η ταυτότητα της, κάτι που ένοχα επαναλαμβάνει στο ρεπορτάζ του και ο Gatti. Ήταν σαφής ως προς αυτό και έμεινε πιστή σ' αυτό όλα τα προηγούμενα χρόνια. Για την ανωνυμία της υπήρχαν σοβαροί καλλιτεχνικοί λόγοι. Ως επικεφαλής ενός Μέσου που υπερασπίζεται τη σημασία των ανθρωπιστικών σπουδών και της λογοτεχνίας, γνωρίζω εκ προοιμίου ότι θα ήταν καταστροφικό και επιζήμιο να αγνοήσω τα όρια ενός συγγραφέα ή να προχωρήσω σε τέτοιου είδους αποκαλύψεις χωρίς τη συναίνεση του. Επίσης, από πλευράς μου θα φανέρωνε και την αδιαφορία μου για την πολιτική των δύο φύλων, κάτι που η Φεράντε χρησιμοποιεί ως θεματική των βιβλίων της. Έχει μιλήσει για την ανδρική εξουσία και τους τρόπους - βίαιους ή πιο εξευγενισμένους - με τους οποίους, τελικώς, επιβάλλεται".
Λίγο πριν στο άρθρο του ο Abel κατηγορήσει εμμέσως για κρυπτόμενο σεξισμό τον Gatti, προλαβαίνει να επισημάνει ότι είναι σίγουρος ότι δεν ήταν αυτή η πρόθεση του δημοσιογράφου. Όμως... "υπάρχει κάτι λυπηρό εδώ, κάτι χειριστικό απέναντι σε μία γυναίκα συγγραφέα. Ίσως ποτέ δεν μάθουμε τους πραγματικούς λόγους, για τους οποίους η Φεράντε διεκδικούσε με τόσο πάθος την ανωνυμία της, όμως είναι επικίνδυνο να υποθέτουμε ότι αυτοί οι λόγοι ήταν απλοί. Φυσικά και μου είναι εύκολο να τα λέω όλα αυτά τώρα και από τη στιγμή που δεν κληθήκαμε εμείς να αποφασίσουμε, αν θα δημοσιεύσουμε αυτή την έρευνα. Όμως, σε τελική ανάλυση, η δουλειά του Gatti δεν ήταν ακριβώς καύχημα για τη δημοσιογραφία: ούτε δεοντολογικά, ούτε διανοητικά, ούτε καν αισθητικά. Δεν χρειαζόταν να κάνει έρευνα για όλα αυτά που αποκάλυψε. Και το περιοδικό του, απλώς δεν χρειαζόταν να τα δημοσιεύσει".
σχόλια