Όταν πρωτοεμφανίστηκαν οι Public Enemy το 1987 με το Yo Bum Rush The Show, ο ήχος τους ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Για κάποιον που δεν έχει ζήσει στην εποχή του την εμπειρία του Rebel Without A Pause ή του Bring The Noise, σήμερα, που το μεγαλύτερο μέρος του hip hop έχει γίνει εντελώς συμβατικό, σίγουρα δεν προκαλούν ούτε την ίδια αίσθηση ούτε τις ίδιες αντιδράσεις. Ήταν όπως με τους Sex Pistols ή τους Beatles, όπως είχε αναφέρει ο «Observer» σε κάποιο άρθρο του πριν από δυο χρόνια, που έβλεπε ένα σπουδαίο όνομα να παρακμάζει. Είχαν μόλις βγάλει μια συλλογή με singles που δεν γνώρισε επιτυχία (είχε μετά βίας μπει στο Top-400 και έπαιζαν μπροστά σε ελάχιστο κοινό. Ακόμα και στο Λονδίνο, που μια εικοσαετία πριν τους είχε υποδεχτεί με δικαιολογημένο ενθουσιασμό και τους είχε κάνει σχεδόν mainstream ήρωες. Ήταν σπουδαίοι οι Public Enemy. To «Fight The Power» και «το Don't Believe The Hype» είναι από τα πιο σημαντικά πολιτικά κομμάτια που έχουν γραφτεί ποτέ, παρόλο που περιέχουν στίχους που τους δημιούργησαν προβλήματα, πολύ προκλητικούς και σκληρούς, αν κατάφερνες να τους απομονώσεις. Οι αντισημιτικοί στίχοι του «Don't Believe The Hype» και η άμεση αναφορά σε δύο από τα μεγαλύτερα λευκά είδωλα της Αμερικής -τον Elvis και τον John Wayne-, χαρακτηρίζοντάς τους ρατσιστές, στο «Fight The Power» απ' το Do The Right Thingτου Σπάικ Λι μπορεί να ακούγονταν ακραίοι για μια μερίδα του κοινού, ήταν πάντως η δική τους στάση απέναντι σε εκατοντάδες χρόνια ιστορίας. Μπορούν να υπερηφανεύονται ότι είναι υπεύθυνοι περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τα τελευταία 20 χρόνια για την παγκοσμιοποίηση το ραπ. Έπαιξαν παντού, κι από το ‘87 μέχρι το '92, που ήταν το peak τους, εκτός από φανατικό κοινό απόκτησαν και μια εκτίμηση από τους μουσικόφιλους κάθε κατηγορίας που δύσκολα μπορεί να πλησιάσει σύγχρονο όνομα. Πέρα από τίτλους και διακρίσεις που κέρδισαν όλα αυτά τα χρόνια -και στην ουσία δεν είναι τίποτα άλλο από την αναγνώρισή τους από το ίδιο το σύστημα- ήταν το γκρουπ που έκανε το ραπ αξιόλογο και το ταύτισε με τον αγώνα ενάντια στην καταπίεση και την αγανάκτηση μιας φυλής. Κι ας εκφράστηκε ακόμα και με λάθος τρόπους. Από την εποχή ακόμα του πρώτου άλμπουμ τους δήλωναν ότι ο σκοπός τους ήταν να γίνουν εξώφυλλο στο «Rolling Stone», κάνοντας πολιτικά κομμάτια. Αυτό το κατάφεραν πολύ γρήγορα. Με αναφορές και στίχους-μανιφέστα, με ένα «στρατό» ντυμένο με φόρμες παραλλαγής να τους συνοδεύει (τους S1W) και τον Flavor Flav να κάνει το «Yeah, boyeee» μια από τις πιο αναγνωρίσιμες φράσεις της μουσικής ιστορίας.
Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται 20 χρόνια ακριβώς από την κυκλοφορία του It Takes The Nation Of Millions To Hold Us Back (της πιο σημαντικής στιγμής τους στη δισκογραφία) και οι Public Enemy κάνουν άλλη μια περιοδεία για να το γιορτάσουν. Με την ίδια σύνθεση (λείπει μόνο ο Terminator X - αποσύρθηκε σε μια φάρμα με στρουθοκαμήλους) αλλά και με την αναπόφευκτη φθορά που έφερε ο χρόνος. Επίσης, με μεγάλες αλλαγές σχεδόν στα πάντα, και στις καταστάσεις και στους ίδιους. Το 2008 δεν μπορούν πια να φωνάζουν συνθήματα εναντίον του Μπους και του Μπλερ. Η Αμερική έχει τον πρώτο Αφροαμερικάνο Πρόεδρο, οι σχέσεις του γκρουπ έχουν περάσει δια πυρός και σιδήρου, οι δίσκοι τους δεν πουλάνε, δοκίμασαν την τύχη τους στις on-line κυκλοφορίες πρώτοι απ' όλους χωρίς την ανταπόκριση που περίμεναν κι ο ήχος τους μπορεί να παραμένει σταθερά δυναμικός αλλά είναι «ξεπερασμένος». Δεν κατάφεραν να επαναλάβουν την επιτυχία που γνώριζαν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ‘90, παραμένουν ωστόσο από τα πιο σπουδαία γκρουπ που έβγαλε η «μαύρη» μουσική και το πιο σημαντικό της ραπ με διαφορά. Το ίδιο συμβαίνει και με τις εμφανίσεις τους. Η οργή και η ένταση που τους χαρακτήριζε απ' την πρώτη περιοδεία τους ως support στους Beastie Boys είναι παρούσες και η δύναμη του υλικού τους ξαναζωντανεύει στη σκηνή, θυμίζοντας γιατί δεν είναι δίκαιο να μιλάς για τους Public Enemy, χρησιμοποιώντας χρόνους του παρελθόντος. Ήταν και παραμένουν ένα από τα πιο σημαντικά εν ενεργεία σχήματα του πλανήτη. «Μας εκνευρίζει όταν μας ξεγράφουν από τη ροκ ιστορία» λέει ο Chuck D, «αναφέροντας μόνο τους Who και τους Cream. Ίσως επειδή η ραπ έχει γίνει μια θλιβερή ιστορία...».
σχόλια