Πράγματα που μου έκαναν εντύπωση στο μισόκλειστο Μουσείο του νησιού
Ο φύλακας με κοίταξε εμβρόντητος. Καθόταν όχι στο γκισέ, αλλά σε μια καρέκλα και μιλούσε χαμηλόφωνα με κάποιον.
― Ένα εισιτήριο, ψέλλισα.
Σα να επανήλθε από ένα όνειρο. Αλλά ακόμα να τσιμπιόταν.
― Ναι, ναι, είπε και με αναμέτραγε, για να δει αν είμαι ντόπιος και τι γυρεύω μεσημεριάτικα, που όλοι ετοιμάζονται να φάνε ή να την πέσουν. Θα είχε μέρες ή βδομάδες να μπει κάποιος.
Πέρασα, κατεβαίνοντας στην πλατεία για να αγοράσω τα χρειώδη για το σπίτι μας. Μπήκα περισσότερο για να δω κάτι που δεν έχει αλλάξει από τα χρόνια που ήμουν παιδί.
Ακόμη και την εκκλησία του Αγίου, δεν την αναγνωρίζω από την νεωτεριστική και κάπως κιτς ορμή του προηγούμενη δεσπότη. Ατάκτως πράγματα πάνω σε άλλα πράγματα, αχρείαστο μπούγιο, νεοπλουτίστικο.
Μ' αρέσουν οι αλλαγές. Αλλά η σαγήνη ορισμένων τόπων (όπως οι εκκλησίες) βρίσκεται κυρίως στο ότι δεν αλλάζουν. Είναι μια σταθερά. Επιστρέφεις γέρος και είσαι πάλι σαν παιδί. Κάτι άχρονο.
Το ποτάμι του Αγίου Χαραλάμπους... Εδώ μεγάλωσα. Μια μέρα με τον αδερφό μου και δυο ξαδέρφια μας, θελήσαμε να δούμε από πού πηγάζει. Αρχίσαμε να ανεβαίνουμε τα χωράφια, στα νερά που φαίνονται πάνω αριστερά, χαθήκαμε, τρόμαξα, αλλά μού άρεσε... Αυτή ήταν η δική μου «τούμβα». Κι ίσως εκεί ένοιωσα πρώτη φορά το ρίγος της φυγής, που με διαμόρφωσε ως νεαρό αργότερα.
Θυμήθηκα τη Τζούλια, στο γυμνάσιο - μια υπέρβαρη φίλη, που της άρεσε πολύ ο εαυτός της. Της είχαμε φορέσει ένα t-shirt με στάμπα ένα φύλλο κάνναβης που έγραφε τοξωτά από πάνω Legalize it. Υποτίθεται θα βγάζαμε ένα περιοδικό. Κι αυτό θα ήταν το προβοκατόρικο εντιτόριαλ μόδας.
Έπαιρνε πόζες φιλήδονες μπροστά σε αυτά τα τέμπλα και τις αγιογραφίες. Kαι τη φωτογραφίζαμε με μια δανεική Minolta.
Η Τζούλια πέθανε πριν τα 30 της από ανακοπή. Το περιοδικό δεν βγήκε ποτέ — αλλά δεκαετίες αργότερα, κάναμε ανάλογες σαχλαμάρες στο «01». Μεγάλωσα κι εγώ.
Όμως τα τέμπλα κι οι αγιογραφίες είναι στη θέση τους.
Ζάκυνθος, 21.03.19