Το πάρτι μιας καθημερινής
Tον φούρνο του Τάκη στο Κουκάκι φαντάζομαι ότι τον ξέρεις. Ο κύριος Τάκης, λοιπόν, ή αλλιώς ο άνθρωπος που το '61 έψηνε 75.000 σιμίτικα κουλούρια την ημέρα στον φούρνο του Λεοντίδη στην Πλάκα, έχει δύο γιους, τον Αρτέμη και τον Θόδωρο. Οι Παπαδόπουλοι, οικογενειακώς, είναι άνθρωποι υπερκινητικοί, υπερδραστήριοι, ακούραστοι, παίρνουν γρήγορες στροφές, κατεβάζει η γκλάβα τους ιδέες. Ο Αρτέμης, μια ζωή μέσα στον φούρνο, με έναν περίεργο τρόπο έχει μέσα του ενσωματωμένη μια ιταλική νότα που τραγουδά, διόλου φάλτσα, την παράδοση της Βερόνας. Ο μπαμπάς του τον έπαιρνε από μικρό μαζί του στις εκθέσεις αρτοποιίας εκεί, αλλά με τα χρόνια ο Αρτέμης μπήκε στο πετσί, στα ήθη και στα έθιμα των ανθρώπων της Βόρειας Ιταλίας, μη σου πω ότι απέκτησε κι ένα ελαφρώς τραβηγμένο, τραγουδιστό αξάν στα ελληνικά του.
Και σαν να μην έφταναν τα βάρβαρα ωράρια του φούρνου, αποφάσισε να στήσει στο στενό της κομψότατης Ζήτρου μια spritzeria-cicchetteria που στα ελληνικά μεταφράζεται ως η συνήθεια του Βενετού να περνάει μετά τη δουλειά για ένα αφρίζον ποτό στα όρθια, παρέα με ένα εκλεκτό μεζεδάκι, πριν επιστρέψει σπίτι, το tapas στα βενετσιάνικα.
Όμως, σ' αυτήν τη γωνιά του «Μικρού Παρισιού», της «Γαργαρέτα» ή του «Κολωνακίου», όπως λεγόταν παλιά η γειτονιά από ένα ρωμαϊκό κολονάκι που είχε ξεμείνει στη Μισαραλιώτου, συμβαίνουν πολύ πιο πολλά και αξιοθέατα από ένα ακόμα spritz καμωμένο με Aperol, Campari ή, ακόμα καλύτερα, με ένα ξηρό Prosecco με φλούδα λεμόνι και μια ελίτσα.
Πώς είναι στο νησί, που κατά το μεσημέρι ένας-ένας μαζεύονται όλοι στο ίδιο μέρος για τον πρώτο καφέ της μέρας, λιγομίλητοι και με το αλκοόλ της προηγούμενης ακόμα στο αίμα, πριν αρχίσουν να πέφτουν στο τραπέζι ζητήματα σοβαρά, όπως το «πού θα πάμε σήμερα για μπάνιο;» – έτσι ακριβώς θα νιώσεις κι εδώ.
Έχω πάει για καφέ γύρω στις 12 το πρωί. Το απειροελάχιστο μπαράκι στήνεται, γεμίζει ωραίες σαμπανιέρες με παγάκια, ο Αρτέμης φυτρώνει ανάμεσά τους Valpolicella Amarone και Prosecco της οικογένειας Buglioni αποκλειστικά, τα τυριά και τα αλλαντικά του μενού κοιμούνται ακόμη στα ψυγεία. Έχει λιακάδα, σιγά-σιγά ο μικρός πεζόδρομος γεμίζει ωραίο κόσμο, Έλληνες και ξένοι της γειτονιάς, οι φρέντο κάθονται στα πεζοδρόμια, κυκλοφορούν στα όρθια, το μαγαζί εντός χωρά μόνο τους ιδιοκτήτες, ο κόσμος βολεύεται στα σκαμπό έξω, άμα ζητήσεις κάτι για τη λιγούρα του καφέ ο Αρτέμης με αυστηρό ύφος θα σου πει: «Πήγαινε πάρε τίποτα από τον φούρνο». Το εξωτερικό μπαράκι γεμίζει κριτσίνια, κουλουράκια, πιτάκια και λυχναράκια, αλληλοκεράσματα και πολλές χαιρετούρες. Μικρομπαμπάδες με καρότσια, μαύρα γυαλιά, ντυσίματα με στυλ που ξεχωρίζει. Πώς είναι στο νησί, που κατά το μεσημέρι ένας-ένας μαζεύονται όλοι, σαν τα σαλιγκάρια, στο ίδιο μέρος για τον πρώτο καφέ της μέρας, όλοι μια παρέα των διακοπών, λιγομίλητοι και με το αλκοόλ της προηγούμενης ακόμα στο αίμα, πριν φωτίσει η λιακάδα το μυαλό και αρχίσουν να πέφτουν στο τραπέζι ζητήματα σοβαρά, όπως το «πού θα πάμε σήμερα για μπάνιο;» – έτσι ακριβώς θα νιώσεις κι εδώ.
Τα αγόρια απέναντι έρχονται να απαιτήσουν κρητική ρακή εδώ και τώρα, ο Αρτέμης τους βάζει στο «περίμενε» – θ' αργήσει, αλλά κάποτε θα έρθει. No problem, ο Άγγελος Κωστόπουλος από τη Σούρπη στήνει στο έτερο μπαράκι τα μεζεδάκια, χαλαρά και δίχως άγχος.
Πριν αποσώσει ο καφές, μπροστά μας προσγειώνονται σε χάρτινο σακκουλάκι, με ελαιόλαδο της Ολυμπίας και αλάτι από τη Ρήνεια, μπουκίτσες από τραγανό ψωμάκι στη λαδόκολλα, φετούλες από κρεμώδες μπλε τυρί fiore di arancio που ωριμάζει μέσα σε γλυκό κόκκινο κρασί με λίγο πορτοκάλι κονφί κι ένα ποτήρι amarone. Το οποίο amarone, που παλιά λεγόταν greco, είναι ένα κρασί από ώριμο σταφύλι, που ωριμάζει μέσα σε ψάθινα καλάθια για 4 μήνες πριν πάει τον Γενάρη για οινοποίηση, άλλα 3 χρόνια σε βαρέλι και 17 μήνες στο μπουκάλι. Ένας παράδεισος αν το δοκιμάσεις μαζί με ένα άλλο κρεμώδες τυρί με blueberries. O Aρτέμης φέρνει αποκλειστικά όλη την γκάμα των κρασιών Buglioni από τη Βερόνα που έχουν και μια πολύ πρωτότυπη οικογενειακή ιστορία, αλλά θα βρείτε και ελληνικές ετικέτες που σερβίρονται και σε μισή μερίδα. Salame di ventricina, cotto con tartufo, καπνιστό γαλλικό brezain, prosciutto culatello, ο Αρτέμης περισσότερο περηφανεύεται για τη μυκονιάτικη λούζα του φίλου του του Βασίλη, το μυκονιάτικο ξινοτύρι και τη σκυριανή γραβιέρα που ωριμάζει σε πήλινο και δεν κυκλοφορεί σε καμία αγορά. Άμα είσαι της μπίρας, έχει μια απαστερίωτη από την Τήνο.
Το ιταλικό chic σκουντιέται στριμωγμένο στον ίδιο πάγκο με καμιά τηγανητή γαριδούλα και χταποδάκι, αν έχει πάει για μυκονιάτικο ψάρεμα ο μπαμπάς Τάκης, τουρσιά της συζύγου Χριστίνας, ντολμαδάκι και ελιές της μαμάς Άννας, κουβέντες με φίλους που πριν από μισή ώρα σού ήταν άγνωστοι, θρυλικές ιστορίες του βίου του κύριου Τάκη – απέναντι τα αγόρια ανεβάζουν τα ντεσιμπέλ του πάρτι με τις ρακές.
Μέχρι να πάει 10 το πάρτι του πεζόδρομου αλλάζει πρωταγωνιστές, πυκνώνει, συμπυκνώνει τη χαρά της πιο αβίαστης, καθημερινής ευτυχίας. Στις 9 ο Αρτέμης χτυπάει το καμπανάκι. Σχολάσαμε, έχουμε να ξυπνήσουμε νωρίς για τον φούρνο. Αντιρρήσεις δεν γίνονται δεκτές.
Φεύγοντας παίρνεις μαζί σου μια όμορφη πόλη που ξέρει να γελά σαν τον ήλιο, να το γλεντάει μέρα-μεσημέρι, να κάνει ότι δεν βλέπει τις δουλειές που την περιμένουν στο «μετά» της γιορτής. Που ξέρει να κάνει φίλους μεσημεριάτικα, στα όρθια, σ' ένα στενό κάτω από την Ακρόπολη.
Drupes & Drips, Ζήτρου 20, Κουκάκι, Facebook
H Laika που δεν είναι καθόλου Λάικα
Τη συνάντησα μία από τις νύχτες αυτού του φθινόπωρου που δεν λέει να κλείσει τις πόρτες, που αποζητά πεζοδρόμιο και τραπεζάκια έξω και ρακές με μεζεδάκια. Σε έναν από τους κέντρο-απόκεντρο πεζόδρομους του Βοτανικού, εκεί όπου η γειτονιά πια μυρίζει τσίκνα από υπαίθριες ψησταριές, ψητό καλαμπόκι, με μεγάλες και μυστικές πίστες πλάι στα ρουλεμάν και στα ηλεκτρολογεία, στο νοτιότερο κέντρο του κέντρου της πόλης. Aνοιχτές τζαμαρίες σε ένα ενιαίο μέσα-έξω, το μπαρ απ' άκρη σ' άκρη, ούτε απέραντο ούτε μικρό, στο ντεκόρ το ό,τι να 'ναι με την πιο καλή έννοια, εκείνη που στολίζει έναν χώρο με ό,τι έχεις αγαπήσει, σαν προσωπική κατάθεση ή σαν ημερολόγιο μιας πολύ δικής σου αισθητικής. Καρέκλες βιεννέζες, καρέκλες του καφενείου, καρό τραπεζομάντιλο, καθόλου τραπεζομάντιλο, μπλε και κόκκινο πουά τραπεζομάντιλο, ποτήρια από το σερβάν της γιαγιάς, όλο το αγαπημένο νεο-κιτς της '60s Ελλάδας. Πίσω του υποψιάζεσαι γυναικείο γούστο. Της Βερονίκης εν προκειμένω, που από πέρσι τον Φλεβάρη και με τη βοήθεια φίλων έχτισε το μαγαζί που δεν έβρισκε στην Αθήνα, αυτό που πουλάει φτηνά ποτά, που παίζει ρεμπέτικα αλλά και την πιο «πεθαίνω» new/dark wave και post punk κάθε Τετάρτη, μπαρ και μεζεδοπωλείο, ήσυχο και ανήσυχο, με φαγητό σπιτικό και φύλλο ανοιγμένο με τα χεράκια της.
Laika μπορεί να είναι το σκυλάκι του Sputnik, Laika ήταν η φωτογραφική μηχανή του μπαμπά μου, λάικα λέγαμε μικροί στον Βόλο όποιον ερχόταν από τις λαϊκές συνοικίες και φορούσε ζιβάγκο τζιν με καμπάνα. Τι εννοεί η Βερονίκη δεν πρόλαβα να τη ρωτήσω στη δίνη ενός καθημερινού πάρτι που γέμισε ωραίο κόσμο, ντόπιο και ξένο, και στυλάτο και με τη σαγιονάρα, και νέο και λίγο σιτεμένο, σ' αυτό το υπέροχο καινούργιο trend που δεν ζητάει πάσο, ταμπέλα και ταυτότητα. Για την ακρίβεια, μετά από μερικές παγωμένες ρακές «από σπιτικό καζάνι» και μερικά ούζα του Τρικενέ από το Μεσολόγγι «τόσο ωραία όσο η ιστορία τους», ξεχάσαμε κάθε ταυτότητα και πάνω στο Tuxedo Moon «No tears for the creatures of the night» η πληθωρική κρεμμυδόπιτα με μπέικον, γλυκό τυρί και φύλλο από χέρι πήρε μια επικίνδυνη τροπή, για την ακρίβεια έπεσε στην αγκαλιά μιας πιπερόπιτας με φύλλο κανταΐφι – σαν αυτές που έκανε η μαμά τις Κυριακές σε όψη και σε ουσία. Οι τραγανότατες, αλάδωτες πατάτες με τσιμένι δεν λείπουν από κανένα τραπέζι, το ίδιο και ο τεράστιος μουσακάς με λαχανικά και σάλτσα κόκκινης πιπεριάς. Πήραμε κι ένα ωραιότατο, σωστά ψημένο συκώτι με καπνιστή πάπρικα, πιτούλες και ψητά μανιτάρια από ένα μενού μικρό – όσα αντέχει η νοικοκυρά να μαγειρέψει κάθε μέρα, φαγητό από ψυχής που δεν νοιάζεται για το πιάτο και τις ντεκορασιόν. Αν δεν έχεις έρθει παρέα με την τεράστια πείνα σου, έχει και μια ωραία συλλογή από ελληνικά τυριά που συνδυάζονται με τα αποστάγματα και το κρασί, μεζεδάκια του τύπου γαύρος μαρινάτο και σπετζοφάι, έχει και καφέ από το πρωί, έχει και τζέρτζελο όλη μέρα.
Η νέα Αθήνα όπως θα την έδειχνες στον ξένο που θέλεις να την αγαπήσει με την πρώτη γουλιά.
Laika, Πέλλης 30, Βοτανικός, 215 5013801, Facebook
σχόλια