Τον Ιανουάριο του 2022 πέθανε ο Αντρέ Λεόν Τάλι, ένας από τους επιδραστικούς ανθρώπους στον κόσμο της μόδας, μόνιμος συνεργάτης της «Vogue» και σύμβολο του στυλ, σε ηλικία 73 ετών.
Από τα πιο δημιουργικά μυαλά του κόσμου της μόδας, πρωτοπόρος και ανανεωτής της εικόνας του πιο διάσημου περιοδικού μόδας στον κόσμο, λάτρης της ομορφιάς και του καλού γούστου, συνέλεγε με πάθος αντικείμενα και ρούχα που μαζί με εμβληματικά κομμάτια μόδας, διακοσμητικά αντικείμενα, βιβλία, κοσμήματα, προσωπική αλληλογραφία και αναμνηστικά βγαίνουν στις 27 Ιανουαρίου σε δημοπρασία από τον οίκο Christie's με τα έσοδα να διατίθενται υπέρ της Abyssinian Baptist Church, μιας από τις παλαιότερες αφροαμερικανικές εκκλησίες Βαπτιστών στη χώρα, που είναι αφιερωμένη στην υπηρεσία της κοινότητας του Χάρλεμ, και της Mount Sinai Missionary Baptist Church στο Durham, της εκκλησίας στην οποία πήγαινε ως παιδί και η οποία είναι από τα πρώτα μέρη όπου βίωσε και παρατήρησε τη μόδα ως μορφή έκφρασης.
Η προσωπική συλλογή του αντανακλά το εύρος των ενδιαφερόντων και την πρωτοποριακή αίσθηση του στυλ του διάσημου συντάκτη της «Vogue». Ωστόσο εκείνος υποστήριζε ότι «η μεγαλύτερη πολυτέλεια είναι να είσαι ένας ευγενικός, καλός άνθρωπος και να μεταδίδεις στην ανθρωπότητα κάτι που θα εμπλουτίσει τη ζωή της».
Ο Τάλι έζησε με αυτή την ηθική πυξίδα και ως σημαίνον πρόσωπο της βιομηχανίας της μόδας υπερασπιζόταν τη διαφορετικότητα, τις ανοιχτές αντιλήψεις και τη θετικότητα. Κατάφερε να ανοίξει τις μέχρι τότε κλειστές πόρτες του κόσμου της μόδας σε μια πολύ πιο ευρεία ομάδα ανθρώπων.
Ο Τάλι έζησε με αυτή την ηθική πυξίδα και ως σημαίνον πρόσωπο της βιομηχανίας της μόδας υπερασπιζόταν τη διαφορετικότητα, τις ανοιχτές αντιλήψεις και τη θετικότητα. Κατάφερε να ανοίξει τις μέχρι τότε κλειστές πόρτες του κόσμου της μόδας σε μια πολύ πιο ευρεία ομάδα ανθρώπων.
Γεννήθηκε το 1948 στη Βόρεια Καρολίνα και ανατράφηκε από τη γιαγιά του, η οποία εργαζόταν ως καθαρίστρια στο Πανεπιστήμιο Duke και αποτέλεσε καθοριστική και διαρκή επιρροή στη ζωή του.
Παθιασμένος με τη γαλλική κουλτούρα και τη φαντασίωση του Παρισιού, σπούδασε γαλλική γλώσσα και λογοτεχνία στο Brown University και μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για να μαθητεύσει δίπλα στη θρυλική διευθύντρια της «Vogue» Νταϊάνα Βρίλαντ στο Ινστιτούτο Κοστουμιών του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης. Η Βρίλαντ υπήρξε μέντοράς του και κανόνισε να εργαστεί ο Τάλι στο περιοδικό «Interview» του Άντι Γουόρχολ, όπου ήρθε για πρώτη του φορά σε επαφή με τον λαμπερό κόσμο των μέσων μαζικής ενημέρωσης της μόδας.
Ο Τάλι δούλεψε στο «Women's Wear Daily» και στους «New York Times», προτού δεχτεί τη θέση του διευθυντή ειδήσεων μόδας στη «Vogue» το 1983. Όταν το 1988 έγινε δημιουργικός διευθυντής, ήταν ο πρώτος Αφροαμερικανός που έφτασε σε αυτήν τη θέση, ενώ αργότερα θα διοριζόταν editor-at-large, δουλεύοντας με τη μέχρι σήμερα διευθύντρια της «Vogue» Άννα Γουίντουρ, μια συνεργασία που κράτησε πολλές δεκαετίες.
Πληθωρική προσωπικότητα, ξεχώριζε για το εκκεντρικό και αμίμητο στυλ του, συχνά ντυνόταν με καφτάνια και μακριά παλτό, ταξίδευε πάντα με αποσκευές Louis Vuitton και πίστευε στη μόδα ως μέσο προσωπικής έκφρασης. Για τον Τάλι το ότι ήταν μαύρος και προερχόμενος από την εργατική τάξη ήταν κίνητρο για να καταρρίψει εμπόδια ανυπέρβλητα σε μια λευκή βιομηχανία και με την παρουσία και την επιρροή του έγινε σημαντικό μέρος του πολιτιστικού zeitgeist. Ήταν στενός φίλος προσωπικοτήτων όπως ο Καρλ Λάνγκερφελντ, ο Μανόλο Μπλάνικ, ο Όσκαρ ντε λα Ρέντα, κριτής στο «America's Next Top Model» και μέντορας πολλών νέων σχεδιαστών.
Μεγάλο μέρος της συλλογής του Τάλι υπογραμμίζει τις σημαντικές σχέσεις που μοιράστηκε με πολλές από τις προσωπικότητες της μόδας. Μια από τις πιο στενές του φίλες ήταν η Νταϊάν φον Φίρστενμπεργκ. Η φιλία τους κράτησε σχεδόν πέντε δεκαετίες, ενώ η διάσημη σχεδιάστρια έφτιαχνε κατά παραγγελία τα καφτάνια του.
Συντετριμμένη από τον θάνατό του η Φίρστενμπεργκ έγραψε: «Καλό ταξίδι, αγαπημένε μου André... Κανείς δεν είδε τον κόσμο με πιο κομψό και λαμπερό τρόπο από εσένα... κανείς δεν ήταν πιο ψυχωμένος και μεγαλειώδης από εσένα... ο κόσμος θα είναι λιγότερο χαρούμενος τώρα...».
Μια άλλη σημαντική προσωπικότητα στη ζωή του ήταν ο Καρλ Λάνγκερφελντ, ο διάσημος Γερμανός σχεδιαστής μόδας και δημιουργικός διευθυντής της Chanel. Μετά από μια τυχαία συνάντηση το 1975 στο Παρίσι, η φιλία του διδύμου διήρκεσε πολλές δεκαετίες. Ο Λάνγκερφελντ έστελνε συχνά στον Τάλι βιβλία και χειρόγραφες επιστολές, μαζί με προσωπικά σκίτσα. Η συλλογή του Τάλι περιλαμβάνει και πολλά σκίτσα παπουτσιών από τον Μανόλο Μπλάνικ, που σχεδίασε κατά παραγγελία και την εκπληκτική συλλογή παπουτσιών του Τάλι.
Ο Τάλι λάτρευε τον Άντι Γουόρχολ και όπως έλεγε: «Τον αγαπούσα γιατί αποδεχόταν τους πάντες, όλοι ήταν υπέροχοι, όλοι ήταν σπουδαίοι... πάντα τους συμπεριλάμβανε όλους. Μπορούσες να είσαι drag queen ή να είσαι ο Μπασκιά, μπορούσες να είσαι η πριγκίπισσα Καρολίνα του Μονακό ή η Γκρέις Τζόουνς. Ήσουν μέρος του κόσμου του Γουόρχολ». Ο Γουόρχολ χάρισε πολλά έργα τέχνης στον Τάλι, όπως το «Heart Shaped Candy Box (True Love)» (1984) και έμειναν φίλοι μέχρι το τέλος της ζωής του Γουόρχολ.
Όταν η Άννα Γουίντουρ τον απομάκρυνε από τη «Vogue», έγραψε: «Είχα γίνει ξαφνικά πολύ μεγάλος, υπερβολικά υπέρβαρος και πολύ αδιάφορος», ενώ την κατηγόρησε ότι ήταν ανίκανη για «απλή ανθρώπινη καλοσύνη» και «ποτέ δεν ήταν πραγματικά παθιασμένη με τα ρούχα. Η δύναμη ήταν το πάθος της».
Ο Tάλι έγραψε δύο απομνημονεύματα και ήταν το θέμα του ντοκιμαντέρ του 2018 «The Gospel According to André». Στα απομνημονεύματα που δημοσιεύθηκαν το 2020 ισχυρίστηκε ότι έμεινε με «τεράστιες συναισθηματικές και ψυχολογικές ουλές» από τα χρόνια φιλίας με τη Γουίντουρ. Ωστόσο, πίστευε επίσης ότι εκείνη μαζί με την Νταιάνα Βρίλαντ και τον Άντι Γουόρχολ διαμόρφωσαν την καριέρα του.
Χαρακτήρας «bigger than life», ο Τάλι ήταν μια ανεπανάληπτη, πρωτοποριακή φιγούρα στον κόσμο της μόδας, ο οποίος συνεχίζει και σήμερα να μελετά τις ιδέες και το έργο του.