ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΑ, ΚΑΠΟΤΕ ΘΑ ΠΕΘΑΙΝΕ (αν και ποτέ δεν μπορεί κανείς να είναι σίγουρος με τα χλωμά βαμπίρ των βασιλικών οίκων), για την πλειονότητα των εν ζωή κατοίκων αυτού του πλανήτη όμως ήταν από πάντα και για πάντα εκεί, στη θέση της, σαν απόλυτο σύμβολο, ζωντανό απολίθωμα ή κέρινο ομοίωμα της πιο παραδοσιακής μοναρχίας στον πλανήτη, από την ώρα που γεννήθηκαν μέχρι και χθες.
Δεν έστεκε, το ξέραμε, αλλά κάπου μέσα μας πιστεύαμε ότι η Ελισάβετ Β’ του Ηνωμένου Βασιλείου θα παρέμενε στη θέση της μέχρι το (δικό μας) τέλος και ότι ο Κάρολος δεν θα προλάβαινε να γίνει ποτέ βασιλιάς.
Η Ελισάβετ ήταν προϊόν της Ιστορίας και σύμβολο μιας κληρονομικής (αιμομικτικής σχεδόν) τελετουργίας που συγκινεί ακόμα τα πλήθη, παρά τη νοσηρή, κλειστοφοβική ατμόσφαιρα που αναδύει κατά καιρούς η βασιλική οικογένεια της Βρετανίας: το φαρσικά αρτηριοσκληρωτικό lifestyle, ο μακάβριος φετιχισμός με την πιο βαθιά και αλλόκοτη συντήρηση, τα πολυτελώς αποστειρωμένα περιβάλλοντα και η πνιγηρή κλεισούρα που βλέπουμε στις στημένες φωτογραφίες που κρίνονται κατάλληλες για δημοσίευση, τα φριχτά καπέλα, ο κωμικοτραγικός βίος και πολιτεία και τα χαμερπή σκάνδαλα των διαδόχων.
Τώρα που έφυγε, η αυτοκρατορική μοναρχία πρέπει να τελειώσει μαζί της. Ο διάδοχός της έχει την ευκαιρία να γράψει πραγματική ιστορία, εγκαταλείποντας τη βαρύγδουπη μεγαλοπρέπεια και αναβαθμίζοντας τη βρετανική μοναρχία έτσι ώστε να μοιάζει περισσότερο σαν τις αντίστοιχες σκανδιναβικές. Αυτό θα ήταν πραγματικά ένα ιδανικό τέλος εποχής.
Δεν ήταν απλώς η Βασίλισσα της Αγγλίας, ήταν η Βασίλισσα, γενικώς και απολύτως. Αυτός ήταν και ο τίτλος της ταινίας που γύρισε το 2006 ο Στίβεν Φρίαρς με την Έλεν Μίρεν στον ομώνυμο ρόλο που της χάρισε το Όσκαρ.
Και ήταν πράγματι εκπληκτική στις αποχρώσεις της η σπουδαία ηθοποιός, δημιουργώντας με την ερμηνεία της ένα πορτρέτο αξιοπρέπειας και εγκαρτέρησης για την Ελισάβετ, στην πιο δύσκολη στιγμή της ίδιας αλλά και του θεσμού, τις μέρες που ακολούθησαν τον τραγικό θάνατο της Πριγκίπισσας Νταϊάνα(ς).
Η θέση της ταινίας ήταν σαφής: Με την Ελισάβετ, όχι με τον ειδωλολατρικό «όχλο» που απαιτούσε από το στέμμα να αποκαταστήσει άμεσα τη μνήμη της «θλιμμένης πριγκίπισσας».
Μια-δυο ώρες μόνο μετά τη χθεσινή ανακοίνωση του θανάτου της, δημοσιεύτηκε στους New York Times άρθρο γνώμης της καθηγήτριας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ Maya Jasanoff με τίτλο «Θρηνήστε την Βασίλισσα, όχι την Αυτοκρατορία της» (Mourn the Queen, Not Her Empire).
Ακολούθησε καταιγισμός αρνητικών σχολίων εκ μέρους αναγνωστών που θεώρησαν απαράδεκτα πρόωρο, ασεβές και ανάρμοστο το κριτικό πνεύμα του άρθρου, παρότι η ιστορικός αναγνωρίζει εξαρχής στην Ελισάβετ «μια βαθιά και ειλικρινή αφοσίωση στα καθήκοντά της», καθώς και το γεγονός ότι «υπήρξε σύμβολο σταθερότητας, και ο θάνατός της σε ταραγμένους καιρούς δικαίως θα προκαλέσει κύματα θλίψης ανά τον κόσμο».
«Δεν πρέπει όμως να εξιδανικεύουμε την εποχή της», συμπληρώνει. «Στη μακρά θητεία της, η παρουσία της ως αρχηγός του κράτους και ως επικεφαλής της Κοινοπολιτείας αποτέλεσε τη βιτρίνα που έκρυβε τη βίαιη πραγματικότητα και τα αιματηρά τελευταία κεφάλαια της αποικιοκρατίας... Εκπροσωπούσε έναν ζωντανό σύνδεσμο με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ενσάρκωνε τον πατριωτικό μύθο σύμφωνα με τον οποίον μόνη της σχεδόν η Βρετανία έσωσε τον κόσμο από τον φασισμό... Η θέση της ήταν τόσο άρρηκτα δεμένη με τη Βρετανική Αυτοκρατορία ώστε ακόμα κι όταν ο κόσμος άλλαζε διαρκώς τριγύρω της, ο μύθος της αυτοκρατορικής μεγαλοψυχίας επέμενε. Τώρα που έφυγε, η αυτοκρατορική μοναρχία πρέπει να τελειώσει μαζί της. Ο διάδοχός της έχει την ευκαιρία να γράψει πραγματική ιστορία, εγκαταλείποντας τη βαρύγδουπη μεγαλοπρέπεια και αναβαθμίζοντας τη βρετανική μοναρχία έτσι ώστε να μοιάζει περισσότερο σαν τις αντίστοιχες σκανδιναβικές. Αυτό θα ήταν πραγματικά ένα ιδανικό τέλος εποχής».