Επιστρέφοντας καλοκαίρι από την Ελαφόνησο με μια ηρωική XL, που εκτός από τα νεαρά μας σαρκία κουβαλούσε αντίσκηνο, «σαμάρια» και δύο sleeping bags με τα στρωματάκια τους –τρομάρα μας–, λίγο πριν από την Τρίπολη μάς έπιασε μια τρομερή καταιγίδα, η οποία μας έστειλε βρεγμένους και ταλαίπωρους στην πόλη και στο πρώτο café που βρήκαμε μπροστά μας. Καθίσαμε ένα δίωρο, στεγνώσαμε και παρά την εισήγησή μου να διανυκτερεύσουμε επιτοπίως, φύγαμε μόλις η βροχή άρχισε να κόβει.
Αυτή ήταν η πρώτη μας «γνωριμία» με την πρωτεύουσα της Αρκαδίας και πέρασαν πολλά πολλά χρόνια για να υπάρξει δεύτερη. Τον νομό τον έχουμε «ξεσκονίσει» από άκρη σε άκρη, στην Τρίπολη όμως δεν μπαίναμε ποτέ. Μέχρι που βρεθήκαμε εκεί για ένα διήμερο, μετά από κάλεσμα αγαπημένων φίλων. Και ήταν μια απρόσμενη, ευχάριστη έκπληξη.
Πρώτη ημέρα
Όσα παλικάρια κι αν ξεκινήσετε για να πατήσετε την Τριπολιτσά, μάλλον θα αρχίσετε από την Πλατεία Άρεως, μια μεγάλη, «χορταστική» πλατεία με το δικαστικό μέγαρο, ωραία νεοκλασικά και τον ανδριάντα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (1966), έργο του σημαντικού γλύπτη Φάνη Σακελλαρίου.
Ο Γέρος του Μοριά ήταν αυτός που κατάλαβε πόσο σημαντική ήταν η κατάληψη της Τρίπολης, πήρε μέρος στην πολιορκία της και συνέβαλε τα μάλα στην Άλωση της Τριπολιτσάς στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, έξι μήνες μετά την Επανάσταση. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματά του, ακολούθησε τριήμερη σφαγή με θύματα 32.000 παιδιά, γυναίκες και άντρες – εξού και ο τίτλος «Σφαγή της Τριπολιτσάς»…
Το Μεγάλο Καφενείο δεν είναι μόνο ένα από τα παλαιότερα της Ελλάδας, καθώς λειτουργεί από το 1840, αλλά και ένα από τα 53 ιστορικά καφέ της Ευρώπης, ενώ συμπεριλαμβάνεται και στη λίστα της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco.
Στη βάση του μνημείου φυλάσσονται από το 1993 τα οστά του οπλαρχηγού, τα οποία συνόδευσε ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος στην Τρίπολη στις 12 Οκτωβρίου 1930, μετά από απαίτηση των Αρκάδων, για να τοποθετηθούν προσωρινά στο μνημείο της Στήλης Αρχιερέων και Προκρίτων, που βρίσκεται κοντά στον ανδριάντα.

Πέρασαν δεκαετίες εράνων για να συγκεντρωθούν τα χρήματα για τον χάλκινο έφιππο Κολοκοτρώνη που κραδαίνει το σπαθί του, το γλυπτό αποκαλύφθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1971, ενώ χρειάστηκαν ακόμα είκοσι δύο χρόνια για να βρεθούν τα οστά στη θέση που προβλεπόταν –πιθανότατα από το 1911– και να αφεθούν επιτέλους στην ησυχία τους.
Ο πεζόδρομος της Δεληγιάννη έχει πάντα κίνηση, μπαράκια, φοιτητές και είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, ωστόσο αν θέλετε να αράξετε για καφέ επιβάλλεται να αναζητήσετε το πραγματικά μοναδικό Μεγάλο Καφενείο. Κατευθυνθείτε προς την Πλατεία Αγίου Βασιλείου, επισκεφθείτε τον ομώνυμο υπερυψωμένο μητροπολιτικό ναό του 1855 με το μαρμάρινο τέμπλο που σχεδίασε ο Ερνστ Τσίλερ και ετοιμαστείτε για έναν αλλιώτικο καφέ που θα σας ταξιδέψει στον χρόνο.
Το Μεγάλο Καφενείο δεν είναι μόνο ένα από τα παλαιότερα της Ελλάδας, καθώς λειτουργεί από το 1840, αλλά και ένα από τα 53 ιστορικά καφέ της Ευρώπης, ενώ συμπεριλαμβάνεται και στη λίστα της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco. Με τα αυθεντικά του έπιπλα, που είχαν γίνει παραγγελία στη Βιέννη, γεμάτο αντίκες, ιστορικά αντικείμενα και όπλα της Επανάστασης του 1821, αφού γλίτωσε την κατεδάφιση ατενίζει με υπερηφάνεια τον 21ο αιώνα, διασώζοντας αναμνήσεις από ένα μεγαλοαστικό παρελθόν που έχει πια χαθεί, υποθέτω ανεπιστρεπτί.


Στην Πλατεία Αγίου Βασιλείου βρίσκεται και το Πολεμικό Μουσείο, που στεγάζεται στο ισόγειο της εντυπωσιακής οικίας Μαλλιαροπούλου, ενώ στην Πλατεία Πετρινού δεσπόζει το Μαλλιαροπούλειο Θέατρο (1910), δωρεά του φιλότεχνου γιατρού, που δίνοντας στους φίλους του μια αόριστη υπόσχεση στο διάλειμμα θεατρικής παράστασης στο «Θέατρο του Λαγοπάτη», βρέθηκε με τη Φιλαρμονική της πόλης κάτω από το παράθυρό του να πανηγυρίζει για την προσφορά του μεγάλου ευεργέτη.
Στο πρώην νοσοκομείο της Ευαγγελίστριας, που σχεδίασε το 1896 ο Τσίλερ, στεγάζεται σήμερα το Αρχαιολογικό Μουσείο, το οποίο φιλοξενεί ευρήματα από τη Μαντίνεια και την ευρύτερη περιοχή, που ξεκινούν από τη νεολιθική περίοδο και φτάνουν μέχρι την ύστερη αρχαιότητα. Στην Τρίπολη βρίσκεται και το σπίτι που γεννήθηκε ο Κώστας Καρυωτάκης, ένα νεοκλασικό που τώρα στεγάζει την Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
Μην ξεχάσω να σημειώσω ότι στην Τρίπολη θα ευχαριστηθείτε φαγητό, μιας και η περιοχή διαθέτει ντόπια κρέατα, γαλακτοκομικά, ζυμαρικά, πατάτες, καθώς και φέτα και μήλα ΠΟΠ. Ιδιαίτερα τα τελευταία δεν τα βρίσκει κανείς εύκολα, έχουν υψηλή διατροφική αξία, είναι τραγανά, αρωματικά και… ελαφρώς κακομούτσουνα.
Δεύτερη ημέρα

Αν έχετε παιδιά –ή και όχι– μια καλή ιδέα είναι μια βόλτα στο Σπήλαιο Κάψια, που απέχει 15 χιλιόμετρα από την πόλη. Ανακαλύφθηκε από τον Γάλλο αρχαιολόγο Γκιστάβ Φουζέρ το 1887, συγκαταλέγεται στα 10 πιο αξιόλογα σπήλαια της Ελλάδας και είναι επισκέψιμο από το 2010. Η ξενάγηση δεν είναι κουραστική και θα εντυπωσιαστείτε από τον πλούσιο σταλαγμιτικό διάκοσμο, ιδιαίτερα όταν βρεθείτε στην αίθουσα των «Θαυμασίων», με τους σπάνιους χρωματισμούς.
Για όσους αγαπούν τα μουσεία, ένα από τα σημαντικότερα της περιφέρειας βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την Τρίπολη και αξίζει και με το παραπάνω να το επισκεφθείτε: το Αρχαιολογικό Μουσείο Τεγέας. Από τα παλαιότερα μουσεία της Πελοποννήσου (1909), ανακαινίστηκε με χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επαναλειτούργησε το 2014.
Το 2016 συμμετείχε και κέρδισε ειδικό έπαινο στον ευρωπαϊκό διαγωνισμό που διοργανώνεται από τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό European Museum Forum (EMF). «Οι κριτές εντυπωσιάστηκαν από το μουσείο, το οποίο προβάλλει ως κεντρική ιδέα τη γένεση και εξέλιξη της Πόλεως (πόλις-κράτος), εξερευνώντας τη σημασία της Τεγέας και του εξέχοντος αρχαιολογικού χώρου του ιερού της Αλέας Αθηνάς. Το μουσείο, στην καρδιά της αρχαίας Αρκαδίας, μυεί τον επισκέπτη στο επίκεντρο της μουσειολογικής του προσέγγισης, ενσωματώνοντας καινοτόμες τεχνολογίες υψηλής αισθητικής», διαβάζουμε στο κείμενο της βράβευσης.

Το ίδιο το ιερό της Αλέας Αθηνάς, που αποτελεί κυριολεκτικά κομμάτι του σημερινού χωριού, όπως εύκολα θα διαπιστώσετε, είναι έργο του σπουδαίου Παριανού γλύπτη Σκόπα, γεγονός που εγγυάται την υψηλή αισθητική των εκθεμάτων που φιλοξενεί το «ταπεινό» στην όψη πέτρινο μουσείο.
Ο επόμενος αρχαιολογικός χώρος που προτείνω να δείτε εντοπίστηκε μετά από ενδελεχή έρευνα. Εξηγούμαι. Το 1994 η Λουκία Ρικάκη γύρισε μια ταινία με τίτλο «Κουαρτέτο σε 4 κινήσεις». Πρωταγωνιστής ήταν ο Γιώργος Χωραφάς στον ρόλο ενός διάσημου συνθέτη που επιστρέφει στην Ελλάδα μετά από χρόνια απουσίας. Στην ταινία υπάρχει μια σκηνή όπου ο Χωραφάς διευθύνει μια ορχήστρα –τη μουσική της ταινίας υπογράφει ο Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ– σε ένα ορεινό θέατρο με μαγική θέα.
Αυτό ήταν. Έπρεπε να βρούμε το θέατρο. Και αρχίσαμε να ψάχνουμε πού έγιναν τα γυρίσματα. Διαβάζουμε ότι πρόκειται για το Αρχαίο Θέατρο Ορχομενού και το αναζητάμε στη Βοιωτία, όπου –έκπληξη– δεν υπάρχει. Χρόνια μετά μαθαίνουμε ότι στην Ελλάδα έχουμε και Ορχομενό Αρκαδίας, λίγα χιλιόμετρα από το Λεβίδι, και με την πρώτη ευκαιρία παίρνουμε τον δρόμο προς τα εκεί.

Δεν είμαι σίγουρη ότι είναι ακόμα έτσι, τότε όμως το να το εντοπίσεις και να φτάσεις στον αρχαιολογικό χώρο μέσα από μισοδιαλυμένους δρόμους ήταν μια περιπέτεια. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν δύο άγρια τσοπανόσκυλα που άρχισαν να κυνηγάνε το αυτοκίνητο γαβγίζοντας, μέχρι που, πατώντας τέρμα το γκάζι, τα «νικήσαμε».
Το θέατρο, που χρονολογείται τον 3ο αι. π.Χ. και υπολογίζεται ότι χωρούσε πάνω από 4.000 θεατές, μας αποζημίωσε με τη γαλήνια ομορφιά του και την πανοραμική θέα στην πεδιάδα του Ορχομενού και της Κανδήλας. Όσο για τα τσοπανόσκυλα, αυτά μας περίμεναν με άγριες διαθέσεις στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου και έφυγαν άρον άρον μόλις άρχισε τις αγριοφωνάρες ένας άρτι αφιχθείς Γερμανός τουρίστας.