ΤO ΛΕΓΟΜΕΝΟ «ευρωπαϊκό πακέτο ανάκαμψης» και τα δισεκατομμύρια που αναμένεται να λάβει η Ελλάδα από αυτό είναι το νέο καυτό θέμα συζήτησης με το οποίο ασχολούνται σχεδόν όλοι εδώ και μερικές μέρες. Οι αισιόδοξοι πιστεύουν ότι τα χρήματα αυτά θα μεταμορφώσουν την Ελλάδα. Οι ρεαλιστές αναζητούν τρόπους να επωφεληθούν από αυτά και οι απαισιόδοξοι (ή μήπως αυτοί είναι οι πραγματικοί ρεαλιστές) δεν περιμένουν να αλλάξει τίποτα.
Μπορεί η αρχική πρόταση της Κομισιόν να μιλάει για 32 δισεκατομμύρια, από τα οποία τα 22,5 θα είναι επιχορηγήσεις και τα 9,5 δανεισμός με ευνοϊκούς όρους, δεν έχει αποφασιστεί ακόμα όμως ούτε ποιο θα είναι το ακριβές ποσό ούτε –το κυριότερο– ποιοι θα είναι οι όροι. Θεωρείται πιθανό ότι οι «σκληροί» της ΕΕ δεν θα υποχωρήσουν χωρίς να έχουν επιβάλει κάποιες προϋποθέσεις τουλάχιστον. Αλλά εξίσου πιθανό θεωρείται πως ό,τι και να αποφασιστεί, η Ελλάδα θα είναι από τις χώρες που θα επωφεληθούν περισσότερο.
Η συγκεκριμένη απόφαση για το «ευρωπαϊκό πακέτο ανάκαμψης» ξάφνιασε ακόμα και όσους αγωνίζονταν καιρό τώρα για την επίτευξή του και εκλαμβάνεται ως ένα βήμα προς την ενοποίηση, ενώ κάποιοι άλλοι, πιο ευρωσκεπτικιστές, την ερμηνεύουν ως ύστατη προσπάθεια διατήρησης της ΕΕ προκειμένου να μη διαλυθεί.
Η διαπραγμάτευση για το ευρωπαϊκό πακέτο ωστόσο, δεν έχει ολοκληρωθεί, παρότι κάποιοι σπεύδουν ήδη να μοιράσουν τα "32 δισεκατομμύρια ευρώ" πριν τα δουν.
Η Ελλάδα, που συγκαταλέγεται στην κατηγορία των χωρών με μικρό ΑΕΠ και μεγάλο χρέος, είναι από εκείνες που φαίνεται να ευνοούνται, καθώς παίρνει τα πιο πολλά, ενώ συνεισφέρει στον κοινό προϋπολογισμό τα πιο λίγα: μόλις το 1,3% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ (από 1,8% που ήταν πριν συρρικνωθεί η οικονομία της). Ένας επιπλέον λόγος, για τον οποίο θα λάβει περισσότερα χρήματα είναι και επειδή ο τουρισμός και η ναυτιλία, που είναι σημαντικοί κλάδοι της οικονομίας της, χτυπήθηκαν σοβαρά από την πανδημία του νέου κορωνοιού.
Η διαπραγμάτευση για το ευρωπαϊκό πακέτο, ωστόσο, δεν έχει ολοκληρωθεί, παρότι κάποιοι σπεύδουν ήδη να μοιράσουν τα «32 δισεκατομμύρια ευρώ» πριν τα δουν. Αυτό που κυκλοφόρησε είναι απλώς ένα σχέδιο για την ώρα. Οι οριστικές αποφάσεις για το ύψος των κεφαλαίων που θα διατεθούν αναμένεται να ληφθούν από τη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ΕΕ δεν δίνει πια λεφτά με τον τρόπο που έδινε στις δεκαετίες του '80 και του '90. Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα έχει τη δυνατότητα να πάρει τα χρήματα αυτά και να τα κάνει ό,τι θέλει.
Τα κράτη-μέλη πρέπει να καταθέσουν αξιόπιστα εθνικά σχέδια επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων με χρονοδιαγράμματα. Τα σχέδιά τους για το 2021 πρέπει να ετοιμαστούν άμεσα, για να κατατεθούν μέσα στο επόμενο διάστημα προκειμένου να αποδεσμευτούν χωρίς καθυστέρηση οι πόροι. Η αποδέσμευσή τους θα γίνεται σε δόσεις και πιθανό να συνδέεται με υλοποίηση μεταρρυθμίσεων.
Ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και επικεφαλής της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής της Κομισιόν, Βάλντις Ντομπρόβσκις, επισήμανε πρόσφατα κάτι που είναι γνωστό για την Ελλάδα, ότι υπάρχει ακόμη η ενισχυμένη εποπτεία. Ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πάολο Τζεντιλόνι, ωστόσο, έχει δηλώσει κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται για προγράμματα διάσωσης –μνημόνια– με άλλη ονομασία. «Είναι επιλογή της κάθε χώρας αν θα ζητήσει αυτά τα χρήματα» είπε. Υποστήριξε επίσης ότι η Επιτροπή θα περιορίζεται να εξετάζει αν τα σχέδια κάθε χώρας για το πώς θα αξιοποιήσει τα κεφάλαια αυτά συμβαδίζουν με τις κατευθύνσεις που έχει θέσει η ΕΕ – ειδικά την πράσινη συμφωνία και την ψηφιακή ατζέντα.
Τα χρήματα αυτά τα δανείζεται και θα τα αποπληρώνει η ΕΕ, η οποία αντλεί πόρους από τα κράτη-μέλη και προσπαθεί να δει (υπάρχει ο σχετικός προβληματισμός) σε ποιες επιχειρήσεις θα βάλει φόρους. Τα δισεκατομμύρια που θα πάρει η Ελλάδα, βάσει του σχεδίου που διέρρευσε και δεν ξέρουμε ακόμα αν αυτό θα είναι το τελικό ποσό, είναι το μάξιμουμ που θα μπορούσε να πάρει (καθώς το ύψος αυτό ξεπέρασε κάθε προσδοκία) στην ερχόμενη τετραετία.
Έχει σημασία να επισημανθεί ότι η Ελλάδα έχει χάσει πολλά χρήματα από τα ΕΣΠΑ επειδή οι κυβερνήσεις της δεν μπορούσαν να παρουσιάσουν σοβαρά και αξιόπιστα σχέδια, ώστε να τα εκταμιεύσουν. Όπου λοιπόν υπάρχουν κυβερνήσεις που δεν μπορούν να σχεδιάσουν αξιόπιστα προγράμματα, θα χάνονται πόροι και οι δυνατότητες για έργα και επενδύσεις.
Γι' αυτό είναι πολύ σημαντικό για κάθε χώρα-μέλος της ΕΕ να διαθέτει ένα έμπειρο οικονομικό επιτελείο με γνώσεις και στρατηγικό σχέδιο. Διαφορετικά θα χάνονται συνεχώς πόροι και ευκαιρίες. Όλοι όμως κρίνονται από το αποτέλεσμα. Ειδικά στην οικονομία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του περασμένου φθινοπώρου για το ΕΣΠΑ 2014-2020, η απορρόφηση των πόρων είχε φτάσει μόλις στο 25,5% του προϋπολογισμού του. Δηλαδή στα 5 χρόνια του προγράμματος 2014-20 του ΕΣΠΑ, διαθέσιμων κεφαλαίων πάνω από 20 δισεκατομμυρίων ευρώ, η Ελλάδα κατάφερε να εκταμιεύσει μόνο το 25,5%. Δεν κατάφεραν δηλαδή, να πάρουν ούτε τα μισά λεφτά, σε μια περίοδο που η χώρα είχε μεγάλη ανάγκη από επενδύσεις, επειδή δεν μπορούσαν να καταρτίσουν ένα σχεδιασμό.
Εθνικό σχέδιο και χρονοδιαγράμματα θα χρειαστούν και τώρα για να έρθουν τα κεφάλαια αυτά στην ελληνική οικονομία. Τα πρώτα χρήματα θα αφορούν την ενίσχυση του συστήματος υγείας και την ανακούφιση όσων υπέστησαν ζημιά από τα μέτρα για την πανδημία. Τα μακροπρόθεσμα σχέδια αφορούν κυρίως την πράσινη οικονομία και την ψηφιακή μετάβαση.
Τα χρήματα του ευρωπαϊκού πακέτου, πάντως, και η δουλειά που πρέπει να γίνει, μάλλον αποδυναμώνουν κι άλλο το σενάριο των εκλογών, καθώς το κάνουν να μοιάζει ακόμα πιο ανεύθυνο, λόγω του ότι σε αυτή την περίπτωση θα χαθεί πολύτιμος χρόνος. Αντιθέτως, ο ανασχηματισμός, τον οποίο ο πρωθυπουργός δεν απέκλεισε, ίσως έρθει τελικά πιο κοντά από όσο τον σχεδίαζε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος επιθυμεί μία κυβέρνηση-task force ανάπτυξης.
Ο κεντρικός σχεδιασμός θα γίνει από το πρωθυπουργικό επιτελείο και οι υπουργοί θα κληθούν να τον υλοποιήσουν. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να προτείνουν και οι υπουργοί προς τον πρωθυπουργό και αν οι προτάσεις αξιολογούνται θετικά, να προχωράνε.
Συμβουλευτικό ρόλο στα θέματα ανάπτυξης της κυβέρνησης Μητσοτάκη έχει η επιτροπή του καθηγητή Πισσαρίδη, στον οποίο είχε ανατεθεί από καιρό να σχεδιάσει ένα νέο αναπτυξιακό σχέδιο για τη χώρα, αλλά τα γεγονότα του Έβρου και μετά ο κορωνοϊός την έβαλαν σε δεύτερη μοίρα και πέρασε σχεδόν απαρατήρητη η παρουσίασή της τον περασμένο Φεβρουάριο.
Στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής παρουσιάστηκαν οι άξονες της αναπτυξιακής στρατηγικής ώστε να θεραπεύσουμε διαρθρωτικά προβλήματα και να εστιάσουμε σε τομείς με αναπτυξιακές δυνατότητες. Είναι μία εγγύηση για τη μακροπρόθεσμη ευημερία όλων. https://t.co/M55LFzL8eO pic.twitter.com/cLnxr37C9a
— Prime Minister GR (@PrimeministerGR) February 18, 2020
«Με μεγάλη ευχαρίστηση δέχτηκα την πρόσκλησή σας να προεδρεύσω της Επιτροπής Αναπτυξιακής Στρατηγικής, γιατί πιστεύω πως η Ελλάδα υπέφερε πολύ τα τελευταία 10 χρόνια. Ίσως να μη χρειαζόταν να υποφέρει τόσο, στον βαθμό που υπέφερε» είχε πει στη συνεδρίαση εκείνη ο καθηγητής Πισσαρίδης, υποστηρίζοντας ότι υπάρχουν «καλές προοπτικές ανάπτυξης, αλλά χρειάζεται δουλειά για μεταρρυθμίσεις, για νέες υποδομές και πολιτική βούληση».
Επίσης, είχε ανακοινώσει ότι το σχέδιό του χωρίζεται σε δυο μέρη. Στο πρώτο μέρος είναι οι μεταρρυθμίσεις και οι πολιτικές που θα εκσυγχρονίσουν την ελληνική οικονομία, είχε πει. «Να τη φέρουμε στο επίπεδο των πιο σύγχρονων και αναπτυγμένων μικρών οικονομιών της Ευρώπης, ας πούμε όπως την Ολλανδία, τη Δανία, το Ισραήλ». Στο δεύτερο είναι η νέα τεχνολογία, η ψηφιακή τεχνολογία και η κλιματική αλλαγή.
Κάποιοι επιχείρησαν αυτές τις μέρες να εμφανίσουν τον καθηγητή Πισσαρίδη σαν τον «Τσιόδρα της Οικονομίας» και την επιλογή του σαν πρόσφατη απόφαση, αλλά ακόμα και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας ξεκαθάρισε ότι η επιτροπή που εξετάζει το αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας δεν είναι καινούργια, «αλλά έχει συγκροτηθεί εδώ και μήνες».
Η Επιτροπή Πισσαρίδη είχε πιάσει δουλειά από τον περασμένο Φεβρουάριο, σύμφωνα με όσα είχαν ειπωθεί τότε, προκειμένου να βοηθήσει τον πρωθυπουργό στην εκπόνηση μακροπρόθεσμου στρατηγικού Σχεδίου Ανάπτυξης μέχρι τον Σεπτέμβριο, το οποίο θα εστίαζε στον ψηφιακό μετασχηματισμό και την πράσινη οικονομία. Τώρα καλείται να λάβει υπόψη της και την πρόσθετη χρηματοδότηση που προέκυψε.
Το γραφείο του πρωθυπουργού είχε ανακοινώσει τότε ότι το αναπτυξιακό σχέδιο της κυβέρνησής του θα το διαμόρφωνε «μια επιτροπή διακεκριμένων οικονομολόγων, με επιστημονική εξειδίκευση, διεθνή καταξίωση, γνώση της αγοράς και εμπειρία σε θέματα σχεδιασμού οικονομικής πολιτικής». Η επιτροπή αυτή επίσης θα συμβουλεύεται και άλλους επιστήμονες, όποτε χρειάζεται.
«Έχουμε στο νου τι χρειάζεται» είχε πει ο καθηγητής Πισσαρίδης προς τους υπουργούς στην πρώτη σύσκεψη που είχε συγκαλέσει ο πρωθυπουργός με την Επιτροπή στο Μέγαρο Μαξίμου. «Έχουμε δουλέψει πάνω σε αυτό στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ καθώς και με τους συναδέλφους εδώ. Πιστεύουμε πως εφαρμόζοντας αυτό το πρόγραμμα, θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας για πολύ περισσότερους και για νέους. Θα σταματήσει το brain drain. Και περισσότερες γυναίκες θα χρειάζεται να μπουν στην ελληνική οικονομία. Αυτό χρειάζεται πάλι και κοινωνική πολιτική, μαζί με την οικονομική πολιτική, και αυτά θα τα λάβουμε όλα υπόψη» είχε πει ο κ. Πισσαρίδης.
Πολλοί στην κυβέρνηση ελπίζουν να έχει την επιτυχία του καθηγητή Τσιόδρα. Αυτό που του έχει ανατεθεί όμως, δεν έχει ούτε επικοινωνία, ούτε ενημέρωση, ούτε επαφή με τον κόσμο, αλλά σχεδιασμό. Επίσης, αυτό που έκανε δημοφιλή τον κ. Τσιόδρα, πέρα από τον επιστημονικό του λόγο και την κατάρτισή του, ήταν κυρίως η κοινωνική ευαισθησία που έδειξε και η σαφής προτεραιότητα που έβαλε για τη φροντίδα και προστασία των ευάλωτων και των αδυνάμων. Θα κάνει το ίδιο και ο καθηγητής Πισσαρίδης; Η πρόκληση που αναλαμβάνει οπωσδήποτε είναι μεγάλη και δύσκολη, καθώς καλείται να πετύχει εκεί που έχουν αποτύχει όλοι οι προηγούμενοι.
Η πρόταση της Κομισιόν, που παρουσίασε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για την αντιμετώπιση της ύφεσης που προκάλεσε ο κορωνοϊός στα κράτη-μέλη της ΕΕ, συνιστά –κατά κοινή ομολογία– ένα φιλόδοξο και θετικό εγχείρημα. Ειδικά για την Ελλάδα που αναμένεται να είναι μεταξύ των περισσότερο ωφελούμενων χωρών και θα λάβει περισσότερα από όσα ήλπιζε όταν πίεζε για αυτό. Για να ωφεληθεί όμως πραγματικά η Ελλάδα, θα πρέπει αφενός να επιβεβαιωθεί το ύψος των κεφαλαίων και αφετέρου η κυβέρνηση να παρουσιάσει έναν σχεδιασμό που θα της επιτρέψει να τα εκταμιεύσει. Και φυσικά να μην υπάρχουν όροι μνημονίου.