Καλοκαίρια και χειμώνες, σε πρωινές ενημερωτικές εκπομπές κυρίως, ευδοκιμεί ακόμη η ανάγκη της σιωπηλής συμπαρουσιάστριας. Είναι να απορείς γιατί, αν και την απάντηση την ξέρεις. Όλοι, και εν προκειμένω όλες, από κάπου ξεκινάνε.
Τη ροδαλή δεκαετία του ’90, των πρώτων βημάτων της ιδιωτικής τηλεόρασης, σε κανέναν δεν έκανε εντύπωση η παρουσία μιας όμορφης γυναίκας στο πλευρό ενός γνωστού δημοσιογράφου, κατά τη διάρκεια της εκπομπής του. Τότε δεν υπήρχε η πολιτική ορθότητα και ακόμη και σε σοβαρές τηλεοπτικές στήλες, μερικοί τηλεκριτικοί της εποχής τις αποκαλούσαν ξεδιάντροπα «γλάστρες» ή «συμπληρώματα».
Δεν υπήρχε τίποτα το κακό σε όλη αυτή τη συνθήκη, σου έλεγαν τότε, αν είχες καμιά ενοχλητική απορία. Οι διευθυντές προγράμματος δεν εντόπιζαν κάποια ασυνέχεια σ’ αυτή την εικόνα. Η κάμερα ήταν προσηλωμένη στον παρουσιαστή και πότε-πότε, όταν εκείνος έδινε τον λόγο στη «συμπαρουσιάστριά» του, της επιτρεπόταν να μιλήσει λίγο και εκείνης.
Κατά τα λοιπά, μέσα στα χρόνια και τις αναρίθμητες πρωινές –ή και άλλης ώρας- εκπομπές, έχουμε ζήσει απείρου κάλλους διακοπές, προσβολές, βίαιη αφαίρεση του λόγου, ακόμη και καβγαδάκια, αν τυχόν η συμπαρουσιάστρια ήταν πιο κινητική, ίσως και πιο τσαούσα.
Με αληθινή ανυπομονησία περιμένω εκείνη τη μία που θα αρπάξει το χαρτί από το χέρι του «βασικού» και θα του πει «πες εσύ για τις σόμπες», αλλά γνωρίζω πολύ καλά ότι πιο πατριαρχικό μέρος από την τηλεόραση και τα media δεν υπάρχει, οπότε μάλλον θα περιμένω πολύ ακόμη.
Και πέρασαν κι άλλα χρόνια, πολλά πράγματα άλλαξαν στην ελληνική τηλεόραση, όχι όμως και η «συμπαρουσιάστρια» που μιλά σπανίως ή που είναι μετρημένα τα λόγια της. Αυτή δεν έφυγε ποτέ από την τηλεοπτική μόδα.
Δεν χρειάζεται να είναι παρατηρητικός ο τηλεθεατής για να εννοήσει ότι η (πρωινή) ενημέρωση είναι ως επί το πλείστον ανδρική υπόθεση. Τελευταία, βλέπουμε και «δίδυμα», άντρας-γυναίκα στην παρουσίαση, που οι ρόλοι είναι μοιρασμένοι με σχετική ισότητα, αλλά γυναίκα παρουσιάστρια, μόνη, μόνη κατάμονη, χωρίς αναγκαστικά να συνοδεύεται από κάποιον αρσενικό πόλο έχουμε να δούμε από την εποχή που έκανε πρωινή ενημέρωση η Λιάνα Κανέλλη...
Κάπως έτσι, προχθές παρατηρούσα μία συμπαθέστατη κυρία που πρόλαβε κάτι να ψελλίσει, όταν ο παρουσιαστής είχε μόλις τελειώσει ένα λογύδριο για τα οικονομικά. Το σύντομο σχόλιο της διαδέχθηκε –σχεδόν διέκοψε– λίγο πριν από το break για διαφημίσεις ένα τσιφτετέλι (!) με μονταρισμένες εικόνες απ’ όλη την Ελλάδα.
Κι όλο το καλοκαίρι, με γνήσια, μαζοχιστική αηδία επέμενα να παρακολουθώ ένα άλλο αρσενικό τηλεοπτικό δίδυμο που όταν σταματούσε από την πολλή σοβαρή ειδησεογραφία, έδινε πάσα με περισπούδαστο ύφος σε μία νεαρή δημοσιογράφο για να προλογίσει έναν διαγωνισμό τύπου «3 ημέρες στα μαγευτικά Φιλιατρά» (που μια χαρά είναι τα Φιλιατρά). Τον χειμώνα τής δίνεται ο λόγος για να αναλύσει τα τεχνικά χαρακτηριστικά σόμπας.
Επίσης, της γίνονται διάφορα, κάπως creepy κομπλιμέντα στα οποία αντιδρά με χαμόγελο και ευγένεια ανάκατη με αμηχανία, αλλά αυτό, μετά από τόσες ώρες βουβής και πολύ συχνά όρθιας αναμονής, είναι το λιγότερο.
Με αληθινή ανυπομονησία περιμένω εκείνη τη μία που θα αρπάξει το χαρτί από το χέρι του «βασικού» και θα του πει «πες εσύ για τις σόμπες», αλλά γνωρίζω πολύ καλά ότι πιο πατριαρχικό μέρος από την τηλεόραση και τα media δεν υπάρχει, οπότε μάλλον θα περιμένω πολύ ακόμη.
Ωστόσο, λίγο αναρωτιέμαι: σε κανέναν δεν χτυπά άσχημα όλο αυτό; Ας μην το πούμε mansplaining, γιατί δεν είναι ακριβώς. Εσχάτως, στο εξωτερικό χρησιμοποιείται ο όρος «manterruption», η κατάσταση, δηλαδή, του διακοψία άντρα, κατά τη διάρκεια συνομιλίας του με μία ή περισσότερες γυναίκες συνομιλήτριες.
Και πέρα από αυτό, όμως, ας πούμε απλώς ότι πρόκειται για ένα κάδρο αγένειας και φλύαρης απαξίωσης της γυναίκας-σταθερής συνεργάτιδας που βρίσκεται στο στούντιο, μία οπτικοποιημένη εκδοχή του lifestyle σεξισμού, στον οποίο κολυμπά η ελληνική τηλεόραση.
Ακόμη χειρότερα; Μιλάμε για ΤΗΝ πλέον αναχρονιστική εικόνα, στα χρόνια του #MeToo και της πολιτικής ορθότητας που τόσα ευχάριστα καινούργια έχει να πει κάθε μέρα στους ανθρώπους του Μέσου, αλλά αυτοί κωφεύουν, γιατί θα ξεβολευτούν. [Αλλά και πάλι, τι είδους βόλεψη είναι αυτή να αντέχεις βουβούς ανθρώπους μαζί σου στο πλατό;]
Ο ανόητος αντίλογος λέει ότι συνήθως πρόκειται για δημοσιογράφους / παρουσιάστριες που δεν είναι ακόμη σε θέση να «τρέξουν» μόνες τους ή ισάξια με άλλον συνάδελφο μια εκπομπή. Το ακόμη πιο ανόητο επιχείρημα θα επιμείνει «αυτή είναι μια χαρά δουλειά για τα κυβικά της». Αν είναι έτσι, ας μην τους δίνεται η πρόσβαση στο στούντιο εξαρχής, όπως δεν θα δινόταν σε κάθε άλλο συνάδελφό τους, ανεξαρτήτως φύλου, αν οι ικανότητές του δεν το επέτρεπαν.
Αλλά η συνθήκη της «σιωπηλής "συμπαρουσιάστριας"» κάποτε πρέπει να πάψει να ταλαιπωρεί τη νοημοσύνη μας. Θα ζήσουμε και χωρίς κάποιον να μας πιλατεύει με τους διαγωνισμούς και τις σόμπες με τα σομπάκια τους. Νισάφι.