Πριν από πολλά χρόνια, τότε που ακόμη αγνοούσα παντελώς τα μυστήρια της ελληνικής γεωγραφίας, τότε που ακόμα ο Έλληνας τουρίστας από τα νησιά γνώριζε την Πάρο, τη Ρόδο και την Κρήτη, κάποιος φίλος μού είχε μιλήσει για τη Νίσυρο. Μου είχε μιλήσει για το ηφαίστειο που δεν λέει να κοιμηθεί, για κάποια παράξενα τεράστια έντομα, ξεχασμένα λες από την εποχή των δεινοσαύρων, για τις αναθυμιάσεις του υδρόθειου, για τους ανθρώπους στα Νικιά, στο χείλος του κρατήρα, που πεθαίνουν από καρκίνο, θυσία στο πιο τρομακτικό, το πιο μυστήριο από τα μυστήρια της φύσης.
Μύθος ή πραγματικότητα, η ιδέα των μοναδικών εντόμων κυρίως στοίχειωσε μέσα μου για τα καλά. Ώσπου, χρόνια μετά, βρέθηκα στην πρωινή πτήση της Ολυμπιακής για Κω να περιμένω την αβέβαιη στιγμή της αναχώρησης με την άδεια των πλάγιων ανέμων που μας ακινητοποίησαν στο «Βενιζέλος». Από τα Καρδάμαινα της Κω, το πλοιαράκι σε περνάει απέναντι, στο νησί. Ένα πέρασμα λιγότερο από μια ώρα, πέρασμα από την κόλαση του μαζικού, πακεταρισμένου τουρισμού στη μαγεία της μοναξιάς, εκεί όπου ο συνωστισμός αποκλείεται, ακόμα και τις δύσκολες μέρες του Δεκαπενταύγουστου. Μια γαλάζια διαδρομή στο Καρπάθιο, από τις πιο μαγικές του Αιγαίου, ιδιαίτερα όταν την πραγματοποιείς με το πρώτο φως της ανατολής, στο ταξίδι της επιστροφής. Περνώντας δίπλα από το σεληνιακό τοπίο στο Γυαλί, το νησάκι που προετοιμάζει την είσοδό σου στο νησί, το μυαλό σταματά σε εικόνες διαστημικές που σε πείθουν ότι τα νησιά του Αιγαίου, τελικά, δεν μοιάζουν και τόσο μεταξύ τους. Στο λιμάνι ακουμπάμε τα μπαγκάζια και αυτόματα μπαίνουμε στον ρυθμό του σταματημένου χρόνου. Να ψάξουμε δωμάτιο, να τακτοποιηθούμε. Καλά, μετά τον καφέ, που έγινε χάζεμα στη θάλασσα, μπίρα και μεζές. Συνήθως, η πρώτη εικόνα του λιμανιού δεν είναι ό,τι ομορφότερο σ' ένα νησί που κρατά κρυμμένες τις ομορφιές του στα απόκρυφα της ενδοχώρας. Στη Νίσυρο η ομορφιά της αγνότητας, της μη καταστροφής, είναι η ίδια παντού. Παρθένα αίσθηση, καμία ενοχλητική μοντερνιτέ αμφίβολου γούστου που να χαλά τη συνοχή της ιστορικότητας του τοπίου. Εκτός ίσως από την πλαστική αισθητική σε κάποιες καφετέριες στην παραλία της πρωτεύουσας, στο Μανδράκι.
Η ΚΟΣΜΙΩΣ ΚΟΣΜΙΚΗ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ
Το Μανδράκι είναι ένας αλλοπρόσαλλος λαβύρινθος από στενά σοκάκια, βοτσαλωτά δάπεδα, ένα αμφιθεατρικό χωριό κλεισμένο ανάμεσα στο Μεσαιωνικό Φρούριο και την Παναγία τη Σπηλιανή. Όσες βόλτες και να κάνεις ποτέ δεν θα νιώσεις ότι το κατέχεις, ότι έχεις τελειώσει μαζί του. Απρόσμενα σκαλοπάτια κάτω από ροδιές, δίπλα από φραγκοσυκιές και βασιλικά, κατεβαίνεις τρία σκαλιά και χωρίς να το καταλάβεις βρίσκεσαι στην ασπρισμένη αυλίτσα κάποιου ουζερί με τις ορτανσίες του και αν προσπεράσεις, τα βήματά σου θα σε οδηγήσουν στα πιτσιρίκια που παίζουν σε κάποια ιδιωτική αυλή. Δύο λευκά εκκλησάκια, μικρά σαν κουκλόσπιτα, χωμένα σχεδόν μες στο χώμα. Και ο λαβύρινθος σταματά σε κάποιον απρόβλεπτο μπαξέ με ντοματιές και λεμονιές. Και κει που νομίζεις ότι έχεις ξεστρατίσει, έχεις χαθεί, διασχίζοντας μετά βίας ένα στενό σοκάκι που δύο μαζί δεν τους χωρά, να 'σου και προβάλλει μπροστά σου η καρδιά του νησιού, το κοσμικό κέντρο, η πλατεία της Ηλικιωμένης με τον γιγάντιο φίκο.
Εδώ το βράδυ θα μαζευτεί όλο το νησί για σουμάδα, γαλακτομπούρεκο και άλλα θεϊκά γλυκά, για ποτό σε τιμή αμετάφραστη για τα δεδομένα της Αθήνας στο διπλανό μπαράκι, για χάζι, κουτσομπολιό, για να δώσουν ραντεβού εκείνοι που χάθηκαν στις περιηγήσεις της ημέρας για το μπάνιο της αυριανής, να ανταλλάξουν εικόνες και πορείες. Κάθε δραστηριότητα του νησιού ξεκινά και τελειώνει στην Ηλικιωμένη. Τα καλωσορίσματα και οι αποχαιρετισμοί, τα πρωινά τηγανητά αυγά και το τελευταίο ποτό μετά τη Βίσση στο γειτονικό μπαράκι. Αν μπορέσεις να ξεφύγεις από τον ασφυκτικό κλοιό της, θα κατηφορίσεις στην παραλία με τα μαύρα βράχια της λάβας που χύθηκε για να πετρώσει στο νερό. Θα συνεχίσεις με τεκίλες στα παραλιακά μπαράκια, ξαπλωμένος στο πεζούλι πάνω από το νερό, κάτω ακριβώς από την ανορθόδοξη για τέτοιου είδους δραστηριότητες, ορθόδοξη, επιβλητική σκιά της Παναγίας της Σπηλιανής. Το δειλινό θα ανηφορίσεις τα 130 σκαλοπάτια της, να δεις τον ήλιο να βάφει κόκκινους τους τοίχους της σπηλιάς που έγινε μοναστήρι σύρριζα στο κύμα, το ξυλόγλυπτο τέμπλο του 1725, μια γλαστρούλα με βασιλικό σε ένα μικροσκοπικό πρεβάζι κι από κάτω ακριβώς ο παφλασμός των κυμάτων. Η Παναγία αυτή, τα «Μετέωρα» της Δωδεκανήσου, μοναστήρι από τον 14ο αιώνα, είναι σύμβολο για το νησί. Στο υπόγειο εκκλησάκι που φιλοξενεί την εικόνα οι «νιαμερίτισσες» γυναίκες του χωριού εκτελούν καθημερινά 300 μετάνοιες για 9 ολόκληρες μέρες στη γιορτή της Κοίμησης, από τις 6 ως τις 15 Αυγούστου. Μετά, σειρά έχει ένα από τα ωραιότερα πανηγύρια του Αιγαίου, πού αλλού; Στην πλατεία της Ηλικιωμένης. Πανηγύρι που μαζεύει από τα τέσσερα σημεία του πλανήτη τα ξενιτεμένα παιδιά του νησιού, που ανάμεσα σε δύο μπάλους ανακοινώνουν από μικροφώνου τις δωρεές τους για το τελείωμα κάπου ξωκλησιού, για το άνοιγμα κάποιου δρόμου, φόρο τιμής από την ξενιτιά στη νέα-καλύτερη- εποχή του νησιού.
ΓΙΑ ΨΑΡΙ ΣΤΟΥΣ ΠΑΛΟΥΣ
Το παραλιακό οδικό δίκτυο του νησιού είναι στην ουσία μια πορεία εννέα μόνο χιλιομέτρων στο βόρειο και ανατολικό κομμάτι του νησιού, από το Μανδράκι στις Λυές. Θα πάρεις μαζί το νερό σου και θα συνεχίσεις για δέκα λεπτά το γραφικό μονοπάτι που θα σε οδηγήσει στην ομορφότερη, και μοναδική στην ουσία, πραγματική παραλία του νησιού, την Παχιά Άμμο. Στην αρχή θα σε ξενίσει το σκούρο χρώμα της όντως παχιάς άμμου. Μην ξεχνάς ότι για τη χρωματική παλέτα του νησιού υπεύθυνο είναι μόνο το ηφαίστειο. Η Παχιά Άμμος είναι, εκτός από το τέλος του κόσμου, και μία από τις πιο μαγικές παραλίες του Αιγαίου, το καταφύγιο των free campers που στήνουν τις σκηνές τους διακριτικά ανάμεσα στους θάμνους, πίσω από τους αμμόλοφους.
Επιστρέφοντας και παίρνοντας τον δρόμο στην αντίστροφη πορεία του, στα δεξιά σου θα παρελάσουν οι λιγότερο επιβλητικές αλλεπάλληλες παραλίες της ηφαιστειακής τέφρας στις Λυές. Ένα κοπάδι μοσχάρια που έρχεται ξαφνικά να ταράξει με την απρόσμενη παρουσία του τη μοναχική σου ηλιοθεραπεία, σμέρνες που καιροφυλακτούν κάτω από τις πέτρες, απόκοσμο τοπίο στην παρένθεση του Αιγαίου. Κι ύστερα το ψαροχώρι των Πάλων, για φρέσκο ψάρι και ψαρομεζέδες δίπλα στο κύμα. Οι Πάλοι είναι το επίνειο του Μανδρακίου και αν δεν έχεις τσακωθεί με το περπάτημα, ο καλύτερος τρόπος για να το ανακαλύψεις είναι να κατέβεις ως εδώ με τα πόδια. Λίγο πριν από το Μανδράκι, θα σε ξενίσει ο τεράστιος για τα δεδομένα του νησιού όγκος ενός κομψού, πέτρινου κτιρίου, των Λουτρών του Παντελίδη, τα οποία κάποτε εκτελούσαν χρέη κοσμικού θέρετρου. Σε φάση εκσυγχρονισμού βρίσκονται και τα Δημοτικά Ιαματικά Λουτρά, λίγο πιο κοντά στο Μανδράκι, ένα έργο που άμα τελειώσει θα ξαναβάλει τη Νίσυρο στο χάρτη των λουτροπόλεων και της ιαματικής χάρης που δίνουν οι 55 βαθμοί των θερμών νερών της.
ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ
Ο δρόμος που ανηφορίζει στο βουνό περνά μέσα από βελανιδιές, αμυγδαλιές, ελιές, αγραμυθιές, σπάρτα και θάμνους, μια κοιλάδα καταπράσινη και ευωδιαστή που καταργεί τον άγονο μύθο του Αιγαίου. Περνάμε το Εμπορειό και κάπου το τοπίο αλλάζει δραματικά, λες και ξαφνικά ένα κομμάτι της Σελήνης ήρθε επίσκεψη στη γη. Κάτω από το ανελέητο φως προβάλλει, μέσα σε όλους τους τόνους της ώχρας, ο κρατήρας Στέφανος. Καθώς κατηφορίζουμε την κοιλάδα, από τα παράθυρα του αυτοκινήτου εισχωρεί η μυρωδιά του θειαφιού, του ίδιου που έχει χρωματίσει με υπέροχα φαιά και κίτρινα χρώματα τις φαλακρές πλαγιές ολόγυρά μας. Και στο μέσον του σκηνικού, που θα μπορούσε να στεγάσει τον «Πόλεμο των Άστρων», παρκάρουμε δίπλα στα τουριστικά λεωφορεία και σταματάμε για έναν καφέ στην πανέμορφη καντίνα του Λευτέρη Κοντογιάννη. Γύρω μας η σιωπή του Διαστήματος. Μα, πού πήγαν οι επιβάτες των λεωφορείων; Με τις πολύτιμες πληροφορίες του Λευτέρη προσπαθούμε να αναβάλουμε τη μοναδική εμπειρία, να την κάνουμε να διαρκέσει περισσότερο. Λίγο μετά, προχωρώντας στο χείλος του κρατήρα, λύνουμε το μυστήριο: η επίσκεψη στον κρατήρα είναι μια σταδιακή κάθοδος από τα τοιχώματά του στο δάπεδο. Όσο κατεβαίνουμε η θερμοκρασία ανεβαίνει, η μυρωδιά του θειαφιού καταντά υπνωτική, ζαλιστική, εντείνοντας το απόκοσμο της εμπειρίας. Το έδαφος στον κρατήρα καίει. Από τις οπές του αναδύονται δύσοσμα, καυτά αέρια. Η πρώτη γνωριμία με τα αθέατα έγκατα του πλανήτη. Η πρώτη συνομιλία με το μυστήριο κάτω από τα πόδια μας: ατμός, υδρόθειο, διοξείδιο του άνθρακα. Χανόμαστε στη μαγική δύναμη που έχουν τα καυτά έγκατα με δέος και θαυμασμό κι έναν μικρό φόβο γιατί ποτέ δεν ξέρεις ποια θα είναι η επόμενη φορά που το ηφαίστειο θα θυμηθεί τους ανθρώπους. Το ηφαίστειο αυτό αναδύθηκε από τη θάλασσα 150.000 εκατομμύρια χρόνια πριν. Τα επόμενα 100.000 χρόνια η δράση του θα δημιουργήσει έναν μεγάλο ηφαιστειακό κώνο πάνω από τη στάθμη της θάλασσας, τον κώνο της Νισύρου. Η πρώτη μεγάλη καταστροφική έκρηξη εκδηλώνεται 25.000 χρόνια πριν και η δεύτερη, στην οποία χρωστάμε τη δημιουργία της καλδέρας και τη λευκή ελαφρόπετρα και στάχτη που σκεπάζει σήμερα το βόρειο τμήμα του νησιού, 15.000 χρόνια πριν. Όσο για τα καυτά αέρια του κρατήρα, αυτά οφείλονται στο θαλασσινό νερό και στο νερό της βροχής που εισχωρεί στα πετρώματα, συγκεντρώνεται σε τεράστια βάθη, όπου θερμαίνεται από τα καυτά αέρια που διαφεύγουν από το μάγμα και μετατρέπεται σε υπέρθερμο ατμό, 40 και 50 βαθμών Κελσίου. Όταν η πίεση του ατμού διαπεράσει τα πετρώματα, εμείς βιώνουμε, καλή ώρα, την επικοινωνία μας με τα καυτά σπλάχνα της Γης.
ΤΟ ΕΜΠΟΡΕΙΟ ΚΑΙ ΤΑ ΝΙΚΙΑ
Η αμφιθεατρική άνοδος στο Νημποριό σταματά μπροστά στην είσοδο του χωριού, στην πινακίδα «Natural Sauna», πρόκληση που αποκλείεται να αποφύγεις − ένα χτιστό άνοιγμα που θυμίζει είσοδο σπηλιάς και μετά βίας χωρά ένα άτομο. Περνάς την είσοδο και βρίσκεσαι στο μισοσκότεινο κλειστοφοβικό εσωτερικό. Από τα τοιχώματα της σπηλιάς έρχεται ένα ρεύμα θερμού αέρα, κηλίδες ιδρώτα τυλίγουν το κορμί σου, η πανταχού παρούσα στο νησί παρουσία των αερίων.
Λευκά, περιποιημένα σπιτάκια, ένα γραφικό, στενό δρομάκι, η είσοδος στο Εμπορειό. Λίγα μέτρα πιο κάτω, τα σπιτάκια γίνονται γκρίζα, χωρίς πόρτες, παράθυρα και στέγες. Οι ανθρώπινες φωνές σβήνουν, η μέγγενη της εγκατάλειψης, το Εμπορειό φάντασμα. Μερικές μόνο δεκάδες κάτοικοι και μπαίνουμε στο ιστορικό καφενείο του Ξανθού, με το μικρό μπαλκονάκι που βλέπει όλο τον γκρεμό μέχρι το ηφαίστειο, το πιο μαγικό μαγαζί του νησιού. Σε μια συμπλοκή ανάμεσα σε Έλληνες, Γερμανούς και Άγγλους κομάντο το 1945 μια σφαίρα τρύπησε τον καθρέφτη που στέκει μπροστά μας στο «Μπαλκόνι του Εμπορειού». Τρώμε εξαιρετικά κεφτεδάκια, πατάτες και τις πεντανόστιμες χοιρινές μπριζόλες, «τόσο νόστιμες, που σε ξεγελούν και νομίζεις πως τρως μοσχάρι». Η νύχτα πέφτει πάνω στο ηφαίστειο κι εμείς έχουμε βιώσει την πιο απόκοσμη εμπειρία της ζωής μας.
Δέκα λεπτά πιο πέρα, τα Νικιά, ένα πανέμορφο χωριό με τις χαρακτηριστικές επικλινείς κεραμιδοσκεπές του. Η μικρή κουκλίστικη πλατεία με το βοτσαλωτό, η Πόρτα, φιλοξενεί μια νόστιμη ταβέρνα, ένα μπαράκι και την εκκλησία των Εισοδίων. Τόπος επιβλητικός, εξώστης στο ηφαίστειο κι απέναντι ακριβώς το περίγραμμα της Τήλου.
ΣΤΟ ΓΥΑΛΙ
Το Γυαλί είναι μια εκδρομή και ταυτόχρονα μια εξίσου απόκοσμη εμπειρία. Το πλοιάριο της εταιρείας ΛΑΒΑ που μεταφέρει τους εργάτες με το πρώτο φως του ήλιου μάς αποβιβάζει στο νησί. Κατάφυτο με πεύκα στη βόρεια πλευρά του, που σκιάζουν έναν κλειστό όρμο με καταπράσινα νερά, αλλάζει ριζικά όψη στην πλευρά του απέναντι από τη Νίσυρο. Εδώ βρίσκονται οι μοναδικές στην Ελλάδα εγκαταστάσεις εξόρυξης ελαφρόπετρας. Η ανθρώπινη δραστηριότητα των τελευταίων 50 χρόνων έχει δημιουργήσει στις απόκρημνες, κατάλευκες πλαγιές σχήματα εξωπραγματικά, γλυπτά απίστευτης, αφηρημένης ομορφιάς. Και μπροστά στο προϊστορικό τοπίο, η παραφωνία των μηχανολογικών εγκαταστάσεων, των τούνελ, το σιλό, οι φορτωτές, το πλοίο που θα μεταφέρει την ελαφρόπετρα. Το Γυαλί είναι μια υπέροχη ιδέα για μπάνιο και περιήγηση στο κέντρο του νησιού που αξίζει οπωσδήποτε το βάρβαρο ξύπνημα, αφού μόνο το φως της αυγής απογειώνει το σουρεαλιστικό ντεκόρ, αρκεί να μην ξεχάσεις να πάρεις μαζί σου νερό, κάτι για φαγητό και, κυρίως, τη φωτογραφική σου μηχανή.
ΜΕΡΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΞΙΖΟΥΝ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΝΙΣΥΡΟ
- Το ηλιοβασίλεμα στο σιωπηλό Παλαιόκαστρο. Ν' ανέβεις στα τείχη και να αγναντέψεις τη θέα. Στο κατέβασμα, να κόψεις σύκα-μέλι από τις συκιές της διαδρομής προς τον κεντρικό δρόμο.
- Η θέα στο Μανδράκι το δειλινό από την αρχαία ακρόπολη.
- Να επισκεφτείς την περίφημη, γιγάντια τερεβινθιά μπροστά στη Μονή της Ευαγγελίστριας. Δεκαπέντε μέτρα διάμετρος, 5,5 μέτρα περίμετρος κορμού και 15 μέτρα ύψος.
- Να επισκεφτείς ένα σπηλάδι. Το σπηλάδι είναι ένα μικρό, υπόσκαφο ή λιθόκτιστο οίκημα άρτιας αρχιτεκτονικής που φιλοξενεί τους αγρότες την περίοδο του θερισμού.
- Να μαζέψεις λεία, στρογγυλά βότσαλα από τους Χοχλάκους, την παραλία του Μανδρακίου κι αυτή που προτιμούν οι ντόπιοι. Είναι μια χαρά και για καταδύσεις ή ιστιοσανίδα.
- Να κάνεις μια βόλτα στον περίεργο ναΐσκο της Παναγίας της Θερμιανής που είναι χτισμένη κάτω από τον θόλο των Ρωμαϊκών Λουτρών.
- Να κάνεις με φουσκωτό τον γύρο του νησιού για να μη χάσεις τους απίστευτους γεωλογικούς σχηματισμούς της λάβας στις νότιες ακτές.
- Να ζητήσεις από κάποιον ντόπιο στο Εμπορειό να σε πάει στο απόκρημνο σπήλαιο της Αγίας Τριάδας της Ληστηριώτισσας με την τοιχογραφία της Παναγίας του 14ου αιώνα. Πάνω της θα διακρίνεις το τραύμα από το μαχαίρι των ληστοπειρατών.
- Να περπατήσεις. Πολύ και ξανά. Το νησί διαθέτει μερικές από τις πιο μαγικές διαδρομές της Ελλάδας. Ανάμεσα στις ξερολιθιές −«βαστάδια» τα λένε εδώ−, πλάι σε παλιά αποστακτήρια, πορτοκαλεώνες, ξωκλήσια και αγροτόσπιτα.
- Να αγοράσεις εξαιρετική κάππαρη, σουμάδα από το εργαστήρι της Ειρήνης Σάκκαλη στο Μανδράκι, τυρί κρασάτο διατηρημένο σε κόκκινο κρασί, γλυκό κουταλιού ντοματάκι και ψιλοκούλουρα.
- Να μάθεις τα πάντα για τα ηφαίστεια της Ελλάδας στο Ηφαιστειολογικό Μουσείο που στεγάζεται στο παλιό Δημοτικό Σχολείο, στα Νικιά.
- Να πιάσεις φιλίες με τους ντόπιους της Ηλικιωμένης.
- Να ξαναπάς.
ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑ
Αν αναζητάς την πολυτέλεια, άλλαξε επειγόντως προορισμό. Τα κοσμιότερα ξενοδοχεία του νησιού είναι το Πορφυρίς στο Μανδράκι, με θέα στη θάλασσα και πισίνα με θαλασσινό νερό (τηλ. 22420 31176, 22420 31376, €46-66), το Romantzo και ο Πολυβιώτης, το Δημοτικό Ξενοδοχείο στο Μανδράκι (τηλ. 22420 31011, 22420 31012). Συμπαθητικό και απλό είναι και το White Beach, μπροστά σε παραλία με ψιλή άμμο, κρεμασμένο στον βράχο και με θέα στο πέλαγος (τηλ. 22420 31497-8, €46-60). Tα ωραιότερα, όμως, ανακαινισμένα παραδοσιακά σπίτια θα τα βρείτε στο airbnb (38 διαμαντάκια) και αξίζουν πραγματικά τον κόπο τόσο για την αρχιτεκτονική όσο και την ατμόσφαιρά τους.
ΦΑΓΗΤΟ
Αν εξαιρέσεις μερικά στέκια στο λιμάνι που τα «κόβεις» και με το μάτι ότι δεν πρόκειται να σου προσφέρουν καυτές εμπειρίες, στη Νίσυρο γενικά τρως πάρα πολύ νόστιμα σχεδόν παντού. Δεν είναι, πάντως, το νησί με το άφθονο ψάρι, μια που ο βυθός του, λόγω της ηφαιστειακής δράσης, είναι ιδιαίτερα φτωχός. Ωστόσο, στις ταβέρνες θα βρεις καθαρές, σπιτικές, προσεγμένες γεύσεις και ανέλπιστα καλά γλυκά στην πλατεία της Ηλικιωμένης.
Η Σεβαστή (Πανόραμα) (Μανδράκι, 22420 31185). Στη Σεβαστή θα δοκιμάσεις όλη την γκάμα της τοπικής παράδοσης στην πιο νοικοκυρεμένη της εκδοχή: μπουκουνιές (τηγανητό χοιρινό με μυρωδικά), πιτιές (οι ντόπιοι ρεβιθοκεφτέδες), πικάντικη τυροσαλάτα και έξοχα μαγειρευτά.
Ο Πέτρος στους Πάλους έχει το πιο φρέσκο ψάρι.
Η Χρυσάνθη στους Πάλους φτιάχνει τέλεια μαγειρευτά και καταπληκτική κρέμα καραμελέ.
Στο Μπαλκόνι (22420 31607), στο Εμπορειό, θα φας υπέροχα ψημένο χοιρινό μπριζολάκι και όλα τα μαστόρικα ψητά του Βασίλη, κεφτέδες, σαλάτες από τον κήπο τους, αληθινές τηγανητές πατάτες, τα μαγειρευτά της Κατερίνας, με tοp το κοκκινιστό. Μπόνους, η θέα κατευθείαν στον κρατήρα του ηφαιστείου.
Στη Γωγώ, στα Λουτρά, θα βρεις υπέροχους ουζομεζέδες, σαρδέλα που την παστώνει μόνη της και νόστιμα ντολμαδάκια.
Από ιταλικό χέρι, πραγματικά al dente μακαρονάδες, σαλάτες και πίτσα, στο Bacareto Margarita στο Μανδράκι (22420 31832).
Χυλωμένη κακαβιά, χταποδοσαλάτα, ψιλό τραγανό γαριδάκι, φρέσκο ψάρι και τηγανητοί κολοκυθοανθοί γεμιστοί με τυρί από τα χεράκια της κυρίας Αστραδενής, στην Αστραδενή στους Πάλους (22420 31061).
Η Ειρήνη (22420 31365), στην πλατεία της Ηλικιωμένης, μαγειρεύει σπιτικό φαγητό με δικά τους κρέατα και τυριά. Σουβλιστό κατσικάκι και γουρουνόπουλο, ιμάμ και μαγικό γαλακτομπούρεκο.
Στο κεντρικό δρομάκι στο Εμπορειό, με τα γαλάζια της τραπεζάκια κάτω από τις πέτρινες καμάρες, η Απυριά (22420 31377) φημίζεται για τα γλέντια της, άμα τύχει βραδιά με όργανα και κέφι, αλλά και για τον μεζέ της: ντολμαδάκια, ρεβιθοκεφτέδες, ωραία ψημένο συκώτι, γουρουνόπουλο και υπέροχη σκορδαλιά με αμύγδαλα.
Στον καφενέ του Νικόλα (22420 31760), στα Νικιά, θα πας για ελληνικό παλιακό και μερακλή, για σπιτική λεμονάδα, ρακόμελα και τσίπουρα με μεζεδάκια.