Αμέσως μετά τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών κυκλοφόρησε παντού στα social media, άτιτλος και ανώνυμος, ένας χάρτης της Ευρώπης με σταμπαρισμένα ανά χώρα τα ποσοστά που έχουν λάβει στις τελευταίες αναμετρήσεις τα διάφορα ακροδεξιά/αντιμεταναστευτικά κόμματα. Ποταμός από κάτω τα μοιρολόγια, οι κατάρες, τα αυτομαστιγώματα, οι επικλήσεις της Βαϊμάρης και του Στάλινγκραντ, η συλλήβδην καταγγελία της Ευρώπης, της νεωτερικότητας κ.ο.κ. Πράγματι, μια ματιά στον χάρτη αυτόν θα οδηγούσε έναν εξωγήινο παρατηρητή στο συμπέρασμα ότι η Γαλλία ασθμαίνει στον προθάλαμο του φασισμού, η Γερμανία έχει βρεθεί μέσω χρονομηχανής στην περίοδο λίγο πριν από την επικράτηση των ναζί, ενώ στην Ισπανία, ας πούμε, και στα Βαλκάνια –πλην της Ελλάδας– δεν υπάρχουν ακροδεξιά στοιχεία, αφού δεν έχουν καταγραφεί επίσημα εκλογικά αποτελέσματα αντίστοιχων σχημάτων.
Παρ' ότι πρόκειται για τυπικό παράδειγμα εύκολης ψηφιακής χειροτεχνίας με στόχο τη δημιουργία κραυγαλέων εντυπώσεων εις βάρος οποιασδήποτε ουσίας –όπως τα ποσοστά κατοχής της μπάλας στους ποδοσφαιρικούς αγώνες που ποτέ δεν έχουν να κάνουν με το αποτέλεσμα– και παρά τις επιμέρους διαφορές αυτών των ξενοφοβικών καταρχάς σχηματισμών, ο χάρτης περιφέρεται ως βαθιά αποκαρδιωτικό συμπέρασμα ενδελεχούς ανάλυσης της ακροδεξιάς στροφής της Ευρώπης.
Καλώς ήλθαμε στον «μετα-αληθινό» κόσμο όπου βασιλεύουν τα τραυματικά φαινόμενα, οι ανακολουθίες, τα οξύμωρα και τα «είπα - ξείπα» και όπου χωράνε πάσης φύσεως σχιζοειδείς ταυτότητες, ακόμα και αυτή του/της «γκέι ομοφοβικού/-ής» στο φινάλε.
Και αφού πέσαμε από τα σύννεφα (συνήθεια που έγινε λατρεία) με τη ραγδαία άνοδο των ποσοστών της Εναλλακτικής για τη Γερμανία –πολιτικός φορέας που έχει διανύσει όλο το ιδεολογικό φάσμα δεξιά του φιλελεύθερου κέντρου για να καταλήξει ότι στην ξενοφοβία βρίσκεται το ψηφοθηρικό «ψαχνό»–, σηκωθήκαμε για λίγο για να ξαναπέσουμε ακόμα πιο θεαματικά, επεξεργαζόμενοι την πληροφορία ότι η (συν)ηγέτιδα του φορέα αυτού που έχει τεθεί εναντίον του γάμου ομοφύλων είναι λεσβία με σύμφωνο συμβίωσης με τη σύντροφό της, που είναι από τη Σρι Λάνκα. Καλώς ήλθαμε στον «μετα-αληθινό» κόσμο όπου βασιλεύουν τα τραυματικά φαινόμενα, οι ανακολουθίες, τα οξύμωρα και τα «είπα - ξείπα» και όπου χωράνε πάσης φύσεως σχιζοειδείς ταυτότητες, ακόμα και αυτή του/της «γκέι ομοφοβικού/-ής» στο φινάλε.
Η περίπτωση της Alice Weidel έδωσε και νέα υπόσταση στους προβληματισμούς που έχουν καταγραφεί κατά καιρούς σχετικά με την έλξη που ασκούν τα ακροδεξιά σχήματα στο γυναικείο κοινό, ειδικά στο επίπεδο της υψηλόβαθμης στελέχωσης. Μετά τη Γαλλία, τη Δανία και τη Νορβηγία (οι πιο επιφανείς περιπτώσεις), η Γερμανία. Είχε γράψει σχετικά η Ναόμι Γουλφ (το όνομα της οποίας συγχέεται τακτικά με αυτό της Ναόμι Κλάιν, παρ' ότι προέρχονται από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες) πριν από δύο χρόνια σε ένα άρθρο της με τίτλο «Φασισμός με φεμινιστικό πρόσωπο»:
«... Και για όλες αυτές τις γυναίκες, όπως και για κάθε υποτελή ομάδα οπουδήποτε, ο φασισμός ενίσχυε αυτό το ένστικτο που οι κοινωνικοί επιστήμονες αποκαλούν "αποστροφή της τελευταίας σειράς": την επιθυμία να υπερβείς σε βαθμίδα άλλες ομάδες. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε την έμφυλη γοητεία που ασκεί τόσο σε κάποιες γυναίκες όπως και σε κάποιους άντρες, με διαφορετικούς ψυχοδυναμικούς τρόπους, η φιγούρα που αντιπροσωπεύει τη στιβαρή εξουσία και την άκαμπτη ιεραρχία. Είναι όπως το έλεγε η Σίλβια Πλαθ στο ποίημά της "Μπαμπάς": "Κάθε γυναίκα λατρεύει έναν Φασίστα,/ στο πρόσωπο την μπότα, την κτηνώδη καρδιά ενός κτήνους σαν κι εσένα". Αυτά είναι μόνο κάποια από τα μοτίβα της ακροδεξιάς ιδεολογίας που προκαλούν την έλξη σε κάποιες από τις γυναίκες της σημερινής Ευρώπης. Τα σύγχρονα ακροδεξιά κινήματα ενισχύονται επίσης από τους περιορισμούς μιας μεταφεμινιστικής, μετά - τη - σεξουαλική - επανάσταση κοινωνίας και από το πνευματικό και συναισθηματικό κενό που προκύπτει ως απότοκο της απόλυτης επικράτησης ενός κοσμικού υλισμού...».
Είναι μεγάλος πειρασμός να παρακολουθεί κανείς τις δυσοίωνες εξελίξεις του καιρού μας παρέα με τα διδακτικά φαντάσματα του παρελθόντος, βέβαιος πια ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται πάντα ως τραγωδία και ποτέ ως φάρσα. Είναι επίσης όμως διάχυτη πλέον μια αίσθηση παράλυσης και ξεροκεφαλιάς που συνοδεύει την εμμονή να παρακολουθούμε τα γεγονότα αυτού του αιώνα με όρους, συναισθήματα και συμπλέγματα του 20ού.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO