- Ξεκίνησα να γράφω ένα θεατρικό έργο στα 15 μου για λόγους προσωπικής γαλήνης. Δεν μου ήταν εύκολο να γράψω κείμενα, η μορφή του διαλόγου ήταν για μένα κάτι πιο βολικό. Πήγαινα σε ένα σχολείο που σιχαινόμουν, στο Αρσάκειο Εκάλης, στα '90s προς 2000 που όλα ήταν πολύ high, ανάμεσα σε παιδιά επιχειρηματιών των βορείων προαστίων. Είχα μαραζώσει. Πήγαινα θέατρο από πολύ μικρός και διάβαζα μετά μανίας διάφορα θεατρικά που με τις αναφορές τους το ένα με οδηγούσε στο άλλο. Πέρασα στο πανεπιστήμιο, στη σχολή Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, για να ικανοποιήσω τους γονείς μου που ήθελαν να σπουδάσω, αλλά δεν «επικοινωνούσα». Παράλληλα, πέρασα στη σχολή του θεάτρου Εμπρός.
- Όταν πήγα στο Εμπρός, έδειξα το Χιόνι στο στόμα στον Τάσο Μπαντή, που ήταν δάσκαλός μου στη σχολή, κι εκείνος το διάβασε και απόρησε. Μου είπε: «Ωραίο διήγημα, αλλά πολύ σκοτάδι, ρε παιδάκι μου. Πού το βρήκες όλο αυτό;». Τον είχα ρωτήσει αν πίστευε ότι μπορούσε να ανέβει και μου είχε πει «ναι, αν το επεξεργαστείς». Όταν πέθανε, έτυχε στην εφημερίδα που έγραφε για τον θάνατό του, στην ίδια στήλη, ακριβώς από κάτω, να υπάρχει η δημοσίευση σχετικά με τις αιτήσεις για τις «Δοκιμές» στο Αμόρε. Το συνδύασα με τελείως πρακτικό και συναισθηματικό τρόπο, όχι όμως ως σημάδι από τον Θεό. Έστειλα το έργο και με φώναξαν για να το σκηνοθετήσει κάποιος άλλος, τον οποίον όμως τον είχαν πάει στο επίσημο ρεπερτόριο, έτσι ο Θωμάς Μοσχόπουλος με τη Σοφία Βγενοπούλου με παρότρυναν να το σκηνοθετήσω εγώ. Δεν θυμάμαι, πια, τι έλεγα στους καημένους τους ανθρώπους που έπαιξαν στο έργο. Παρ' όλα αυτά, πήγε καλά. Αν δεν είχε γίνει αυτό, δεν ξέρω αν θα είχα την ίδια πορεία. Νομίζω ότι θα είχα περάσει τη διαδικασία που περνούν οι περισσότεροι που θέλουν να ασχοληθούν με τη σκηνοθεσία, που γίνονται βοηθοί και κάποια στιγμή τολμούν να κάνουν και κάτι δικό τους, αλλά πολύ πιο δειλά. Για μένα το Αμόρε ήταν μεγάλη τύχη.
Ειδικά στον χώρο του θεάτρου, αν δεν έχει τύχει να γνωρίσω κάποιους ανθρώπους, δεν είμαι διαχυτικός. Υπάρχει μια αρχή που λέει ότι οι άνθρωποι του χώρου πρέπει να χαιρετιούνται. Οι τραπεζικοί υπάλληλοι, άραγε, χαιρετιούνται όλοι μεταξύ τους;
- Νομίζω ότι το νεαρό της ηλικίας με βοήθησε αρκετά. Από την αρχή οι άνθρωποι ενδιαφέρονταν για μένα με διάφορους τρόπους και χαιρόμουν που υπήρχε μια περιέργεια, αλλά μέχρι ενός σημείου. Μετά άρχισε να με ενοχλεί. Πάντα υπήρχε ο επιθετικός προσδιορισμός που αναφερόταν στην ηλικία μου δίπλα στο όνομά μου και αυτό ήταν λίγο περιοριστικό, γιατί ένιωθα ότι κρινόμουν με βάση αυτό. Οι αντιδράσεις ήταν μοιρασμένες. Υπήρχαν άνθρωποι που ήταν πολύ πιο επιεικείς και άλλοι που σχεδόν μικροπρεπώς μιλούσαν στις κριτικές περί διαφόρων διασυνδέσεων ή έλεγαν ότι δεν ήξερα να χειρίζομαι μεγάλες σκηνές που αφειδώς μου δίνονται και τέτοια. Το καταλαβαίνω, κάποιος που είναι απ' έξω υποθέτει ότι έχω τρομερές γνωριμίες και κάνω φοβερά πράγματα για να πετύχω τον σκοπό μου. Κι εγώ δεν ξέρω πώς θα σκεφτόμουν για κάποιον άλλον, ίσως να το έβλεπα υπό το πρίσμα της μικροπρέπειας αν δεν μου είχαν συμβεί όλα αυτά. Υπάρχουν φορές που επηρεάζομαι και σκέφτομαι να μην κάνω στον ίδιο χώρο παράσταση γιατί θα υπάρξει το «πάλι αυτός;». Κι εγώ έχω αρχίσει να με βαριέμαι. Τα επόμενά μου σχέδια, τα άμεσα, είναι να πάω να κάνω ένα μεταπτυχιακό. Τώρα μου σκάει αυτή η ανάγκη, να πάω να ζήσω έξω χωρίς καμία προκατάληψη, ούτε θετική ούτε αρνητική. Χωρίς καμία πίεση.
- Έχω κάνει πολύ παραπάνω από αυτό που είχα ονειρευτεί. Έχουν έρθει προτάσεις που προέκυψαν χωρίς ούτε καν να τις έχω σκεφτεί και πράγματα που με βρήκαν απόλυτα απροετοίμαστο (η Επίδαυρος, για παράδειγμα, και η κεντρική σκηνή της Στέγης), τα οποία, όταν σου έρχονται τόσο νωρίς, λες «και τώρα, από δω και πέρα, τι θα κάνω;». Εξαρτάται από τους στόχους που βάζεις. Κάτι που δεν μου αρέσει στο εδώ θέατρο είναι το ότι βλέπω σκηνοθέτες που έχω εκτιμήσει να γίνονται στην πορεία μια απομίμηση του εαυτού τους, διαβρώνοντας αυτό που ήταν. Είναι κάτι που γίνεται προφανώς για λόγους επιβίωσης, αν αυτή είναι η δουλειά σου τι θα κάνεις; Επειδή, όμως, έχω κάνει πολλά πράγματα μέχρι τώρα, φοβάμαι πάρα πολύ μη συμβεί το ίδιο και σ' εμένα. Γι' αυτό νιώθω την ανάγκη να βρεθώ κάπου όπου θα ξεκινήσω σχεδόν από το μηδέν. Σκέφτομαι τις Βρυξέλλες, όπου είχα πάει πέρσι για ένα residency, καλεσμένος ενός φεστιβάλ, και μου άρεσε τρομερά ο τρόπος ζωής ως προς το κομμάτι των τεχνών. Εδώ δεν υπάρχει καθόλου η έννοια του διαλόγου, και δεν το λέω τυπικά. Πας, ας πούμε, σε μια παράσταση, δεν σου αρέσει και καταργείς τον άλλον και την ύπαρξή του. Αυτό είναι ένα δείγμα του πολιτισμού μας που με καταπιέζει πάρα πολύ και η συμπτωματολογία του με έχει επηρεάσει. Ενώ έχεις μια γνωριμία με τον καλλιτέχνη και θα έπρεπε να είσαι καλοπροαίρετα ειλικρινής, αμείλικτος και να του πεις τη γνώμη σου, επιλέγεις να μην του μιλήσεις ή, αν το κάνεις, πρέπει να του «την πεις» πολύ εύσχημα γιατί θα πληγωθεί. Αυτό στην ουσία δεν προάγει τίποτα, δεν πάει ο άλλος μπροστά. Ως δημιουργός, δεν θα ήθελα να μου το κάνουν αυτό.
- Δεν έχω καθόλου κοινωνικές σχέσεις. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι είμαι σνομπ και λίγο ψωνισμένος, αλλά αυτό έχει να κάνει πολύ με τη δειλία μου και με μια μεγάλη αγωνία μου μη θεωρήσει ο άλλος ότι θέλω κάτι. Νομίζω ότι είμαι αρκετά αμυνόμενος. Οπότε πάω στον αντίθετο δρόμο, όντας λίγο παγωμένος. Σίγουρα δεν γίνομαι πολύ εύκολα φιλικός. Το χειρότερό μου είναι να βρεθώ σε παρέα που δεν ξέρω κανέναν, δεν υπάρχει περίπτωση ν' αρχίσω την κουβέντα. Η κοινωνικότητα μου είναι κάτι πολύ δύσκολο. Και ειδικά στον χώρο του θεάτρου, αν δεν έχει τύχει να γνωρίσω κάποιους ανθρώπους, δεν είμαι διαχυτικός. Υπάρχει μια αρχή που λέει ότι οι άνθρωποι του χώρου πρέπει να χαιρετιούνται. Εγώ, αν δεν τους ξέρω, δεν θα το κάνω. Έχω ακούσει ότι είμαι σνομπ επειδή δεν χαιρετάω ανθρώπους που δεν ξέρω. Οι τραπεζικοί υπάλληλοι, άραγε, χαιρετιούνται όλοι μεταξύ τους;
- Η έλλειψη ανθρωπιάς προσβάλλει την αισθητική μου τόσο, ώστε να με κάνει να οργίζομαι. Και ο φασισμός. Και οι άνθρωποι που ταπεινώνονται πάρα πολύ για να γίνουν αρεστοί. Είναι εξευτελιστικό και με προσβάλλει το να είμαι θεατής αυτής της ξεφτίλας. Με εκνευρίζει το ότι δεν ασχολήθηκε κανείς με το πώς θα μπορούσε να αποφευχθεί το προσφυγικό και τώρα υπάρχει ένα θέμα που κανείς δεν ξέρει πώς δημιουργήθηκε. Είμαστε όλοι ανέτοιμοι γιατί δεν το περιμέναμε. Δεν ξέραμε τίποτα. Το να εθελοτυφλείς και η αποποίηση της ευθύνης με εξοργίζουν πάρα πολύ, επί της ουσίας, όμως, ως δέκτη και θεατή αυτού που γίνεται, όχι ως εξοργισμένο αναρχικό. Με ποιον τρόπο αναλαμβάνεις την ευθύνη ενός λαού, μιας ένωσης, την ευθύνη του κόσμου; Θεωρώ απόλυτα ανεύθυνους όλους αυτούς που εμπλέκονται σε αυτή την ένωση. Δεν βλέπω καμιά έγνοια πραγματική. Νιώθω τρομερό θυμό με όλο αυτό που συμβαίνει, ακριβώς επειδή δεν μπορώ να δεχτώ ότι έχουμε φτάσει στο σημείο της τόσο απρόσωπης σκληρο-τραπεζικής διαχείρισης, ότι εν έτει 2016 το πρώτο πράγμα που λείπει είναι η έννοια του ανθρωπισμού, ότι μιλάμε για μια ιστορία που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση που στην πραγματικότητα είναι ένα σύστημα με δόντια που μπορεί να τα δείξει ανά πάσα στιγμή και μόνο αυτό το ενδιαφέρει και ότι οποιοσδήποτε ανθρωποκεντρισμός έχει εκλείψει απόλυτα. Δεν μπορώ να το χωνέψω. Συζητάμε επισήμως για διάφορα πράγματα σαν ζόμπι. Είσαι δέσμιος κάποιων ανθρώπων που δεν σε αντιπροσωπεύουν σε τίποτα, δεν σε εκπροσωπούν. Τι είναι ενωμένο; Είναι γελοία ακόμη και η έννοια.
- Η ενασχόληση με την τέχνη με έχει διαμορφώσει. Και η έννοια της συνεργασίας. Κρατάω μόνο το πώς έχω διαχειριστεί φαντασιακά κάποια θέματα που δεν θα είχα άλλον τρόπο να τα ζήσω. Σίγουρα έχω ωφεληθεί πολύ από την ασχολία μου με το θέατρο, με έχει ευαισθητοποιήσει σε αρκετά πράγματα και με έχει συμφιλιώσει με πολλά άλλα. Δηλαδή, με κάποιον τρόπο, κάνοντας διάφορα έργα, μπαίνεις σε μια διαδικασία συμφιλίωσης με το πένθος και τη ματαιότητα, είτε με δικά σου προσωπικά θέματα. Χωρίς να το κάνεις για λόγους ψυχοθεραπείας –γιατί δεν ξεκινάς από αυτό–, έρχονται διάφορα στην πορεία και σχεδόν λύνουν κάποια ζητήματα που ανακύπτουν. Αυτό, όμως, είναι παράλληλα και παγίδα, γιατί αυτά τα ζητήματα δεν λύνονται ακριβώς. Τα τελευταία χρόνια δουλεύω πολύ και γιατί δεν μπορώ να διαχειριστώ διάφορα προσωπικά μου θέματα. Τη μια στιγμή σε ωφελεί, αλλά την ίδια στιγμή σε τυφλώνει κιόλας, γιατί μπαίνεις σε μια διαδικασία εμμονικής δουλειάς, που, ενώ είναι βαθιά μοναχική γιατί χρεώνεσαι τα πάντα –την κακή ερμηνεία κάποιου π.χ.–, νιώθεις απόλυτα υπεύθυνος γι' αυτό, οπότε το άγχος είναι τεράστιο. Κάποια στιγμή νιώθεις ότι δεν έχεις το κουράγιο να το υποστηρίξεις ψυχικά επειδή έχουν τελειώσει τα αποθέματα, αλλά τροφοδοτείσαι από άλλες πηγές.
Η έλλειψη ανθρωπιάς προσβάλλει την αισθητική μου τόσο, ώστε να με κάνει να οργίζομαι. Και ο φασισμός. Και οι άνθρωποι που ταπεινώνονται πάρα πολύ για να γίνουν αρεστοί.
- Ορισμένες φορές σκέφτομαι ότι είναι πολύ γελοία αυτή η δουλειά, το ότι πηγαίνω κάθε μέρα στο θέατρο επειδή φοβάμαι μην τύχει και «κουνηθεί» η παράσταση. Αν το δεις μακροσκοπικά αυτό το πράγμα, είμαι ένας ηλίθιος που πηγαίνει σε μια συγκεκριμένη αίθουσα και λέει σε ορισμένους ανθρώπους τι δεν κάνουν καλά. Και το ότι κάθε μέρα παίρνω το τετραδιάκι μου και πηγαίνω και σημειώνω μου φαίνεται απόλυτα ανόητο και αυτιστικό. Είναι πάνω στη σκηνή κάποιοι άνθρωποι που παίζουν και εκτονώνονται κι εσύ απορροφάς τον κραδασμό αυτού του πράγματος με κάτι που δεν μπορείς να επηρεάσεις, εισπράττεις όλες τις αντιδράσεις του κόσμου που το παρακολουθεί και γράφεις σαν μάστερ τι δεν κάνουν καλά αυτοί που παίζουν.
- Και τα τρία έργα που ανέβασα τελευταία τα έχω επιλέξει. Δεν το σκέφτηκα συνειδητά να κάνω μια ενότητα «τέλος», αλλά μάλλον δεν είναι πολύ συμπτωματικό, γιατί είναι μια περίοδος που αισθάνομαι ότι κάτι τελειώνει. Συμπίπτει με το τέλος μιας εποχής, το τέλος του πολιτισμού και το τέλος μιας δικής μου φάσης δουλειάς. Ήταν ένας τρόπος να το χειριστώ και εγώ όλο αυτό. Είναι το τέλος της δικής μου σχέσης με αυτό που λέγεται «κάνουμε θέατρο στην Ελλάδα τώρα» κι έχει να κάνει και με το τέλος ενός πολιτισμού που ζούμε αυτήν τη στιγμή. Το Τέφρα και Σκιά ειδικά το αρθρώνει αυτό με μια φράση: «Δεν μπορούμε να ξαναρχίσουμε από την αρχή, μπορούμε να ξανατελειώσουμε πάλι». Είναι κάτι που πρέπει να συμβεί και σ' εμάς, να δεχτείς το τέλος σου για να μπορέσει να γεννηθεί κάτι εκ νέου. Δεν μου αρκεί να είμαι εδώ, νιώθω ότι δεν έχω τροφοδοσία. Και όσο βλέπω τη δύση του κόσμου, παράλληλα πορεύομαι κι εγώ. Δεν μένω ανεπηρέαστος.
- Αν ξεκινούσα τώρα, δεν θα ξεκινούσα τίποτα εδώ. Αυτήν τη στιγμή με τι κουράγιο θα ξεκινήσει κάποιος να κάνει τέχνη την Ελλάδα; Δεν υπάρχουν προοπτικές. Πέρα από τη Στέγη και το Εθνικό, δεν υπάρχει κάτι άλλο. Μπορείς να βασιστείς στις δυνάμεις σου για λίγο, αλλά είναι μεγάλη πλάνη αυτό που έχουμε συνηθίσει, ότι η τέχνη είναι κάτι που συμβαίνει απλώς και μόνο επειδή μοχθείς ο ίδιος προσωπικά. Με την παρούσα συνθήκη, δεν νομίζω ότι πρέπει να μπεις σε αυτή την πλάνη. Δεν είμαι και ιδιαίτερα πατριώτης να πω «θα μείνω εδώ να παλέψω για τη χώρα μου». Για τι να παλέψεις; Δεν είναι δυνατόν να λέγεται επισήμως ότι δεν υπάρχει στήριξη γιατί έχει καταστραφεί ο χώρος του πολιτισμού. Όταν, εκτός από πάρα πολλά πράγματα που του κόβεις αυτού του λαού, κόβεις και τον πολιτισμό και λες «αν θέλει, ας υπάρχει μόνος του», μακροπρόθεσμα είναι σαν να λες δεν αφήνω χώρο στην κριτική σκέψη, δεν αφήνω χώρο στον προβληματισμό που μπορεί να δημιουργηθεί από ένα έργο τέχνης γιατί είναι πολυτέλεια. Δεν είναι πολυτέλεια. Είναι προσπάθεια να αφαιρεθούν όλα τα εγκεφαλικά σου κύτταρα για να υπακούσεις πιο εύκολα σε όσα σε αναγκάζουν να δεχτείς.
- Ο έρωτας έχει παίξει κυρίως καταστροφικό ρόλο στη ζωή μου. Δεν έχω καταστραφεί ακόμα, αλλά δεν είμαι ανοιχτός ούτε σε αυτόν. Αν δω κάτι να στραβώνει στην αρχή του πράγματος, θα κάνω τα πάντα για να το επιβεβαιώσω και να το στραβώσω μέχρι τέλους. Πολύ δύσκολα δεν θα το κάνω. Φαντάζομαι ότι αυτό ξεκινάει από έναν φόβο που έχω για τη συνύπαρξη. Μάλλον έχω οχυρωθεί πολύ, οπότε τα τελευταία δύο χρόνια δεν ασχολούμαι με τη συγκεκριμένη έννοια. Ελπίζω κάτι να γίνει και να πέσουν τα οχυρά. Είναι φοβερό να θέλει κάποιος να κάνει σχέση και να φέρνει όλη τη φόρμουλα, ενώ στην πραγματικότητα μόλις έχει υπάρξει γνωριμία.
- Μια ερμηνεία την κάνει σπουδαία η διαρκής αγωνία. Αν κάποιος ηθοποιός πιστέψει έστω και για δευτερόλεπτα ότι είναι σπουδαία η ερμηνεία του, έχει καταστραφεί η στιγμή που θα την έκανε σπουδαία. Νομίζω ότι αν νιώθεις μια μόνιμη αμφισβήτηση γι' αυτό που κάνεις, μπορεί ενδεχομένως να φτιάξεις κάτι αληθινά σημαντικό. Το έχω δει να συμβαίνει σε ανθρώπους που δεν μπορούν να επαναπαυτούν. Η ποιότητα του ανθρώπου δίνει αξία σε μια ερμηνεία. Αν αισθανθείς ότι έφτασες στην κορυφή και την κατέχεις, συνήθως την κατεβαίνεις τσουλώντας.
- Ως νέος, πρέπει να ξεκινάς με την ανάγκη να συγκρουστείς. Αν πας με την ανάγκη για συμφιλίωση, το παιχνίδι έχει χαθεί. Το λέει πολύ ωραία στα Κύματα η Βιρτζίνια Γουλφ και ταυτίζομαι: «Όταν ήμουν νέος, η παρουσία ενός εχθρού επιβαλλόταν και η ανάγκη της εναντίωσης με κέντριζε. Πηδούσα πάνω και φώναζα "ας εξερευνήσουμε!"». Μόνο έτσι μπορείς να ξεκινήσεις. Όχι για να φτάσεις, αλλά για να αρχίσεις να εξερευνάς.
Ιnfo:
Τα κύματα, της Βιρτζίνια Γουλφ,
σε μετάφραση Άρη Μπερλή.
Σκην.: Δημήτρης Καραντζάς.
Ερμ.: Ευδοξία Ανδρουλιδάκη, Γιώργος Βουρδαμής-Μαυρογένης, Ιωάννα Πιατά, Ελίνα Ρίζου, Μιχάλης Σαράντης, Αινείας Τσαμάτης .
Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών
21/11-24/4, Σάβ., Κυρ. 18:30
Όταν ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί, του Ερρίκου Ίψεν.
Σκην. Δημήτρης Καραντζάς. Ερμ.: Αλεξία Καλτσίκη, Μαρία Κεχαγιόγλου, Περικλής Μουστάκης, Ρένη Πιττακή, Μιχάλης Σαράντης, Μενέλαος Χαζαράκης.
Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν (υπόγειο)
26/2-5/6, Πέμ., Παρ., Σάβ., Κυρ. 21:15, Τετ. 20:00