Το βιβλίο «Μυκήνες 1954 - Το καταμεσήμερο» δεν είναι απλώς ένα ακόμα φωτογραφικό άλμπουμ του εξαιρετικού φωτογράφου Ρόμπερτ Μακέιμπ, αυτού του μεγάλου φιλέλληνα που ερασιτεχνικά στην αρχή και πιο μεθοδικά αργότερα κατέγραψε με τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες του μια άφθαρτη και φτωχική Ελλάδα, όπως στο άλμπουμ του «Τα χρόνια της αθωότητας». Είναι συγχρόνως μια συναρπαστική αφήγηση για όσα η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως σε διάστημα 140 ετών και αφορούν την αποκάλυψη, την πιστοποίηση και την ανάδειξη της μυθικής πολιτείας και των θησαυρών που επί αιώνες έκρυβε στα σπλάχνα της η χώρα. Η εξαιρετική και λεπτομερής αυτή αφήγηση οφείλεται στη συγγραφέα Αθηνά Κακούρη, της οποίας ο σύζυγος υπήρξε ο αρχαιολόγος Σπύρος Ιακωβίδης, διευθυντής της ανασκαφής μέχρι το 2013, οπότε και απεβίωσε.
Η συγγραφέας πιάνει το νήμα από τον Ερρίκο Σλήμαν, τον ανασκαφέα της Τροίας, που ήταν ο πρώτος που άνοιξε το 1876 ερευνητικά σκάμματα, εντοπίζοντας τον ταφικό περίβολο, τον γνωστό ταφικό Κύκλο Α', και αμέσως μετά τους πέντε ασύλητους τάφους με εκθαμβωτικά κτερίσματα όπως οι νεκρικές μάσκες, τα όπλα και τα κοσμήματα από ατόφιο χρυσάφι.
Η Κακούρη μιλάει για όλους τους προγενέστερούς του, ξεκινώντας από τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους, με την ίδρυση της Αρχαιολογικής Εταιρείας το 1837 και την πρώτη αποστολή το 1841 του Κυριάκου Πιττάκη για μια πρώτη επισκόπηση του χώρου των Μυκηνών, που τότε ακόμα λεγόταν Χαρβάτι. Ήταν και η πρώτη φορά που απελευθερώθηκε από τα χώματα η περίφημη Πύλη των Λεόντων, αλλά θα χρειαζόντουσαν δεκαετίες, ένας αιώνας και περισσότερο, για να αποκαλυφθεί όλο το μεγαλείο της αρχαίας έδρας των Ατρειδών, του βασιλείου του Αγαμέμνονα. Η συγγραφέας πιάνει το νήμα από τον Ερρίκο Σλήμαν, τον ανασκαφέα της Τροίας, που ήταν ο πρώτος που άνοιξε το 1876 ερευνητικά σκάμματα, εντοπίζοντας τον ταφικό περίβολο, τον γνωστό ταφικό Κύκλο Α’, και αμέσως μετά τους πέντε ασύλητους τάφους με εκθαμβωτικά κτερίσματα όπως οι νεκρικές μάσκες, τα όπλα και τα κοσμήματα από ατόφιο χρυσάφι.
Εκεί η αφήγηση κάνει μια μεγάλη και εκτενή παρένθεση για να περιγράψει την παράλληλη δραστηριότητα ενός άλλου ξένου αρχαιολάτρη, του Άρθουρ Έβανς, στην Κνωσό και τη διαμάχη που συνόδευε για χρόνια το δίπολο Μυκήνες - Κνωσός. Ποια επηρέασε την άλλη, ήταν οι Μυκήνες μινωικός πολιτισμός ή η Κνωσός μυκηναϊκός; Τι ήταν η Γραμμική Α’ και τι η Γραμμική Β’; Οι χιλιάδες πινακίδες που ανακαλύφθηκαν στην Κνωσό και αργότερα στην Πύλο σε τι παρέπεμπαν; Χρειάστηκε μισός αιώνας για λυθεί αυτός ο γρίφος και αυτό συνέβη μόνο όταν ο Μάικλ Βέντρις ανακοίνωνε την 1η Ιουλίου 1952 από το ραδιόφωνο του BBC ότι επρόκειτο για ελληνική γραφή. Άρα, καταρριπτόταν η πεποίθηση του Έβανς και των περί αυτόν ότι οι Μυκήνες ήταν αποτέλεσμα του μινωικού πολιτισμού!
Η αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ από τον Βρετανό ερασιτέχνη γλωσσολόγο δεν ήταν μια καθαρά προσωπική του επιτυχία αλλά το αποτέλεσμα μεθοδικής έρευνας ετών πάρα πολλών διεθνώς, και κυρίως της Αμερικανο-ουγγαρέζας Άλις Κόμπερ, μιας ιδιοφυούς καθηγήτριας πανεπιστημίου, που μπορεί να μην πρόλαβε τα συμπεράσματα του Βέντρις,η δική της μεθοδολογία όμως έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάγνωση της αρχαίας γραφής. Όλα αυτά και άλλα πολλά που σχετίζονται άμεσα με τις ανασκαφές στις Μυκήνες και που δεν έπαψαν παρά μόνο κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής περιγράφονται βήμα-βήμα από την Κακούρη. Οι περιγραφές φτάσουν μέχρι το 1954, όταν δύο 20άρηδες Αμερικανοί, αδέλφια, κατέφθασαν στις Μυκήνες μια αυγουστιάτικη μέρα, καταμεσήμερο, με ένα νοικιασμένο Φολκσβάγκεν για να δουν τις ανασκαφές. Ο μικρότερος εκ των δύο, ο παθιασμένος φωτογράφος Ρόμπερτ Μακέιμπ, άρχισε να απαθανατίζει τόσο τα ερείπια όσο και τον χώρο.
Αν κάποιου η αφοσίωση στο όλο εγχείρημα υπήρξε καταλυτική, ήταν εκείνη του Άλαν Γουέις, διευθυντή της Βρετανικής Σχολής Αθηνών. Ξεκαθάρισε εν μέρει την τοπογραφία της ακρόπολης, προσδιόρισε τη θέση του ανακτόρου, αποκάλυψε το θρησκευτικό κέντρο και το μεγάλο κλιμακοστάσιο που οδηγεί σε αυτό και ανέσκαψε πάμπολλους τάφους.
Όταν ο Μπομπ Μακέιμπ επέστρεψε στην Αμερική και στο Πρίνστον, όπου φοιτούσε, το Τμήμα Γραφικών Τεχνών της σπουδαίας βιβλιοθήκης του Firestone Library τού οργάνωσε μια έκθεση με φωτογραφίες του από την Ελλάδα. Η μεγάλη της επιτυχία οδήγησε σε μια δεύτερη από το μεταπτυχιακό πρόγραμμα του πανεπιστημίου, το Institute for Advanced Study, όπου είχαν την ιδέα η έκθεση να αφορά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’, με λεζάντες γραμμένες στην αρχαία αυτή γραφή. Στα εγκαίνια παρευρέθηκε και ο Γουέις, ο οποίος κάλεσε τον νεαρό φοιτητή το επόμενο καλοκαίρι στην Ελλάδα για να φωτογραφίσει τις Μυκήνες αλλά και να περιηγηθούν μαζί την Πελοπόννησο και τους αρχαιολογικούς της χώρους. Αυτήν τη μεγάλη τιμή ο Μακέιμπ την εκμεταλλεύτηκε, καταγράφοντας έναν τόπο αρχέγονο, φτωχικό αλλά μεγάλης αξιοπρέπειας, με μια γη άφθαρτη, που κάτω από το καυτό ήλιο έκρυβε αιώνες ιστορίας. Ως εκ τούτου, οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες του αποπνέουν λυρισμό, αυθεντικότητα και εκθαμβωτικό φως. Δίπλα στην αρχαία πόλη και τους σπουδαίους ανασκαφείς της εμφανίζονται άνθρωποι των αγρών, μανάδες με τα μωρά τους, εργάτες που σκάβουν δίπλα στον Γουέις, εκκλησάκια, το ξενοδοχείο Belle Helene, το μοναδικό στην περιοχή όπου και έτρωγαν συχνά όσοι συμμετείχαν στις ανασκαφές, το Ναύπλιο και η θάλασσα. Τα χρόνια της ελληνικής αθωότητας.
Η κόρη του Γουέις, Λίζα Γουέις-Φρεντς, που είχε λάβει μέρος στις ανασκαφές των Βρετανών από το 1939 και διετέλεσε διευθύντρια της Αρχαιολογικής Σχολής της Αθήνας από 1989 μέχρι το 1994, ανέλαβε από τον Ιακωβίδη την επισκόπηση ολόκληρης της μυκηναϊκής περιοχής, που απέδωσε τον Αρχαιολογικό Άτλαντα των Μυκηνών, και σε αυτή την εξαιρετική έκδοση υπογράφει τα σχόλια των φωτογραφιών. Είναι η μόνη που τα έζησε εν τη γενέσει τους…
Το βιβλίο «Μυκήνες 1954 - Το καταμεσήμερο» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Οι λεζάντες των φωτογραφιών αντλήθηκαν από το βιβλίο.
σχόλια