Όλα ξεκίνησαν σαν ένα πυροτέχνημα. Βέβαια πολύ πιο εντυπωσιακό από εκείνα που φώτιζαν κάθε Σεπτέμβρη κατά τη διάρκεια της Διεθνούς Έκθεσης τον νυχτερινό ουρανό της Θεσσαλονίκης και μάγευαν μικρούς και μεγάλους, που έτρεχαν να παρακολουθήσουν ενθουσιασμένοι το θέαμα. Σε μια σκοτεινή ακόμα εποχή, σε μια πόλη που μόλις μερικά χρόνια πριν είχε ζήσει τα χειρότερα γεγονότα της ιστορίας του τόπου, μια ομάδα καλλιεργημένων αστών και σημαντικών ακαδημαϊκών απάρτιζε τη Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία «Τέχνη». Μετά από πρωτοβουλία του ιδρυτή της κινηματογραφικής λέσχης της ίδιας εταιρείας, Παύλου Ζάννα, ο οποίος προωθούσε για πρώτη φορά ένα είδος καλλιτεχνικού κινηματογράφου εντελώς άγνωστου στην Ελλάδα, έγινε η εισήγηση στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) να εντάξει στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την επέτειο των 25 χρόνων της μία εβδομάδα αφιερωμένη στον ελληνικό κινηματογράφο.
Η ΔΕΘ δέχτηκε κι έτσι τον Σεπτέμβριο του 1960, και ενώ από τις εγκαταστάσεις της εκπέμπει ο πρώτος πειραματικός τηλεοπτικός σταθμός, ο υπουργός Βιομηχανίας Νικόλαος Μάρτης (ο κινηματογράφος θεωρείται προϊόν) εγκαινιάζει στον κινηματογράφο Ολύμπιον της πλατείας Αριστοτέλους την «1η Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου». Παρότι δεν διαφημίστηκε, αφίσες δεν τοιχοκολλήθηκαν παρά μόνο τις τελευταίες ημέρες, η άφιξη της Αλίκης Βουγιουκλάκη για την προβολή της ταινίας του Ντίνου Δημόπουλου Μανταλένα στην οποία πρωταγωνιστούσε διαδόθηκε, με αποτέλεσμα να συρρεύσουν πλήθη, προκαλώντας πανδαιμόνιο τόσο έξω από το παραλιακό ιστορικό ξενοδοχείο Μεντιτερανέ, όπου διέμενε η Αλίκη, όσο και έξω από την αίθουσα, για την οποία προσκλήσεις και εισιτήρια είχαν εξασφαλίσει κυρίως οι κοσμικοί της τοπικής κοινωνίας. Αυτό το σκηνικό με τα μεγάλα αστέρια της εποχής, πάντως, θα χαρακτήριζε ολόκληρη εκείνη την πρώτη δεκαετία του φεστιβάλ.
Η ευχή του Μυριβήλη δεν έμελλε να πιάσει και βραβεία Σεναρίου τις επόμενες τρεις χρονιές δεν δόθηκαν. Αντιθέτως, η διοργάνωση απέκτησε μια ιδιαίτερα κοσμική χροιά, εξελίχθηκε στο ετήσιο ραντεβού της ελληνικής κινηματογραφίας από τον Νότο στον Βορρά, και οι αφίξεις διάσημων ηθοποιών, σκηνοθετών, δημοσιογράφων, εκδοτών και παραγωγών, κάνουν το σκηνικό να μοιάζει με Χόλιγουντ των Βαλκανίων.
Η εναρκτήρια προβολή γίνεται με ένα ντοκιμαντέρ του Ρούσσου Κούνδουρου για τη Διεθνή Έκθεση και το πρόγραμμα της εβδομάδας συμπεριλαμβάνει τις καλύτερες ελληνικές ταινίες του διαστήματος 1955-1960: ο Δράκος, η Στέλλα, το Ξύλο βγήκε από τον παράδεισο βραβεύονται με χρυσό μετάλλιο που φέρει τη μορφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τα ονόματα όμως που ξεχωρίζουν εκείνη την πρώτη χρονιά είναι ο Νίκος Κούνδουρος με το λυρικό του Ποτάμι και ο Τάκης Κανελλόπουλος με το εκπληκτικής ομορφιάς ντοκιμαντέρ Μακεδονικός Γάμος. Όπως και ο Μάνος Χατζιδάκις, καθώς η πλειονότητα των ταινιών που προβάλλονται έχει δική του μουσική. Ο Κανελλόπουλος, γόνος γνωστής οικογένειας της Θεσσαλονίκης, θεωρείται η μεγάλη αποκάλυψη εκείνης της πρώτης εβδομάδας και στην πρεμιέρα αποθεώνεται από το ενθουσιώδες κοινό, αποσπώντας το βραβείο Καλύτερης Ταινίας Μικρού Μήκους. Όλος ο Τύπος, θεσσαλονικιώτικος και αθηναϊκός, μιλάει για έναν αυθεντικό ελληνικό ποιητικό κινηματογράφο.
Η κριτική επιτροπή, με πρόεδρο τον Στράτη Μυριβήλη και μέλη προσωπικότητες όπως η Κατίνα Παξινού, ο Μάριος Πλωρίτης, η Ελένη Βλάχου, ο Γιάννης Μόραλης, ο Νάσος Μπότσης, ο Σπύρος Σκούρας, ο Αχιλλέας Μαμάκης, και άλλοι, απονέμει το βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας στον Κούνδουρο και το βραβείο Μουσικής στον Χατζιδάκι για το Ποτάμι, ενώ στη Βουγιουκλάκη το βραβείο Καλύτερης Ερμηνείας Α' Γυναικείου Ρόλου. Τα βραβεία συνοδεύονται από χρηματικά έπαθλα. Ο Μυριβήλης στον λόγο του κατά την απονομή καταγγέλλει το χαμηλό επίπεδο των σεναρίων και εκφράζει την ευχή στην επόμενη διοργάνωση να βελτιωθεί και η βελτίωση να επιδιωχθεί με τη συμβολή των Ελλήνων λογοτεχνών.
Η ευχή του Μυριβήλη δεν έμελλε να πιάσει και βραβεία Σεναρίου τις επόμενες τρεις χρονιές δεν δόθηκαν. Αντιθέτως, η διοργάνωση απέκτησε μια ιδιαίτερα κοσμική χροιά, εξελίχθηκε στο ετήσιο ραντεβού της ελληνικής κινηματογραφίας από τον Νότο στον Βορρά, και οι αφίξεις διάσημων ηθοποιών, σκηνοθετών, δημοσιογράφων, εκδοτών και παραγωγών, κάνουν το σκηνικό να μοιάζει με Χόλιγουντ των Βαλκανίων. Υπήρξε επίσης μια σταδιακή καλλιτεχνική εξέλιξη της ποιότητας των ταινιών αλλά και ανάδειξη νέων σκηνοθετών, οι οποίοι μπορούσαν αφενός να εκπροσωπήσουν την Ελλάδα σε διεθνή φεστιβάλ, αφετέρου έκαναν τον Τύπο να αρχίσει να μιλάει για μια ελπιδοφόρα και ποιοτική ελληνική κινηματογραφία. Τα βλέμματα των διανοούμενων είναι στραμμένα στους νέους με τις μικρού μήκους ταινίες που προβάλλονται πριν από τις μεγάλου μήκους.
Το φιλοθεάμον κοινό κατακλύζει κάθε βράδυ το Ολύμπιον. Από τη «2η Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου» πάντως ξεκινάνε τα παράλογα όταν, παρ' όλη την κοσμοσυρροή που δημιουργήθηκε για τη λογοκριμένη Συνοικία το όνειρο του Αλέκου Αλεξανδράκη, η ταινία δεν βραβεύτηκε, όπως ούτε και η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Βέβαια, συναγωνιζόταν ταινίες όπως η Αντιγόνη του Γιώργου Τζαβέλλα και η Ερόικα του Μιχάλη Κακογιάννη.
Το 1962 στην «3η Εβδομάδα», κατά τη διάρκεια της οποίας σημειώθηκαν δύο αναμενόμενα sold out με την Ηλέκτρα του Κακογιάννη και τον Ουρανό του Κανελλόπουλου, αποκαλύφθηκαν και δύο ταλέντα που έκαναν μεγάλη εντύπωση στο ανυποψίαστο κοινό της εποχής: ο Δημήτρης Κολλάτος με τη μικρού μήκους Αθήνα Χ.Ψ.Ξ. και ο Νίκος Νικολαΐδης με το Lacrimae Rerum. Εκείνη τη χρονιά η Ειρήνη Παπά βραβεύεται για την ερμηνεία της στην Ηλέκτρα, αλλά η μη βράβευση του Θεοδωράκη για την ίδια ταινία προκαλεί και πάλι διαμαρτυρίες. Τουλάχιστον δικαιώνονται από τα βραβεία των Κριτικών Κινηματογράφου που εγκαινιάζονται και που μελλοντικά θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στη διοργάνωση και την εξέλιξη του νέου ελληνικού κινηματογράφου.
Το 1963 είναι η χρονιά του Νίκου Κούνδουρου με τις Μικρές Αφροδίτες του, αλλά και του θορυβώδους Τζέιμς Πάρις, Ελληνοαμερικανού παραγωγού. ο οποίος έμελλε να εξελιχθεί τα επόμενα χρόνια στην πιο γραφική φιγούρα του Φεστιβάλ. Καθώς η ταινία δικής του παραγωγής Αδελφός Άννα σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Γρηγορίου συναγωνιζόταν την ταινία Της κακομοίρας του Ντίνου Κατσουρίδη με τον Κώστα Χατζηχρήστο, ο Πάρις στέλνει στην είσοδο του Ολύμπιον μια γιγάντια τούρτα με αποδέκτη τον δημοφιλή κωμικό, απ' όπου ξεπετάχτηκε μια νέα γυναίκα με μπικίνι. Αλλά δεν είναι μόνο η κακογουστιά και το αφελές χιούμορ που απειλεί τη διοργάνωση εκείνη την εποχή, καθώς κάποιοι ανοίγουν τη συζήτηση για τη μεταφορά της στην Αθήνα ή στη Ρόδο. Οι υπερασπιστές της Θεσσαλονίκης παράλληλα μιλούν για τη μετεξέλιξή της σε Βαλκανικό ή Μεσογειακό Φεστιβάλ.
Μέχρι το 1964 οι κοσμικές συνάξεις έχουν ως ορμητήριό τους το Μεντιτερανέ. Εκείνο τον Σεπτέμβριο όμως η «5η Εβδομάς Ελληνικού Κινηματογράφου» μεταφέρεται στο κτίριο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών (ΕΜΣ) και το παραπλήσιο Ντορέ, μπροστά από το πάρκο του Λευκού Πύργου, γίνεται το νέο στέκι των φεστιβαλιστών. Η άφιξη της Κορίνας Τσοπέη, πρώτης Ελληνίδας Μις Υφήλιος, προσελκύει τα πλήθη, σε αντίθεση με τον Στάθη Γιαλελή, πρωταγωνιστή του Αμέρικα, Αμέρικα του Καζάν, που φέρνει μαζί του ο Χατζιδάκις, αλλά περνάει απαρατήρητος. Παράλληλα, το βαθύ ντεκολτέ της Ελένης Ανουσάκη δημιουργεί σάλο και προς στιγμήν η ηθοποιός κινδυνεύει να καταλήξει στο αυτόφωρο λόγω «προσβολής δημοσίας αιδούς». Το πραγματικό σκάνδαλο όμως το προκαλούν οι Ελιές του Κολλάτου, που διχάζουν σε σημείο να προκληθεί παρέμβαση εισαγγελέα και ο Ηλίας Βενέζης, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής, να απειλεί ότι θα παραιτηθεί αν η ταινία βραβευτεί. Και εν τέλει βραβεύεται!
Το 1965, χρονιά μεγάλων πολιτικών εξελίξεων, μια πολιτική ταινία, ανάμεσα σε κοινωνικά δράματα και κωμωδίες, ταράζει τα νερά της «6ης Εβδομάδας». Το Μπλόκο του Άδωνι Κύρου ενθουσιάζει το κοινό, αλλά δεν αποσπά κανένα βραβείο. Είναι και ο λόγος που δεν απονέμεται ούτε το βραβείο Καλύτερης Ταινίας ούτε το βραβείο Σκηνοθεσίας. Αλλά μια νέα ελπιδοφόρα φουρνιά νέων μικρομηκάδων δίνει το «παρών», ανάμεσά τους ο Παντελής Βούλγαρης με τον Κλέφτη και ο Ροβήρος Μανθούλης με το Άνθρωποι και Θεοί, το οποίο απέσπασε και το βραβείο Καλύτερης Ταινίας Μικρού Μήκους.
Το 1966 αποτελεί κομβική χρονιά, καθώς η διοργάνωση μετονομάζεται σε 7ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου. Είναι η χρονιά της Εκδρομής του Κανελλόπουλου, της πρώτης ταινίας του Αλέξη Δαμιανού, Μέχρι το πλοίο, του Θανάτου του Αλέξανδρου του Κολλάτου και του Πρόσωπο με πρόσωπο του Μανθούλη. Επίσης, είναι η χρονιά της εμφάνισης του Παντελή Βούλγαρη με τη μικρού μήκους Τζίμης ο τίγρης, αλλά και της επέλασης των πιο εξωφρενικών πρωτοβουλιών του Τζέιμς Πάρις. Για να διαφημίσει την ταινία του Ξεχασμένοι Ήρωες, επιστρατεύει τη Φιλαρμονική του δήμου, η οποία ακολουθείται από ένα τανκ και ένα πολυτελές αυτοκίνητο με τον ίδιο, ενώ τους συντελεστές τούς υποδέχονται παραταγμένοι στρατιώτες. Μάλλον οι ιδέες του πιάνουν τόπο, καθώς η επιτροπή, με πρόεδρο τον ακαδημαϊκό Γιάννη Θεοδωρακόπουλο, που εγκαταλείπει ωρυόμενος την προβολή της ταινίας του Κολλάτου, του απονέμει το βραβείο Καλύτερης Ταινίας, ενώ ένα ολόκληρο θέατρο φωνάζει «αίσχος». Ανάμεσα στα μέλη της επιτροπής, η Λαμπέτη λέει το μνημειώδες «βραβεύσαμε τη χειρότερη ταινία του φεστιβάλ», ο Τσαρούχης με το βιτριολικό του χιούμορ δηλώνει «βία και νοθεία» κι ο Χατζιδάκις δημοσιεύει λίβελο. Το πιο ελπιδοφόρο γεγονός εκείνης της χρονιάς είναι η εγκαινίαση ενός «Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου», δημιούργημα κι αυτό του Ζάννα, με σκοπό να προηγείται του ελληνικού φεστιβάλ κατά μία εβδομάδα. Οι ταινίες είναι επιλογές πρεσβειών μεν, αλλά καταφθάνουν σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο Ζαν Λουί Τρεντινιάν, η Βρετανίδα σταρ της εποχής Σουζάνα Γιορκ και ο διευθυντής των «Cahiers du Cinéma» Ζαν Λουί Κομολί.
Το επόμενο, 8ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου πραγματοποιείται τον Σεπτέμβρη του 1967 υπό το βλέμμα των συνταγματαρχών. Όπως και τα χρόνια που ακολούθησαν, κυριαρχεί η αισθητική του Τζέιμς Πάρις με τις εθνικοπατριωτικές του ταινίες και τις χοντροκομμένες φάρσες του. Όπως μετά την πρεμιέρα της ταινίας του 13ος του Ντίμη Δαδήρα, που καλεί τους πάντες σε «φασολάδα πάρτι» και γίνεται χαμός. Τα βραβεία διαχωρίζονται σε «Καλύτερης Καλλιτεχνικής Ταινίας» και «Αρτιότερης Παραγωγής». Οι Σιλουέτες του Κωστή Ζώη κάνουν την αρχή με τη βράβευσή τους στην πρώτη κατηγορία. Αναπόφευκτα ξεκινάει η πολιτικοποίηση του καλλιτεχνικού κινηματογράφου, η οποία συνοδεύεται έκτοτε από τις παρεμβάσεις του β' εξώστη, όπου παθιασμένοι νεολαίοι, άλλοτε ως χαβαλέ κι άλλοτε ως σοβαρή πολιτική αντίδραση, εκδηλώνουν τη δική τους θέση.
Όπως το 1968, που το βραβείο Καλύτερης Ταινίας το παίρνει η παραγωγή του Τζέιμς Πάρις Στα σύνορα της προδοσίας αντί της Παρένθεσης του Κανελλόπουλου ή της σκηνοθετικής απόπειρας του Ιάκωβου Καμπανέλλη Το κανόνι και τ' αηδόνι, και ο εξώστης ξεσηκώνει την αίθουσα με τα γιουχαΐσματά του. Είναι η χρονιά που βραβεύεται η μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου για τα Κορίτσια στον ήλιο του Βασίλη Γεωργιάδη, αλλά και η χρονιά της πρώτης εμφάνισης του Θόδωρου Αγγελόπουλου με τη μικρού μήκους Εκπομπή.
Το 1969, εν μέσω βαριάς λογοκρισίας, βραβεύεται ως «αρτιότερη ταινία» το ΟΧΙ των Δαδήρα - Τζέιμς Πάρις, και ο Λάμπρος Κωνσταντάρας αποσπά το βραβείο Ερμηνείας Α' Ανδρικού Ρόλου για τον Μπλοφατζή.
Το 1970 η Αναπαράσταση του Αγγελόπουλου ταράζει τα νερά και φέρνει τα πάνω κάτω. Κι ενώ ο βετεράνος Γάλλος σκηνοθέτης Ανρί Βερνέιγ προειδοποιεί τους Έλληνες ότι αν τη βραβεύσουν θα κάνει κακό στον ελληνικό κινηματογράφο, η ταινία αποσπάει το Βραβείο Καλύτερης Καλλιτεχνικής Ταινίας κι ανοίγει ένα νέο παράθυρο στην εθνική μας κινηματογραφία, ενώ γίνεται πρότυπο για άπειρους μιμητές του αγγελοπουλικού στυλ τις επόμενες δεκαετίες, ακυρώνοντας τη σημασία του δραματικού διαλόγου. Αλλά στο 11ο Φεστιβάλ επικρατεί ακόμα η παλιά σχολή κι ως εκ τούτου ο Νίκος Κούρκουλος αποσπά το βραβείο Ερμηνείας Α' Ανδρικού Ρόλου για τον Αστραπόγιαννο του Νίκου Τζίμα. Φυσικά αποδοκιμάζεται από τον εξώστη.
Το 1971, που σύμφωνα με τον Τύπο είναι «το Φεστιβάλ της οργής», ανάμεσα σε μια συγκομιδή εμπορικών παραγωγών που σε δύο περιπτώσεις ο εξώστης με τις διαμαρτυρίες του πετυχαίνει τη διακοπή της προβολής τους, ξεχωρίζει η θρυλική σήμερα Ευδοκία του Αλέξη Δαμιανού. Είναι τόσο θερμή η υποδοχή, που χαρακτηριστικά ο Τζέιμς Πάρις στο τέλος της προβολής γονατίζει μπροστά στον σκηνοθέτη και λέει «πάτα με, δεν έχει ξαναγίνει τέτοια ταινία». Στα βραβεία αγνοείται σκανδαλωδώς, εκτός της πρωταγωνίστριας Μαρίας Βασιλείου, που λαμβάνει το Ερμηνείας Α' Γυναικείου Ρόλου. Τη βραδιά της κηδείας του Γιώργου Σεφέρη, φοιτητές έξω από την ΕΜΣ, παρακινούμενοι από τον συνθέτη της Ευδοκίας Μάνο Λοΐζο και κάτω από το βλέμμα των αστυνόμων, τραγουδάνε το «Πήραμε τη ζωή μας λάθος» του Θεοδωράκη, τιμώντας τον ποιητή και κάνοντας μια κίνηση αντίστασης στη χούντα. Όπως άλλωστε έκανε και η αλληγορική ταινία του Κατσουρίδη Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση, χάρη στην οποία ο Θανάσης Βέγγος πήρε το Ερμηνείας Α' Ανδρικού Ρόλου.
Το 1972 η ΔΕΘ εγκαινιάζει το 1ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου με έμφαση στις μικρού μήκους. Είναι η χρονιά του Προξενιού της Άννας του Βούλγαρη, του Ναι μεν, αλλά του Τάσιου, του Μέρες του '36 του Αγγελόπουλου. Σε μια ατμόσφαιρα όπου συνυπάρχουν σμόκιν και αμπέχονα, ο εξώστης γιουχάρει το Ιπποκράτης και δημοκρατία, παραγωγής Τζέιμς Πάρις, αλλά και την Τελευταία Άνοιξη του Κανελλόπουλου, ξεχνώντας όσα έχει προσφέρει ο Σαλονικιός πρωτοπόρος. Ο Τύπος γράφει γι'αυτούς: «Ένα φεστιβάλ νέων που χαρίζει στους θεατές μια εβδομάδα εκπλήξεων και καταφέρνει να μετριάσει τη λογοκρισία». Το 1973 το 14ο Φεστιβάλ χαρακτηρίζεται «το πιο ζωντανό και ταραχώδες στην ιστορία του θεσμού». Ξεχωρίζουν ο Ιωάννης ο βίαιος της Τώνιας Μαρκετάκη, ο Μεγάλος Ερωτικός του Βούλγαρη, ο Τόπος Κρανίου του Κώστα Αριστόπουλου. Στις μαραθώνιες συζητήσεις του Ντορέ, ένας δημοσιογράφος κατηγορεί τον Πάρις ότι είναι άνθρωπος της χούντας κι εκείνος πέφτει κάτω λιπόθυμος από την ταραχή του.
Το 1974 έχει αποκατασταθεί μεν η δημοκρατία, αλλά όχι η δομή του Φεστιβάλ. Παρ' όλ' αυτά, ο Ζυλ Ντασέν φτάνει με τη Μελίνα στη Θεσσαλονίκη για να προεδρεύσει της κριτικής επιτροπής του 2ου Διεθνούς Φεστιβάλ, ενώ στο 15ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου παίζεται το Κιέριον του Δήμου Θέου μετά από λογοκρισία 7 χρόνων. Εντυπωσιάζουν η Φόνισσα του Κώστα Φέρρη, τα Μέγαρα των Τσεμπερόπουλου - Μανιάτη και τα Χρώματα της Ίριδος του Νίκου Παναγιωτόπουλου. Ο εξώστης οργανώνεται και ξεκινάει και τα δικά του «βραβεία κοινού»! Το 1975 ο Θίασος του Αγγελόπουλου συγκεντρώνει αριθμό ρεκόρ θεατών, με όρθιους να παρακολουθούν κατανυκτικά για τέσσερις ώρες την εμβληματική ταινία του δημιουργού, η οποία σαρώνει τα βραβεία. Πρόεδρος της κριτικής επιτροπής είναι ο Μανόλης Ανδρόνικος, ενώ την επόμενη χρονιά, στο 17ο Φεστιβάλ, πρόεδρος είναι η Μελίνα Μερκούρη και μέλη ο Αγγελόπουλος, ο Λοΐζος, ο Σαμαράκης, ο Φίνος. Ιδρύεται η Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) που απονέμει έκτοτε κάθε χρόνο τα δικά της βραβεία. Το 1976, πάντως, είναι και η χρονιά του Happy Day του Βούλγαρη, ταινία που αποσπά τα σημαντικότερα βραβεία, αν και ο Διονύσης Σαββόπουλος αρνείται να παραλάβει το δικό του.
Το 1977 το υπουργείο Βιομηχανίας αποφασίζει να περιορίσει τα χρηματικά έπαθλα και καθώς οι οργανωτικές επιτροπές δεν συμπεριλαμβάνουν κανέναν άνθρωπο του κινηματογραφικού χώρου, οι πάντες αντιδρούν. Αρνούνται να συμμετάσχουν στη διοργάνωση και στήνουν ένα αντιφεστιβάλ στο Ράδιο Σίτυ με πρόεδρο τον Ζάννα, το οποίο προσελκύει όλες τις καλλιτεχνικές ταινίες. Μάλιστα, το «παρών» δίνουν ως εθελοντές οι νεολαίοι του β' εξώστη. Το επίσημο 18ο Φεστιβάλ, χωρίς την έγκριση του σκηνοθέτη της Μιχάλη Κακογιάννη, προβάλλει την Ιφιγένεια, η οποία σαρώνει τα μεγάλα βραβεία. Επίσημες καλεσμένες ανάμεσα σε διάφορες διεθνείς προσωπικότητες είναι η Ρίτα Χέιγουορθ και η Ιζαμπέλ Ιπέρ. Αλλά το πραγματικό φεστιβάλ με τις εντάσεις και τους δημιουργικούς ανθρώπους πραγματοποιείται μία εβδομάδα μετά και προβάλονται τιμής ένεκεν οι Κυνηγοί του Αγγελόπουλου και το Vortex του Κούνδουρου. Από τις συμμετοχές, το Βαρύ Πεπόνι του Τάσιου βραβεύεται μαζί με το Αγώνας των τυφλών της Μαρίας Παπαλιού. Οι πρωταγωνιστές του, Κατερίνα Γώγου και Μίμης Χρυσομάλλης, παραλαμβάνουν τα βραβεία ερμηνείας.
Το 1978 ευτυχώς όλα αποκαθίστανται και στο 19ο Φεστιβάλ ξεχωρίζουν οι Τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας του Παναγιωτόπουλου μαζί με το 1922 του Κούνδουρου που βραβεύεται μεν, αλλά μποϊκοτάρεται από το ΥΠΕΞ, για διπλωματικούς λόγους και δεν βγαίνει στις αίθουσες.
Το 1979, οι ταινίες Εξόριστος στην κεντρική λεωφόρο του Νίκου Ζερβού, Ανατολική Περιφέρεια του Βασίλη Βαφέα, Περιπλάνηση του Χριστόφορου Χριστοφή, Ταξίδι του μέλιτος του Γιώργου Πανουσόπουλου και Τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμα του Νίκου Νικολαΐδη οδηγούν σε ακραία φαινόμενα. Ο εξώστης δεν χαίρει πια της εκτίμησης κανενός, χαρακτηρίζεται από τον Τύπο «αναιδής, αγράμματος, αχάριστος, σκληρός», ενώ ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Βάσος Φαληρέαςπιέζεται τόσο προκειμένου να μη βραβεύσει τον Νικολαΐδη, που την ώρα της τελικής συνεδρίασης πέφτει νεκρός από ανακοπή.
Το 1980 στο 21ο Φεστιβάλ ο Αγγελόπουλος καταφθάνει τροπαιούχος από τη Βενετία με Χρυσό Λέοντα για τον Μεγαλέξανδρο, αλλά είναι και η χρονιά του Μελοδράματος του Παναγιωτόπουλου, της Παραγγελιάς του Τάσιου και του Ανθρώπου με το γαρύφαλλο του Τζίμα για τον Μπελογιάννη, που έμελλε να κάνει θριαμβευτική πορεία στις αίθουσες. Το 1981 για πρώτη φορά το Φεστιβάλ καλύπτει τα έξοδα όλων όσοι συμμετέχουν, ενώ κατά το 10ο Διεθνές καταφθάνουν προσκεκλημένοι οι Ντένις Χόπερ, Άντονι Κουίν και Τέρενς Σταμπ.
Το 1982, με νέα κυβέρνηση πια το ΠΑΣΟΚ και υπουργό Πολιτισμού τη Μελίνα Μερκούρη, νέος άνεμος φυσάει, σαφώς πιο φιλικός προς τους καλλιτέχνες και τη θεματολογία τους. Η ταινία που θριαμβεύει είναι ο Άγγελος του Κατακουζηνού, ταινία συμβατική ως προς τη γραφή της, αλλά ιδιαίτερα τολμηρή για την εποχή, καθώς είναι η πρώτη φορά που θίγεται τόσο ανοιχτά η ομοφυλοφιλία, ενώ το μεγάλο κοινό το κερδίζει το Άρπα Colla του Νίκου Περάκη. Το 1983 τα βραβεία παύουν να είναι χρηματικά και ο θεσμός του Διεθνούς Φεστιβάλ αποτελεί παρελθόν.
Η δεκαετία του '80 γενικώς χαρακτηρίζεται ως μεταβατική περίοδος. Ο Αγγελόπουλος κάνει διεθνή καριέρα, οι ταινίες του παίζονται πια τιμητικά, οι φεστιβαλικές ταινίες, ακόμα και οι βραβευμένες, κυρίως αυτές, διώχνουν το μεγάλο κοινό από τις αίθουσες. Συγχρόνως, μια νέα γενιά κινηματογραφιστών κάνει την εμφάνισή της κι ο ελληνικός κινηματογράφος μοιάζει να ωριμάζει.
Η δεκαετία του '80 γενικώς χαρακτηρίζεται ως μεταβατική περίοδος. Ο Αγγελόπουλος κάνει διεθνή καριέρα, οι ταινίες του παίζονται πια τιμητικά, οι φεστιβαλικές ταινίες, ακόμα και οι βραβευμένες, κυρίως αυτές, διώχνουν το μεγάλο κοινό από τις αίθουσες. Συγχρόνως, μια νέα γενιά κινηματογραφιστών κάνει την εμφάνισή της κι ο ελληνικός κινηματογράφος μοιάζει να ωριμάζει. Κάθε χρόνο μια-δυο ταινίες ξεχωρίζουν και κερδίζουν τους σινεφίλ, ο β' εξώστης σταδιακά συντηρητικοποιείται, στήνεται αντιφεστιβάλ μικρού μήκους ταινιών για να μη φύγουν στη Δράμα, αντεγκλήσεις, ένα νομοσχέδιο που αργεί, όταν έρχεται η ΔΕΘ είναι παραγκωνισμένη, ίντριγκες, ομηρικοί καβγάδες μέσω του Τύπου. Εν τω μεταξύ, οι αίθουσες στις πόλεις κλείνουν, κυριαρχεί πια η βιντεοκασέτα, η πλειονότητα των φεστιβαλικών ταινιών χρηματοδοτείται από το Κέντρο Κινηματογράφου, το καλλιτεχνικό σινεμά παίρνει τα πρωτεία αλλά θεωρείται εντελώς αντιεμπορικό.
Η μεγάλη τομή όμως γίνεται το 1992 με το 33ο Φεστιβάλ. Στον νέο διευθυντή –ήδη από την προηγούμενη χρονιά, κατά την οποία δεν δόθηκε κανένα από τα σημαντικά βραβεία–, τον Μισέλ Δημόπουλο, ανατίθεται να μετατρέψει το εθνικό και κάπως επαρχιακό-περιφερειακό φεστιβάλ σε ένα διεθνές φεστιβάλ όπου οι ελληνικές ταινίες θα διαγωνίζονται δίπλα σε ξένες παραγωγές. Κι έτσι ξεκινάει μια μεγάλη πορεία που οδηγεί σε μια έκρηξη κινηματογραφικής πανσπερμίας, η οποία γίνεται πόλος έλξης Ελλήνων και διεθνών καλλιτεχνών, παραγωγών, παραγόντων κάθε είδους και εκατοντάδων σινεφίλ. Η ιδέα είναι να καλούνται να διαγωνιστούν δημιουργοί με την πρώτη ή δεύτερη ταινία τους, διεκδικώντας το θεσμοθετημένο πια βραβείο Χρυσός ή Αργυρός Αλέξανδρος.
Το αποτέλεσμα είναι να καταφθάσουν στη Θεσσαλονίκη μερικοί από τους πιο ταλαντούχους κινηματογραφιστές διεθνώς. Μια συνθήκη που ενώ ξεκίνησε δειλά, και λίγο σαν «φτωχός συγγενής», καταλήγει να θεωρηθεί πανευρωπαϊκά ένας υπολογίσιμος θεσμός. Σε αυτό φυσικά βοήθησε το γεγονός ότι η ελληνική πολιτεία σταδιακά άρχισε να «επενδύει» όλο και περισσότερα χρήματα, ενώ όλο και σημαντικότεροι χορηγοί δίνουν το δικό τους «παρών». Το 1998 αλλάζει το θεσμικό πλαίσιο του Φεστιβάλ και αποκτά πρόεδρο τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, ενώ το 1999, μετά από αγορά του ιστορικού κτιρίου Ολύμπιον, μεταφέρεται εκεί η μόνιμή του έδρα. Ανακαινίζονται οι παλιές αποθήκες του λιμανιού και, με 4 ολοκαίνουριες αίθουσες προβολών, χώρους συνάντησης επισκεπτών και καλλιτεχνών για μεγάλες συνεντεύξεις Τύπου και γραφεία, το φεστιβάλ εξελίσσεται σε ένα πολύβουο μελίσσι, πρωί-βράδυ!
Τα παράλληλα προγράμματα επεκτείνονται και αποκτούν σημαντική και ακόμα πιο δημοφιλή οντότητα από εκείνη του διαγωνιστικού. Αφιερώματα σε εθνικές κινηματογραφίες από ολόκληρο τον κόσμο, σε διάσημους και σημαντικούς σκηνοθέτες, ανεξάρτητες παραγωγές, Αγορά, Βαλκάνια, masterclass με σχεδόν μυθικά ονόματα. Αρκετοί σκηνοθέτες που σήμερα είναι διάσημοι και πολυβραβευμένοι ξεκινούν την καριέρα τους στη Θεσσαλονίκη, όπως η Σάλι Πότερ, ο Ντάρεν Αρονόφκσι, ο Τακέσι Κιτάνο, ο Απιτσατπόνγκ Ουερασεθάκουλ, από Έλληνες ο Γιώργος Λάνθιμος, η Αθηνά-Ραχήλ Τσαγγάρη, ο Αλέξανδρος Αβρανάς, ο Γιάννης Οικονομίδης και άλλοι. Ο θεσμός «Νέοι Ορίζοντες» που εγκαινιάζει ο Δημήτρης Εϊπίδης και αποδεικνύεται το πιο ενδιαφέρον και δημοφιλές πρόγραμμα –αρχικά στο παροπλισμένο Παλλάς στην παραλία και αργότερα στο Λιμάνι– συγκεντρώνει τις πλέον αμφιλεγόμενες, φρέσκες, ακραίες, τολμηρές, αναπάντεχες ταινίες από άγνωστους νέους κινηματογραφιστές από τα πιο απίθανα μέρη του κόσμου. Ο θεσμός άλλαξε όνομα δύο φορές, έγινε «Ημέρες Ανεξαρτησίας» υπό τον Λευτέρη Αδαμίδη, ενώ σήμερα έχει επανέλθει ως «Ανοιχτοί Ορίζοντες», αλλά όπως και να λέγεται παρατηρούνται ουρές και ασφυκτικά γεμάτες αίθουσες. Το 1999 ιδρύεται και το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης - Εικόνες του 21ου Αιώνα, το οποίο λαμβάνει χώρα κάθε άνοιξη και φιλοξενεί ό,τι πιο δυναμικό σε διεθνές επίπεδο από ταινίες τεκμηρίωσης.
Δεν υπάρχει μεγάλο διεθνές όνομα που να μην έχει περάσει όλα αυτά τα χρόνια από τη Θεσσαλονίκη. Από τον Ναγκίσα Όσιμα μέχρι τον Φράνσις Φορντ Κόπολα, από τον Αμπάς Κιαροστάμι, που την επισκέφθηκε 5 φορές, μέχρι τον Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν, από τον Αλφόνσο Κουαρόν μέχρι τον Πίτερ Γκρίναγουεϊ, σε αξιομνημόνευτες περιστάσεις με θρυλικούς συνεργάτες τους επί σκηνής να παραλαμβάνουν τιμητικούς Χρυσούς Αλέξανδρους. Ο Αγγελόπουλος να τιμά τον Βιμ Βέντερς, ο Εμίρ Κουστουρίτσα να παίζει με τη No Smoking Band του και να ανεβαίνει στη σκηνή ο Όλιβερ Στόουν, ο Βικτόρ Ερίθε να συνομιλεί με τον Κιαροστάμι, για να αναφερθούμε σε ελάχιστες από τις πάμπολλες στιγμές. Η Ντενέβ με τον Αγγελόπουλο, η Μαρίσα Παρέδες να προλογίζει ταινία, η Ιπέρ να παρακολουθεί παγκόσμια πρεμιέρα κωμωδίας της, η Φέι Ντάναγουεϊ να μιλάει για τους Έλληνες της καριέρας της, ο Νάνι Μορέτι, ο Μάρκο Μπελόκιο, ο Μανοέλ ντε Ολιβέιρα, η Ανιές Βαρντά, ο Κεν Λόουτς, ο Μπέλα Ταρ, ο Ασγκάρ Φαραντί, ο Πατρίς Σερό, ο Τζον Μάλκοβιτς και ο Γουίλεμ Νταφόου, η λίστα είναι ανεξάντλητη. Εκθέσεις σε συνεργασία με τα μουσεία της Θεσσαλονίκης, εξαιρετικές εκδόσεις-μονογραφίες σκηνοθετών, συναυλίες, ατέλειωτα πάρτι.
Η διαδρομή από την «1η Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου» μέχρι το 60ό Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης είναι μεγάλη και η έκβαση εντυπωσιακή. Τα χρόνια της κρίσης το Φεστιβάλ επέζησε χάρη στη σωστή διαχείριση μέσων και πόρων. Από δω και πέρα, υπό τη διεύθυνση του Ορέστη Ανδρεαδάκη και με νέα δεδομένα μιας επανεκκίνησης, το στοίχημα είναι να προλάβει να συντονιστεί με τις τεχνολογικές και αισθητικές εξελίξεις της ψηφιακής εποχής και να αποκτήσει τη χαμένη του ανταγωνιστικότητα. Η επόμενη μέρα θα δείξει αν κινείται στις σωστές κατευθύνσεις.
Info
Οι φωτογραφίες περιλήφθηκαν στη δράση του 60ού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (2019) με όνομα «Βρες το Φεστιβάλ», στο πλαίσιο της οποίας 120 εικόνες από την ιστορία του θεσμού είχαν τοποθετηθεί σε ισάριθμα καταστήματα, εστιατόρια και μπαρ της πόλης.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 3.11.2019