Το Rοuan Thai εν πρώτοις μπορεί να μη σου γεμίσει το μάτι. Χωμένο σε έναν μικρό δρόμο της Τρούμπας, θυμίζει περισσότερο ελληνική ταβέρνα της δεκαετίας του '80, με ξύλινα τραπέζια και «λιτή και απέριττη» διακόσμηση, αλλά είναι από τα μαγαζιά που αν τα επισκεφτείς μία φορά, σε κερδίζουν για πάντα. «Αν έχει ταξιδέψει κάποιος στην Ταϊλάνδη, θα έχει δει παρόμοιες ταβέρνες, που δίνουν περισσότερο βάση σε αυτό που τρως και όχι σε αυτό που βλέπεις» λέει ο κ. Παύλος, ο ιδιοκτήτης του μικρού ταϊλανδέζικου εστιατορίου, που αργά και σταθερά έχει εξελιχθεί σε ένα από τα καλύτερα φαγάδικα που μπορείς να βρεις σήμερα στην ευρύτερη περιοχή των Αθηνών. «Προτεραιότητά μας είναι η ποιότητα των υλικών, η καθαριότητα και η ζεστασιά στο καλωσόρισμα, αυτά είναι που δίνουν το κάτι παραπάνω στο χώρο». Και η αλήθεια είναι ότι το φαγητό που βρίσκεις στο μαγαζί του είναι «φαγητό για την καρδιά και την ψυχή», μια απίθανη εκδοχή της σπιτικής κουζίνας της Ταϊλάνδης που τον τελευταίο καιρό κερδίζει όλο και περισσότερους φίλους.
Ο κ. Παύλος είναι κοσμογυρισμένος, για είκοσι χρόνια ήταν στο πηγαινέλα, από λιμάνι σε λιμάνι και από ωκεανό σε ωκεανό. «Σε ελάχιστα μέρη που έχουν θάλασσα δεν έχω πάει» λέει. «Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, δεν έχω πάει στην Αγγλία. Έχω πάει, όμως, σε όλα τα άλλα παραθαλάσσια κράτη της Ευρώπης: Σκανδιναβία, Μεσόγειο, έφτασα μέχρι Άπω Ανατολή, Ιαπωνία, Ινδικό Ωκεανό, Ειρηνικό, Βανκούβερ». Σε κάποιο από τα ταξίδια του στην Άπω Ανατολή γνώρισε τη γυναίκα του, τη Μαρίνα. «Πηγαίναμε συνέχεια στην Μπανγκόκ και την είδα σε ένα ταξίδι, γνωριστήκαμε, την είδα ξανά στο επόμενο και έπειτα από μερικά ταξίδια θεώρησα ότι μου ταιριάζει και ότι μπορούσαμε να συνεχίσουμε μαζί. Έκτοτε, και ύστερα από διάφορα προβλήματα υγείας, σταμάτησα το ναυτικό επάγγελμα και ξεκινήσαμε μια δουλειά εδώ, στη στεριά. Στην αρχή ανοίξαμε καφέ-ουζερί, με κρύα φαγητά και μεζέδες, που δεν πήγε καλά. Ήταν το 1998, μια εποχή που τα μαγαζιά του είδους δούλευαν με φρουτάκια και ξαφνικά τα απαγόρεψαν. Μας πήραν και την άδεια, γιατί το μισό μαγαζί βρέθηκε να είναι παράνομο στην Πολεοδομία και όταν πήγαμε να αλλάξουμε την άδεια σε εστιατόριο, βρεθήκαμε προ εκπλήξεως.
Τα φρέσκα υλικά είναι μοσχάρι, χοιρινό, κοτόπουλο και γαρίδες, επιλεγμένα πολύ αυστηρά. Έχει συμβεί να επιστρέψουμε κρέατα που δεν ήταν της ποιότητας που θέλαμε.
Έπειτα από περιπέτειες, ανοίξαμε το Rouan Thai το 2006, όταν στην Αθήνα υπήρχε μόνο ένα ταϊλανδέζικο εστιατόριο, το Royal Thai στην Κηφισιά, το "βασιλικό εστιατόριο της Ταϊλάνδης". Εμείς θέλαμε να κάνουμε κάτι ανάλογο, αλλά με τα φαγητά των απλών ανθρώπων. Το όνομα "Ruan Thai" το επέλεξε η σύζυγός μου, η Μαρίνα. Σημαίνει "το σπίτι της Ταϊλάνδης", που μεταφορικά αντιπροσωπεύει το σπιτικό φαγητό. Και έχει πιο απλή, πιο καθημερινή αλλά και πιο αντιπροσωπευτική ταϊλανδέζικη κουζίνα. Είναι ένα εστιατόριο όπου μπορείς να φας το ντόπιο φαγητό που θα βρει και όποιος ταξιδέψει στην Ταϊλάνδη.
Οι καλές περίοδοι του μαγαζιού είναι, παραδόξως, από το 2010 και μετά, μέσα στην κρίση. «Τότε άρχισε να αναγνωρίζεται, στόμα με στόμα, με τη συνδρομή επωνύμων και μη, οι οποίοι άρχισαν να μας στέλνουν κόσμο. Συνέβαλε, όμως, πολύ και η Ταϊλανδέζικη Πρεσβεία στην άνοδο του μαγαζιού. Το 2012 διοργάνωσε μια γιορτή εδώ με επίσημους προσκεκλημένους από πρεσβείες, προξενεία και κανάλια τηλεόρασης, και από τότε το Rouan Thai πήρε τα πάνω του».
Μας μιλάει για τη διαφορά της κινέζικης κουζίνας (που είναι πιο αδιάφορη και ήπια) από την κουζίνα της Ταϊλάνδης (η οποία είναι πιο πικάντικη και αρωματική). «Πολλοί Έλληνες δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά μεταξύ του κινέζικου και του ταϊλανδέζικου φαγητού» λέει. «Το δικό μας μέλημα είναι να μυήσουμε τον κόσμο που έρχεται στην ταϊλανδέζικη κουζίνα και να τον βοηθήσουμε να επιλέξει κάποια πιάτα που αξίζουν να δοκιμάσει. Η κ. Χριστίνα (που μιλάει άριστα ελληνικά) και τα δύο αγόρια που σερβίρουν στο μαγαζί –Ταϊλανδοί γεννημένοι στην Ελλάδα– ευχαρίστως προτείνουν, όταν τους ζητηθεί. Στον κατάλογό μας υπάρχει και κινέζικο μενού, γιατί από τότε που έκλεισε το μεγάλο κινέζικο εστιατόριο που υπήρχε στο Πασαλιμάνι, άρχισαν να τρώνε εδώ πολλοί Κινέζοι. Έρχονται και κάποια στελέχη της COSCO, αλλά και άλλοι, που είναι παραδοσιακά λάτρεις της κινέζικης κουζίνας και δεν τρώνε πικάντικα φαγητά για διάφορους λόγους. Επειδή έχουμε και τα κινέζικα πιάτα στο μενού, πολλοί θεωρούν ότι είναι δύσχρηστο στην ανάγνωση και στην επιλογή των πιάτων, κυρίως γιατί είναι μεγάλο. Ό,τι και να παραγγείλει, όμως, κάποιος, τα υλικά από τα οποία είναι φτιαγμένο είναι ταϊλανδέζικα. Τα ταϊλανδέζικα προϊόντα θεωρούνται πιο ποιοτικά και είναι και αρκετά πιο ακριβά στην αγορά».
Το όνομα "Rouan Thai" σημαίνει "το σπίτι της Ταϊλάνδης", που μεταφορικά αντιπροσωπεύει το σπιτικό φαγητό. Είναι ένα εστιατόριο όπου μπορείς να φας το ντόπιο φαγητό που θα βρει και όποιος ταξιδέψει στην Ταϊλάνδη.
Μας μιλάει με ενθουσιασμό για τα άριστα υλικά που χρησιμοποιούν, δείχνοντάς μας ακόμα και τα ίδια τα προϊόντα. «Τα φρέσκα υλικά είναι μοσχάρι, χοιρινό, κοτόπουλο και γαρίδες, επιλεγμένα πολύ αυστηρά. Έχει συμβεί να επιστρέψουμε κρέατα που δεν ήταν της ποιότητας που θέλαμε. Χρησιμοποιούμε μόνο ταϊλανδέζικα noodles –έχουν μεγάλη διαφορά στην υφή–, ενώ το ρύζι που δουλεύουμε είναι αποκλειστικά το royal umbrella AAA. Δεν παίρνουμε ρύζι Καμπότζης ή ρύζι Βιετνάμ, επειδή είναι βαριά, κι ας κοστίζουν το 1/3 σε σχέση με αυτό που αγοράζουμε. Το steam rice που θα συνοδεύσει ένα πιάτο πρέπει να είναι ραφινάτο, απλό και να μη σου κάτσει στο στομάχι. Άλλο ένα βασικότατο προϊόν είναι το γάλα καρύδας. Οι σούπες τομ γιαμ και όλα τα πιάτα με κάρι έχουν γάλα καρύδας και εάν το συγκεκριμένο προϊόν δεν είναι αρίστης ποιότητας, το πιάτο δεν βγαίνει καλό. Χρησιμοποιούμε την Aroy-D, που μπορεί να είναι ακριβή, αλλά είναι εξαιρετική. Όλα τα κάρι μας είναι ταϊλανδέζικα, σε πάστα, όχι ινδικά, σε σκόνη, δεν έχουν καμία σχέση με τα βαριά ινδικά κάρι. Τα δικά μας είναι ραφινάτα, απαλά. Και τα αρωματικά μας (galangal, ένα «ξαδελφάκι» του τζίντζερ με απίθανη γεύση, lemongrass ταϊλανδέζικο, φύλλα lime) έρχονται από την Ταϊλάνδη. Όταν σταμάτησαν να έρχονται στην Αθήνα δρομολόγια της Thai Airways πάθαμε ζημιά, γιατί μας έφερναν απευθείας φρέσκα αεροσυνοδοί, πιλότοι, γνωστοί κ.λπ. Τώρα μας τα φέρνει ο κόσμος που πηγαινοέρχεται στην Ταϊλάνδη. Κάνουν τον κόπο να μας φέρουν δυο-τρία κιλά φρέσκο ή αποξηραμένο τσίλι ή κάποια αρωματικά που είναι απολύτως απαραίτητα. Αντιμετωπίζουμε και πολλά προβλήματα, όπως όλες οι επιχειρήσεις, από τα capital controls, γιατί δεν μπορούμε να βρούμε συγκεκριμένα προϊόντα. Δεν μπορούμε να βρούμε τις γαρίδες που "δουλεύει" το κατάστημα, γιατί έπαψε να τις φέρνει ο εισαγωγέας. Ακόμα και τα fortune rolls που κερνάμε τον κόσμο στο τέλος είναι σε έλλειψη, με αποτέλεσμα κατά καιρούς να δουλεύουμε και τα κινέζικα, που δεν μας αντιπροσωπεύουν. Για να είμαι ειλικρινής, όμως, εμείς μέχρι τώρα δεν αντιμετωπίσαμε πρόβλημα από την κρίση. Δεν μας επηρέασε στον βαθμό που επηρέασε άλλους. Τώρα, πού θα οδηγήσει αυτό το 23% που μας επέβαλαν αλλά και η πολιτική κατάσταση της χώρας, δεν μπορώ να πω, δεν είμαι μάντης ούτε και θέλω να προδικάσω την κατάσταση. Μας θεωρούν –και όχι άδικα– ακριβό εστιατόριο, το εστιατόριο, όμως, είναι ακριβό από ανάγκη. Κρατήσαμε με νύχια και με δόντια τις τιμές όσο γινόταν πιο χαμηλά και όλες τις προηγούμενες αυξήσεις δεν τις κατάλαβε ο πελάτης. Τώρα, δυστυχώς, περάσαμε κάτι από τις αυξήσεις στην κατανάλωση και αυτό δημιουργεί σοβαρά προβλήματα και σ' εμάς και στον πελάτη.
Η χαρά και ικανοποίησή μας είναι ότι έρχεται νεαρός κόσμος στο μαγαζί. Είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό. Το καλοκαίρι και για 6-7 μήνες τον χρόνο έχουμε και τη συνδρομή του λιμανιού του Πειραιά, γιατί έρχεται κόσμος από τα κρουαζιερόπλοια που μας ξέρει χρόνια, τα πληρώματα αλλά και οι επισκέπτες».
Μας δείχνει τις φωτογραφίες των αυτοκρατόρων που υπάρχουν στον τοίχο (ένας, ο Chulalongkorn Rama Ε', έχει γίνει θεότητα), μας εξηγεί γιατί δεν μπορείς να κρεμάσεις τη φωτογραφία του σημερινού αυτοκράτορα πάνω από τη μέση του κάδρου με τους υπόλοιπους και μετά μας διηγείται την ιστορία του Κωνσταντή Γεράκη, που κατάφερε στο τέλος του 17ου αιώνα να γίνει πρωθυπουργός του Σιάμ.
Στην κουζίνα του Rouan Thai, εκτός από τη σύζυγό του Μαρίνα (η οποία έχει δώσει και το δεύτερο όνομα στο μαγαζί, το δικό της), μαγειρεύει η κόρη τους, η Jittima, που έχει το υποκοριστικό Nok (πουλάκι). «Διπλωματούχος μαγείρισσα, απόφοιτος της Βασιλικής Ακαδημίας της Ταϊλάνδης», όπως περήφανα μας πληροφορεί ο κ. Παύλος. Κάποια μέρα, όταν αποσυρθούν, θα κρατήσει μόνη της το μαγαζί. Η Nok αισθάνεται άσχημα για τα ελληνικά της και δεν μιλάει πολύ, αλλά μας προτείνει μοσχάρι Ρhad-Kra-Ρrow, ένα πιάτο με πικάντικο κιμά με καυτερές πιπεριές και δύο αυγά μάτια, που είναι πιο αναζωογονητικό και από καφεΐνη. Υπάρχει και με χοιρινό και με κοτόπουλο, και είναι από αυτά που τρώνε πολύ σε κάθε μέρος της Ταϊλάνδης, εύκολο και γρήγορο. «Οι Κινέζοι που δουλεύουν στις εταιρείες της περιοχής το ζητάνε κάθε μέρα ως lunch box» λέει. Μας το σερβίρει με μία από τις απίθανες σούπες του μαγαζιού (τομ γιαμ με κοτόπουλο) και κάτι πιτάκια από σφολιάτα και γλυκιά γέμιση στο καλύτερο πρωινό που έχουμε φάει ποτέ.
Είναι μεγάλη υπόθεση το φαΐ, το καλό φαΐ ακόμα μεγαλύτερη. Και στο Rouan Thai τρως πολύ καλό φαΐ. Αυτό είναι αρκετό για να φύγεις από εκεί ευτυχισμένος.
Rouan Thai, Νοταρά 131, Πειραιάς, 210 4294494. Είναι ανοιχτό και τις 7 ημέρες, από τις 12 το μεσημέρι μέχρι τις 12 το βράδυ.