Πώς ξεκίνησε η μπάντα σας; Γνωριζόσασταν μεταξύ σας;
Στην αρχή ήμασταν μόνο οι δυο μας και δεν είχαμε σκεφτεί καν να παρουσιάσουμε το πρότζεκτ μας ζωντανά κάπου. Μόλις, όμως, βγήκε ο πρώτος μας δίσκος, αρχίσαμε να δεχόμαστε αρκετές προτάσεις και προτιμήσαμε, αντί να τον παρουσιάζουμε ως DJ set, να στήσουμε μια μπάντα. Αρχικά προστέθηκαν τα πνευστά, μετά το μπουζούκι και η κιθάρα και στο τέλος τα φωνητικά. Το βασικό ήταν, και είναι, να υπάρχει όρεξη για δουλειά και να ταιριάζουν οι χαρακτήρες, να μην υπάρχουν εγωισμοί. Το πόσο καλός οργανοπαίκτης είναι κάποιος είναι μεν σημαντικό, αλλά, ούτως ή άλλως, θα υπάρξει βελτίωση μέσα από τα live, επί σκηνής, μαζί μας. Ιδίως όταν κάνουμε tour και είμαστε σχεδόν συνέχεια μαζί, το σημαντικότερο είναι να υπάρχει καλή διάθεση. Γιατί αν λείπει αυτό, όσο καλός μουσικός και να είναι κάποιος, το live δεν θα λειτουργήσει.
Ποιο είναι το στίγμα της μουσική σας;
Είναι μία διαδικασία μετατροπής μιας μουσικής ιδέας σε κάτι που δεν ήταν αρχικά. Αυτός είναι και ο τρόπος που δουλεύουμε, τόσο όταν την αρχική ιδέα την έχει γράψει κάποιος άλλος (δηλαδή στην περίπτωση των remix) όσο και όταν την έχουμε γράψει εμείς. Στο εξωτερικό μας κατατάσσουν σε διάφορες κατηγορίες, όπως vintage remix, global pop και διάφορα άλλα. Γενικά, πάντως, καλύτερα να απαντήσει κάποιος άλλος σε αυτή την ερώτηση. Μας είναι πολύ δύσκολο να βρούμε μια κατηγορία για τη μουσική μας.
Τι εμπειρίες έχετε αποκομίσει από τα μεγάλα ευρωπαϊκά φεστιβάλ στα οποία έχετε εμφανιστεί;
Τα μεγαλύτερα φεστιβάλ στα οποία παίξαμε φέτος είναι το Sziget (Ουγγαρία) και το Lowlands (Ολλανδία). Είναι και τα δύο στο top 10 των ευρωπαϊκών φεστιβάλ, με περισσότερους από 100.000 θεατές, περίπου 10 διαφορετικές σκηνές και γύρω στα 150 συγκροτήματα. Όσον αφορά το κομμάτι του live, η εμπειρία δεν είναι τόσο διαφορετική από μια συναυλία στην Ελλάδα. Ούτως ή άλλως, θεωρούμε λάθος να παίζεις καλύτερα σε ένα φεστιβάλ, επειδή είναι μεγάλο, σημαντικό κ.λπ. Είτε παίζεις μπροστά σε 2.000 είτε σε 100 άτομα, πρέπει να κάνεις ό,τι καλύτερο μπορείς, γιατί το κάθε άτομο που είναι εκεί σου έχει κάνει την τιμή να έρθει να σε ακούσει. Στα μεγάλα φεστιβάλ, βέβαια, το κοινό είναι αποφασισμένο να «τα δώσει όλα». Γι’ αυτό και αν παίξεις με ενέργεια, το κερδίζεις, ακόμα και αν δεν ξέρει ποια μπάντα είναι μπροστά τους. Στο Roskilde που είχαμε πάει το 2009, στην αρχή είχε 200 άτομα, αλλά σιγά-σιγά ο κόσμος που περνούσε απέξω (πιθανότατα πηγαίνοντας ν’ ακούσει τον Peter Doherty που έπαιζε στη διπλανή σκηνή) καθόταν ν’ ακούσει και εμάς. Στο τέλος είχαν μαζευτεί 2.000 άτομα που χόρευαν και τραγουδούσαν συνεχώς.
Αυτό που σου μένει, όμως, περισσότερο είναι η αίσθηση ότι λόγω του ότι ζεις σε μια φανταστική χώρα, όπου υπάρχει μόνο μουσική και κόσμος που δεν έχει τίποτε άλλο να κάνει στη ζωή του, παρά να κάθεται με τις ώρες και να την ακούει. Ξεχνιέσαι, πραγματικά. Το Lowlands είχε και δικό του νόμισμα για τις αγορές εντός του φεστιβάλ, το οποίο το αντάλλαζες με ευρώ πριν μπεις. Ήταν πραγματικά σαν να μπαίνεις σε άλλη χώρα...
Είστε ευχαριστημένοι με την πορεία σας εδώ ή θα προσπαθήσετε να κυνηγήσετε τη full-time καριέρα στο εξωτερικό;
Τα live αποτελούν μια διαδικασία τριβής. Προτείνεις κάτι στον κόσμο και από τις αντιδράσεις του καταλαβαίνεις τι είναι αξιόλογο και τι όχι, ώστε μετά να το βελτιώσεις. Είμαστε χαρούμενοι κι ευγνώμονες που έχουμε την ευκαιρία να βελτιωθούμε παίζοντας και να κάνουμε τη δουλειά που μας αρέσει, ιδίως αυτή την περίοδο. Το εξωτερικό είναι πολύ γοητευτικό και το κυνηγάμε συνεχώς. Αλλά δεν θα μπορούσαμε να μην παίζουμε εντός των συνόρων. Είμαστε Έλληνες, ζούμε στην Ελλάδα και η μουσική μας είναι ελληνική. Αυτό είναι που γοητεύει και το ξένο κοινό. Αν δεν παίζαμε στην Ελλάδα, θα χάναμε την επαφή με αυτό που μας καθορίζει.
Εμφανίζεστε κάθε εβδομάδα στο Kookoo. Τι σας αρέσει περισσότερο στον χώρο;
Το Κοοkoo είναι από τις πιο ωραίες σκηνές στην Αθήνα, ένας ζεστός χώρος με πολύ καλό ήχο, συν ότι η ομάδα του μαγαζιού πραγματικά νοιάζεται για το επίπεδο αυτού που παρουσιάζει, το οποίο κάνει τη μεγάλη διαφορά στο τελικό αποτέλεσμα. Παίζουμε ένα πολύ διαφορετικό πρόγραμμα, με αρκετά καινούργια κομμάτια (ένα από αυτά είναι και το πρώτο στο οποίο έχουμε γράψει στίχους και μουσική) και η ανταπόκριση του κόσμου είναι πολύ θερμή. Έχουμε παίξει ήδη τρεις Παρασκευές και καθεμιά είναι καλύτερη από την προηγούμενη. Ανυπομονούμε για την επόμενη.
Ποια είδη μουσικής ακούτε εσείς προσωπικά;
Ακούμε κυρίως ξένη μουσική και παλιά ελληνικά. Από τελείως ηλεκτρονικά μέχρι hip hop και από jazz μέχρι Γαβαλά.
Ποιο είναι το αγαπημένο σας live ως τώρα;
Δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσεις κάποιο, σχεδόν κάθε φορά συμβαίνει κάτι ιδιαίτερο! Σίγουρα η συναυλία μας στην Τεχνόπολη τον περασμένο Ιούλιο ήταν πολύ συγκινητική. Είχαμε δουλέψει πολύ για να παρουσιάσουμε σχεδόν όλες τις ιδέες που δουλεύουμε τα τελευταία 5 χρόνια και είχαμε μεγάλη αγωνία. Η προσέλευση και η ενέργεια του κοινού όμως (παρότι ήταν από τις πιο ζεστές νύχτες του καλοκαιριού) ήταν τόσο έντονη που με το που ανεβήκαμε στη σκηνή λυθήκαμε τελείως. Όσο κλισέ και αν ακούγεται ο κόσμος μας αγκάλιασε και ειδικά η στιγμή που ανέβηκε η Μαίρη Λίντα στη σκηνή ήταν ανεπανάληπτη.
Με ποιους καλλιτέχνες θα θέλατε να συνεργαστείτε;
Γενικά δεν σκεφτόμαστε έτσι. Ξεκινάμε ένα κομμάτι και αν προκύψει η ιδέα μιας συνεργασίας επειδή νιώθουμε ότι το κομμάτι χρειάζεται τη συνεισφορά κάποιου συγκεκριμένου καλλιτέχνη, το κάνουμε. Το κομμάτι, δηλαδή, είναι που καθορίζει τη συνεργασία, όχι το αντίστροφο. Σίγουρα πάντως θα θέλαμε να είμαστε στο μυαλό πολλών καλλιτεχνών τη στιγμή που τους κατέβαινε η ιδέα για κάποιο τραγούδι, μόνο και μόνο για να βλέπαμε πώς προσέγγισαν κάθε μουσική ιδέα.
Τι θα θέλατε να αλλάξει στην ελληνική μουσική βιομηχανία;
Η εσωστρέφεια της και η χαμηλή της αυτοπεποίθηση. Υπάρχουν πολλά νέα ελληνικά συγκροτήματα, τόσο με ελληνικό όσο και με ξένο στίχο, που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από αντίστοιχα του εξωτερικού. Πολύ συχνά μας λένε έξω ότι προσπαθούν να βρουν μπάντες από την Ελλάδα και δεν τα καταφέρνουν. Οι ίδιες οι μπάντες βέβαια κάνουν ό,τι μπορούν, αλλά οι περισσότερες ελληνικές εταιρείες παραγωγής και προβολής είναι πολύ εσωστρεφείς.
Πώς σας αρέσει να διασκεδάζετε; Βγαίνετε έξω;
Ναι βγαίνουμε αρκετά, αλλά έχουμε και μια πιο «σπιτική» πλευρά. Πολύ συχνά π.χ. μαγειρεύουμε για φίλους. Δεν πηγαίνουμε δυστυχώς σε πολλές συναυλίες γιατί οι περισσότερες συμπίπτουν με τις μέρες που παίζουμε και εμείς.
Ποια είναι τα δέκα καλύτερα άλμπουμ του 2012 κατά την άποψή σας;
Ελλάδα: Spectral Fire, Moa Bones – Aquarelles, Ματουλα Ζαμανη – Varligali. Εξωτερικό: Dedmau5 - Album Title Goes Here, La BrassBanda - Live Olympiahalle Munchen, Charles Bradley - No Time For Dreaming, Pete Rock – Monumental, Black Keys - El Camino, Fink - Wheels Turn Beneath My Feet.
σχόλια