Η Λουίζα Αρκουμανέα αφηγείται τη ζωή της

Η Λουίζα Αρκουμανέα αφηγείται τη ζωή της Facebook Twitter
0

 

(Μεγάλωσε στη Νέα Σμύρνη, ζει στη Γλυφάδα.)

 

 

Ήμουν πάντα παιδί της θεωρίας. Είμαι πολύ της ανάλυσης, θεωρώ πως είναι κάτι σαν διαστροφή. Οι περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να διαβάσουν ένα μυθιστόρημα. Εμένα εκτός από το μυθιστόρημα μου άρεσε να διαβάζω και τι έχουν γράψει οι άλλοι άνθρωποι γι' αυτό το μυθιστόρημα. Πήγαινα στη βιβλιοθήκη και έψαχνα να βρω δοκίμια, αναλύσεις, τι έχουν πει άλλοι συγγραφείς. Είναι βίτσιο.

Ως φοιτήτρια στην αγγλική φιλολογία έβαζα ρήτρες στα γραπτά μου. Στις εξετάσεις στο τέλος του έτους έγραφα «Αν γράψω κάτω από 8,5 να με κόψετε». Το έκανα γιατί είμαι τελειομανής -άλλη κατάρα κι αυτή- κι ήθελα να πάω σε ένα πολύ καλό πανεπιστήμιο μετά.

Πήγα στο Yale στην Αμερική κι έκανα μεταπτυχιακό στη θεατρολογία, δραματουργία και κριτική θεάτρου. Έμεινα τρία χρόνια. Αυτό που μου λείπει από την Αμερική είναι το κρύο, τα χιόνια και η βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου που θύμιζε το Όνομα του Ρόδου, ένα μέρος που νιώθεις ότι υπάρχει αιώνες, πως εκεί μέσα υπάρχουν όλα τα βιβλία που έχουν γραφτεί ποτέ, πως αν κάτσεις σε μια γωνία μπορεί να μη σε καταλάβουν και να σε κλειδώσουν μέσα όλο το βράδυ Αυτή η μυθιστορηματική αίσθηση, το ταξίδι στο χρόνο, η μυρωδιά του παλιού βιβλίου μου λείπουν πολύ.

Όταν γύρισα στην Ελλάδα έπιασα δουλειά στο «Βήμα». Μου έδωσαν την ευκαιρία να κάνω κριτική θεάτρου. Ήταν σημαντικό για μένα το ότι έγραφα μια τέτοια στήλη στο «Βήμα» σε τόσο νεαρή ηλικία. Ήταν τολμηρό κι από τη δική τους την πλευρά.

Για εννιά χρόνια έγραφα με το ψευδώνυμο Στέλλα Λοΐζου. Στέλλα λέγανε τη γιαγιά μου και αναγραμμάτισα το μικρό μου όνομα και το έβαλα για επώνυμο. Αυτό είχε μια συγκεκριμένη λογική: Η στήλη της κριτικής να μένει ανέπαφη, ανεπηρέαστη από τους ανθρώπους που θα μπορούσαν να με προσεγγίσουν. Είναι καλό να υπάρχει μια απόσταση, ο κριτικός να μην παίρνει και συνεντεύξεις. Έτσι είναι και η ανθρώπινη φύση: Αν γνωρίσεις τον άλλον προσωπικά και τον συμπαθήσεις, μπαίνει το συναισθηματικό στοιχείο στη μέση και μετά δυσκολεύεσαι.

Εάν θεωρώ ότι είμαι αυστηρή; Θεωρώ ότι λέω ακριβώς αυτό που πιστεύω - ενδεχομένως αυτό να εκφράζεται καμιά φορά με αυστηρότητα ή να εκλαμβάνεται ως αυστηρότητα. Εγώ όμως δεν μπορώ να το πω κάπως αλλιώς, ούτε να το ωραιοποιήσω, ούτε να βάλω νερό στο κρασί μου. Το έχω συνηθίσει, το ακούω χρόνια. Ένας ηθοποιός κάποτε με γνώρισε και μου είπε «Εσύ είσαι; Νιώθω σαν να γνώρισα το Χάρο». Τι έκανα; Γέλασα. Τα πρώτα χρόνια, που δεν ήταν τόσο γνωστό ποια ήμουνα -τώρα πια με ξέρουν γιατί γράφω με το κανονικό μου όνομα- υπήρχαν διάφορες θεωρίες: ότι η Στέλλα Λοΐζου είναι μια γριά, κακάσχημη γεροντοκόρη ή ότι είμαι άντρας και γράφω με γυναικείο όνομα. Το έβρισκα διασκεδαστικό που έψαχναν να με βρουν και σκαρφίζονταν όλα αυτά τα παραμύθια.

Υπάρχουν αυτά τα ηλίθια στερεότυπα για τον κριτικό, ότι είναι ένας κομπλεξικός, ας πούμε, που ήθελε να γίνει ηθοποιός. Έχει μια μεγάλη ιδιαιτερότητα ως επάγγελμα: ότι εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον άνθρωπο που την κάνει, από την καλλιέργειά του, την παιδεία του, τα ερεθίσματά του, από το αν έχει ταξιδέψει, τα πάντα. Κι αυτό το κάνει ευάλωτο ως επάγγελμα. Επίσης πολλοί σου λένε «τώρα γράφεις σαν να είσαι ο Θεός και ξέρεις την απόλυτη αλήθεια». Προφανώς ο κριτικός είναι σαν ακροβάτης, καλείται να έχει μια αντικειμενική άποψη. Από την άλλη είναι υποκειμενικό γιατί γράφει ένας άνθρωπος. Εγώ, στην προκειμένη περίπτωση. Οπότε εκεί είναι που πολλοί αντιδρούν και σου λένε «και ποια είσαι εσύ;». Πιστεύω πως το μόνο όπλο που έχει ο κριτικός είναι να εκφράζει την άποψή του τεκμηριωμένα και με επιχειρήματα.

Θεωρώ ότι το θέατρο στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες τέχνες κινείται. Δυστυχώς, υπάρχουν πολλά κατάλοιπα του παρελθόντος, άνθρωποι που λειτουργούν πάρα πολύ ανασταλτικά: Κριτικοί και δημοσιογράφοι που χρησιμοποιούνε τη στήλη τους για να κάνουνε παιχνίδια εξουσίας κι είναι τόσο παλαιολιθικές οι απόψεις τους που νιώθεις ότι μιλάνε κάτω από μια ταφόπλακα. Είναι τόσο απαράδεκτα και ξεπερασμένα όλα αυτά, κι αυτοί οι άνθρωποι τρομοκρατούν και ασκούν επιρροή σε μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων του θεάτρου που τους φοβούνται και νοιάζονται αν θα γράψουν καλά πράγματα γι αυτούς και δεν αφήνουν τίποτα να πάει μπροστά.

Υπάρχει μια νέα γενιά ομάδων στο ελληνικό θέατρο που είναι πιο απελευθερωμένη, έχει μια φρεσκάδα, μια ορμή να δοκιμάσει πράγματα. Βλέπω και κάτι άλλο ενθαρρυντικό σε αυτά τα παιδιά, πως είναι απαλλαγμένοι από αυτό το άγχος της «μεγάλης ερμηνείας» που είναι άλλη μία από τις πληγές του ελληνικού θεάτρου: οι μεγάλοι ηθοποιοί και οι μεγάλες ερμηνείες. «Να πάμε στο θέατρο να δούμε μια φοβερή Μήδεια», «μια υπέροχη Κλυταιμνήστρα», «ένα φοβερό Βασιλιά Λιρ». Μένουμε στο αν ο ηθοποιός έκανε καλά το ρόλο και δεν συζητάμε τίποτα άλλο. Το βρίσκω φοβερά ξεπερασμένο όλο αυτό. Το θέατρο είναι μια συλλογική δουλειά και σε αυτές τις νέες ομάδες οι ρόλοι δεν είναι τόσο διακριτοί. Δεν υπάρχει ο τύραννος σκηνοθέτης και όλοι οι υπόλοιποι... Δουλεύουν με αυτοσχεδιασμό, κάνουν μια συλλογική δουλειά. Αυτό θέλω να βλέπω περισσότερο, τη διάθεση να ρισκάρουν και να δοκιμάσουν πράγματα ακόμα κι αν είναι να αποτύχουν. Έχω γνωρίσει άπειρους ανθρώπους που έχουν την αγωνία: «Αν κάνω αυτό θα αρέσει στο κοινό; Θα το καταλάβουν;». Και σκέφτομαι «μην υποτιμάς το ακροατήριό σου τόσο πολύ!».

Την αγαπώ την Αθήνα, χαίρομαι που ζω εδώ. Μου αρέσουν οι αντιφάσεις του κέντρου, αυτές είναι που το κάνουν κι ενδιαφέρον. Μου αρέσει να περπατώ βράδυ και να χαζεύω τις βιτρίνες και μου αρέσει να πηγαίνω και στον Κεραμεικό στα νυχτερινά κέντρα, στο ψιλικατζίδικο που έχει ένας μετανάστης. Όλο αυτό το ανακάτεμα.

Υπάρχει μια πολυμορφία στο κέντρο και σε αυτή την πολυμορφία έχουν συνεισφέρει και οι μετανάστες κι όσο πάει αυτό θα δίνει και πιο ενδιαφέροντα πράγματα. Εάν αφήσουμε αυτούς τους ανθρώπους να μπουν περισσότερο στη ζωή μας και κάνουμε ένα ουσιαστικό διάλογο μαζί τους, θα κερδίσουμε.

Θα μπορούσε να μπει η σύγχρονη εικαστική τέχνη στην καθημερινότητά μας στην Αθήνα. Τα αγάλματα, ας πούμε, αυτές οι προτομές που είναι όλες παλιακές, ή αυτό το άθλιο άγαλμα «της εθνικής συμφιλίωσης» στην πλατεία Κλαυθμώνος που κανείς δεν αποφασίζει να το ξεριζώσει. Εάν μπορούσαν να κάνουν πιο σύγχρονα γλυπτά ή πιο σύγχρονα κτίρια, θα γινόταν πιο όμορφη η Αθήνα.

Οι Αθηναίοι
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιάννης Μπακογιαννόπουλος

Οι Αθηναίοι / Γιάννης Μπακογιαννόπουλος: «Η δημοσιότητα που έχω είναι μεγαλύτερη από την αξία μου»

Τη δεκαετία του '50 έβγαλε το πιο φτηνό εισιτήριο, βρέθηκε στο Παρίσι και κοιμόταν στο πάτωμα, προκειμένου να γνωρίσει το «μαγικό σύμπαν» του κινηματογράφου. Ο Βούλγαρης τον φωνάζει ακόμα «δάσκαλο», ενώ κάποτε του έλεγαν ότι οι κριτικές του έμοιαζαν να απευθύνονται μόνο στους φίλους του. Όμως εκείνος παρέμεινε πιστός στον δικό του δρόμο. Και είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Χρήστος Μποκόρος, εικαστικός

Οι Αθηναίοι / Χρήστος Μποκόρος: «Η τέχνη δεν είναι θέαμα, πρέπει να σε αφορά και να σε πονάει»

Όταν βρέθηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών, ένιωσε ότι ναυάγησαν όλα του τα όνειρα και οι επιθυμίες. Αν και έχει ζωγραφίσει χιλιάδες κεράκια, ακόμα αισθάνεται αρχάριος, γιατί το καθένα είναι διαφορετικό, όπως και οι άνθρωποι. Για εκείνον, η τέχνη είναι ένα μνημείο, και κάθε φορά με τα έργα του ακουμπά εκεί που πονάει, για να παίρνει δύναμη.
M. HULOT
Μαίρη Κουκουλέ

Οι Αθηναίοι / Μαίρη Κουκουλέ (1939-2025): Η αιρετική λαογράφος που κατέγραψε τη νεοελληνική αθυροστομία

Μοίρασε τη ζωή της ανάμεσα στην Αθήνα και το Παρίσι, υπήρξε σύντροφος ζωής του επίσης αιρετικού Ηλία Πετρόπουλου. Ο Μάης του ’68 ήταν ό,τι συγκλονιστικότερο έζησε. Πέθανε σε ηλικία 86 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θανάσης Σκρουμπέλος, συγγραφέας

Οι Αθηναίοι / «Δεν μπορεί να κερδίζει συνέχεια το δίκιο του ισχυρού»

Στο Λονδίνο, ο Θανάσης Σκρουμπέλος έλεγε ότι είναι «απ’ τον Κολωνό, γείτονας του Σοφοκλή». Έχοντας βγει από τα σπλάχνα της, ο συγγραφέας που έγραψε για την Αθήνα του περιθωρίου, για τη γειτονιά του και τον Ολυμπιακό, πιστεύει ότι η αριστερά που γνώρισε έχει πεθάνει, ενώ το «γελοίο που εκφράζει η ισχυρή άρχουσα τάξη» είναι ο μεγαλύτερός του φόβος.
M. HULOT
«Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Οι Αθηναίοι / «Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Στην Α’ Δημοτικού τη μάγεψε η φράση «Η Ντόρα έφερε μπαμπακιές». Διαμορφώθηκε με Προυστ, Βιρτζίνια Γουλφ, Γιώργο Ιωάννου και Κοσμά Πολίτη. Ως συγγραφέα την κινεί η περιέργεια για τις ανθρώπινες σχέσεις. Η Αγγέλα Καστρινάκη είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Κωνσταντίνος Ρήγος

Οι Αθηναίοι / «Έχω αισθανθεί να απειλούμαι τη μέρα, όχι δουλεύοντας τη νύχτα»

Οκτάνα, Επίδαυρος, ΚΘΒΕ, Πέγκυ Ζήνα, Εθνικό, Λυρική, «Brokeback Mountain» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ως χορογράφος και σκηνοθέτης, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έχει κάνει τα πάντα. Και παρότι έχει αρκετούς haters, νιώθει ότι αυτοί που τον καταλαβαίνουν είναι πολύ περισσότεροι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Οι Αθηναίοι / Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, ακατάτακτη και αγαπημένη του κοινού, η Σμαράγδα Καρύδη θυμάται πως ανέκαθεν ήθελε το σύμπαν, χωρίς να περιορίζεται. Στον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της, ως η Αθηναία της εβδομάδας, καταλήγει πως, ούτως ή άλλως, «στο τέλος ανήκεις εκεί που μπορείς να φτάσεις», ενώ δηλώνει πως πάντα θα επιλέγει συνειδητά να συντάσσεται με τη χαρά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αντουανέττα Αγγελίδη: «Κάθε ταινία μου είναι το ευτυχές τέλος μιας περιπέτειας απορρίψεων»

Οι Αθηναίοι / Αντουανέττα Αγγελίδη: «Κάθε ταινία μου είναι το ευτυχές τέλος μιας περιπέτειας απορρίψεων»

Μοναδική περίπτωση για το ελληνικό σινεμά, η ιδιοσυγκρασιακή σκηνοθέτις που τιμάται στο 13ο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Ταινιοθήκης αφηγείται τη ζωή και την πορεία της στη LiFO.
M. HULOT
«Περηφανευόμαστε ότι δώσαμε τα φώτα μας στον κόσμο, αλλά δεν κρατήσαμε ούτε ένα λυχναράκι»

Oι Αθηναίοι / «Περηφανευόμαστε ότι δώσαμε τα φώτα μας στον κόσμο, αλλά δεν κρατήσαμε ούτε ένα λυχναράκι»

Η αρχιτέκτονας και υπεύθυνη των Αρχείων Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη, Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη, δεν λησμόνησε ποτέ στην πορεία της πως η μορφή ενός κτιρίου πρέπει να έχει χαρακτήρα, ειλικρίνεια και κλίμακα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Γεννήθηκε Σαν Σήμερα / Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Δημοσιογράφος, στιχουργός. Θα ήταν ευχαριστημένος αν, απ’ όλα τα τραγούδια του, έμενε στην ιστορία το τετράστιχο: «Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει, σαν αμάξι γέρικο, στην ανηφοριά».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ
Sotja

Οι Αθηναίοι / Sotja: «Στο ξεκίνημά μου έλεγαν "αυτό το κοριτσάκι θα μου κάνει το tattoo;"»

Όταν μπήκε στα τατουατζίδικα, ελάχιστες γυναίκες εργάζονταν εκεί. Εξασκήθηκε πάνω σε «πανκιά» και βρήκε το προσωπικό της στυλ στις horror ταινίες των ’60s. Η Αθηναία της εβδομάδας θυμάται την εποχή που τα tattoo προκαλούσαν προβλήματα στη δουλειά και κακεντρεχή σχόλια στον δρόμο - και αυτή η πραγματικότητα δεν έχει ακριβώς τελειώσει.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ