Ο Κώστας Βαξεβάνης αφηγείται τη ζωή του στη LIFO Facebook Twitter
Πιστεύω πως είναι καιρός όχι μόνο συλλογικής δράσης αλλά και αναλογισμού της προσωπικής ευθύνης. Είναι πολύ εύκολο να καταλήξουμε σε συνωμοσιολογικές θεωρίες, πετώντας την μπάλα στην εξέδρα. Φωτο: Σπύρος Στάβερης/LIFO

Ο Κώστας Βαξεβάνης αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

0

Γεννήθηκα στην Αγία Παρασκευή Λέσβου. Ένα κεφαλοχώρι που μύριζε ούζο, χώμα και λιόδεντρα - λιόδεντρα μπορεί να μη μύριζε, αλλά έτσι να νόμιζα με τόσα λιόδεντρα ολόγυρά μου. Όπως νόμιζα πως μύριζε εκείνους τους αθώους εφηβικούς έρωτες με τσίχλα δυόσμο ADAMS και κολόνια Μυρτώ.

Ο πατέρας μου ήταν οικοδόμος. Όλη η γενιά μου. Λιθοξόοι, άνθρωποι της πέτρας. Με την πέτρα, ή χτίζεις γερά ή γδέρνεσαι. Είναι σαν τη μνήμη. Η μάνα μου, νοικοκυρά. Πελεκούσε κι αυτή με τη σειρά της τις αντιθέσεις μέσα στο σπίτι. Να μερεύουν τα πράγματα. Να μην πληγωνόμαστε. Στα εξήντα της αποφάσισε να κάνει με τις γυναίκες του χωριού έναν γυναικείο αγροτικό συνεταιρισμό. Άργησε. Αν το έκανε πριν από χρόνια, θα έλεγα κι εγώ πως έχω μάνα επιχειρηματία.

Τηλεόραση βλέπω σπάνια. Χωρίς να θεωρώ την ελληνική τηλεόραση τη χειρότερη που υπάρχει, μου είναι δύσκολο να την παρακολουθήσω. Είναι ένα δημιούργημα ημιμαθών ανθρώπων, που δεν είχαν να δώσουν τίποτα ουσιαστικό και γι' αυτό δεν το έδωσαν. Έξυσαν μόνο τα πιο φτηνά ένστικτα κι έκαναν νούμερα το τίποτα. Αλλά πιστεύω πως η τηλεόραση είναι εικόνα της κοινωνίας μας. Έχουμε τους πολιτικούς, την τηλεόραση, ακόμα και τις πουτάνες που μας αξίζουν.

• Το χωριό, όπως και το νησί, έχει μια παράδοση στα γράμματα, στην ποίηση κυρίως. Για τον πατέρα μου τα γράμματα, όπως τα 'λεγε, ήταν ο τρόπος για να πετάξουμε. Παλιός Αριστερός, που στο μυαλό του είχε συνδεδεμένη την ελευθερία και την κοινωνική δικαιοσύνη με τη γνώση. Μια μέρα, ήμουν το πολύ 6 χρόνων, έφερε στο σπίτι πέντε σακιά με βιβλία με χοντρό εξώφυλλο, εκδόσεις Δαρέμα. Όλοι οι κλασικοί. Η μάνα μου τον αγριοκοίταξε: «Δεν έχουμε να φάμε και συ παίρνεις βιβλία. Αν γίνει καμιά χούντα, δεν θα προλαβαίνουμε να καίμε πάλι».

Μπορεί να ήταν αυτός ο λόγος που έγινα καλός μαθητής. Σίγουρα ήταν ο λόγος που αγάπησα τα βιβλία. Με συγκλόνιζε ό,τι ερμήνευε τον κόσμο: οι θετικές επιστήμες. Και ό,τι τον αποκάλυπτε: η ποίηση. Ήθελα να γίνω πυρηνικός φυσικός. Πέρασα στο Μαθηματικό. Τα μαθηματικά ήταν, ίσως, ο μοναδικός σταθερός έρωτας στη ζωή μου. Από λάθος, όμως, υπολογισμό βρέθηκα στη δημοσιογραφία.

• Ανέλαβα ανταποκριτής του «Ριζοσπάστη» στα Γιάννενα. Κατέβηκα στην Αθήνα για να περάσω όλη την εκπαίδευση των δημοσιογράφων. Με κράτησαν, κι έτσι έμεινα στην Αθήνα. Πρώτο σπίτι στο Γαλάτσι, με τον φίλο και συμμαθητή Άγγελο Δούκα. Λεφτά ούτε για ενοίκιο. Αυτός έβαζε το σπίτι κι εγώ ό,τι μπορούσα. Όταν «πιάστηκα», μετακόμισα στα Εξάρχεια. Χωρίς έπιπλα. Μια φλοκάτη κι ένας καναπές κρεβάτι. Δεν την αγαπούσα την Αθήνα, αλλά με γοήτευε.

• Η πρώτη μου δημοσιογραφική αποστολή ήταν στη Βοσνία. Ανάμεσα σε χιλιάδες στρατιώτες που βρομούσαν σλιβοβίτσα (ρακή από δαμάσκηνα) μύριζα φόβο και αγωνία του ζώου. Ο πρώτος νεκρός που αντίκρισα ήταν ένας άνθρωπος που πίναμε μαζί το προηγούμενο βράδυ. Έζησα χρόνια με τις ζωές των άλλων.

• Θυμάμαι πολλά. Για την ακρίβεια, δεν μπορώ να ξεχάσω. Οι πιο σκληροί πόλεμοι γίνονται μέσα μας. Δεν θα ξεχάσω τη Βαγδάτη το 2003. Τα νεύρα μας είναι σπασμένα: «Ν' αρχίσει, γαμώτο, να τελειώνουμε. Να τρέξει η αδρεναλίνη να μας λυτρώσει. Να κλείσουμε τους λογαριασμούς μας με τον φόβο και ν' αρχίσουμε να κάνουμε κάτι». Αυτή η αναμονή είναι θάνατος. Ο Αλέξης αφήνει την κάμερα. Έχει ανοίξει ένα μπουκάλι ουίσκι, ρουφάει μια γουλιά και δοκιμάζει τη γεννήτρια. «Πρέπει να πάρω Ελλάδα, πρέπει να πάρω οπωσδήποτε. Πρέπει». Μια γουλιά ουίσκι.

Η Βαγδάτη από κάτω όμορφη. Πολύ όμορφη. «Πότε θα ξεκινήσει, γαμώτο; Πότε;». Θα πεθάνουμε αφημένοι στα νύχια της αναμονής. Ο Αλέξης στήνει προσεκτικά το πιάτο του δορυφορικού να μη μας δουν από κάτω. «Πιάσαμε δορυφόρο; Πιάσαμε. Γιατί δεν πιάνει Ελλάδα; Είναι 19 Μαρτίου, πανάθεμά με. Πρέπει να πάρω Ελλάδα. Γιατί δεν πιάνει; Να δεις που θα βομβαρδίσουν σήμερα». Κλείνω τα μάτια και υπόσχομαι στον εαυτό μου πως, όταν τα ξανανοίξω, θα δω στο καντράν του τηλεφώνου το σήμα της ανοιχτής γραμμής. Τ' ανοίγω. Ναι, πιάνει. Ή όχι; «Ναι; Μ' ακούς, παιδί μου; Μ' ακούς, αγόρι μου;». Τα γαμημένα τα σήματα και οι δορυφόροι. Τρία δεύτερα καθυστέρηση. Ακούω τη φωνή του ή μου φαίνεται, γαμώτο... «Σ' ακούω μπαμπά, είσαι καλά;». «Ναι, αγόρι μου, είμαι καλά. Δεν παθαίνω τίποτα, μη φοβάσαι. Δεκαεννιά Μαρτίου σήμερα, σε πήρα για να σου πω χρόνια πολλά για τα γενέθλιά σου. Συγγνώμη που δεν είμαι εκεί. Ξέρεις, είσαι μεγάλος πια». «Ξέρω, ρε μπαμπά. Να προσέχεις». «Δεν ξέρω πότε θα τα ξαναπούμε».

Ο Αλέξης δοκιμάζει τη γεννήτρια. Εγώ τις αντοχές μου. Ο πόλεμος έχει αρχίσει. Μέσα μου. Η Βαγδάτη είναι όμορφη. Για πόσο; «Αλέξη, τα τηλέφωνα δεν πιάνουν θα έχουμε επίθεση. Πιάσε γραμμή με Ελλάδα με το κανάλι και κράτα την ανοιχτή». Η Βαγδάτη είναι όμορφη. Και η ζωή. Και αυτή η λάμψη. Τεράστια. Καταπίνει και προχωρά. Το ξενοδοχείο τρέμει. Μπορεί και να φλέγεται. Μπορεί και να έχουμε πεθάνει και να μην το ξέρουμε. Πεθάναμε γαμώτο ή όχι; «Ζεις, ρε;». «Ζω». «Ζούμε». «Ακούει η Ελλάδα;». «Ακούει». Ξεκίνησε.

• Έχω πει αρκετές φορές «θα τα παρατήσω, θα κάτσω να γράψω βιβλία», αλλά ξέρω πως λέω ψέματα. Δεν γίνεται να τα παρατήσω. Πολλοί έχουν πει πως με ζηλεύουν γι' αυτή την εμπειρία που ζω. Είναι σκληρή αυτή η ζωή. Δεν εννοώ τις κακουχίες. Άλλωστε, μπορείς να είσαι πολεμικός ανταποκριτής χωρίς καμιά κακουχία. Εννοώ τον διχασμό. Φτάνεις σε μερικές ώρες απ' τον καναπέ του σπιτιού σου στην κόλαση. Και δεν είσαι ούτε θεός ούτε διάβολος. Απλώς ένας άνθρωπος που εύχεται να είναι πολύ τυχερός.

Από το 2000, η Αθήνα είναι για μένα μια μακρινή νυχτερινή θέα απ' το μπαλκόνι του σπιτιού μου. Μετακόμισα στην Άνοιξη, σ' ένα σπίτι από ξύλο και πέτρα. Μετακόμισα από έρωτα. Μερικές φορές νομίζω πως υπάρχω λόγω έρωτος - πώς αλλιώς θα υπήρχα; Ένα σπίτι με κήπο, σκυλιά, μποστάνι. Οι έρωτες κάποια στιγμή τελειώνουν. Εγώ φροντίζω ακόμα τον κήπο μου.

• Τηλεόραση βλέπω σπάνια. Χωρίς να θεωρώ την ελληνική τηλεόραση τη χειρότερη που υπάρχει, μου είναι δύσκολο να την παρακολουθήσω. Είναι ένα δημιούργημα ημιμαθών ανθρώπων, που δεν είχαν να δώσουν τίποτα ουσιαστικό και γι' αυτό δεν το έδωσαν. Έξυσαν μόνο τα πιο φτηνά ένστικτα κι έκαναν νούμερα το τίποτα. Αλλά πιστεύω πως η τηλεόραση είναι εικόνα της κοινωνίας μας. Έχουμε τους πολιτικούς, την τηλεόραση, ακόμα και τις πουτάνες που μας αξίζουν.

• Ανοίγεις ενημερωτικές εκπομπές και βλέπεις κρεμαστά στον λαιμό, σκουλαρίκια, γόβες, γέλια, γραβάτες, φιλοφρονήσεις. Πέντε τροχονόμοι νάρκισσων καλεσμένων και πολλές φορές απατεώνων. Μπες εσύ, βγες εσύ. Αυτό είναι ο ρόλος μας; Αυτό που λέει ο κόσμος για τους αλήτες δημοσιογράφους μπορεί να μη με βρίσκει σύμφωνο, γιατί τα στερεότυπα στις λέξεις δημιουργούν στερεότυπα στο μυαλό. Δεν είναι έτσι όλοι οι δημοσιογράφοι. Αλλά, από την άλλη, είναι ο μοναδικός τρόπος να εκφράσει ό,τι ζει. Την κατάσταση στην οποία τον έχουμε φέρει.

• Δεν θέλω να χαϊδέψω τ' αυτιά του κόσμου με αυτό. Είμαι από αυτούς που πιστεύουν πως η κρίση δεν είναι μια κατάσταση που μας φύτεψαν άλλοι. Είχαμε τη συμμετοχή μας και την ευθύνη μας. Αφεθήκαμε στην πλημμύρα της ανοησίας, νομίζοντας πως κολυμπάμε στην πισίνα των ονείρων μας. Αλλά οι δημοσιογράφοι είχαν μια ευθύνη παραπάνω, μπορούσαν να πάνε τον κόσμο ένα βήμα παραπέρα.

Πιστεύω πως είναι καιρός όχι μόνο συλλογικής δράσης αλλά και αναλογισμού της προσωπικής ευθύνης. Είναι πολύ εύκολο να καταλήξουμε σε συνωμοσιολογικές θεωρίες, πετώντας την μπάλα στην εξέδρα. Ήρθε η ώρα να κάνει ο καθένας ό,τι μπορεί - αλλά να το κάνει.

• Η κρίση είναι μια κατάσταση που θα προσπαθήσουν να χρησιμοποιήσουν αυτοί που την προκάλεσαν, οι ταλιμπάν του πιο απάνθρωπου καπιταλισμού που ονομάζουν «αγορές». Αλλά αυτό μπορεί να γίνει και απ' τους υπόλοιπους. Από αυτούς που θέλουν κάτι άλλο.

Οι Αθηναίοι
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Ελάχιστοι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με την τέχνη άφησαν παρακαταθήκη»

Οι Αθηναίοι / «Αυτό που λέμε ευτυχισμένη ζωή δεν υπάρχει»

Ο Θέμης Ανδρεάδης γνώρισε τεράστια επιτυχία με το σατιρικό τραγούδι αλλά το ρίσκο να ασχοληθεί με το αγαπημένο του είδος, την μπαλάντα, τον άφησε εκτός μουσικής για σχεδόν είκοσι χρόνια. Η επιστροφή του με ένα δίσκο βινυλίου με συμμετοχές μουσικών από τις νεότερες γενιές ανοίγει ένα νέο, πιο φωτεινό κεφάλαιο στη ζωή του.
M. HULOT
Γιάννης Μπακογιαννόπουλος

Οι Αθηναίοι / Γιάννης Μπακογιαννόπουλος: «Η δημοσιότητα που έχω είναι μεγαλύτερη από την αξία μου»

Τη δεκαετία του '50 έβγαλε το πιο φτηνό εισιτήριο, βρέθηκε στο Παρίσι και κοιμόταν στο πάτωμα, προκειμένου να γνωρίσει το «μαγικό σύμπαν» του κινηματογράφου. Ο Βούλγαρης τον φωνάζει ακόμα «δάσκαλο», ενώ κάποτε του έλεγαν ότι οι κριτικές του έμοιαζαν να απευθύνονται μόνο στους φίλους του. Όμως εκείνος παρέμεινε πιστός στον δικό του δρόμο. Και είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Χρήστος Μποκόρος, εικαστικός

Οι Αθηναίοι / Χρήστος Μποκόρος: «Η τέχνη δεν είναι θέαμα, πρέπει να σε αφορά και να σε πονάει»

Όταν βρέθηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών, ένιωσε ότι ναυάγησαν όλα του τα όνειρα και οι επιθυμίες. Αν και έχει ζωγραφίσει χιλιάδες κεράκια, ακόμα αισθάνεται αρχάριος, γιατί το καθένα είναι διαφορετικό, όπως και οι άνθρωποι. Για εκείνον, η τέχνη είναι ένα μνημείο, και κάθε φορά με τα έργα του ακουμπά εκεί που πονάει, για να παίρνει δύναμη.
M. HULOT
Μαίρη Κουκουλέ

Οι Αθηναίοι / Μαίρη Κουκουλέ (1939-2025): Η αιρετική λαογράφος που κατέγραψε τη νεοελληνική αθυροστομία

Μοίρασε τη ζωή της ανάμεσα στην Αθήνα και το Παρίσι, υπήρξε σύντροφος ζωής του επίσης αιρετικού Ηλία Πετρόπουλου. Ο Μάης του ’68 ήταν ό,τι συγκλονιστικότερο έζησε. Πέθανε σε ηλικία 86 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θανάσης Σκρουμπέλος, συγγραφέας

Οι Αθηναίοι / «Δεν μπορεί να κερδίζει συνέχεια το δίκιο του ισχυρού»

Στο Λονδίνο, ο Θανάσης Σκρουμπέλος έλεγε ότι είναι «απ’ τον Κολωνό, γείτονας του Σοφοκλή». Έχοντας βγει από τα σπλάχνα της, ο συγγραφέας που έγραψε για την Αθήνα του περιθωρίου, για τη γειτονιά του και τον Ολυμπιακό, πιστεύει ότι η αριστερά που γνώρισε έχει πεθάνει, ενώ το «γελοίο που εκφράζει η ισχυρή άρχουσα τάξη» είναι ο μεγαλύτερός του φόβος.
M. HULOT
«Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Οι Αθηναίοι / «Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Στην Α’ Δημοτικού τη μάγεψε η φράση «Η Ντόρα έφερε μπαμπακιές». Διαμορφώθηκε με Προυστ, Βιρτζίνια Γουλφ, Γιώργο Ιωάννου και Κοσμά Πολίτη. Ως συγγραφέα την κινεί η περιέργεια για τις ανθρώπινες σχέσεις. Η Αγγέλα Καστρινάκη είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Κωνσταντίνος Ρήγος

Οι Αθηναίοι / «Έχω αισθανθεί να απειλούμαι τη μέρα, όχι δουλεύοντας τη νύχτα»

Οκτάνα, Επίδαυρος, ΚΘΒΕ, Πέγκυ Ζήνα, Εθνικό, Λυρική, «Brokeback Mountain» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ως χορογράφος και σκηνοθέτης, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έχει κάνει τα πάντα. Και παρότι έχει αρκετούς haters, νιώθει ότι αυτοί που τον καταλαβαίνουν είναι πολύ περισσότεροι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Οι Αθηναίοι / Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, ακατάτακτη και αγαπημένη του κοινού, η Σμαράγδα Καρύδη θυμάται πως ανέκαθεν ήθελε το σύμπαν, χωρίς να περιορίζεται. Στον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της, ως η Αθηναία της εβδομάδας, καταλήγει πως, ούτως ή άλλως, «στο τέλος ανήκεις εκεί που μπορείς να φτάσεις», ενώ δηλώνει πως πάντα θα επιλέγει συνειδητά να συντάσσεται με τη χαρά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αντουανέττα Αγγελίδη: «Κάθε ταινία μου είναι το ευτυχές τέλος μιας περιπέτειας απορρίψεων»

Οι Αθηναίοι / Αντουανέττα Αγγελίδη: «Κάθε ταινία μου είναι το ευτυχές τέλος μιας περιπέτειας απορρίψεων»

Μοναδική περίπτωση για το ελληνικό σινεμά, η ιδιοσυγκρασιακή σκηνοθέτις που τιμάται στο 13ο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Ταινιοθήκης αφηγείται τη ζωή και την πορεία της στη LiFO.
M. HULOT
«Περηφανευόμαστε ότι δώσαμε τα φώτα μας στον κόσμο, αλλά δεν κρατήσαμε ούτε ένα λυχναράκι»

Oι Αθηναίοι / «Περηφανευόμαστε ότι δώσαμε τα φώτα μας στον κόσμο, αλλά δεν κρατήσαμε ούτε ένα λυχναράκι»

Η αρχιτέκτονας και υπεύθυνη των Αρχείων Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη, Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη, δεν λησμόνησε ποτέ στην πορεία της πως η μορφή ενός κτιρίου πρέπει να έχει χαρακτήρα, ειλικρίνεια και κλίμακα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Γεννήθηκε Σαν Σήμερα / Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Δημοσιογράφος, στιχουργός. Θα ήταν ευχαριστημένος αν, απ’ όλα τα τραγούδια του, έμενε στην ιστορία το τετράστιχο: «Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει, σαν αμάξι γέρικο, στην ανηφοριά».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ