AKIS
Space, Time and Beyond/ Selected Works 1986-2016
Into the Light
Νέο 2LP από την Into the Light, αυτή τη φορά αφιερωμένο σ' έναν ακόμη έλληνα συνθέτη ηλεκτρονικής μουσικής, που ξεκίνησε στα eighties και που εξακολουθεί και σήμερα να παρουσιάζει και να ηχογραφεί με (καλλιτεχνική) επιτυχία. Το όνομά του Akis ή Άκης Δαούτης.
Αν και τον Δαούτη τον θυμάμαι από νωρίς στα χρόνια του '80, όταν είχε περάσει κάτι φεγγάρια, ως μπασίστας, από τις Μουσικές Ταξιαρχίες, τον Akis άργησα πολύ να τον μάθω. Ακόμη και όταν άκουσα το δικό του σάουντρακ από την ταινία του Κωνσταντίνου Γιάνναρη «Από την Άκρη της Πόλης» (1999) δεν είχα συνειδητοποιήσει ποιος ήταν ο Akis και πώς, τέλος πάντων, από τον Δαούτη με τον Πανούση, φθάναμε (τότε) στον Δαούτη με τον Γιάνναρη.
Βασικά, είχα χάσει το επεισόδιο τού άλμπουμ "Into the Light", που είχε βγει στην Music Box το 1990 και το οποίο είχα υποτιμήσει λόγω ονόματος. Akis... τρέχα γύρευε δηλαδή. Δεν είχα δώσει την παραμικρή σημασία. Τον δίσκο, εννοώ, τον συναντούσα μπροστά μου συνεχώς, αλλά ποτέ δεν μου είχε κινήσει το ενδιαφέρον για να τον αγοράσω – ούτε όταν κόστιζε ένα πεντακοσάρικο (δραχμές), ούτε όταν κόστιζε 5 ευρώ. Τώρα, για έναν όχι ανεξήγητο λόγο, το άλμπουμ αυτό χτυπάει στο discogs 300άρια(!), κι εγώ... γελάω. Όχι φυσικά με το πάθημά μου...
Χαίρομαι, λοιπόν, γιατί μια τόσο περιποιημένη συλλογή (σαν αυτές που κυκλοφορεί από καιρού εις καιρόν η Into the Light) θα μου δώσει την ευκαιρία να μπω στον ηλεκτρονικό κόσμο τού Άκη Δαούτη, εκτιμώντας συνολικά τη συμπυκνωμένη ύλη τού "Space, Time and Beyond", που περιλαμβάνει 16 εγγραφές (6 στη Side A, 3 στη Side B, 3 στην Side C και 4 στην Side D), άπασες ολοκληρωμένες την τελευταία 30ετία (1986-2016).
Να πούμε, κατ' αρχάς, πως ο Δαούτης δεν χρησιμοποιεί αποκλειστικά και μόνο συνθεσάιζερ στις παραγωγές του. Θέση, ανάμεσα, διεκδικούν και πιο... συμβατικά όργανα (κλαρινέτο, σαξόφωνα, κιθάρες, τρομπέτα, μπάσο), με αποτέλεσμα οι συνθέσεις του να αντιμετωπίζονται, συχνά, όχι ως αμιγώς ηλεκτρονικές, αλλά ως ημι-ηλεκτρονικές.
Ξεκινώντας τώρα από τη πρώτη πλευρά, με τα έξι tracks, εκείνο που πρέπει να πούμε είναι πως λειτουργεί (η πλευρά) ως οδηγός για ολάκερο το double LP. Έχουμε δηλαδή κομμάτια εντελώς ηλεκτρονικά (όπως το ανέκδοτο "New age rising" από το 1987 ή το "The powers of pi" από το 2009), άλλα στα οποία παρεμβάλλονται και άλλα όργανα ή φωνές (το ανέκδοτο "Biofields" από το 2007, με το κλαρινέτο του Δημήτρη Σπανέα) και βεβαίως γνωστά μας κομμάτια από τα σάουντρακ των ταινιών του Γιάνναρη («Από την Άκρη της Πόλης», «Δεκαπενταύγουστος»).
Η δεύτερη πλευρά αποτελεί μια ξεχωριστή ενότητα μέσα στην έκδοση, καθώς και τα τρία κομμάτια της περιγράφουν τον βασικό κορμό των συνθέσεων του Δαούτη. Κατ' αρχάς το ανέκδοτο "Solar rain" από το 1987, φτιαγμένο με το σύστημα UPIC, είναι ένα abstract electro track με εξαιρετική λειτουργικότητα (πρόκειται απλώς για μια από τις πιο μεστές στιγμές τού 2LP). Ο Δαούτης εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες τού «ξενάκειου» τάμπλετ, διαμορφώνοντας ένα φουτουριστικό ηλεκτρονικό περιβάλλον μέσα από το μανιπουλάρισμα ήχων που προέρχονται από Fender Stratocaster και φωνή. Το "Christmas" που ακολουθεί προέρχεται από μια κασέτα του 1986, είναι ηχογραφημένο στην Αμερική και διαθέτει μόνο σύνθια. Πολύ ενδιαφέρον σαν ιδέα κινείται ηχητικώς στο ύφος της γερμανικής εταιρείας Sky (Roedelius, Asmus Tietchens κ.λπ.). Η πλευρά θα κλείσει με το "Space, time and beyond", που προέρχεται από το LP "Into the Light" του 1990. Σύνθια και ηλεκτρικές κιθάρες από τον Δαούτη και τρομπέτα από τον Γιώργο Γαβαλά, σε μια σύνθεση που δεν κρύβει τις contemporary jazz αναφορές της.
Η τρίτη πλευρά ανοίγει με το σχεδόν 10λεπτο "Into the Light" παρμένο από το φερώνυμο LP της Music Box. (Άμα γνώριζα πως το LP του Akis, που το έβλεπα συνεχώς μπροστά μου στα 90s και τα 00s, περιείχε τέτοια κομμάτια... σίγουρα θα το αγόραζα). Ένα κρουστό σχήμα επαναλαμβάνεται και πάνω του/δίπλα του συμβάλλουν φωνές και σύνθια, δημιουργώντας μια κάπως trance κατάσταση. Πολύ ωραίο σαν ιδέα, που ακόμη και σήμερα λειτουργεί. Το "Ecological awareness", που ακολουθεί, ήταν επένδυση για ένα ντοκιμαντέρ του '90, περασμένο όλο μέσα από Korg M-1, ενώ η πλευρά θα κλείσει με το 7λεπτο "Violet" από την αμερικάνικη κασέτα του '86. Σύνθια και μπάσο εδώ σε μια σύνθεση που διατηρεί μια κάποια new-age φιλοσοφία.
Το track που ανοίγει την τέταρτη πλευρά είναι ανέκδοτο, προέρχεται από το 1987 και αποτελεί την πρώτη σύνθεση του Δαούτη που ολοκληρώθηκε με το σύστημα UPIC. "Crystal forest" είναι ο τίτλος της και βασικά πρόκειται για ένα ambient κομμάτι, που φέρνει στα νου άλλα ανάλογα της εποχής. Το "New age rising (Part VIII)" είναι κι αυτό ανέκδοτο και προέρχεται από το 1987. Πολύ καλό. Έφερε στη μνήμη μου κάτι από την οικολογική electronicα των Robert Rich κα Steve Roach (προχωρημένο για ελληνικό, αλλά μέσα στο αμερικάνικο πνεύμα της εποχής). Το "Beach ambience" προέρχεται από το OST «Από την Άκρη της Πόλης» και είναι πολύ καλό. Γεμάτο κομμάτι (δεν το θυμάμαι βεβαίως, τώρα, στην ταινία), που δημιουργεί οπωσδήποτε μιαν ηλεκτρονική πληρότητα. Το "Venus, από την κασέτα του '86 διαθέτει σύνθια και φωνές και παίζει μ' αυτά μ' έναν τρόπο δημιουργικό και περιπετειώδη.
Το άλμπουμ θα κλείσει με το 5λεπτο "My haunting sins", που είναι ένας ηλεκτρονικός αυτοσχεδιασμός, παρουσιασμένος από τον Δαούτη σε πιο πρόσφατα live. Κι αυτό το track είναι πολύ καλό και δείχνει τόσο τη διαχρονική προσπάθεια τού συνθέτη να τιθασεύσει, με τον καλύτερο τρόπο, τα ποικίλα bleeps, όσο και της εταιρίας, της Into the Light, να παρουσιάσει ένα ακόμη βαρύ πορτρέτο, έλληνα μουσικού, με αληθινές συνθέσεις σε άψογη τεχνική / ηχητική κατάσταση.
www.facebook.com/IntoTheLightRecords
TERRAPIN
Sanctuary
G.O.D. Records
Οι Terrapin είναι ένα σχήμα που ξεπήδησε μέσα από τους γνωστούς μας No Man's Land (με την 30χρονη ιστορία), καθότι ο Βασίλης Αθανασιάδης φωνή, κιθάρες, πλήκτρα, ο Γιώργος Παπαγεωργιάδης μπάσο και ο Γιώργος Τζίβας ντραμς, κρουστά έχουν υπάρξει μέλη τους. Βεβαίως, οι Terrapin είναι ένα διαφορετικό σχήμα από τους No Man's Land, και για αυτόν ακριβώς το λόγο έχει και νόημα αυτή η παράλληλη μορφή τους. Τέμνονται κάπου οι μουσικές των Terrapin και των No Man's Land; Θα μπορούσε να είναι ένα θέμα αυτό και προσωπικά θ' απαντούσα... όχι. Χωρίς να απουσιάζουν κι εδώ κάποια (λίγα) ροκ-ψυχεδελικά στοιχεία, που είναι ανιχνεύσιμα από δεκαετίες και κατά κόρον στους No Man's Land, στην περίπτωση των Terrapin το ύφος είναι περισσότερο μπαλαντικό / ακουστικό – κι αυτό είναι μια βασική διαφορά.
Τα τραγούδια, από την άλλη, έτσι όπως παρατάσσονται στο "Sanctuary" είναι απλά στη βάση τους και μιλάνε όχι για καθημερινά πράγματα. Οι στίχοι, δηλαδή, μοιάζει να έχουν προσαρμοστεί σε πιο ονειρικές και τοποθετημένες κοντά στη φύση καταστάσεις.
Υπάρχει μιαν απλότητα, περαιτέρω, στα νοήματα, είτε αυτά διαπνέονται από μια νοσταλγική αύρα είτε αφορούν σε θέματα σχέσεων. Υπάρχει και η αναζήτηση ακόμη τόπων, στιγμών, επαφών, που να μπορεί να σε συνδέσουν με ορισμένες αξίες της ζωής (ξεχασμένες ή παραμελημένες). Όλα αυτά απαιτούν ενδεχομένως, κι έτσι συμβαίνει, μιαν ανάλογη ενοργάνωση, η οποία, στην περίπτωση του "Sanctuary", δεν εξαντλείται στα τρία κύρια όργανα (κιθάρα, μπάσο, ντραμς).
Το λέμε, γιατί σχεδόν σε κάθε τραγούδι ένα άλλο όργανο θα έρθει να προστεθεί, προσφέροντας το δικό του ηχόχρωμα. Ένα μαντολίνο (Γιώργος Γουμενάκης), ένα σιτάρ (Bill Hunchback), μια φυσαρμόνικα (Παύλος Καραπιπέρης), ένα τσέλο (Σταύρος Παργινός), λίγα αλλά ουσιώδη πλήκτρα (Robert Sin).
Και κάπως έτσι κυλάει η πρώτη πλευρά του άλμπουμ, που έχει να προσφέρει τις δικές της συγκινήσεις. Κι από 'δω ας ξεχωρίσω την americana τού "Dancing mice", που δεν έχει guest και ακόμη το κλείσιμο με το "Fog rolling out", ένα από τα πιο «βυθισμένα» tracks του LP (με τα ψυχεδελικά πλήκτρα του Robert Sin να θολώνουν τα vibes).
Όμως και στη δεύτερη πλευρά οι Terrapin έχουν σκορπίσει μερικά πολύ ωραία τραγούδια, όπως το "Summer elegy" (ωραία η μελωδία, καίριο το μαντολίνο) και με τα πλήκτρα να «γεμίζουν», και ακόμη το "Strange places" (track με ωραία κιθάρα, breaks από πλήκτρα, κρουστά κ.λπ. – επίσης από τα ωραιότερα του άλμπουμ) ή το "Sunflower Street" (που είναι ελαφρώς r&b, με κατάλληλα πλήκτρα, φυσαρμόνικα κ.λπ. – εξαιρετικό τραγούδι!).
Γενικά, θα έγραφα για ένα άκρως ενδιαφέρον άλμπουμ, που έχει μια πολύ καλή πρώτη πλευρά και μιαν ακόμη καλύτερη δεύτερη.
YIANNIS KASSETAS
Northern Lights
Puzzlemusik
Ο τενορίστας Γιάννης Κασσέτας είναι ένας από τους ανθρώπους που σύρουν το όχημα της jazz στην Ελλάδα, ή της ελληνικής τζαζ αν προτιμάτε, έχοντας για κατεύθυνση το... μέλλον. Εννοώ πως κάθε καινούριος δίσκος του (CD δηλαδή) είναι κι ένα εκφραστικό βήμα πιο μπροστά από το προηγούμενό του, πιο κατασταλαγμένο και πιο ολοκληρωμένο.
Στο πρόσφατο "Northern Lights" ο Κασσέτας, που εμφανίζεται ως αποκλειστικός συνθέτης, καταθέτει, επί της ουσίας τέσσερα κομμάτια, ανεξαρτήτως των κενών που «πιάνει» το CD. Αυτά είναι το εισαγωγικό "Bubbles of reality", το τριμερές "Northern lights", η πενταμερής σουίτα "The dark suite" και το κλείσιμο με το διμερές "Fat Mummra".
Το πρώτο track ανοίγει με ήχους θάλασσας, με το πιάνο να αναλαμβάνει την εισαγωγή, το rhythm section να στέκεται κάτι παραπάνω από γερά, και με το σαξόφωνο να μπαίνει παράλληλα παίζοντας τις πρώτες νότες της μελωδίας. Το τέμπο μεταβάλλεται, οι «εξωτερικοί» ήχοι διατηρούνται, η μελωδία αναπτύσσεται πότε στο πιάνο, πότε στο σαξόφωνο, σε μια σύνθεση με έντονο χρωματισμό και υψηλή ενέργεια.
Η πιανιστική improv εισαγωγή στο "Northern lights" δίνει τη θέση της στο καθ' αυτό track, που σκάει με δύναμη από την αρχή του. Είναι χαρακτηριστικό, αυτό, του Κασσέτα. Οι συνθέσεις διακρίνονται δηλαδή από μια σφοδρότητα (ίσως να είναι και ο τρόπος που ηχογραφούνται κιόλας), μια ένταση, που δεν είναι εσωτερική (μόνο), μα συχνότατα εκρηκτική, δημιουργώντας πάταγο. Εδώ ακούμε κι άλλα όργανα (τρομπέτα, πλήκτρα, τρομπόνι, πιάνο φυσικά), που συμβάλλουν όλα προς ένα «σκληρό» αποτέλεσμα. Στο τελευταίο μέρος πέφτουν κάπως οι τόνοι, με τη σύνθεση να αποκτά άλλα χαρακτηριστικά (και με το σύνθι να κάνει πολύ καλή δουλειά).
Η «Σκοτεινή Σουίτα» είναι κάτι, ή πολλά, από 'κείνο που λέει ο τίτλος της. Το κλίμα γίνεται περισσότερο εσωστρεφές και ελεγειακό από το πρώτο κιόλας μέρος της – αν και στο δεύτερο, από τη μέση και μετά, αποκτά, περισσότερα δυναμικά χαρακτηριστικά. Στο τρίτο μέρος, το "Sea of tranquility", η εισαγωγή με το ηλεκτρικό πιάνο, η παρουσία της κιθάρας, ένα πολύ ωραίο σόλο στο τρομπόνι κι ένα απλό κλείσιμο στο bass guitar σηματοδοτούν ένα απλό, αλλά «γεμάτο» track. Στο ίδιο μοτίβο, εννοώ του fusion, κυλάει και το τέταρτο μέρος, με το πέμπτο και τελευταίο να αποτελεί ένα άθροισμα ή καλύτερα μια περίληψη εκείνων που ακούσαμε στα προηγούμενα τέσσερα.
Το προτελευταίο track του "Northern Lights" έχει τίτλο "Fat Mummra" και συμμετέχει σ' αυτό ένας δυνατός ξένος σαξοφωνίστας ο Craig Handy (γνωστός από τις συνεργασίες του με John Scofield, Joe Henderson, Freddie Hubbard κ.ά.). Το κομμάτι κινείται σε γρήγορο τέμπο, με ωραίο μπάσο και τακτικά κοψίματα, λειτουργώντας και κάπως σαν εισαγωγή για το έσχατο 6λεπτο "Fat Mummra melted with honey", που, κοντολογίς, είναι για σαξοφωνικό σεμινάριο.
Κάτι ακόμη.
Στην ηχογράφηση συμμετέχουν 16(!) μουσικοί (Δράκος-Κτιστάκης, Ανδρέου, Τσάκας, Πατερέλης κ.ά.), καθώς και όλοι οι Next Step Quartet σ' ένα κομμάτι.
Η «Σκοτεινή σουίτα» είναι αφιερωμένη στον πατέρα τού Γιάννη Κασσέτα, τον αναγνωρισμένο φυσικό Ανδρέα Κασσέτα, που πέθανε πρόπερσι. Έχω βιβλία του Κασσέτα (Φυσικές) – δεν ήξερα πως ήταν πατέρας του Γιάννη.
THE TELESTONS
Poseidon Knows
Ikaros Records
Δεν είναι καινούρια μπάντα οι Telestons από τον Πειραιά. Υπάρχουν εδώ και καμιά δεκαετία, έχοντας ηχογραφήσει και στο παρελθόν, παρότι τώρα βγαίνουν μαζικά προς τα έξω μ' ένα πλήρες βινύλιο. Ναι, πλήρες, γιατί διαθέτει 18 tracks, ένθετο και δύο inserts. Και πολύ ωραίο εξώφυλλο – αυτή την περίεργη ξυλοκατασκευή φωτογραφημένη κάπου, σε κάποια παραλία του Σαρωνικού υποθέτω.
Ναι, surf παίζουν οι Telestons και βασικά twang, την ορχηστρική του εκδοχή εννοώ, και το γεγονός πως είναι επίσης μια πλήρης μπάντα τους παρέχει, και αυτό, ορισμένα επιπρόσθετα ατού. Ποιοι αποτελούν το γκρουπ; Ψευδώνυμα και κανονικά ονόματα είναι όλα ανακατεμένα... African Alex μπάσο, Fotis Mason σαξόφωνο, Georg Pin κιθάρα, Kaptain Fil κιθάρα, Leandros Fratnik ντραμς, Mpampis Los Tromos ντραμς, Yorgia Karidi φωνητικά, Chris D βαρύτονο σαξόφωνο, Kostas Pappous φωνή, ενώ ως βασικό μέλος αναφέρεται και ο «μαστεράς» George Varavas Christoforidis. Δέκα νοματαίοι δηλαδή από τους οποίους μόνον ο Φράτνικ μου λέει κάτι ως όνομα (Los Tre, Dimitris Kakavoulis Quartet, Priamos Morakis Quintet, Afrodyssey Orchestra...).
Οι επιρροές των Telestons είναι επίσης ποικίλες, και πολύ ωραία οριοθετημένες μέσα στα κομμάτια τού "Poseidon Knows", και αυτό τους δίνει κι άλλα bonus. Εγώ δηλαδή εκτός από τις βασικές surf/twang αναφορές διακρίνω και ελληνικές λαϊκές (κάτι όχι δύσκολο και κάτι όχι απρόβλεπτο – το μισό surf είναι «Μισιρλού» εξάλλου), ακόμη jazz, sixties shake, οπωσδήποτε frat-rock (με τις σαξοφωνιές να δίνουν και να παίρνουν) και βεβαίως garage-punk και r&b.
Με άλλα λόγια όλο το βασικό sixties χορευτικό οπλοστάσιο δηλώνει «παρόν» στο "Poseidon Knows" – ένα άλμπουμ που επιβάλλεται ακόμη και από το εξώφυλλό του, βεβαίως από το οπισθόφυλλο με το παραποιημένο χιλιάρικο (δραχμές) και τον Ποσειδώνα σε πρώτο πλάνο και φυσικά από τους τίτλους των θεμάτων του ("Nihtose horis Ferrari", "Ekavi's motorcycle", "Giagoula surf", "There is only one God, Poseidon" κ.λπ.), που δεν είναι σκέτοι τίτλοι, αλλά φοβερά και τρομερά instros που αποδίδονται με απλησίαστη ενάργεια.
Αυτή η καθαρότητα και η σαφήνεια στις συνθέσεις των Telestons είναι ό,τι περισσότερο μπορείς να ζητήσεις από ένα σύγχρονο surf σχήμα, και βεβαίως από ένα σύγχρονο surf / rock άλμπουμ, που διαθέτει μόνο γερές συνθέσεις και κυλάει σαν... υδατόπτωση.
ILLEGAL OPERATION
Down
Inner Ear
Τρία άλμπουμ μέσα σε 16 χρόνια. Σύνηθες; Όχι. Αλλά δεν είναι αυτό το κυριότερο. Το κυριότερο είναι πως οι Illegal Operation (Μανώλης Αγγελάκης και σία) ξέρουν να κάνουν δίσκους που να μένουν. Που να μένουν στη μνήμη σου εννοώ. Βεβαίως δεν ζούμε στα eighties (και πιο πίσω), όταν οι δίσκοι βιώνονταν απλωμένοι μέσα στο δικό μας «είναι» αποκτώντας κάτι από την τότε... αθανασία μας, όμως και σε κάθε περίπτωση, ακόμη και τώρα εννοείται, το γερό άλμπουμ κάνει μπαμ από μακριά. Κι εδώ το «μακριά» δεν είναι μόνο το παρελθόν του γκρουπ, αλλά και το έσχατο σκοτεινό εξώφυλλό του, όπως και ο τίτλος του ("Down"), που δεν κρύβει τίποτα απ' όσα συμβαίνουν στο μέσα μέρος.
Το "Down" είναι βυθισμένο στην αμερικανική «ροκ μυθολογία» – να το πούμε αυτό από την αρχή. Και εννοώ εκείνο που αποκαλούμε εμείς, εδώ στην Ελλάδα, «ροκ μυθολογία». Μετά ωραία του και τ' άσχημά του. Βγαίνει τούτο, θέλω να πω, από την πρώτη κιόλας ακρόαση. Ας πούμε λοιπόν, για να διευκολυνθούμε στην πορεία, δυο-τρία κλασικά ονόματα από το απώτερο χθες (γιατί μπορούμε να πούμε και πιο καινούρια) που να έχουν νόημα. Neil Young, Tony Joe White, Tom Waits. Μην περιμένετε, όμως, ν' ακούσετε εδώ έναν ήχο, που να παραπέμπει ευθέως σε κάποιον απ' τους τρεις. Οι Illegal Operation είναι ένα συγκρότημα με τη δική του προσωπικότητα, έχοντας έναν δικό του τρόπο να αντιμετωπίζει τον ήχο κατ' αρχάς και μετέπειτα τον στίχο.
Η βάση λοιπόν στο "Down" είναι το blues. Όχι με την πιο κλασική μορφή του, αλλά με μιαν άλλη το ίδιο αφηγηματική, αλλά με περισσότερα σκοτεινά ροκ στοιχεία πλαισιωμένη. Μονότονες κιθάρες, με αργές αλλαγές, βαριά rhythm-section, πνιχτός λόγος, που να πηγαίνει παράλληλα με το κλίμα... του βάλτου (είπαμε Tony Joe) και τις ανάλογες ιστορίες. Φοβερά, σ' αυτό το μοτίβο, τα "A whisper" και "Getting there" από την πρώτη πλευρά, με την δεύτερη να μην υπολείπεται στα σχετικά αποπνιχτικά vibes.
Έτσι κι εδώ έχουμε μιαν εισαγωγή, χωρίς τραγούδι, αλλά στο μιλητό – με τη φωνή να αφήνεται πάνω σ' ένα αργό τέμπο (λέω για το "By a pale light"), σμπαραλιασμένο από την bluesy κιθάρα, για ν' ακολουθήσει το "Barstool blues", που, και σ' αυτή την περίπτωση, η παραφθαρμένη φωνή βγαίνει, λες, από κάποιο υπόγειο, με τις κιθάρες ν' ανεβαίνουν λίγο (καθώς ανεβαίνει και το τέμπο) και με τα πεντάλια να κάνουν την πιο σωστή δουλειά.
Το "Down" θα κλείσει με το "I'll change your mind", ίσως το πιο έντονο και τοποθετημένο «μπροστά» κομμάτι του δίσκου – ένα ωραίο τραγούδι, σε όλα τα επίπεδα, που έχει το ρόλο που πρέπει να έχει εκεί στο τέλος.
Περιττό να πω πως όλα τα επιμέρους ζητήματα, από τα εξωτερικά (εξώφυλλο, ένθετο), μέχρι τα εσωτερικά (ηχογράφηση, παραγωγή) συντελούν, και αυτά, προς τη γενικότερη άριστη εντύπωση.
DIRTY FUSE
Back to Brazil
Ikaros Records
Ένα τεσσαράκι, που γυρίζει στις 33 κι 1/3 στροφές, είναι η πιο πρόσφατη κυκλοφορία των φοβερών Dirty Fuse – ενός από τα καλύτερα ελληνικά γκρουπ (surf παίζουν) του καιρού μας.
Και σ' αυτό το δισκάκι, το "Back to Brazil", που είναι γραμμένο το Φλεβάρη του '15 και που εμφανίζει το συγκρότημα με τρεις κιθαρίστες, τον Κώστα Μπάκουλα, την Έρη Καπετανάκη (το ντεμπούτο της) και τον Duda Victor (η τελευταία παρουσία τού Βραζιλιάνου στο γκρουπ), όλα κυλάνε στην εντέλεια.
Το πρώτο track είναι το "Evolution", ένα φοβερό instro που μας πάει πίσω στις μέρες των Chantays, με τον σύγχρονο τρόπο των Dirty Fuse όμως (με το σαξόφωνο του Κισαμιτάκη και με το μπάσο-ντραμς των John Drake και Χρήστου Κόγιου να φτιάχνουν σφριγηλό τείχος). Ακολουθεί και κλείνει την πρώτη πλευρά το γνωστό μας "Sunset beach" (γνωστό μας, εννοώ, και από το φερώνυμο CD τους του 2012), η διασκευή τους στο «Ακρογιαλιές δειλινά» του Βασίλη Τσιτσάνη δηλαδή, που διατηρεί, και εδώ, όλην εκείνη τη φευγάτη, νοσταλγική αύρα. Η πρωτότυπη μελωδία, εξάλλου, δεν προσφέρεται για τίποτα λιγότερο.
Η δεύτερη πλευρά ανοίγει με το "Wonderland", που έχει κάπως ανοιγμένη μελωδική γραμμή και η οποία υποστηρίζεται ωραία από την κιθάρα και το σαξόφωνο, με τα γεμίσματα στα ντραμς να δίνουν τον τόνο για κάποιες σύντομες «προσθήκες» (ένα σόλο στο σαξόφωνο, τη μικρή παύση λίγο πριν το κλείσιμο). Το δισκάκι θα κλείσει με το "Back to Brazil" (αναφέρεται, προφανώς, στην αποχώρηση του Duda Victor από το σχήμα), ένα ακόμη ωραίο instro (ίσως λιγότερο στην καρδιά του surf από κάθε προηγούμενο) που διακρίνεται για την εύθυμη μελωδία του.
Ο αποχωρισμός υπήρξε τρυφερός και είμαστε πάντα φίλοι.
σχόλια