Αμέσως μετά το εξαιρετικό θρίλερ «It Follows», ο Ντέιβιντ Ρόμπερτ Μίτσελ διαγωνίζεται στις Κάννες με το «Under the Silver Lake» και βουτάει έντεχνα, πολύπλοκα, υπνωτιστικά και μπερδεμένα στον σουρεαλιστικό λαβύρινθο του Λος Άντζελες, θυμίζοντας έντονα δύο ταινίες του Ντέιβιντ Λιντς σχετικά με την Πόλη των Αγγέλων, το «Mulholland Drive» και το «Inland Empire», την υπερφιλόδοξη πανωλεθρία του Ρίτσαρντ Κέλι «Southland Tales» αλλά και την «μπάμπουσκα» πλοκή του «Donnie Darko», και πάλι του Κέλι, διατηρώντας την αργή, διεισδυτική ματιά της κάμερας και του σεναρίου που έκανε την προηγούμενη ταινία του τόσο απρόβλεπτη.
Χωρίζοντας γεωγραφικά το Λος Άντζελες σε ζώνες με έναν ευφάνταστο τρόπο (πιο χαλαρό και παιχνιδιάρικο από αυτόν του «Εξαιρετικά δυνατά, απίστευτα κοντά» του Στίβεν Ντάλντρι, σε αντιστοιχία με τα διαμερίσματα της Νέας Υόρκης), βάζει τον γενικώς και αορίστως περί τη show business, άεργο Σαμ ( εξαιρετικός ο Άντριου Γκάρφιλντ) να ψάχνει την γκόμενα που λιμπίστηκε, ως άλλος Τζίμι Στιούαρτ στον «Σιωπηλό Μάρτυρα», από το διπλανό διαμέρισμα στο χαρακτηριστικό συγκρότημα κατοικιών στο προάστιο του Silver Lake, στην ανατολική πλευρά της πόλης, μετά από μια γλυκιά, αν και ανολοκλήρωτη βραδιά μαζί της.
Ο Μίτσελ ασχολείται με τους γρίφους της ποπ μυθολογίας και την ιδιαίτερη συνωμοσιολογία μιας πόλης που ομφαλοσκοπεί και τριγυρνάει στα πάρτι και τις ακροάσεις, τις τυχαίες συναντήσεις και την ξεχειλωμένη παιδικότητα, πετυχαίνοντας το πορτρέτο μιας συλλογικής, υποχθόνια διαδεδομένης new age αφέλειας που φτάνει στο σημείο της ευγενικής γελοιότητας
Αντίθετα από το δραματικό θρίλερ του Λιντς και την κούκου επιστημονική φαντασία του Κέλι, ο Μίτσελ ασχολείται με τους γρίφους της ποπ μυθολογίας και την ιδιαίτερη συνωμοσιολογία μιας πόλης που ομφαλοσκοπεί και τριγυρνάει στα πάρτι και τις ακροάσεις, τις τυχαίες συναντήσεις και την ξεχειλωμένη παιδικότητα, πετυχαίνοντας το πορτρέτο μιας συλλογικής, υποχθόνια διαδεδομένης new age αφέλειας που φτάνει στο σημείο της ευγενικής γελοιότητας, ειδικά όταν όλοι παρατηρούν πως ο Σαμ μυρίζει άσχημα − τον έχουν ψεκάσει, όχι οι εξωγήινοι, αλλά ένα από τα πολλά κουνάβια που τρυπώνουν στους θάμνους της περιοχής.
Ο Μίτσελ έχει αβίαστη αίσθηση του σινεμά μέσα στο σινεμά, με πάμπολλες αναφορές από παλιές ταινίες φυτεμένες στον laid back ρυθμό του L.A., με την παλιομοδίτικη, εξαίσια ορχηστρική μουσική του νεότατου και hip Disasterpeace (είναι ο συνθέτης Ρίτσαρντ Βρίλαντ που επιμελήθηκε και το σκορ στο «It Follows») να λειτουργεί ως το κλασικό πνεύμα που υπογραμμίζει ειρωνικά πως η πρωτεύουσα των λουσάτων ονείρων και των στέρεων προτύπων έχει καταντήσει, κάτω από την υπέροχη επιφάνειά της, άντρο παρανοϊκής φιλοσοφίας, καλτ σαχλαμάρας και ψεύτικων υποσχέσεων − μια σειρά από υπόγειες στοές που επιχειρούν να ενώσουν το φαντασιακό του κινηματογράφου με το νόημα της πραγματικότητας.
Χωρίς να είναι ακριβώς χύμα, το «Under the Silver Lake» εξανεμίζεται όσο περισσότερο προσπαθεί να βρει μια συγκεκριμένη λύση στα τουλάχιστον πέντε φινάλε που μέτρησα πριν από τους τίτλους τέλους. Ο Μίτσελ πετάει πολλά στοιχεία και θέματα στις πλάτες ενός χαρακτήρα που εξελίσσεται σε ντετέκτιβ της σκιάς του, δυναμιτίζοντας τη δυναμική του για χάρη μιας υπέρμετρα διασταυρούμενης πλοκής.
Με αρκετές σκηνές που κρατάνε το ενδιαφέρον κι άλλες που υπόσχονται ζωηρότερη τροπή, αλλά μηδενίζονται χωρίς προφανή λόγο, το «Under the Silver Lake» διεκδικεί αυτόματα υψηλή θέση στο πάνθεον των χολιγουντιανών «was ist das» και κλοτσάει μόνο του την ευκαιρία για instant classic στη λίστα των φιλμ γύρω από την «πόλη των ονείρων». Παρ' όλα αυτά, παραμένει μια εμπειρία μεθυστική, σίγουρα διαφορετική από τις συνηθισμένες φεστιβαλικές επιλογές σχετικά με την κοινωνική παθογένεια και τις πολιτικές ανισότητες.
Το τρέιλερ του «Under the Silver Lake»
σχόλια