Γεννήθηκα στη Βουλγαρία. Το χωριό μου το λένε Τσαρ Ασέν, βασιλιάς Ασέν. Στα 19 παντρεύτηκα, έκανα το πρώτο μου παιδί στο χωριό, μετά πήγαμε στην πόλη. Στη Σιλίστρα, δίπλα στο Δούναβη. Εκεί φτιάξαμε σπίτι, μετά γεννήθηκε και η δεύτερή μου κόρη, η μικρή, η Κωνσταντίνα. Την άλλη τη λένε Μαρία.
Η δουλειά μου ήταν τορναδόρος.Για 33 χρόνια. Από κει βγήκα στη σύνταξη. Έκανα και δεύτερη δουλειά, έπαιρνα από μία φάμπρικα τουαλέτες για κούκλες, έραβα τα ρούχα τους. Περάσαμε πάρα πολύ δύσκολα. Οικονομικά κυρίως, επειδή δεν είχαμε μεγάλους μισθούς. Τα σπούδασα όμως και τα δύο τα παιδιά μου.
Το 1992 που βγήκα στη σύνταξη η Κωνσταντίνα σπούδαζε ακόμα. Είχα μείνει μόνη μου και ήταν αδύνατο να ζήσουμε με τόσο λίγα λεφτά. Μια γυναίκα σε σύνταξη δεν μπορούσε να βρει εύκολα δουλειά, έτσι πήρα απόφαση να φύγω από τη Βουλγαρία. Έπρεπε να δουλέψω.
Στην Ελλάδα ήρθα το ‘94.Ήρθα κατευθείαν στην Αθήνα, ως τουρίστρια. Η βίζα μου ήταν για επτά μέρες, αλλά το ρίσκαρα και έμεινα. Στην τσέπη μου ούτε δραχμή - δεν ήξερα και λέξη ελληνικά. Η μόνη δουλειά που μπορούσα να κάνω ήταν αγροτική. Έτσι, πήγα να μαζέψω ελιές και πορτοκάλια στην Πελοπόννησο. Αυτός ο ενάμισης μήνας μέχρι να βάλω στην τσέπη μου λίγα λεφτά ήταν η πιο δύσκολη περίοδός μου εδώ. Μετά γύρισα στην Αθήνα. Έμενα σε ένα ξενοδοχείο με άλλες γυναίκες απ' τη Βουλγαρία. Ευτυχώς, αμέσως μόλις ήρθα στην Αθήνα ήρθαν και μας ζήτησαν για δουλειά. Άγνωστοι άνθρωποι, που έψαχναν για οικιακή βοηθό.
Την εμπιστοσύνη την κερδίζεις. Ακόμα και στους πιο δύσκολους και καχύποπτους ανθρώπους. Πέρασα από πολλά σπίτια, φρόντισα οικογένειες και παιδιά, οι άνθρωποι με είχαν στο σπίτι τους σαν μέλος της οικογένειάς τους. Σιγά σιγά έμαθα και τη γλώσσα. Διάβασα πάρα πολύ μέχρι να τη μάθω. Η πιο μεγάλη μου δυσκολία ήταν η 24ωρη δουλειά μέσα στα σπίτια γιατί δεν είχα καθόλου χρόνο για μένα.
Το 1998 έφτιαξα τα χαρτιά μου και έψαξα για άλλη δουλειά. Μου χρειαζόταν ασφάλεια και στα σπίτια δεν μου έβαζαν ένσημα. Πήγα να δουλέψω στον ΗΣΑΠ, σε ένα συνεργείο που συνεργαζόταν τότε, το Magic Fresh. Μετά η εταιρεία έχασε το διαγωνισμό, τον κέρδισε η ΟΙΚΟΜΕΤ, και άρχισα να δουλεύω στην ίδια δουλειά με το άλλο συνεργείο.
Το 2001 ήρθε στην Ελλάδα η κόρη μου, η Κωνσταντίνα Κούνεβα.Είχε γεννηθεί ο γιος της με ένα πρόβλημα στην καρδιά, δύο τρύπες, και χρειαζόταν να γίνει εγχείρηση. Όλα πήγαν καλά. Από τότε μένουμε μαζί.
Εκείνη την εποχή ξεκίνησε και η Κωνσταντίνα να δουλεύει στο ίδιο συνεργείο. Εμένα μου είπαν ότι είχε λήξει η σύμβασή μου επειδή ήμουν μεγάλη σε ηλικία. Και με απέλυσαν. Δεν ξαναδούλεψα από τότε, γιατί είχα προβλήματα με την υγεία μου. Όταν ακόμα ήμουν στη δουλειά, το 2002, έπαθα το πρώτο έμφραγμα. Το 2008, το Νοέμβρη, έπαθα δεύτερο έμφραγμα. Έπρεπε αναγκαστικά να μας συντηρήσει η Κωνσταντίνα.
Όταν πρωτοήρθα δεν είχα ιδέα για την Ελλάδα.Μόνο ελληνική μουσική είχα ακούσει - μου άρεσε πάρα πολύ ο Θεοδωράκης. Μου είχε κάνει εντύπωση όμως πόσο διαφορετικά ζούσαν εδώ οι άνθρωποι, πόσο ελεύθεροι ήταν. Στην αρχή με είχε ενοχλήσει αυτό, εμείς ζούσαμε πιο «κλεισμένοι», λόγω του καθεστώτος. Δεν είχαμε ελευθερία. Μεγαλώσαμε ζώντας πάρα πολύ ήρεμα εκεί, δεν υπήρχε φόβος, δεν υπήρχαν κλοπές. Όταν ήρθα εδώ μου έκλεψαν τρεις φορές το πορτοφόλι και με είχε πιάσει φοβία. Είχα περάσει πολύ μεγάλη στενοχώρια. Τώρα βλέπω ότι δεν γίνεται να είσαι πάντα με το μέρος του νόμου.
Ζω τόσα χρόνια στην Ελλάδα και την αισθάνομαι σαν δεύτερη πατρίδα μου. Όχι τώρα που έχω τόσο μεγάλη βοήθεια από τον κόσμο, και οικονομική και ψυχολογική, αλλά, πριν γίνει αυτό το περιστατικό με την κόρη μου, υπήρχαν φορές που ξέχναγα ότι δεν είμαι Ελληνίδα. Στην αρχή αισθανόμουν ξένη. Τώρα όχι. Τώρα έχω την οικογένειά μου εδώ, τις φίλες μου, έχω γνωρίσει πολύ κόσμο, έχω πάρα πολλούς γνωστούς. Οι αντιδράσεις του κόσμου με έχουν συγκλονίσει.
Η Κωνσταντίνα είναι ένας άνθρωπος πολύ αποφασιστικός. Όταν σκεφτεί να κάνει κάτι, θα το κάνει. Μόλις τέλειωσε το λύκειο είπε «θέλω να σπουδάσω». Ήταν πολύ δύσκολο, αλλά τα κατάφερε και τέλειωσε το Ιστορικό Αρχαιολογικό. Δούλεψε σκληρά γι' αυτό.
Δεν της άρεσε το σύστημα που βρήκε στην Ελλάδα και άρχισε να παλεύει. Να ψάχνει αν αυτό που συνέβαινε ήταν νόμιμο. Πάλεψε για τον εργαζόμενο. Πήγε στο πανεπιστήμιο εδώ, έμαθε τη γλώσσα και γράφτηκε στο σωματείο το 2002. Άρχισε να συμμετέχει, στην αρχή ως μέλος και μετά στο Διοικητικό.
Ποιον ενόχλησε; Δεν το ξέρω. Ξέρω μόνο ότι απειλούσαν κι εμένα. Με προσωπικές επιθέσεις, όχι στο κινητό. Μου είπαν ότι «θα σε διώξουμε και δεν θα βρεις δουλειά πουθενά». Αυτό ακριβώς έγινε. Από τότε άρχισε ένας πόλεμος ανάμεσα στο συνεργείο και στην Κωνσταντίνα. Άρχισαν να την κυνηγάνε πάρα πολύ. Με το παραμικρό της έστελναν εξώδικα. Κάποια φορά, ένας απ' το συνεργείο πήγε να τη διώξει από το σταθμό που δούλευε. Την τράβηξε απ' τα μαλλιά και της είπε «τώρα να βγάλεις τη στολή του συνεργείου και να φύγεις, να πας στην πατρίδα σου».
Νομίζω ότι όλα αυτά έγιναν επειδή ήταν ξένη.Τι δικαίωμα έχει μια ξένη να πάει να τους κάνει έλεγχο, τι δουλειά είχε μια ξένη στο σωματείο; Λες και είμαστε από άλλο πλανήτη.
Δεν ξέρω αν θα βρεθεί ο ένοχος. Έχω μόνο να πω ότι αν θέλουν να τον βρουν, θα τον βρουν. Άργησαν πάρα πολύ να κάνουν κάτι. Μια ολόκληρη εβδομάδα η αστυνομία δεν έκανε τίποτα. Μια ολόκληρη εβδομάδα. Από την πρώτη μέρα πήγα και τους είπα τι έγινε, δεν ήξερα από πού να ξεκινήσω και τι να κάνω, πού να πάρω τηλέφωνο. Κανένας δεν με βοήθησε τότε, μόνο το σωματείο της Κωνσταντίνας. Δεν μπορούσα να βρω λύση. Και ακόμα δεν μπορώ. Η αστυνομία δεν επικοινώνησε, δεν με πήραν να μου πουν πού συνέβη, τι έγινε. Αν δεν είχε ξεσηκωθεί ο κόσμος πιστεύω ότι η αστυνομία δεν θα έκανε τίποτα. Θα το είχαν κουκουλώσει.
Αν είχα μπροστά μου τον ένοχο, θα τον ρώταγα αν έχει καρδιά - μπορεί να έχει ένας άνθρωπος τόσο μίσος; «Πώς μπορείς να κάνεις κάτι τόσο φρικτό σε κάποιον άλλο άνθρωπο; Έχεις κάνει έναν άνθρωπο να υποφέρει και να υποφέρουν και όλοι γύρω του».
Όταν τη βλέπω και κάνει τόσο κουράγιο παίρνω κι εγώ δύναμη. Από την πρώτη μέρα, όταν κατάλαβα ότι με ακούει, της έλεγα «μη χάνεις το κουράγιο κόρη μου. Θα περάσει».
Υποφέρω περισσότερο τώρα. Η κόρη μου υποφέρει σωματικά, αλλά εγώ τραβάω όλο τον ψυχικό πόνο, υποφέρει η ψυχή μου. Δεν ξέρω πώς άντεξα μέχρι τώρα.
Η ζωή μου δίδαξε να κρατάω την ψυχραιμία μου. Πάνω απ' όλα. Να μετράω κάθε μία λέξη που λέω, να είμαι πολύ προσεκτική και με τους δικούς μου ανθρώπους και με τους ξένους, να βοηθάω τον καθένα γύρω μου.
σχόλια