Τα τελευταία δύο χρόνια είναι, κατά γενική ομολογία, από τα καλύτερα της πρόσφατης ιστορίας των Όσκαρ. Οι ταινίες που καταφέρνουν να μαζέψουν τις περισσότερες υποψηφιότητες, ειδικά αυτές που φτάνουν μέχρι τη σημαντικότερη κατηγορία για το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, είναι εξαιρετικές.
Μια ματιά στις φετινές κριτικές του Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλου αποδεικνύει τον παραπάνω ισχυρισμό. Από τις 9 υποψήφιες ταινίες, ο κριτικός της LiFO βάζει 4 αστεράκια σε τρεις από αυτές, 4,5 αστεράκια σε τέσσερις, ενώ μόνο σε μία βάζει 3,5 και σε άλλη μία 3, πράγμα που σημαίνει ότι η φετινή σοδειά είναι πολύ παραπάνω από τον μέσο όρο.
Η αλήθεια είναι ότι οι δύο ταινίες που ακούγονται περισσότερο για το μεγάλο βραβείο θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι σχεδόν εξίσου υπέροχες – όποια κι αν το σηκώσει τελικά, το αξίζει.
Από τη μία έχουμε λοιπόν τη «Μορφή του Νερού», την ανεπανάληπτη δημιουργία φαντασίας του Μεξικανού Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο που συζητιέται στα βραβεία ήδη από την πρεμιέρα της στο πρόσφατο Φεστιβάλ Βενετίας τον Σεπτέμβριο, όπου και κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα.
Αυτό το πρωτότυπο και άκρως συγκινητικό λαβ στόρι ανάμεσα σε μία μουγγή κοπέλα και ένα ανθρωπόμορφο αμφίβιο πλάσμα, στην ψυχροπολεμική Αμερική των ‘60s, έχει ενθουσιάσει τους πάντες.
Και πώς να μην το κάνει, αφού ο δημιουργός του αξέχαστου «Λαβύρινθου του Πάνα» έβαλε εδώ όλη του τη μαεστρία για να μας χαρίσει μια ιστορία που περνάει αυτόματα ανάμεσα στις σπουδαίες ιστορίες αγάπης που μόνο το σινεμά ξέρει να αναδεικνύει.
Με ένα σενάριο γεμάτο μηνύματα για την αποδοχή του διαφορετικού, τις συλλογικές φοβίες και τη μοναξιά που βασανίζει τους ανθρώπους και ένα καστ ηθοποιών που παραδίδει εξαιρετικές ερμηνείες (Σάλι Χόκινς, Οκτάβια Σπένσερ, Ρίτσαρντ Τζένκινς, Μάικλ Σάνον), δεν αποτελεί καμία έκπληξη το γεγονός ότι η ταινία «σκόραρε» μια εντυπωσιακή σούμα 13 υποψηφιοτήτων. Απομένει να δούμε πόσα από αυτά θα καταφέρει να κερδίσει στη φετινή απονομή.
Να σημειώσουμε εδώ ότι αν ο Ντελ Τόρο τιμηθεί με το Όσκαρ Σκηνοθεσίας, θα είναι η τέταρτη φορά μέσα σε πέντε χρόνια που το συγκεκριμένο βραβείο καταλήγει σε Μεξικανό δημιουργό (2014, Αλφόνσο Κουαρόν για το «Gravity», 2015 και 2016, Αλεχάνδρο Γκονζάλες Ινιάριτου για το «Birdman» και το «The Revenant»).
Από την άλλη, το τελευταίο κομψοτέχνημα του Μάρτιν ΜακΝτόνα με τον τίτλο-σιδηρόδρομο «Οι Τρεις Πινακίδες Έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι». Άλλη μια ταινία που ξεκίνησε την πορεία της από το Φεστιβάλ Βενετίας – η συγκεκριμένη διοργάνωση έχει αναδειχθεί εδώ και πολλά χρόνια ως η «πηγή» των περισσότερων Όσκαρ.
Ο Ιρλανδός δημιουργός στήνει μια απίστευτη ιστορία μητρικής δικαίωσης, βάζοντας μια μάνα που έχει χάσει το παιδί της από σεξουαλική επίθεση να σκαρφίζεται τον πιο ευφάνταστο τρόπο για να απονεμηθεί δικαιοσύνη.
Με ένα σενάριο εξαιρετικής ακρίβειας (ο ΜακΝτόνα, εξάλλου, είναι εκτός από κινηματογραφιστής και διάσημος θεατρικός συγγραφέας) που καταφέρνει να παρακάμψει με ευρηματικό τρόπο τις όποιες ηθικές αμφιβολίες, οι «Πινακίδες» διεκδικούν συνολικά 7 Όσκαρ, έχοντας «κλειδώσει» στον Α’ Γυναικείο Ρόλο.
Η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση χολιγουντιανής σταρ. Έχοντας κερδίσει ήδη μία φορά, στην ίδια κατηγορία, για την αξέχαστη ερμηνεία της στο «Φάργκο» των αδερφών Κοέν, ανήκει στη σπάνια εκείνη ομάδα ερμηνευτών που απασχολούν εδώ και δεκαετίες τα μίντια αποκλειστικά και μόνο με τη δουλειά τους.
Χωρίς κοσμικότητες και φανφάρες, μην δίνοντας καν συνεντεύξεις, θα είναι πολύ ευχάριστο να τη δούμε να βραβεύεται για έναν ρόλο που θα θυμόμαστε για καιρό.
Αυτές τις δύο ταινίες θέλω οπωσδήποτε να τις ξαναδώ το συντομότερο, ανεξαρτήτως βραβείων, και ευτυχώς δεν θα χρειαστεί να περιμένω καιρό, αφού η Nova έχει ήδη εξασφαλίσει την αποκλειστική τηλεοπτική τους πρεμιέρα, όπως κάνει κάθε χρόνο με τις καλύτερες βραβευμένες ταινίες.
Μερικοί ακόμα τίτλοι από τις φετινές υποψηφιότητες που θα απολαύσουμε σύντομα στη Nova είναι το θεότρελο «The Disaster Artist» με τον Τζέιμς Φράνκο στον ρόλο του σκηνοθέτη που είναι υπεύθυνος για τη χειρότερη ταινία όλων των εποχών, καθώς και το φαντασμαγορικό μιούζικαλ «The Greatest Showman» με τον πάντα ενδιαφέροντα Χιου Τζάκμαν.