Ένας φίλοςμου βρέθηκε στη Χαϊδελβέργη την ημέρατης πρόκρισης της εθνικής Γερμανίαςεπί της Πορτογαλίας. Μια από τις σπάνιεςφορές που επικράτησε ο σωματότυποςέναντι της τεχνικής σε μια διοργάνωσημε ωραία ματς γενικά και τον πέλεκυ τηςποδοσφαιρικής δικαιοσύνης να πέφτειβαρύς στα κεφάλια τόσο των κορεσμένωνcelebrities όσων και των «άμπαλων» (όσοπάντως κι αν χαίρεται κανείς με τηφρεσκάδα, το ταλέντο και τη δυναμικήτης ρώσικης ομάδας, υπάρχει και η ανάποδηόψη: κι άλλο νερό στο μύλο του Πούτιν;).Στη Γερμανία λοιπόν είδε από πρώτο χέριτους πρωτοφανείς και έξαλλους πανηγυρισμούςτων νεαρών οπαδών στους δρόμους τηςπόλης. Είδε επίσης και τους «ώριμους»πολίτες να παρατηρούν με σοκ, δέος καιβδελυγμία αυτές τις πανηγυρικέςεκδηλώσεις με τις σημαίες και τα πανό,λες και ήταν μάρτυρες της κυοφορίας τουΤέταρτου Ράιχ. Πού να ακούγανε και τουςΈλληνες σπορτκάστερ που επιμένουν ναχρησιμοποιούν μιλιταριστική ορολογίατου Β' Παγκοσμίου Πολέμου και μιλάνε(και γράφουν) ακόμα για την «επέλασητων Πάντσερ» και άλλα τέτοια. Γερμανοίμε σημαίες στους δρόμους: Υγιές φαινόμενοκαι δείγμα απελευθέρωσης από τα ενοχικάσυμπλέγματα ή σύμπτωμα υποχώρησης σεακραίες εθνικιστικές συμπεριφορές;
Μάλλον τοπρώτο. Μπούχτισαν οι νεολαίοι με τοβάρος της «πιο πολιτισμένης χώρας»της Ευρώπης. Πόσω μάλλον όταν πρέπει ναανέχονται να βλέπουν τους δύο βασικούςεπιθετικούς τους να παίζουν εναντίονμιας άλλης χώρας (της Πολωνίας) και ναμην πανηγυρίζουν τα γκολ που της βάζουνεπειδή αισθάνονται συναισθηματικάδεμένοι μ' αυτή την αντίπαλη χώρα, αφούεκεί γεννήθηκαν. Και να τους χειροκροτούνκιόλας γι' αυτό, αφού έτσι επιβάλλει οσύγχρονος ποδοσφαιρικός πολιτισμός.Παρeάνοια. Και οι εγχώριοι φοβικοίκουλτουριάρηδες -που φρίκαραν με τονκοσμάκη που πανηγύριζε στο προηγούμενοEuro- χειροκροτούν επίσης τέτοιες ανόητεςσυμπεριφορές. Δεν έχει να κάνει μεπατριωτικά ένστικτα η υποστήριξη τηςΕθνικής όσο με τις μνήμες από την εποχήπου ήσουν παιδάκι (αγοράκι), έπαιζεςμπάλα και φανταζόσουν ότι σε επέλεγανγια το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα τηςχώρας σου με μοναδικά κριτήρια την αξίασου και το γεγονός ότι γεννήθηκες σ'αυτήν τη χώρα. Ούτε το μπάτζετ (όπωςστους συλλόγους), ούτε κάποιοι νομάδεςΒραζιλιάνοι μπορούσαν να σου κόψουν τοδρόμο. Αυτό είναι όλο με την εθνικήομάδα. Υπάρχουν βέβαια και οι ακόμα πιοβλάκες συμπατριώτες μας, οι οποίοι πριντέσσερα χρόνια τράβαγαν τις πιο ακραίεςεθνικιστικές κορώνες και τώρα εγκαλούντους Τούρκους για πατριωτικό παροξυσμόκαι βίαιη καφρίλα. «Turkey is the new Greece»,όπως αναπόφευκτα θα γράψει κάποιοςτεμπέλης Βρετανός αθλητικογράφος.Τελικά όμως μάλλον δεν ζηλεύουμε τόσοτην ομάδα της Τουρκίας όσο το γεγονόςότι έχουν προπονητή - ηγέτη σαρξ εκ τηςσαρκός τους, τον Φατίχ Τερίμ. Διότι οπροπονητής είναι το «πρόσωπο»τελικά, ο διευθυντής (όχι ο CEO), οπρωθυπουργός, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας,ο αρχιεπίσκοπος.
Το ποδόσφαιροείναι μυθολογία, είναι επίμονο φολκλόρ:Αφαίρεσε την ίντριγκα, τις φήμες, τοπαρασκήνιο, τις προσωπικότητες, το δράμακαι τι μένει; Έντεκα εναντίον έντεκα(άσχετα αν στο τέλος το παίρνουν οιΓερμανοί ή όχι). Αυτό που χρειάζεται ηΕθνική Ελλάδας είναι όχι μόνο έναναρχιμηχανικό σφριγηλής ομαδικότητας,όπως υπήρξε ο Γερμανός, αλλά έναν καλόΈλληνα προπονητή με προσωπικότητα. Καιφιλοσοφία. Σαν τον Τερίμ. Ή σαν τοναείμνηστο Μπράιαν Κλαφ -οι ίδιοι οιΆγγλοι βέβαια τον φοβόντουσαν- με τονυπαρξιακό ρασιοναλισμό του («Δενπιστεύω στην τύχη, είμαι σοσιαλιστής»έλεγε) να φωνάζει ενάντια στις σέντρεςκαι τις γιόμες: «Αν ο θεός ήθελε ναπαίζουμε ποδόσφαιρο στα σύννεφα, θατους είχε βάλει χορτάρι».
Το πιοκοντά που έχουμε φτάσει σε τέτοιεςπροσωπικότητες είναι ο Νίκος Αλέφαντος,ο οποίος τελικά είναι πιθανό νααναγνωριστεί από την ιστορία ως μιαπερίπτωση ανθρώπου αδικημένου από τονεαυτό του και τις εμμονές του («μέχρινα μαρκάρουν οι δικοί μας, οι Τούρκοιέφτασαν στο Σύνταγμα» ήταν πάντα μιααπό τις πλέον παροιμιώδεις φράσειςτου). Ατυχήσαμε όμως κατά το παρελθόν.Ούτε Έλληνας Τερίμ, ούτε Έλληνας ΜπράιανΚλαφ. Και δεν αναγνωρίζουμε ακόμα τηνειρωνεία ότι ο Ρεχάγκελ έχει το όνοματου Όθωνος, του πρώτου βασιλιά που είχεέρθει ως μεταγραφή απελπισίας στονεοσύστατο ελληνικό κράτος. Και τουδώσαμε και το γελοίο παρατσούκλι«Ρεχακλής». Δηλαδή, έλεος. Κι ανδεν μπορούμε να έχουμε αντίστοιχο Τερίμ(είναι αργά πια μάλλον), ας βρούμε τοναντίστοιχο Γιοακόμ Λεβ. Με ελληνικόεπίθετο (σόρι Ντούσαν).
σχόλια