Ξεκινά απόψε στον κινηματογράφο Μικρόκοσμο ένα «πολυαναμενόμενο»-από μένα τουλάχιστον- πανόραμα (καλειδοσκοπικό) στο έργο του σπουδαίου βρετανούκινηματογραφιστή Peter Whitehead,μιας προσωπικότητας τόσο συναρπαστικής όσο και η σουπερνόβα του τέλους των 60s, η εποχή που κυρίωςκατέγραψε μοναδικά με την κάμερά του. Ο Peter Whitehead συμπλήρωσε φέτος τα 70 του χρόνια και, όπως έχειχαρακτηριστικά γραφτεί, έχει ζήσει τόσες πολλές ζωές που θα έκανε ακόμα και τηνπιο περιπετειώδη γάτα να ζηλέψει, υποκινούμενος πάντα από μια διαίσθηση που τονοδηγούσε κάθε φορά στο μάτι του κυκλώνα. Κοσμοπολίτης εκ φύσεως, χαρισματικός συνομιλητής,εργασιομανής διανοούμενος, αυτόνομος εκπρόσωπος της βρετανικής «ιντελιγκέντσιας»,ιδιοσυγκρασιακός συγγραφέας, λάτρης τόσο της επιστήμης όσο και τουαποκρυφισμού, αυτοδίδακτος και εξαιρετικά ταλαντούχος κινηματογραφιστής, ακόμακαι κατάσκοπος (διπλός ή και τριπλός) είχε θεωρηθεί εξαιτίας της μυστηριώδουςκαι γοητευτικής αύρας του. Η βιογραφία του θα έλεγε κανείς πως μοιάζει με τουςστίχους του Sympathy for the Devilτων Stones, όσον αφοράτο απόκοσμο ταλέντο του να βρίσκεται σε προνομιακή θέση πλάι στις πιο εμβληματικέςμορφές του τέλους της δεκαετίας του '60, από τον Γκίνσμπεργκ και τον Τζάγκερμέχρι τον Syd Barret (με τον οποίο υπήρξε συμφοιτητής στο Καίμπριτζ) και τονΡόμπερτ Κένεντι. Αν και παιδί της εργατικής τάξης, σπούδασε λόγω εξαιρετικής ευφυΐαςμε υποτροφία σε ιδιωτικά σχολεία και κολέγια, κερδίζοντας έτσι την αυτοπεποίθηση(χωρίς την αλαζονεία όμως) που χαρίζει η πόζα και η πρόζα της αγγλικής άρχουσαςτάξης, ένα passe partout εφόρου ζωής. Αθεράπευτα εσωστρεφής και μαγνητικά όμορφος (ο Andy Warhol τούείχε προτείνει να κάνει σεξ με τη Viva και να το φιλμάρει, αυτός αρνήθηκε, όχιόμως και στο φλερτ της Nico,της Bianca Jagger,της Nathalie Delon και της γλύπτριας Niki de Saint-Phalle μεταξύ άλλων), υπήρξε επιζών (με λίγες σχετικά απώλειες) τουπαράλληλου σύμπαντος που αποκλήθηκε (κατ' ευφημισμόν) Swinging London, ένας ξεχωριστός μποέμκαι δανδής του underground,συκοφαντημένες και εξουδετερωμένες πλέον έννοιες, από τις οποίες πάντως αυτός ξεγλίστρησεπριν τις αφομοιώσει το σύστημα.
Πρώτη του «επίσημη» ταινία το Wholly Communion, μια καταγραφή τηςεισβολής των αρχιερέων της μπιτ κουλτούρας (Ginsberg, Ferlinghetti,Corso, Alex Trocchi) στο Albert Hall τουΛονδίνου, ενώπιον 7000 «πρωτο-χίπιδων». Ακολούθησε το cinema verité του Charlie is My Darling, ένα πορτρέτο των Rolling Stones «in drag», φιλμ επιδραστικό σεταινίες όπως το Blow Up,όπως και τα πρωτοποριακά για την εποχή μουσικά promos πουγύρισε για την Nico,τους Shadows, τους Animals,τον Jimi Hendrix,τους Pink Floyd κ.ά. Στη συνέχεια ο Whitehead παρουσίασε την μπρεχτικήπολιτική αλληγορία του Benefit of the Doubt, ταινία που διαδέχτηκε τηνεπόμενη χρονιά το πιο διάσημο ίσως φιλμ του, το Tonite Let's All Make Love in London, το απόλυτο ντοκουμέντο του «Swinging London» και συγχρόνως ένα σκοτεινόόραμα μιας πόλης σε εμφύλιο με τον εαυτό της (κάτι που δεν έχει αλλάξει μέχρισήμερα για την αγγλική πρωτεύουσα). Σ' αυτήν την ψυχεδελική εξερεύνηση τηςμυθολογίας του 60s ηδονισμού εμφανίζονται μεταξύ άλλων οι Pink Floyd ναπαίζουν το Interstellar Overdrive,ο David Hockney,ο Lee Marvin, ο Michael Caine, η Julie Christie καιο Terence Stamp,η Vanessa Redgrave ντυμένη σαν τον Τσε να τραγουδά το Guantanamera... Κατόπιν αισθάνθηκε ότι δενυπήρχε τίποτα να φιλμάρει στο Λονδίνο εκτός από την προσωπική του «ανία,απελπισία και απάθεια», και στράφηκε κατευθείαν προς την κοιλιά του κήτους -τιςΗΠΑ δηλαδή- για να κάνει το The Fall, τη δική του εκδοχή της Καρδιάς του Σκότους μιαδεκαετία πριν το Αποκάλυψη Τώρα, ένα υβρίδιο ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας, μιασυγκλονιστική ματιά στον «αμερικανικό εμφύλιο» με φόντο την κλιμάκωση τηςεπέμβασης στο Βιετνάμ. Πεπεισμένος ότι η CIA τον έχει (κυριολεκτικά) στην μπούκα,επιστρέφει στην Αγγλία την ημέρα της δολοφονίας του Ρόμπερτ Κένεντι: «Τοερώτημα ήταν: μπορώ να αλλάξω τον κόσμο κάνοντας αυτήν την ταινία; Ότανκατάλαβα ότι η απάντηση ήταν όχι, εγκατέλειψα οριστικά τις ταινίες καιαποφάσισα ν' αλλάξω τον εαυτό μου».
Δεν εγκατέλειψε ακριβώς τις ταινίες - γύρισε ένα ντοκιμαντέργια τους Led Zeppelin,ενώ το 1977 έκανε το Fire in the Water, «ένα ρέκβιεμ για τα 60s» - η ζωή του όμως μετά τα60s ήταν(και είναι) μια αέναη «επιστροφή στη φύση» με τους δικούς του όρους και όχι με τιςαστείες συμβάσεις του new age πνευματισμού. Για πολλά χρόνια «χάθηκε» στο Αφγανιστάν, τηνΑλάσκα, την Αλγερία, το Ιράν, το Μαρόκο, αφοσιωμένος κυρίως στο «έργο ζωής»του, που είναι η προστασία και η εκπαίδευση γερακιών, πριν αποδεχτεί το 1981 τηχορηγία του Πρίγκιπα Καλίντ Αλ Φεϊζάλ της Σαουδικής Αραβίας και τεθείεπικεφαλής του μεγαλύτερου πτηνοτροφείου γερακιών στον κόσμο στο πιο ψηλό βουνότης χώρας. Το παραμύθι αυτό τελείωσε με τον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου, κι απότότε ο Whitehead ζει κυρίως ως εστέτ ερημίτης στην Αγγλία και εξακολουθεί ναείναι «επιμελητής της δικής του μυθολογίας», όπως λέει ο ίδιος: «Να κάθεσαι καινα παρατηρείς σημαίνει να αποξενώνεσαι [...] Δεν έχω πάει ποτέ διακοπές, δεν έχωσπαταλήσει ούτε μια μέρα στη ζωή μου. Συνεχίζω να κυνηγάω το δικό μου μύθο,όποια μορφή κι αν παίρνει κάθε φορά [...] Αυτό που βλέπεις στην οθόνη δεν είναιαληθινό. Να θυμάσαι ότι παρακολουθείς μια ταινία. Αλλά αμέσως μετά από αυτήν τηναπαραίτητη διανοητική υπενθύμιση, να ξέρεις ότι η ταινία μπορεί να γίνει τομέσο με το οποίο ανακτούμε την επαφή μας με τον κόσμο...»
σχόλια