Όταν το 1987 επέλαυνε γυμνόστηθη στην ιταλική Βουλή η Ιλόνα Στάλερ -παγκοσμίως γνωστή ως Τσιτσιολίνα-, όχι ως πορνοστάρ, αυτό που ήταν δηλαδή, αλλά ως βουλευτής -με δόξα και τιμή- του ιταλικού Ριζοσπαστικού Κόμματος, ο κόσμος γελούσε με το πολιτικό ανέκδοτο. Όχι με την άσχετη περσόνα που της εξασφάλισε ελευθέρας στην κεντρική πολιτική σκηνή το Partito Radicale, αλλά με την απελπισία των Ιταλών, που απηυδισμένοι από το σάπιο πολιτικό σύστημα, προτίμησαν να δώσουν ευκαιρία σε μία πορνοστάρ, παρά σε ακόμη έναν πολιτικό απατεώνα.
Το ανέκδοτο κρυβόταν στην αντίδραση των ψηφοφόρων που έβαζαν μία τίμια πόρνη στη Βουλή και όχι καθαυτό στο γεγονός ότι μία γυναίκα ελευθερίων ηθών, απολύτως άσχετη με τα πολιτικά, αναλάμβανε ρόλο (τον οποιονδήποτε ρόλο, δεν είναι εκεί το θέμα), τον οποίο και θα κρατούσε μέχρι το 1991. Τότε δεν υπήρχαν social media και η τηλεόραση δεν είχε κάνει τέτοια βουτιά στον πάτο, παρά το ιταλικό περιβάλλον. Και φυσικά, μιλάμε για την Ιταλία. Μια χώρα που έκανε το πρώτο βήμα σ' αυτού του είδους την πολιτική του σουτιέν -που ναι μεν έβγαζε τις γυναίκες στο πολιτικό φως, αλλά με όρους καθαρά σεξιστικούς- και μετά έγινε παράδοση, αν σκεφτεί κανείς τη "θηλυκή αρμάδα" του Μπερλουσκόνι: μια στρατιά από πανέμορφες και κυρίως σέξι υπουργούς και υφυπουργούς, με των οποίων το έργο, όμως, δεν ασχολείτο κανείς. Μόνο με το μέγεθος του εσωρούχου, τις αναλογίες τους και φυσικά το υπόβαθρό τους.
Kαι (πρώην) δούλα του σεξισμού και (νυν) τσαρίνα της πολιτικής, δεν γίνεται. Από ένα σημείο και μετά μάλιστα, δεν είναι θέμα φύλου ή πρόθυμης αναπαραγωγής των σεξιστικών στερεοτύπων, είναι θέμα σοβαρότητας και κατάρτισης.
Όσο συνέβαιναν αυτά στην Ιταλία, στη Ρωσία βαθύ (πολιτικό) σκότος, μέχρι σήμερα, και μια διάθεση μιμητισμού για κάθε τι αμερικανικό και μετέπειτα ευρωπαϊκό. Εδώ και χρόνια, η χώρα των αντιθέσεων, των διακρίσεων και του βαθέος μισογυνισμού ζει τα όνειρα της κυρίως μέσω των εικόνων που έρχονται από την Ευρώπη ή ζει τα όνειρα της (σκέτο) αν υπάρχουν χρήματα. Η χώρα ανήκει στη ζάμπλουτη ελίτ της και στον Πρόεδρο της φυσικά, και αναπαράγει στερεότυπα ανακατεμένα με ευρωπαϊκές τάσεις: πολύ όμορφες, κάποτε και ικανές, ωστόσο υποταγμένες γυναίκες, πολύ macho άντρες, όχι στους gay, όχι στις αλλοιώσεις, όχι στην ανομοιογένεια του έθνους, ναι στα ευρωπαϊκά τηλεοπτικά προϊόντα, ναι στις αμερικανικές μόδες του instagram, τρικυμία εν κρανίω από την ανώτερη μέχρι την κατώτατη κλίμακα ζωής στη χώρα.
Σ' αυτό το πλαίσιο δεν προκαλεί έκπληξη το πώς η Ξένια Σαμπτσάκ, η ρωσίδα Πάρις Χίλτον αποφάσισε να διεκδικήσει την προεδρία της χώρας, κόντρα στον Πούτιν και σε όλο το πολιτικό σύστημα, που όπως λέει, δεν την εκφράζει. "Έχει Πόρσε, έχει εκπομπή στην τηλεόραση, γιατί να μην έχει και το δικό της πολιτικό κόμμα", παρατηρεί με φλέγμα ο Guardian. Έχει, φυσικά, και όλα τα "λίγο απ' όλα" για να δικαιολογήσει το νέο της χόμπι. Με οικογενειακή πολιτική παράδοση -ο πατέρας της υπήρξε δήμαρχος του Λένινγκραντ-, σκανδαλώδης, δημοφιλής, τηλεπαρουσιάστρια, ελαφριά και αμετανόητη, μοιάζει να συντάσσεται με όλη εκείνη την πολιτική παράδοση που συγγενεύει με όλες τις αφελείς συμβούλους του Τραμπ και όλες τις πρώην μετρέσες του Μπερλουσκόνι.
Σε αντίθεση δε με τις συγκεκριμένες, δεν έχει κάνει την παραμικρή προσπάθεια να σβήσει από το διαδίκτυο όλα εκείνα τα σέξι (κάποτε χυδαία) βίντεο και τις προκλητικές φωτογραφίσεις που την έκαναν ακόμη πιο πλούσια και μία από τις πιο επιθυμητές γυναίκες στη Ρωσία. Σε μία δεύτερη ανάγνωση θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για μία κανιβαλική αξιοποίηση όλου εκείνου του πρότερου σεξισμού προς όφελός της. Θα ήταν σχεδόν παρηγοριά ένα πρώην σελέμπριτι να διαθέτει τέτοιο κεφάλαιο πολιτικής νοημοσύνης, ώστε να βγει "από αριστερά" και η μπερδεμένη Ρωσία να έχει κάπου να ελπίζει.
Όμως, δυστυχώς πρόκειται για κάτι χειρότερο, χωρίς βάθος και χωρίς περιεχόμενο. Η πολιτική είναι και θα είναι η υπέρτατη επιχείρηση, μέχρι πρότινος με περιορισμένη είσοδο για τον γυναικόκοσμο, που για να μπει έπρεπε να φορέσει παντελόνια, να ξεχάσει τη θηλυκότητά του, να διαβάσει σκληρά και να σοβαρευτεί, εμπεδώνοντας και πολιτικά τους κανόνες της πατριαρχίας. Οι πόρτες άνοιξαν και πλέον χωράνε -για λόγους μάρκετινγκ- και τα ευπώλητα. Η Τσιτσιολίνα δεν ήταν η εξαίρεση. Ήταν κάτι που θα γινόταν κανόνας, απλώς σε πιο αθώες εποχές και με πιο ακατέργαστο περιτύλιγμα. Η Σαμπτσάκ, ασχέτως του αν διαψεύδει τη συγγένεια της με τον Βλάντιμιρ Πούτιν και αν δηλώνει "φίλη και σύμμαχος του Αλεξέι Ναβάλνι" (του βασικότερου πολιτικού αντιπάλου) παραμένει ένα σέξι γυναικείο πιόνι, σε μια σκακιέρα στημένη από αντρικά χέρια.
Και για να εξηγούμαστε: οι πολιτικές ανησυχίες της Σαμπτσάκ προέκυψαν το 2011, όταν η μέχρι τότε απολιτίκ παρουσιάστρια της ελαφράς ρωσικής τηλεόρασης άρχισε να βγαίνει με έναν εκ των αρχηγών της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τον Ίλια Γιασίν, με τον οποίο και χώρισε λίγους μήνες μετά. Τότε ήταν που έπιασε δουλειά στο TV Rain, τηλεοπτικό σταθμό της 'φιλελεύθερης' Μόσχας. Εκεί η Σαμπτσάκ με συμπαραγωγό τον αρχισυντάκτη ειδήσεων Μιχαήλ Ζιγκάρ, δημιούργησαν μία σειρά τηλεοπτικών εκπομπών υψηλής τηλεθέασης που μεταμόρφωσαν την άλλοτε τηλεπερσόνα και κορίτσι των tabloids, σε ανερχόμενη δύναμη του πολιτικού ρεπορτάζ...
(Να κάτι που δεν είναι ξένο ούτε επί ελληνικού εδάφους. Πόσες κατά καιρούς άσχετες τηλεπερσόνες έχουν διεκδικήσει -και τον πήραν- ρόλο στην πολιτική, πόσες φορές ο πρότερος σέξι ή έστω lifestyle βίος στριμώχτηκε σε ένα χαρτοφυλάκιο και μερικά αυστηρά ταγέρ;).
Και μετά είναι και οι σχέσεις του εκλιπόντος πατέρα της -και δημάρχου του Λένινγκραντ- με τον Πούτιν, σχέσεις που ξεκίνησαν από την απεριόριστη και αμοιβαία εκτίμηση και κατέληξαν στην απαξίωση. Στο "εδώ και τώρα" ο Ναβάλνι πέρασε τους προηγούμενους μήνες, περιοδεύοντας ανά τη Ρωσία και κερδίζοντας υποστηρικτές και εντυπώσεις. Αυτή τη στιγμή εκτίει τις τελευταίες 20 μέρες του στη φυλακή, όπου και βρέθηκε για οργάνωση μη εγκεκριμένων διαδηλώσεων. Παρά την προεδρική δυσαρέσκεια, αποφασίστηκε να εγκριθεί η υποψηφιότητά του, προκειμένου όλη αυτή η ηρωοποίηση του να μη δημιουργήσει περαιτέρω βαθμό δυσκολίας και κριτική στον Πούτιν.
Η ανεξάρτητη για την ώρα Σαμπτσάκ είναι η flashy σφήνα μίας σκοτεινής πολιτικής κόντρας, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά περίπτωση. Άλλωστε, το Κρεμλίνο μπορεί να έκρινε ότι πληροί όλα τα προσόντα για να διεκδικήσει την προεδρία, ωστόσο, πηγές κοντά στον Πούτιν δεν δίστασαν να τη χαρακτηρίσουν υποψηφιότητα - καρικατούρα, τονίζοντας ότι ο ρωσικός λαός δεν είναι ακόμη έτοιμος για γυναίκα στην Προεδρία, πόσω μάλλον μία γυναίκα σαν την δημοφιλή και σκανδαλώδη Ξένια... Το υπονοούμενο είναι σαφές: το θέαμα τροφοδοτεί την πολιτική (και ποτέ το αντίστροφο), η Ρωσία δεν έχει πρόβλημα με αυτή την ευρωπαϊκή... συνήθεια, αρκεί το ανέκδοτο να μη γίνει καθεστώς.
Με άλλα λόγια, και (πρώην) δούλα του σεξισμού και (νυν) τσαρίνα της πολιτικής, δεν γίνεται. Από ένα σημείο και μετά μάλιστα, δεν είναι θέμα φύλου ή πρόθυμης αναπαραγωγής των σεξιστικών στερεοτύπων, είναι θέμα σοβαρότητας και κατάρτισης.
Όσο για την αναβαπτισμένη μέσα από την πολιτική Σαμπτσάκ, λέει, ότι τα σχέδια της και την κατεύθυνση του νέου πολιτικού σχηματισμού θα τα ανακοινώσει η ίδια σε συνέντευξη Τύπου μέσα στην εβδομάδα. Το αν ένας κοκκάλινος σκελετός γυαλιών οράσεως αρκεί για να πείσει τους συμπατριώτες της στον νέο της ρόλο θα φανεί μέσα στους επόμενους μήνες. Η ίδια ισχυρίζεται ότι ήρθε η ώρα να λάμψουν οι γυναίκες στην κεντρική πολιτική σκηνή της Ρωσίας. Κανείς, όμως, δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι περί λάμψης πρόκειται και όχι περί καραμπινάτης οπισθοδρόμησης.