To post-rock είναι ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα μουσικά είδη. Η ετυμολογία της λέξης μέχρι το ποιες μπάντες θεωρείται ότι παίζουν αυτό το στυλ έχουν κατά διαστήματα αποτελέσει αντικείμενο διαμάχης ανάμεσα σε ακροατές και συγκροτήματα. Όπως αναφέρει χιουμοριστικά αλλά και πολύ στοχευμένα το FACT σε ένα άρθρο του: «Ο Νο 1 κανόνας του post-rock είναι πως σε καμία περίπτωση δεν το αποκαλείς post-rock».
Το ρεύμα έφτασε στις πιο ένδοξες μέρες του τέλη της δεκαετίας του 1990 και από τότε αργοπεθαίνει: η ηχητική του φόρμουλα έχει εξελιχθεί ελάχιστα και οι πραγματικά σπουδαίοι δίσκοι μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ωστόσο, στη χώρα μας άρχισε να αποκτά σημαντικό κοινό αρκετά χρόνια μετά την εμφάνισή του − και δεν το έχασε ποτέ. Σήμερα, ενάντια στην πτωτική πορεία που ακολουθεί παγκοσμίως, εξακολουθεί να είναι ένα πάρα πολύ διαδεδομένο είδος με πιστούς φίλους στην εγχώρια σκηνή. Αρκεί να σκεφτεί κανείς τον χαμό που επικρατεί κάθε φορά που επισκέπτονται τα μέρη μας μπάντες όπως οι Mogwai, οι Explosions In The Sky, οι God is An Astronaut κ.ά.
Τα ονειρικά ηχοτοπία που πλάθει η κινηματογραφική αύρα που αποπνέει και η κλισέ ιδέα της μουσικής ως soundtrack της ζωής που υπηρετεί ο post-rock ήχος είναι στοιχεία που ταιριάζουν γάντι στην ιδιοσυγκρασία του Έλληνα ακροατή.
Ο όρος «post-rock» περιγράφει ουσιαστικά έναν κατά κύριο λόγο ορχηστρικό ήχο –όχι ότι απαγορεύονται οι στίχοι, αλλά πολύ λίγες μπάντες του είδους τούς χρησιμοποιούν−, ο οποίος βασίζεται στο κλασικό τρίπτυχο της ροκ «κιθάρα - μπάσο - κρουστά». Πολλές μπάντες, όμως, χρησιμοποιούν κι άλλα όργανα, όπως πλήκτρα, βιολιά, τρομπέτες, σαξόφωνα. Αποτελεί ένα συνονθύλευμα από πολλά παρακλάδια της ροκ και όχι μόνο (punk, space rock, ηλεκτρονική μουσική, κλασική μουσική, τζαζ), ενώ το χαρακτηριστικό της γνώρισμα είναι πως οι συνθέσεις ακολουθούν μια ελεύθερη φόρμα και χτίζονται υπομονετικά γύρω από μία κεντρική ιδέα, η οποία εξελίσσεται σταδιακά, αλλάζει ρυθμό, ύφος και δυναμικές, καταλήγοντας συνήθως σε επικά φινάλε.
H ιστορία θέλει τη λέξη «post-rock» να χρησιμοποιείται επίσημα το 1994 για να περιγράψει αυτό τον ήχο από τον μουσικό αναλυτή Simon Reynolds σε μια κριτική του για έναν δίσκο-ορόσημο του ρεύματος (το «Hex» των Bark Psychosis). Ο ίδιος, αργότερα, την εντόπισε και σε άλλα, προγενέστερα κείμενα συναδέλφων του, αυτός όμως ήταν που την καθιέρωσε.
Βέβαια, υπήρχαν μπάντες που έπαιζαν κάτι πολύ κοντινό στο post-rock πριν καν εμφανιστεί αυτή η ορολογία. Οι πρωτοποριακοί This Heat θεωρούνται οι βασικοί πρόδρομοι του είδους, ενώ οι μουσικοί ιστορικοί αναγνωρίζουν τους δίσκους «Laughing Stock» των Talk Talk και «Spiderland» των Slint –κυκλοφόρησαν και οι δύο το 1991– ως τα πιο επιδραστικά δείγματα για τη μετέπειτα διαμόρφωση και εξέλιξη του post-rock ήχου. Μπαίνοντας βαθύτερα στη δεκαετία, άρχισαν να δημιουργούνται όλο και περισσότερες μπάντες που υιοθετούσαν αυτό τον τόσο μοντέρνο, υβριδικό ήχο. Ο δίσκος «Millions now living will never die» (1996) των Αμερικανών Tortoise θεωρείται ιστορικός για το είδος και υπήρξε καθοριστικός για την πρώτη φουρνιά συγκροτημάτων, την οποία εκπροσωπούσαν κυρίως μπάντες που προέρχονταν από το Ηνωμένο Βασίλειο, όπως οι Disco Inferno, οι Seefeel και οι Mogwai, ενώ λίγο αργότερα ακολούθησαν συγκροτήματα από το Σικάγο και περισσότερο από το Moντρεάλ, στο οποίο είχε την έδρα της η θρυλική για το είδος Constellation Records. Στο ρόστερ της τελευταίας ανήκαν σημαντικά σχήματα, όπως οι Godspeed You! Black Emperor, οι Silver Mt. Zion, οι Pan Am, οι Do Make Say Think κ.ά.
Η κορύφωση του ρεύματος ήρθε με την κυκλοφορία τριών δίσκων, του «Young Team» (1997) των Mogwai, του «F# A#» (1997) των Godspeed You! Black Emperor και του «Agaetis Byrjum» (1999) των Sigur Rós. Από αυτό το σημείο κι έπειτα το post-rock άρχισε να νοθεύεται, χάνοντας τον πειραματικό του χαρακτήρα λόγω μιας πιο πoπ κατεύθυνσης, ενώ η κατάχρηση του όρου από μουσικοκριτικούς έκανε θρυλικά συγκροτήματα του ήχου να μη θέλουν να έχουν σχέση πια με την «ετικέτα». Με την έλευση της νέας χιλιετίας, οι δίσκοι των Explosions In The Sky, 65daysofstatic και Mogwai διέθεταν πολλά πιασάρικα ηλεκτρονικά στοιχεία και οδήγησαν το είδος προς ένα πιο mainstream κοινό, χωρίς όμως να προσθέτουν πραγματικά κάτι ενδιαφέρον στο ηχητικό του μείγμα. Η δημοτικότητα της post-rock σταδιακά αυξήθηκε και στην Ελλάδα, σε εντυπωσιακό βαθμό μάλιστα.
Godspeed You! Black Emperor - F# A# ∞ (Full Album)
Γενικά, το πρόβλημα με το συγκεκριμένο μουσικό είδος είναι πως ενώ οι δυνατότητές του είναι απεριόριστες, στο τέλος γίνεται προβλέψιμο και βαρετό. Αν δεν κόβεις φλέβες γι' αυτό τον ήχο, από ένα σημείο και μετά όλα τα κομμάτια ακούγονται τα ίδια. Στη χώρα μας όμως λατρεύτηκε και η αντοχή του στον χρόνο είναι εντυπωσιακή, καθώς σήμερα, που αντικειμενικά το post-rock απασχολεί ελάχιστα τον υπόλοιπο πλανήτη (ο τελευταίος δίσκος που συζητήθηκε βγήκε πριν από πέντε χρόνια), στη χώρα μας έχει αναλογικά πολύ περισσότερους φανατικούς οπαδούς που το στηρίζουν με κάθε ευκαιρία. Θεωρώ πως το post-rock ευδοκίμησε στα μέρη μας για δύο βασικούς λόγους, που επέδρασαν συνδυαστικά. Πρώτον, λόγω του ότι εκείνη την περίοδο δεν συνέβαινε τίποτα ενδιαφέρον και φρέσκο στο ρoκ −μόνο η αναβίωση του garage και του post-punk, αλλά αυτό ήταν ξαναζεσταμένο φαγητό– και δεύτερον επειδή, όταν έφτασε εδώ ο συγκεκριμένος ήχος, συγκέντρωνε πολλά διαφορετικά μουσικά στοιχεία σε μια πιο προσιτή φόρμα, τα οποία συντέλεσαν στη στροφή μιας μεγάλης μερίδας κοινού που προερχόταν από διάφορες μουσικές φυλές σχετικές με το post-rock. Ξαφνικά, μπάντες όπως οι Mogwai και οι Sigur Rós άρχισαν να χτίζουν μια πολύ μεγάλη βάση οπαδών από το πουθενά. Η παγίωσή του, όμως, ως ενός από τα πιο δημοφιλή παρακλάδια της ροκ στην Ελλάδα οφείλεται σε κάτι ακόμα πιο ριζωμένο στη μουσική μας κουλτούρα απ' ό,τι οι παραπάνω λόγοι. Τα ονειρικά ηχοτοπία που πλάθει η κινηματογραφική αύρα που αποπνέει και η κλισέ ιδέα της μουσικής ως soundtrack της ζωής που υπηρετεί ο post-rock ήχος είναι στοιχεία που ταιριάζουν γάντι στην ιδιοσυγκρασία του Έλληνα ακροατή.
Και παρά το ότι το μέλλον της post-rock μοιάζει αβέβαιο, αυτόν το μήνα κυκλοφόρησαν νέους δίσκους δύο από τα πιο ιστορικά σχήματα της ιστορίας του, οι Mogwai και οι Godspeed You! Black Emperor. Καλοί δίσκοι, αν και δεν έχουν να πουν τίποτα καινούργιο πραγματικά. Στη χώρα μας η εικόνα είναι διαμετρικά αντίθετη. Νέα, ντόπια σχήματα (Afformance, Tuber, We.Own.The.Sky κ.ά.) αναπαράγουν τον post-rock ήχο με αξιόλογα αποτελέσματα, γνωστά ονόματα του ήχου έρχονται συχνά για συναυλίες που γίνονται sold-out και γενικά το κοινό του όχι μόνο παραμένει πιστό στην αγάπη του αλλά ανανεώνεται συνεχώς. Μπορεί γι' ακόμα μία φορά να μη συγχρονιζόμαστε με το τι συμβαίνει στο εξωτερικό, αλλά είναι ωραίο να βλέπεις πόσο ανθεκτική στον χρόνο μπορεί να αποδειχτεί η αληθινή αγάπη για τη μουσική.
Mogwai - Every Country's Sun
Σημ (M.Hulot): Το post-rock ήταν το είδος που υιοθέτησαν κυρίως οι μουσικοί στην Ελλάδα, είτε έφτιαχναν ήδη είτε είχαν σκοπό να φτιάξουν μουσική. Για χρόνια «κατέστρεφε» τον ήχο και ακόμα τον «καταστρέφει», με την έννοια ότι με επιρροές post-rock κυκλοφόρησαν και κυκλοφορούν μερικά από τα πιο βαρετά κομμάτια που έχουν βγει ποτέ στην Ελλάδα. Υπήρξε μια περίοδος που οι περισσότεροι μουσικοί άκουγαν post-rock και έπαιζαν post-rock −ήταν κυρίως «η μουσική των μουσικών»−, φίλοι μας, γνωστοί μας, άνθρωποι του κύκλου μας. Πάνω στην τούρλα της εποχής (από το τέλος των '90s μέχρι το τέλος των '00s) όλα αυτά μπορoύσες να τα υποφέρεις (εντάξει, δεν ήταν σωστό να πεις στον κολλητό σου που έφτιαχνε μουσική με τόσο μεγάλο ενθουσιασμό «σε ακούω και νυστάζω», αλλά τώρα που έχει περάσει καιρός μπορώ να πω ότι, ναι, οι post-rock πειραματισμοί των περισσότερων σήμερα δεν ακούγονται (δεν αντέχονται) και εν τέλει αποδεικνύεται ότι υιοθετήθηκε ως ήχος γιατί ήταν εύκολο να τον παίξεις, ακόμα και αν ήσουν εντελώς ατάλαντος. Και για να λέμε και καμιά αλήθεια πού και πού, υπήρξαν πολλοί ατάλαντοι στον χώρο. Βέβαια, σε όλα υπάρχουν εξαιρέσεις, αλλά δεν θέλω να κάνω namedropping. Τώρα που το σκέφτομαι, κι εγώ κάποια φορά που επιχείρησα να φτιάξω μουσική, post-rock ήταν...
σχόλια