ΠΑΡΑΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΔΙΑΣΗΜΗ φράση του Τολστόι, θα λέγαμε ότι κάθε δυσλειτουργική οικογένεια είναι δυσλειτουργική με τον δικό της τρόπο. Και ως τέτοια, το ΠΑΣΟΚ εμφανίστηκε με τα καλά του χθες στο τηλεοπτικό κοινό μέσω των έξι υποψηφίων του για την προεδρία της παράταξης, επιχειρώντας να πείσει τους θεατές για το αντίθετο, στο πλαίσιο μια διαδικασίας (εσωκομματικές εκλογές) που από τη φύση της αναδεικνύει αναπόφευκτα τις ρωγμές και τις έριδες στο εσωτερικό της.
Δύσκολα πράγματα, φαίνεται όμως, αν κρίνει κανείς από τις αντιδράσεις, ότι κατά κάποιο τρόπο τα κατάφερε. Παρά την διάρκεια (μιάμιση ώρα debate για την Προεδρία των ΗΠΑ, τρεις ώρες debate για τον επόμενο πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ), τη διάσπαση προσοχής που προκαλούσε τόσο στους υποψηφίους όσο και στους θεατές το αποσπασματικό φορμάτ της χθεσινής τηλεμαχίας και τα «beefs» που κλιμακώθηκαν προς το τέλος από τους βασικούς παίκτες (Ανδρουλάκης vs Δούκα, Γερουλάνος vs Διαμαντοπούλου), το brand του ΠΑΣΟΚ συνολικά μοιάζει να κερδίζει, έστω και περιστασιακά, κάποιες πολύτιμες εντυπώσεις. Κάτι όχι και τόσο δύσκολο πάντως, αν κάνει κανείς την αντανακλαστική σύγκριση με το πανηγύρι χάους που επικρατεί στον ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι κι αυτή η ενοχλητική αίσθηση ότι όλοι κερδίζουν κάτι από τα debate, εκτός από σένα, παρότι προς χάρη σου υποτίθεται ότι διοργανώνεται όλη αυτή η επιτελεστική προσομοίωση μιας αρχέγονης δημοκρατικής διαδικασίας. To δίκτυο μετάδοσης κερδίζει θεαματικότητα, οι υποψήφιοι δημοσιότητα, τα media περιεχόμενο, οι πολίτες… τι ακριβώς;
Βλέπω ότι χαιρετίζεται από πολλούς το χθεσινό debate ως εξόχως πολιτισμένο και πρωτοποριακό, ενώ στην πραγματικότητα η «εκλεκτική» εκδοχή που παρακολουθήσαμε (καθένας μας για τους δικούς του μοναχικούς λόγους) ήταν ακόμα πιο προβληματική κι από τις προηγούμενες.
Το φορμάτ επέτρεπε σε όλους τους υποψηφίους να απαντάνε άλλα αντί άλλων και σε όποιον να’ ναι, και όχι στις απλά διατυπωμένες και ξεκάθαρες ερωτήσεις των δημοσιογράφων. Η «πολιτισμένη» σύγχυση διήρκεσε μέχρι και λίγο πριν το τέλος όταν βγήκαν τα νύχια και κατέπεσαν τα προσχήματα, προσφέροντας στον καταβεβλημένο θεατή, αν μη τι άλλο, την ψυχαγωγία έστω μιας old school προσωπικής αντιπαράθεσης.
Δεν λέμε κάτι καινούριο σημειώνοντας ότι αυτού του είδους οι τελετουργικοί διαξιφισμοί, όπως κατ΄ επανάληψη έχουν καταδείξει οι σχετικές δημοσκοπήσεις και έρευνες, καθόλου (όχι ελάχιστα, καθόλου) δεν επηρεάζουν το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας. Και ποτέ σχεδόν ο τηλεθεατής και δυνάμει ψηφοφόρος δεν μαθαίνει από ένα τέτοιο κάτι συνταρακτικό ή έστω χρήσιμο ούτε για κάποιο καίριο ζήτημα αλλά ούτε και για κάποιον ή κάποια εκ των πρωταγωνιστών ενός τέτοιου τηλεοπτικού (και όχι πολιτικού) event. Φερ’ ειπείν, λίγα παραπάνω έμαθα – ή κατάλαβα– από το χθεσινό debate για την κ. Γιαννακοπούλου και τον κ. Κατρίνη, αλλά κι αυτά περιττά ήταν τελικά.
Είναι κι αυτή η ενοχλητική αίσθηση ότι όλοι κερδίζουν κάτι από τα debate, εκτός από σένα, παρότι προς χάρη σου υποτίθεται ότι διοργανώνεται όλη αυτή η επιτελεστική προσομοίωση μιας αρχέγονης δημοκρατικής διαδικασίας. To δίκτυο μετάδοσης κερδίζει θεαματικότητα, οι υποψήφιοι δημοσιότητα, τα media περιεχόμενο, οι πολίτες…τι ακριβώς; Η λογική ριάλιτι και η μέγγενη του χρονομέτρου δεν βοηθάνε στο να κάνουν πιο ελκυστικό το προϊόν, από τη στιγμή που όλα μοιάζουν προμελετημένα και οι απαντήσεις σπανίως είναι επί τούτω, αλλά με βάση ένα προδιαγεγραμμένο σενάριο, όπως φάνηκε και στο χθεσινό debate.