Ηλίας Μαγκλίνης

Ηλίας Μαγκλίνης Facebook Twitter
Φωτό: Σπύρος Στάβερης.
0

> Γεννήθηκα το 1970 στην Κινσάσα της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, πρώην Ζαΐρ. Η οικογένειά μου βρέθηκε εκεί λόγω του παππού μου. Έως το 1953 διατηρούσε μεγάλη επιχείρηση στη Νέα Ιωνία, την «Υφασματεμπορική». Μέσα σε μία νύχτα, εξαιτίας της υποτίμησης της δραχμής από τον Μαρκεζίνη, τα έχασε όλα, οπότε έφυγε με πλαστό διαβατήριο για το Βελγικό Κονγκό. Μόλις στάθηκε στα πόδια του, πήγαν και τον βρήκαν εκεί η σύζυγος με τις τρεις κόρες (η μεγαλύτερη ήταν η μητέρα μου). Το 1960, με την κήρυξη της ανεξαρτησίας του Κονγκό από τους Βέλγους ξέσπασαν ταραχές. Η ελληνική κυβέρνηση απέστειλε δύο μεταφορικά αεροπλάνα της Πολεμικής Αεροπορίας για να σώσουν τους Έλληνες. Σε ένα από αυτά ήταν πιλότος ο πατέρας μου, ιπτάμενος αξιωματικός τότε. Έτσι γνώρισε τη μητέρα μου και «κόλλησε» κι αυτός με την Αφρική.

> Στην Ελλάδα ήρθαμε το 1973, όταν ο Μομπούτου έκανε την περίφημη ζαϊροποίηση και η χώρα μετονομάστηκε σε Ζαΐρ. Κρατικοποίησε όλες τις επιχειρήσεις και θέλησε να διώξει όλους τους λευκούς από τη χώρα. Ήμουν τριών χρόνων, αλλά έχω πολύ έντονες εικόνες απ' τo Kονγκό. Θυμάμαι το κλάμα της Ρεζίν, της μαύρης νταντάς μου. Είναι και μια ανάμνηση ακόμα που δεν την θυμάμαι, μου την έχουν πει: οι Κονγκολέζες φορούσαν κάτι σαν κελεμπία χωρίς τίποτε από κάτω, οπότε ξάπλωνα στον δρόμο ανάσκελα για να τις αφήνω να περνάνε από πάνω μου, γελώντας.

> Το 1974 μείναμε στη Γλυφάδα, κοντά στ' Αστέρια, όπου πηγαίναμε για μπάνιο. Τα καλοκαίρια, τις νύχτες, ακούγαμε τη Μαρινέλλα να τραγουδάει. Η πλατεία της Γλυφάδας έπηζε από τα αμέρικαν μπαρ.

> Ήθελα να γίνω συγγραφέας από παιδί. Έβλεπα στην τηλεόραση το «Εγώ, ο Κλαύδιος» και μετά έγραφα το δικό μου «Εγώ, ο Οκτάβιος». Ο κατά οκτώ χρόνια μεγαλύτερος αδελφός μου υπήρξε καθοριστική επιρροή: έφερνε σπίτι βιβλία του Μπάροουζ, του Όσκαρ Ουάιλντ, τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις του Κορτέζ και του Μάρκο Πόλο, άκουγε Φίλιπ Γκλας και Χατζιδάκι. Έγινε πιλότος στην Ολυμπιακή, πέταξε για είκοσι πέντε συναπτά έτη και σήμερα είναι ερασιτέχνης αστρονόμος. Σε αντίθεση με μένα, συνεχίζει ν' ακούει Χατζιδάκι.

> Από τα χρόνια της Γλυφάδας, η Αθήνα ήταν για μένα κάτι μυθικό. Θυμάμαι να είμαι στο αυτοκίνητο του πατέρα μου, να περνάμε από την Ομόνοια και να βλέπω το σιντριβάνι κι έναν άνθρωπο πεσμένο στον δρόμο. Διάβαζα για την Αθήνα στον Ιωάννου, στον Κουμανταρέα, στον Ταχτσή. Άρχισα να εξερευνώ τον Κολωνό και τον Βοτανικό. Ήθελα να δω τη βρύση του Χασεκή και να ανακαλύψω γιατί ο Βοτανικός αναφερόταν σε τόσα λαϊκά τραγούδια.

> Ήθελα να φύγω σαν τρελός. Το 1989, σε ηλικία 19 ετών, κατέληξα στο Σάντερλαντ της Βορειανατολικής Αγγλίας. Η Θάτσερ είχε μόλις κλείσει τα ναυπηγεία. Για μένα ήταν τότε μια φοβερή περιπέτεια το γεγονός ότι αυτοί έπαιρναν το επίδομα ανεργίας και κάθε Παρασκευή και Σάββατο ξέρναγαν, πλακώνταν στο ξύλο και πηδιόντουσαν όπου βρίσκανε.

> Στα είκοσι έξι μου έμεινα επιτέλους στην Αθήνα. Νοίκιασα ένα ψηλοτάβανο δυάρι σε μια πολυκατοικία του 1929, στην οδό Καλλισπέρη. Ήταν εσωτερικό αλλά φωτεινό, έβλεπε σε έναν εκπληκτικό ακάλυπτο με έναν επιβλητικό φοίνικα. Έμεινα εκεί δύο χρόνια κι άρχισα να ανακαλύπτω τη δική μου φωνή στο γράψιμο. Μετά ήρθα στο Μετς, όπου έγραψα τα πρώτα μου βιβλία. Οι γονείς μου είναι θαμμένοι στον οικογενειακό μας τάφο, στο Πρώτο Νεκροταφείο, δίπλα μου δηλαδή. Η ανάμνησή τους μου έρχεται σε απίθανες στιγμές. Η μητέρα μου να μου παίζει πιάνο, μιαν άρια από τους Αλιείς μαργαριταριών. Σπάνια πηγαίνω στον τάφο τους, μολονότι μια βόλτα εκεί με ηρεμεί. Δεν πιστεύω ούτε στη μετά θάνατον ζωή, ούτε στον Θεό, αλλά είμαι σφραγισμένος από τη Νεκρώσιμη Ακολουθία, ιδίως εκείνο το «Πού εστίν η του κόσμου προσπάθεια», καθώς και από τον Εκκλησιαστή, αυτή την εσωτερική αντάρα ανάμεσα στην ηδονή της ζωής και την ισόβια ακύρωση των πάντων.

> Έκανα επί οκτώμισι χρόνια ψυχανάλυση, δύο φορές την εβδομάδα να κοιτάω το ταβάνι απ' το ντιβάνι. Μια φορά λέω στον «ψυχώ» μου: «Μπορώ να σας ρωτήσω κάτι; Μήπως είμαι νευρωτικός;». Κι εκείνος είπε: «Γιατί μου ζητάτε την άδεια για να μου κάνετε μια ερώτηση;».

> Το δεύτερο βιβλίο μου, η νουβέλα Η Aνάκριση, έκανε μια κάποια εντύπωση. Τεχνικά μιλώντας είναι καλύτερο βιβλίο απ' το πρώτο, αλλά νομίζω τελικώς ότι το πρώτο μου βιβλίο, το μυθιστόρημα Σώμα με σώμα, είναι πιο δυνατό. Η Ανάκριση έχει να κάνει με τον πόνο, το Σώμα με τον θάνατο, την απώλεια.

> Τα πρακτικά της δίκης των βασανιστών που αναφέρονται στην Ανάκριση μεταφέρουν φοβερά την ατμόσφαιρα της δίκης: μιλάνε οι μάρτυρες κατηγορίας, οι δικηγόροι και μετά οι ίδιοι οι βασανιστές. Νιώθεις σαν να είσαι πράγματι στα κελιά της ΕΣΑ. Γράφω πολύ για πράγματα που με σοκάρουν. Με ενδιαφέρει πολύ η έννοια του τραύματος και πώς επιζεί μέσα στον χρόνο - η ανθρώπινη υπόσταση κάτω από ακραίες συνθήκες. Έχω κάποιες θεωρητικές εμμονές: το σώμα ως ηδονή, το σώμα ως οδύνη, το σώμα μέσα στη φθορά του.

> Γράφω πάντα πρωί. Και προσπαθώ να γράφω κάθε μέρα. Από μία έως τρεις ή έως και οκτώ-δέκα ώρες, ανάλογα με το πόσο με αφήνει η δημοσιογραφία, από την οποία βιοπορίζομαι. Η δημοσιογραφία είναι σχεδόν το αντίθετο της λογοτεχνίας: η πρώτη ασχολείται με το γεγονός, η δεύτερη με το τι γίνεται πίσω και πέρα από ένα γεγονός. Ωστόσο, μου αρέσει το πάντρεμα δημοσιογραφίας και λογοτεχνίας που έχει κάνει ο Μαλαπάρτε ή ο Γκέι Ταλέζε και η Τζόαν Ντίντιον.

> Θα ήθελα να ήμουν αποκλειστικά και μόνο συγγραφέας. Ωστόσο, η δημοσιογραφία μού έδωσε φίλους, ερεθίσματα, αναγνώριση, την ευκαιρία να κάνω ταξίδια. Θα θυμάμαι πάντα τη μία ώρα που πέρασα στο γραφείο του στρατηγού Γιαρουζέλσκι, στη Βαρσοβία, το 2008, ή σε ένα προάστιο του Πίτσμπουργκ, με έναν 25χρονο βετεράνο του Ιράκ, χωρίς μάτια και χωρίς χέρια. Πάνω απ' όλα, η δημοσιογραφία με βοήθησε να βγω απ' το καβούκι μου και να ξεσκαρτάρω τις εμμονές μου: ποιες είναι γόνιμες, ποιες αφορούν μόνον εμένα και κανέναν άλλο, τέτοια.

> Το καλύτερό μου βιβλίο είναι πάντα το επόμενο. Ο Μπέρναρντ Μάλαμουντ γράφει κάπου: «Σπίτι σου είναι εκεί όπου είναι το βιβλίο σου». Κρατάω συνεχώς σημειώσεις, κάνω πολύ έρευνα, αναγκάζομαι να ταξιδέψω μολονότι δεν είμαι των μετακινήσεων. Τώρα ετοιμάζω ένα τέτοιο ταξίδι στην Τουρκία, στον Σαγγάριο Ποταμό, για ένα non fiction novel που ξεκινάει από την ιστορία του παππού μου από την πλευρά του πατέρα μου, που σκοτώθηκε το '44 στον Εμφύλιο και είχε πολεμήσει στη Μικρασιατική Εκστρατεία.

> Στο Μετς πρωτοήρθα το 1999 κι εδώ έχω βρει μια πατρίδα. Στο βιβλίο του Το μέλι και η στάχτη του Θεού ο Μισέλ Φάις έχει μια φράση που θα ήθελα να έχω γράψει: «Ο Χριστός αναστήθηκε διότι είχε φίλους να τον περιμένουν». Η Μάρκου Μουσούρου είναι ο ωραιότερος δρόμος της Αθήνας, διότι εκεί ζουν μερικοί από τους πιο αληθινούς φίλους που θα μπορούσε να έχει κανείς.

Οι Αθηναίοι
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Περηφανευόμαστε ότι δώσαμε τα φώτα μας στον κόσμο, αλλά δεν κρατήσαμε ούτε ένα λυχναράκι»

Oι Αθηναίοι / «Περηφανευόμαστε ότι δώσαμε τα φώτα μας στον κόσμο, αλλά δεν κρατήσαμε ούτε ένα λυχναράκι»

Η αρχιτέκτονας και υπεύθυνη των Αρχείων Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη, Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη, δεν λησμόνησε ποτέ στην πορεία της πως η μορφή ενός κτιρίου πρέπει να έχει χαρακτήρα, ειλικρίνεια και κλίμακα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Γεννήθηκε Σαν Σήμερα / Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Δημοσιογράφος, στιχουργός. Θα ήταν ευχαριστημένος αν, απ’ όλα τα τραγούδια του, έμενε στην ιστορία το τετράστιχο: «Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει, σαν αμάξι γέρικο, στην ανηφοριά».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ
Χρυσέλλα Λαγαρία: «Δεν είναι τόσο τρομακτικό το να είσαι τυφλός»

Οι Αθηναίοι / Χρυσέλλα Λαγαρία: «Δεν είναι τόσο τρομακτικό το να είσαι τυφλός»

Η συνιδρύτρια και διευθύντρια της Black Light και συνδημιουργός της σειράς podcast της LiFO «Ζούμε ρε» δραστηριοποιείται ώστε οι ΑμεΑ να διαθέτουν ίσες ευκαιρίες και απεριόριστη πρόσβαση, δίχως στιγματισμούς και διακρίσεις. Και είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Lorenzo

Οι Αθηναίοι / Lorenzo: «Η techno σκηνή έχει γίνει χρηματιστήριο»

Γνώρισε την techno στη Φρανκφούρτη των αρχών των ‘90s. Ερχόμενος στην Αθήνα, όσο έβλεπε ότι ο κόσμος σοκαριζόταν με τις εμφανίσεις του, τόσο περισσότερο του άρεσε να προκαλεί. Ο θρυλικός χορευτής του Factory και ιδρυτής της ομάδας Blend είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Ελισάβετ Κοτζιά

Οι Αθηναίοι / «Τα πρώτα χρόνια λέγανε ότι τις κριτικές μου τις έγραφε ο πατέρας μου»

Η Αθηναία της εβδομάδας Ελισάβετ Κοτζιά γεννήθηκε μέσα στα βιβλία· κάποια στιγμή, τα έβαλε στην άκρη, για να ξανασυναντήσει τη λογοτεχνία μέσα από μια αναπάντεχη εμπειρία. Άφησε το οικονομικό ρεπορτάζ για την κριτική βιβλίου. Τη ρωτήσαμε γιατί το ελληνικό μυθιστόρημα δεν έχει ιδιαίτερη απήχηση στο εξωτερικό, και δεν πιστεύει πως για το ζήτημα αυτό υπάρχουν απλές απαντήσεις.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Λούλα Αναγνωστάκη: «Όσο και αν τη χτυπάω μέσα από τα έργα μου, είμαι υπέρ της Ελλάδας»

Πέθανε Σαν Σήμερα / Λούλα Αναγνωστάκη: «Όσο και αν τη χτυπάω μέσα από τα έργα μου, είμαι υπέρ της Ελλάδας»

Σε μια από τις ελάχιστες συνεντεύξεις της, η κορυφαία θεατρική συγγραφέας της Ελλάδας, που πέθανε σαν σήμερα, μίλησε με πρωτοφανή ειλικρίνεια και απλότητα.
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ
Αρετή Γεωργιλή

Οι Αθηναίοι / «Δεν θα σταματήσω να υπερασπίζομαι το δικαίωμα της γυναίκας να νιώθει ελεύθερη να εκφράζεται»

Η Αρετή Γεωργιλή γεννήθηκε στη Νέα Φιλαδέλφεια και τα δώδεκα τελευταία χρόνια, αφότου άνοιξε το Free Thinking Zone, ζει εκεί και στην Αθήνα. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κατιάνα Μπαλανίκα

Οι Αθηναίοι / Κατιάνα Μπαλανίκα: «Μέσα μου είμαι κουτάβι, γι’ αυτό και με πάταγαν όλοι»

Η ηθοποιός που αγαπήθηκε για τους κωμικούς της ρόλους έκανε μόνο δράμα στη σχολή. Θα ήθελε να ξαναπαίξει στην τηλεόραση αλλά βλέπει πως δεν θυμούνται τη γενιά της πια. Είναι ευγνώμων για τη ζωή της και την αφηγείται στη LiFO - γιατί είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μάριο Μπανούσι

Οι Αθηναίοι / Μάριο Μπανούσι: «Αν δεν εκτεθείς στη ζωή, δεν έχει νόημα»

Ο νεαρός σκηνοθέτης, που έχει ήδη μετρήσει διαδοχικά sold out, άρχισε να βλέπει θέατρο όταν μπήκε στη δραματική σχολή. Του αρέσει η ανθρώπινη αμηχανία, η σιωπή και η ησυχία τον γοήτευαν πάντα. Αν και δεν τα πάει καλά με τα λόγια, αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
M. HULOT
Γιώργος Τσιαντούλας, ηθοποιός, σκηνοθέτης

Οι Αθηναίοι / «Γελάτε γιατί χανόμαστε, κάντε σεξ, ταξιδέψτε, διαβάστε και φάτε, φάτε, φάτε»

Ο πολυσυζητημένος πρωταγωνιστής της ταινίας «Το καλοκαίρι της Κάρμεν», Γιώργος Τσιαντούλας, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, ζει στο Παγκράτι, διατηρεί θεατρική ομάδα στα Τρίκαλα, έχει παίξει σε παραστάσεις του Ρομέο Καστελούτσι και του Δημήτρη Παπαϊωάννου και τα πιο ριψοκίνδυνα πράγματα που έχει κάνει είναι «γαστρονομικοί συνδυασμοί σε λάθος στιγμή και λάθος ώρα».
M. HULOT
Η Μαρινέλλα ειλικρινέστερη παρά ποτέ αφηγείται τη ζωή της όλη στη LIFO

Οι Αθηναίοι / Η Μαρινέλλα ειλικρινέστερη παρά ποτέ αφηγείται τη ζωή της όλη στη LiFO

Η μεγάλη κυρία του ελληνικού τραγουδιού μιλά για τις ανεξίτηλες συναντήσεις της πορείας της, για το πώς πήγε κόντρα στο ρεύμα της εποχής της, για μια ζωή χορτάτη. Δουλεύοντας επί 67 συναπτά έτη δεν ανέχεται να της πει κανείς «τι ανάγκη έχεις;».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Αγνή Πικιώνη: «Η Αθήνα έχει εξελιχθεί σ’ ένα μαζικό λούνα παρκ»

Οι Αθηναίοι / «Δυσκολεύονταν να με πλησιάσουν επειδή ήμουν η κόρη του Πικιώνη»

Η Αγνή Πικιώνη, κόρη του οραματιστή αρχιτέκτονα που είχε αφοσιωθεί στη λαϊκή αρχιτεκτονική, μιλά για τη ζωή της δίπλα σε εκείνον, που της έμαθε ότι «ένας απλός άνθρωπος μπορεί να φτιάξει κάτι σημαντικό». Αρχιτέκτονας και η ίδια, φρόντισε να διασώσει και να ταξινομήσει το έργο του. Τη θυμώνει η μεταμοντέρνα αρχιτεκτονική και πιστεύει ότι η Αθήνα έχει χάσει το στοίχημα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ