Ανάμεσα στις ερωτήσεις παρατίθενται αποσπάσματα από το “Εις ελευθερίαν”.
— Γιατί, διαβάζοντας τη συλλογή αυτή, μου ήρθαν στο μυαλό ο Παπαδιαμάντης κι η Καραπάνου;
Δεν ξέρω να σας απαντήσω. Τα δύο αυτά πρόσωπα συναντιώνται στον πόνο. Κι ακόμα σ’ ένα Ναι, απέναντι σε μια “αγρίως απίθανη ζωή”. Έχουν μεγάλη οδύνη και μεγάλη ταπείνωση, ώστε δεν μπορώ να τα προσεγγίσω. Εγώ έχω επηρρεαστεί από τα παραμύθια και τα εκκλησιαστικά κείμενα. Αυτό μου έδωσε την ελευθερία να χειριστώ την πτώση των ηρώων όπως θα τους άξιζε. Τίποτα δεν τελειώνει άσχημα, γιατί τίποτα δεν τελειώνει μαζί με τη ζωή. Οι ήρωες επανέρχονται, μεταμορφώνονται, λυτρώνουν και ανυψώνονται χωρίς να χάνουν ποτέ την υλική τους υπόσταση.
Ο Λοΐζος Λούης ανήκεν εις έν απλούν είδος ανθρώπου, ό αντιλαμβανόμενον μετ’ ευδαίμονος ταπεινοφροσύνης την Σοφίαν του Δημιουργού αγάλλεται παραδιδόμενον εις τας αγκάλας της. Θεωρών δε την ζωήν τοπίον ευμορφότατον, περιεπάτει εντός αυτής εκστατικός, αγαπών άπαντας, ουδέποτε δε αντιτασσόμενος εις την ροήν των πραγμάτων. […] Η ταμίας, αντιθέτως, ανήκεν εις το είδος των συνθέτων πλασμάτων, άτινα, ότε ο έρως πυροδοτών την καρδίαν των θέτει αυτήν εις απαστράπτουσαν περί το αγαπώμενον σώμα τροχιάν, καταστρέφουσι, κατασυνρίβουσι και καταρρίπτουσι τον χρυσούν δακτύλιον εις μέλαιναν λίμνη δακρύων” […] Ονομάζετο Ρίτα. Η πρώτη δε φράσις διά της οποίας εσυνόδευσε τον πρώτον ερωτικόν μετά του ακροβάτου ασπασμόν ήτο: Θα σε βασανίζω, Λοΐζο.
— Υπάρχουν στ’ αλήθεια “απλοί άνθρωποι” ή είναι μια βολική κατασκευή;
Υπάρχουν απλουστευμένοι άνθρωποι. Δηλαδή άνθρωποι που ενέδωσαν στην απλούστευση, είτε απο κούραση, είτε απο επιλογή. Δεν έγιναν όμως ποτέ απλοί. Ο Λοΐζος αντίθετα, έχει την απλότητα των φυσικών νόμων. Η διατάραξη της ισορροπίας τους επιφέρει το θάνατο. Έτσι, ενώ το διήγημα είναι ερωτικό, μπορεί να διαβαστεί και σαν αλληγορία. Ο ακροβάτης δεν είναι άνθρωπος, αλλά η ίδια η φύση που εξωθείται σε ακραία φαινόμενα.
— Ο έρωτας ταυτίζεται με την συντριβή;
Υπάρχουν έρωτες που νομοτελειακά οδηγούν στην καταστροφή, αλλά είναι αναπόφευκτοι. Σε περιμένουν απ’ τη στιγμή που γεννήθηκες, σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Για τους ευτυχισμένους έρωτες δεν έχω γνώμη, αλλά πιστεύω πως εμφανίζονται ξαφνικά σαν μια αστραπή που “από τα μάτια πιάνεται, στα χείλη κατεβαίνει και απο τα χείλη στην καρδιά, ριζώνει και δεν βγαίνει”. Είναι νέοι έρωτες, ενώ οι δυστυχισμένοι είναι γερασμένοι.
Εντός της αγαθής λευκότητος, λάμψεις αιχμηρών κρυστάλλων καθίστων αυτήν επίφοβον, ο δε Λοϊζος είδε τον κόσμο, τον μέχρι τούδε ενιαίον και προσφιλή, τεθραυσμένον εις άμορφα θραύσματα, απειλητικόν και ανοίκειον.
— Πώς ενώνεις ξανά τον κόσμο, αν σου σπάσει;
Νομίζω δεν μπορείς να τον ενώσεις μόνος σου, πρέπει κάποιος να σε βοηθήσει. Η αυτοΐαση στα ζητήματα της καρδιάς επιφέρει είτε τον κυνισμό, είτε την σκληρότητα. Μόνο ο άλλος μπορεί να σε επαναφέρει στη ζωή.
Εβημάτισεν επ’ ολίγον αμήχανος εν μέσω της ευωδίας των ιασεμίων, ήτο δε η ευωδία αύτη τοσούτον μελαγχολική και ματαία, ώστε η Μυρτούλα και πάλιν ησθάνθη ότι μηδέ εντός του οίκου της μηδέ εκτός ηυρίσκετο ο τόπος αυτής, ωσάν να ήτο ο βίος της άπας προς αυτήν αλλότριος. Το σώμα της κατέρρευσε εις μίαν καρέκλαν, σφραγίσασα δε τους οφθαλμούς με τους γρόνθους της, ουδέν επεθύμει άλλο ειμή τον εν ύπνω ολοσχερή αφανισμό.
— Ποιος είναι ο πιο συνήθης κι εύκολος τρόπος να ζήσεις τη ζωή σου, σα να είναι ξένη προς εσένα;
Να ζεις σύμφωνα με το πώς σε θέλουν οι άλλοι. Οι φωνές τους να εξουδετερώνουν κάθε πνευματική και ψυχική αντίσταση, μέχρι κι αυτήν ακόμα την δειλή υποψία πως η ζωή σου ανήκει. Με κονιορτοποιημένη αυτοεκτίμηση πια, συμμορφώνεσαι, ενστερνίζεσαι, μέχρι και αποθεώνεις μια ξένη ζωή. Ίσως και έναν ξένο θάνατο. Το δεύτερο ευτυχώς δεν συνέβη στην ηρωίδα, η οποία μετά απο ένα εγκεφαλικό επανέκτησε το αληθινό της πρόσωπο.
Δίχως να μετακινηθεί εκ της θέσεώς του, παρετήρει το νυν άλλους διερχόμενους κοχλίας, σκεπτόμενος ότι η μοίρα των πλασμάτων τούτων, ως και η ιδική του, ουδόλως ομοίαζε προς την μοίραν των υπολοίπων ανθρώπων, ο βίος των οποίων εξαλείφεται είτε υπό ευτελών συμφερόντων είτε υπό λυσσώδους προς αλλήλους έχθρας είτε υπό του γήρατος. Τα εύθραυστα και εφηβικά των κοχλίων σώματα, τουναντίον, συνθλίβονται εγκαίρως τε και αμαχητί εκ του αναποδράστου βηματισμού της ζωής.
— Πού οδηγεί ο αναπόδραστος βηματισμός της ζωής;
Για μένα σε άγχος. Όταν ήμουν μικρή παρακαλούσα να γίνει σεισμός ή να πέσει ομίχλη παντού, προκειμένου αυτός ο βηματισμός να ξεχαρβαλωθεί. Το ίδιο αισθάνθηκα βλέποντας για πρώτη φορά τις κυλιόμενες σκάλες του μετρό που ανεβοκατέβαιναν μαζί με τον κόσμο. Κατάλαβα αμέσως πως αυτός ο μηχανισμός δεν θα σταματήσει ποτέ, ακόμα κι αν αλέσει άνθρωπο.
Μία αόριστος παρά ταύτα εντύπωσις πένθους εβάρυνε την καρδίαν της, το αναίτιον και επίμονον της οποίας ετάραττεν αυτήν σφόδρα. Εγνώριζε γαρ έως μυελού οστέων την οδύνην της απωλείας, δεν ηδύνατο όμως να ενθυμηθεί την ύπαρξιν και τα πρόσωπα των απωλεσθέντων.
— Σε τι μπορεί κανείς (αν μπορεί) να μετουσιώσει την απώλεια;
Δε νομίζω πως η απώλεια αγαπημένων προσώπων μπορεί να μετουσιωθεί σε τίποτα. Μπορεί μόνο να καταργηθεί με την επανεμφάνιση τους.
Ουδέποτε δε επλησίασε το σχολείον, διδασκομένη τα περί του κόσμου μακράν του κόσμου, γεγονός το οποίον εξήψε την φαντασίαν της, μετέβαλε δε την ορμήν και τον τρόμον διά την ζωήν εις δυο λεπίδας, αίτινες ακονιζόμεναι αενάως η μία επί της άλλης παρήγον αγρίους σπινθηρισμούς.
— Πώς αποδέχεται κανείς τις αντιφάσεις του; Πώς συνυπάρχουν αυτές;
Ταυτόχρονες εντολές όπως γκάζι –φρένο , καίνε τον εγκέφαλο και εξαντλούν τα νεύρα. Άλλες αντιφάσεις πάλι, όπως συναισθηματισμός και μοχθηρία, μπορούν να συνυπάρξουν χωρίς πρόβλημα.
Ενδέχεται πάλιν η Ευγενία να ήτο εκ γενετής ουχί η σθεναρά σύζυγος ήτις συνιστά οδηγόν και σκέπην ενός εκάστου ανδρός, αλλά έν πλάσμα και της ίδιας της σκιάς ασθενέστερον, άβουλον και άλαλον, περιφερόμενον ανά τα πεδία του κόσμου ως χνούδιον και ως ατμός.
— Επανακτάται το σθένος, άπαξ και γίνεις χνούδι και ατμός;
Απ’ τη στιγμή που θα πέσεις, η ανθρώπινη φύση θα σε τσακίσει”, είχε πει η Βιρτζίνια Γουλφ. Αυτό καθιστά ακόμα πιο δύσκολη την επανάκτηση του σθένους. Η εποχή μας αχρηστεύει συστηματικά το σθένος, γι’αυτό και δεν υπάρχει σθεναρή αντίσταση, σθεναρή τέχνη, σθεναρή πίστη ή σθεναρές σχέσεις. Όλα λουφάζουν και συρρικνώνονται κάτω απο μια σθεναρή αγωνία.
-Δεν έχετε άδικο, απήντησεν ο δήμαρχος, ενθυμηθείς την απατώσα αυτόν μετά νεαρού αξιωματικού σύζυγόν του. Πόσοι γάμοι ήθελον ευωδοθεί ει μη ανεγίγνωσκεν η γυνή την Άννα Καρένινα.
-Ακριβώς! ανέκραξεν ο Πολύκαρπος. Έως και την σύζυγόν του δύναται να απωλέσει τις εξαιτίας των βιβλίων. Διό και σας λέγω: Καύσατε!.
— Πόσο “διαφθείρει” η γραφή;
Ο λόγος σώζει και ο λόγος σκοτώνει, γι’αυτό και "απ’ τα λόγια σου θα κριθείς κι απ’ τα λόγια σου θα κατακριθείς". "Όλα τα νερά των ωκεανών δεν φτάνουν να ξεπλύνουν μια σταγόνα αίματος τού πνεύματος", έλεγε ο Λωτρεαμόν. Το σύγχρονο πνεύμα αιμορραγεί απο τα βέλη ενός απογοητευτικού λόγου. Δεν μπορεί να τον αντέξει, γι’ αυτό και το αίμα του μολύνει όλα τα νερά των ωκεανών και τώρα δεν το ξεπλένει τίποτα.
Νυν δε όπου οι χαλεποί καιροί επανήλθον, ουδείς εξ ημών γνωρίζει πώς να αντιδράσει, μηδέ κατά τον πνιγμόν ετέρου μηδέ αυτού του ιδίου.
— Πώς ν’ αντιδράσει λοιπόν;
Είναι δύσκολο ν’αντιδράσει, γιατί η σύγχρονη κρίση συνυπάρχει με την απομόνωση. Τα ιδανικά που θα μας ένωναν απουσιάζουν, οι λόγοι που μας χωρίζουν πολλαπλασιάζονται, η ηθική ακαλαισθησία γίνεται όλο και πιο αναιδής. Χρειάζεται υπεράνθρωπη προσπάθεια για να μην αλλοτριωθείς από την ασχήμια, κυρίως όταν γνωρίζεις “πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος και οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε”. Γι’ αυτήν την προσπάθεια όμως έγραψε ο Ρασούλης τους στίχους του :“Τίποτα δεν πάει χαμένο/ στη χαμένη σου ζωή. Το όνειρο σου ανασταίνω/ και το κάθε σου “γιατί”.
Εκ της αναλήψεως του Βαγγέλη έως του νυν, πλήθος θαυμάτων συντελούνται διαρκώς, καθώς διά της μαρτυρικής αυτού σιωπής πεφιμωμένοι ομιλούσι, εθελοτυφλούντες αναβλέπουσι, κωφεύοντες δε ακούουσι την “πικραμένην και εντροπαλήν” της πατρίδος ημών φωνήν, την κράζουσαν επί αιώνας “Βοήθεια!”.
— Πώς αποφασίσατε να αφιερώσετε το βιβλίο στη μνήμη του Βαγγέλη Γιακουμάκη;
Γιατί μόνο αυτός θα το καταλάβαινε.
σχόλια