«Από την κρεβατοκάμαρά μου στη δική σας» – έτσι περιγράφει τον τρόπο που συλλαμβάνει, συνθέτει, ηχογραφεί, κάνει την παραγωγή και μοιράζεται τη μουσική της η Michelle Gurevich, διατηρώντας έτσι την οικειότητα και τη μοναδικότητα της έκφρασής της.
«Sadcore, lo-fi, folk, indie pop, art pop», συγκρίσεις με τον Nick Cave και τον Leonard Cohen. Αυτά είναι τα tags και οι περιγραφικές ταμπέλες που της αποδίδουν η μουσική βιομηχανία και ο μουσικός Τύπος, με την ατέρμονη, βαρετή και ανέμπνευστη μανιέρα τους, που κρατεί καλά ακόμα και το 2025, σε μια αχρείαστη προσπάθεια κατηγοριοποίησης της δημιουργίας, στερώντας από το κοινό το χτίσιμο αντίληψης, ακόμα και τη φαντασία.
Η Michelle γράφει για την ψυχή και τις εμπειρίες της, με μια γερή δόση μαύρου χιούμορ και αφοπλιστικής ειλικρίνειας, χωρίς επιτηδευμένα στολίδια και εξιδανικεύσεις. Μάλλον γι’ αυτό κατάφερε να συνομιλήσει με κάποιους (πολλούς) ανθρώπους σε ένα άλλο επίπεδο, αφού συνέθεσε τις ενδόμυχες σκέψεις τους σε λόγια και τους έβαλε το soundtrack.
«Συχνά σκέφτομαι ότι η μουσική μου είναι σαν ένα από εκείνα τα μικρά αρτοποιεία, όπου ο ιδιοκτήτης είναι εκεί για να σε υποδεχτεί, αλλά εργάζεται και στην κουζίνα. Μερικές φορές αυτά τα μικρά αρτοποιεία πετυχαίνουν, οπότε βρίσκουν έναν μεγαλύτερο χώρο, τον ανακαινίζουν, αλλάζουν το branding, αποκτούν μια μεγάλη ομάδα για να διευθύνει το όλο εγχείρημα. Τότε πηγαίνουμε εκεί και λέμε: "Το παλιό μέρος ήταν καλύτερο"».
Η Gurevich γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Καναδά, κόρη Ρώσων μεταναστών στη χώρα. Αρχικά ήθελε να γίνει σκηνοθέτιδα και δούλεψε χρόνια στον συγκεκριμένο χώρο, αλλά «τελικά προσπάθησα να γράψω ένα τραγούδι και διαπίστωσα ότι ήταν όχι μόνο φθηνότερο αλλά και πολύ πιο εύκολο να έχω ένα καλό αποτέλεσμα», όπως δηλώνει. Η καριέρα της ξεκίνησε στο δωμάτιό της ως Chinawoman και πλέον υπάρχει εκεί έξω με το πραγματικό της όνομα.
Michelle Gurevich - There's No One Answer for Life
Μετακόμισε στο Βερολίνο, για να είναι πιο κοντά στο δυνατό ευρωπαϊκό κοινό της, και μετά στην Κοπεγχάγη. Το μάλλον πιο εξωστρεφές έβδομο άλμπουμ της, «It Was the Moment», κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό, και έχοντας ξεπεράσει ένα δυνατό burnout, που την απομάκρυνε από τις ζωντανές εμφανίσεις, η Michelle Gurevich επιστρέφει σταδιακά και επιλεκτικά σε αυτό που ξέρει να κάνει καλά: στη μουσική.
— Επέλεξες, τελικά, τη μουσική ως όχημα της καλλιτεχνικής σου έκφρασης. Πώς έχει εξελιχθεί το κομμάτι της αποτύπωσης των συναισθημάτων, των σκέψεων και των ιδεών σου, αλλά και του ήχου σου μέσα στα χρόνια;
Στην αρχή, προτιμούσα την αυτοσυγκράτηση στις λέξεις και την ερμηνεία· τώρα αρχίζει να με ελκύει μια πιο συναισθηματική απόδοση. Μια άλλη παράμετρος είναι ότι τώρα γράφω λιγότερο – συνήθιζα να γεμίζω πολλά σημειωματάρια, πλέον αφήνω τις ιδέες να αναπτύσσονται στο μυαλό μου περισσότερο, μέχρι να είναι έτοιμες να εκραγούν. Νομίζω ότι η εμπειρία τού να παίζω ζωντανά με μια μπάντα έχει επίσης επηρεάσει τον ήχο μου.
Έχω αναπτύξει μεγαλύτερη προτίμηση στα αληθινά ντραμς και το μπάσο και, παρόλο που εξακολουθώ να κάνω την παραγωγή μόνη μου στο σπίτι, κάνω remote sessions με διαφορετικούς μουσικούς. Ταυτόχρονα, δεν θέλω να χάσω την αρχική μου έμπνευση, αυτόν τον μοναχικό ήχο που μπορεί να επιτευχθεί μόνο από ένα άτομο και ένα keyboard. Είναι αναπόφευκτο – όσο αποκτάς περισσότερη εμπειρία στο να δουλεύεις με τον ήχο, κάθε άλμπουμ συνήθως γίνεται πιο λουστραρισμένο. Προσπαθώ να μετριάσω αυτή την τάση, κρατώντας το DIY.
— Τα άτομα που σε ακολουθούν υποδέχτηκαν το τελευταίο σου άλμπουμ με πολλή αγάπη και έλαβες εξαιρετικές κριτικές από τον κόσμο της μουσικής. Πώς ορίζεις προσωπικά την επιτυχία και ποια ήταν η στιγμή που συνειδητοποίησες ότι πέτυχες τον στόχο σου με το «It Was the Moment»;
Για μένα είναι πολύ νωρίς για να κρίνω το πιο πρόσφατο άλμπουμ μου, θα χρειαστώ μερικά χρόνια πριν μπορέσω να πω τι σκέφτομαι γι' αυτό. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ταινίες, κάποιες τις ξεχνάω την επόμενη εβδομάδα και κάποιες συνεχίζουν να ωριμάζουν στο μυαλό μου για μήνες και χρόνια αφότου τις έχω δει. Η επιτυχία αυτού του άλμπουμ ήταν ότι κατάφερα να ανασύρω μια καλή ποσότητα ωμότητας και ευαλωτότητας. Ένα καλό τραγούδι χρειάζεται μια ορισμένη ποσότητα απόγνωσης, μια άβολη και αφοπλιστική δόση αλήθειας. Δεν μπορείς πραγματικά να το προσποιηθείς αυτό και δεν μπορείς να το κάνεις από μια θέση άνεσης και αυτοϊκανοποίησης. Οπότε πρέπει να συνεχίσω να πιέζομαι για να είμαι βάναυση, σκληρή, κι από αυτή την άποψη αισθάνομαι ότι έκανα μια αξιοπρεπή δουλειά.
— «Η αγάπη μου χρειάζεται ένα ορισμένο είδος απώλειας/Πώς κάποιοι ζουν τη ζωή τους με τέτοια βεβαιότητα» – αυτοί οι στίχοι αντήχησαν βαθιά μέσα μου. Αυτή η «βεβαιότητα» για την οποία μιλάς σού δημιουργεί ένα αίσθημα κλειστοφοβίας, ασφάλειας, φθόνου ή δυσαρέσκειας;
Θα έλεγα ότι μου δημιουργεί φθόνο και δέος. Μερικοί άνθρωποι έχουν πραγματικά μια ισχυρή αίσθηση του εαυτού τους, της φυσικής τους ύπαρξης και της ταυτότητάς τους. Πάντα δυσκολευόμουν να πάρω τον εαυτό μου στα σοβαρά και γενικά αισθανόμουν σαν κλόουν. Ίσως είναι κάτι που δεν έχω ακόμα αναπτύξει ή ίσως να είναι απλά αυτό που είμαι.
— Οι στίχοι σου συχνά προκαλούν έναν προσωπικό, εσωτερικό και υπαρξιακό αναστοχασμό. Με ποια προσωπικά ή καλλιτεχνικά ερωτήματα παλεύεις αυτήν τη στιγμή και πώς επηρεάζουν τη μουσική σου;
Προς το παρόν εξακολουθώ να προσαρμόζομαι στον θάνατο της μητέρας μου και, τελικά, στην αίσθηση του σπιτιού που μου έδινε. Η μητέρα μου και η γιαγιά μου πέθαναν με διαφορά μόλις έξι ετών και ήταν ένα ισχυρό δίδυμο – τώρα καταλαβαίνω ότι με γείωναν. Τώρα καταλαβαίνω, επίσης, ότι είναι εύκολο να αλητεύεις όταν ξέρεις ότι έχεις κάπου να επιστρέψεις. Έχω αγγίξει αυτά τα συναισθήματα στο νέο μου άλμπουμ, αλλά υποθέτω ότι θα βγουν πολλά περισσότερα.
— Έχεις έναν μοναδικό τρόπο να εκδηλώνεις στιχουργικά βαθιές σκέψεις και συναισθήματα, με μια γερή δόση σκοτεινής αίσθησης του χιούμορ και αφοπλιστικής ειλικρίνειας. Είσαι έτσι και στη ζωή σου;
Ειλικρινής με σκοτεινό χιούμορ είμαι σίγουρα. Οι βαθυστόχαστες σκέψεις και τα συναισθήματα είναι μάλλον το αποτέλεσμα μεγάλης προσπάθειας και επεξεργασίας, οπότε δεν μπορώ να εγγυηθώ τίποτα από αυτά μια τυχαία Τρίτη μέσα στην εβδομάδα. Θεωρώ ότι πολλοί άνθρωποι που εκφράζουν ορισμένα θέματα μέσω της τέχνης τους το κάνουν επειδή δεν μπορούν να το πετύχουν στην καθημερινή τους ζωή. Πρέπει από κάπου να βγουν όλα αυτά προς τα έξω – για κάποια άτομα αυτό σημαίνει να μιλήσουν σε έναν άγνωστο σε μια στάση λεωφορείου και για άλλα έρχεται μέσα από τη συγγραφή μυθιστορημάτων.
Michelle Gurevich - First Six Months of Love
— Ποτέ δεν ακολούθησες πραγματικά το μονοπάτι που υπαγορεύεται από τη μουσική βιομηχανία, ανοίγοντας σταθερά τον δικό σου δρόμο. Αν ερχόταν η οκτάχρονη Michelle σ' εσένα σήμερα ζητώντας επιβεβαίωση, για ποιο πράγμα θα έλεγες ότι είσαι περήφανη;
Χαίρομαι που πρόσθεσα μερικά τραγούδια στο μεγάλο βιβλίο της ζωής. Τραγούδια που αποκτούν τη δική τους ζωή, πηγαίνουν σε διάφορα μέρη και συναντούν ανθρώπους που εγώ δεν θα συναντήσω ποτέ. Περιστασιακά παίρνω μια γεύση όταν οι άνθρωποι με ταγκάρουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: άνθρωποι που ερμηνεύουν τις δικές τους εκδοχές των τραγουδιών μου όταν χορεύουν στην παραλία ή στο Burning Man. Νιώθω σαν περήφανη μαμά που βλέπω τα τραγούδια μου εκεί έξω, να ευημερούν μόνα τους στον κόσμο, χωρίς εμένα.
— Όλα τα άλμπουμ σου είναι self-released, γεγονός που τους δίνει υπεροχή στην υπερκορεσμένη μουσική πραγματικότητα των τελευταίων ετών. Είναι το κόνσεπτ «από την κρεβατοκάμαρά μου στη δική σας» μια υπολογισμένη, συνειδητή επιλογή, κι αν ναι, γιατί;
Υπάρχει το διάσημο απόσπασμα του Marshall McLuhan: «Το μέσο είναι το μήνυμα». Αν είχα μια δισκογραφική εταιρεία, έναν παραγωγό και όλα τα υπόλοιπα, μάλλον θα άλλαζε η εμπειρία της μουσικής. Κυκλοφορώντας μουσική από την κρεβατοκάμαρά μου στη δική σας, αυτή η οικειότητα γίνεται μέρος του μηνύματος. Συχνά σκέφτομαι ότι η μουσική μου είναι σαν ένα από εκείνα τα μικρά αρτοποιεία, όπου ο ιδιοκτήτης είναι εκεί για να σε υποδεχτεί, αλλά εργάζεται και στην κουζίνα. Μερικές φορές αυτά τα μικρά αρτοποιεία πετυχαίνουν, οπότε βρίσκουν έναν μεγαλύτερο χώρο, τον ανακαινίζουν, αλλάζουν το branding, αποκτούν μια μεγάλη ομάδα για να διευθύνει το όλο εγχείρημα. Τότε πηγαίνουμε εκεί και λέμε: «Το παλιό μέρος ήταν καλύτερο».
— Η ψυχική και συναισθηματική υγεία ήταν και εξακολουθεί να είναι ένα θέμα ταμπού στις δημιουργικές βιομηχανίες, κυρίως επειδή οι καλλιτέχνες φοβούνται ότι η ευαλωτότητα μπορεί να οδηγήσει σε τρομερές απώλειες στην καριέρα τους. Πώς προσέγγισες το πρόσφατο burnout σου και τι σε βοήθησε να το ξεπεράσεις;
Πραγματικά με σόκαρε, επειδή δεν είχα αντιμετωπίσει ποτέ στο παρελθόν θέματα ψυχικής υγείας. Ξαφνικά δεν μπορούσα να λειτουργήσω και δεν υπήρχε τρόπος να το ξεπεράσω – μου ήταν αδιανόητο να το αποδεχτώ. Έπρεπε κυριολεκτικά να σταματήσω τα πάντα, να ακυρώσω πάνω από 30 συναυλίες, να απογοητεύσω πολύ κόσμο. Δεν μπορούσα να κοιτάξω οθόνη για περισσότερο από λίγα λεπτά, γεγονός που καθιστούσε αδύνατη σχεδόν κάθε είδους δουλειά ή επικοινωνία. Έναν χρόνο πριν, είχα δει ένα άλλο άτομο να ακυρώνει όλες τις επερχόμενες συναυλίες του λόγω του ίδιου πράγματος και, ειλικρινά, όταν είδα για πρώτη φορά την ανάρτησή του δεν μπορούσα να ταυτιστώ καθόλου.
Όταν όμως ήρθε η σειρά μου, θυμήθηκα τι είχε γράψει και με παρηγόρησε το γεγονός ότι και άλλα άτομα του καλλιτεχνικού χώρου αντιμετώπιζαν το ίδιο θέμα. Επίσης, όλες οι τεχνικές που μοιράστηκε τότε για την αντιμετώπιση του burnout φάνηκε να λειτουργούν και για μένα: ξεκούραση και ύπνος όποτε είναι δυνατόν, αποφυγή οποιασδήποτε οθόνης και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, διαλογισμός, άσκηση, χρόνος στη φύση και προσπάθεια να είμαι όσο το δυνατόν πιο παρούσα.
— Τι σε κάνει να σηκώνεσαι από το κρεβάτι κάθε πρωί και ποιος είναι ο ρόλος που παίζουν η δημιουργία και η μουσική σε αυτή την εξίσωση; Είναι η μουσική τρόπος ζωής για σένα ή απλώς ένα εργαλείο;
Πάντα ήμουν νοσταλγική, ανεξάρτητη και μοναχική, με ροπή προς τον συναισθηματισμό, τις λέξεις και τα home movies. Με κάποιον τρόπο τα συγκέντρωσα όλα αυτά σε ένα κοκτέιλ που έγινε η δουλειά μου. Αυτό που δημιούργησα έχει γίνει ένας τρόπος ύπαρξης, η τάση να νιώθω περισσότερα και να τα αποτυπώνω, να επιλέγω τα καλύτερα κομμάτια τους, μετουσιώνοντάς τα σε κάτι που τυχαίνει να είναι μουσική.
— Εμφανίζεσαι τακτικά στην ανατολική πλευρά της Ευρώπης. Έχεις παρατηρήσει κάποιες ιδιαίτερες αντιδράσεις του κοινού ή πολιτισμικές αποχρώσεις σε αυτά τα μέρη, που έχουν επηρεάσει τη μουσική ή το στυλ των live σου;
Κάποιοι μπορεί να έχουν ενστάσεις, αλλά εγώ πιστεύω πως η μουσική μου έχει κάποια κοινά σημεία με τον συναισθηματικό, μεθυσμένο θείο που τραγουδάει σε μια οικογενειακή συγκέντρωση. Όχι κάποιον συγκεκριμένο θείο, αλλά έναν θείο που οι περισσότεροι άνθρωποι στην Ανατολική Ευρώπη έχουν συναντήσει. Ένα τραγούδι δεν χρειάζεται να είναι σπουδαίο ή να έχει εντυπωσιακή μουσικότητα, αλλά να κουβαλάει μια κοινή ανάμνηση και μια προσπάθεια για κάτι ανέφικτο. Η ατέλεια είναι απαραίτητη και επίσης μέρος του μηνύματος. Έχω ακούσει πολλούς ανθρώπους να λένε ότι η συναυλία μου δεν είναι συναυλία, είναι κάτι άλλο. Οι άνθρωποι στην Ανατολική Ευρώπη καταλαβαίνουν αμέσως την αναφορά, τα θραύσματα μιας μελωδίας και ενός συναισθήματος που γευτήκαμε στην παιδική μας ηλικία.
— Νιώθεις ότι η μεγάλη σου δημοτικότητα στα Βαλκάνια ήταν προκαθορισμένη, και στην πραγματικότητα ένας φυσικός τρόπος να συνδεθείς με την κληρονομιά σου;
Δεν είμαι σίγουρη ότι το έχω σκεφτεί ποτέ με αυτόν τον τρόπο, αλλά νομίζω ότι έχεις δίκιο. Και τώρα στο μυαλό μου ακούω το τραγούδι «You Are My Destiny» του Paul Anka. You are my destiny / You share my reverie / You have my sweet caress / You share my loneliness.
— Κοιτάζοντας μπροστά, τι είδους κληρονομιά ελπίζεις να αφήσεις μέσω της μουσικής σου και πώς βλέπεις τον ήχο σου να εξελίσσεται στο μέλλον;
Η φαντασίωσή μου είναι κάποια από τα τραγούδια μου να γίνουν κλασικά καραόκε, ίσως να μεταφραστούν και σε μερικές γλώσσες, ώστε οι μεθυσμένοι θείοι του μέλλοντος να τα τραγουδούν με πάθος και ο κύκλος της αναγέννησης να συνεχιστεί.
Michelle Gurevich - It Was the Moment (Official Lyric Video)
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την εκδήλωση της Michelle Gurevich εδώ.