Στις περισσότερες κοινωνίες οι ήρωες είναι απαραίτητοι. Πώς αλλιώς θα ορίσει κανείς τα όρια των φιλοδοξιών του; Αυτοί συμβολίζουν τις ποιότητες που θα θέλαμε να έχουμε και τα όνειρα που θέλουμε να ικανοποιήσουμε. Είναι γενναίοι και ικανοί, με μια μικρή τάση να ρισκάρουν.
Σημαντικές ιστορικές προσωπικότητες όπως ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο Γκάντι, ο Αβραάμ Λίνκολν ή ο Τζον Κένεντι δεν δίστασαν να θέσουν τον εαυτό τους σε κίνδυνο ώστε να επιτύχουν τον στόχο τους. Δεδομένου, λοιπόν, ότι οι περισσότεροι από εμάς δεν θα παίρναμε ένα τέτοιου είδους ρίσκο, δεν μπορούμε παρά να θαυμάζουμε την ποιότητα αυτή σε όσους την έχουν και να προσπαθούμε να την πλησιάσουμε, αν όχι με φυσικό τρόπο, ίσως με κινηματογραφικό.
«Η κοινωνία είναι χτισμένη πάνω στην ιδέα της λατρείας του ήρωα» έγραψε ο Σκωτσέζος φιλόσοφος και ιστορικός Thomas Carlyle, καταλήγοντας πως «η ιστορία του κόσμου δεν είναι παρά η βιογραφία μεγάλων ανδρών».
Δύο άνδρες που κυριάρχησαν στην επικαιρότητα το τελευταίο διάστημα είναι ο Μπάιντεν και ο Tραμπ, με τον πρώτο να κερδίζει μία από τις πιο δραματικές ίσως εκλογές στην ιστορία της Αμερικής. Είναι ξεκάθαρο πως ο κόσμος είχε ανάγκη από καινούργια πρότυπα και ιδανικά και κάποιον που να τα εκπροσωπεί. Κι όταν ο κόσμος έχει ανάγκη από κάτι διαφορετικό, φαίνεται στις κάλπες.
Έτσι φάνηκε και στις 20 Ιανουαρίου 1980, όταν ο πρώην κινηματογραφικός σταρ Ρόναλντ Ρίγκαν ανέλαβε χρέη Προέδρου των Ηνωμένων πολιτειών στη θέση του ενάρετου χριστιανού Τζίμι Κάρτερ. O κόσμος είχε ανάγκη από κάποιον πιο δυναμικό, πιο «μάτσο», πιο «καουμπόι». Κι έτσι έγινε. Ο Ρίγκαν παρέμεινε στην εξουσία για δύο θητείες, ένα πολιτικό διάστημα συντηρητισμού που χαρακτηρίστηκε ως Reagan Era ή η εποχή του Ρίγκαν.
Μένει να δούμε ποιο αρχαιοελληνικό πρότυπο θα είναι το πιο κατάλληλο για να αποτυπώσει τα επίσημα πλέον «μπαϊντενικά» ιδεώδη στη μεγάλη οθόνη. Ίσως μια φρεσκοδιαζευγμένη μαύρη Πηνελόπη που παλεύει να μεγαλώσει έναν τρανς Τηλέμαχο, πουλώντας νόμιμα κάνναβη; Το μπαλάκι στο Χόλιγουντ.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι τη δεκαετία αυτή το Χόλιγουντ αποφάσισε να φανταστεί εκ νέου τους ήρωές του. Με γνώμονα τη σωματική υπεροχή και επιβολή, η οποία στην πολιτική μεταφράζεται ως στρατιωτική και τεχνολογική υπεροχή, είδαμε χαρακτήρες όπως ο Ρόκι να μεταμορφώνονται από άγουρους αθλητές και συλλέκτες χρεών («Rocky», 1976) σε αγαλματώδεις μπόντι-μπίλντερ με κατοικίδια ρομπότ («Rocky IV», 1985). Χαρακτήρες πέραν του Ρόκι, όπως αυτοί του Ράμπο, του Κόμπρα, του Κόναν και του Terminator ‒όλους τους υποδύθηκαν οι δύο σούπερ-σταρ της δεκαετίας, Σταλόνε και Σβαρτζενέγκερ‒, κυριάρχησαν, βήμα βήμα, χάριν του άλλοτε κινηματογραφικού σούπερ-σταρ Ρόναλντ Ρίγκαν. Αν ο Ρίγκαν έκοβε ξύλα σε ένα ράντσο με το τσεκούρι του το 1982, το ίδιο θα έκανε και ο Άρνι τρία χρόνια μετά στην ταινία «Commando».
Αυτοί οι σύγχρονοι Ηρακλείς αποτέλεσαν τα πρότυπα του αμερικανικού ανδρισμού εκείνη την περίοδο, πρότυπα μυθικής υπεροχής, αλλά, πάνω απ' όλα, αφθαρσίας. Κάτι που απέδειξε τρανταχτά και ίδιος ο Πρόεδρος τότε, όταν επέζησε από απόπειρα δολοφονίας (η οποία, παραδόξως, είχε στόχο να εντυπωσιάσει την ηθοποιό Τζόντι Φόστερ).
Το παραπάνω πλαίσιο εξέφραζε μια νοσταλγία για κάτι που εξαρχής δεν υπήρξε ποτέ: μια εποχή με δύο ξεκάθαρες επιλογές, της Αρετής και της Κακίας, όταν η Αμερική δρούσε με την ηθική διαύγεια του Ηρακλή μασκαρεμένου σε Τζέιμς Στιούαρτ. Κάπου εκεί πάτησε και ο Ντόναλντ Τραμπ στην καμπάνια του, υποσχόμενος την επιστροφή μιας «μεγάλης» Αμερικής που κατά πάσα πιθανότητα δεν υπήρξε ποτέ, ανακινώντας μια ριγκανοσταλγία ή, αλλιώς, μια νοσταλγία της ίδιας της νοσταλγίας, όπως αναφέρει στο βιβλίο του ο J. Hoberman. Όλα αυτά μέχρι που εξελέγη πανηγυρικά ο Μπάιντεν.
Κάπως έτσι, λοιπόν, το 1988 βγήκε πανηγυρικά στις αίθουσες το «Die Hard» με πρωταγωνιστή τον Μπρους Γουίλις, αφού πρώτα απέρριψαν τον ρόλο οι ριγκανικοί Σταλόνε και Σβαρτζενέγκερ, θεωρώντας πως δεν ήταν αρκετά σκληρός για τα γούστα τους. Ο Γουίλις, βέβαια, δεν δίστασε να τους απαντήσει κατάλληλα μέσα από την ταινία, με φράσεις του τύπου «έχω αρκετά εκρηκτικά για να εκτοξεύσω τον Άρνολντ Σβαρτζενέγκερ σε τροχιά γύρω από τη Γη».
Η επιτυχία του «Die Hard» θα σηματοδοτούσε το τέλος των άφθαρτων και υπεράνθρωπων Ηρακλέων της εποχής του Ρίγκαν και την αρχή πιο ανθρώπινων ηρώων, πιο ρεαλιστικών και πιο ευάλωτων, σαν τον John McClane. Εξάλλου, τι πιο ευάλωτο από κάποιον που κυκλοφορεί ξυπόλυτος σε όλη σχεδόν την ταινία;
Αν όμως οι προκάτοχοι του McClane θύμιζαν τον Ηρακλή, τότε σε ποιο αρχαιοελληνικό αρχέτυπο βασίστηκε ο πιο αγαπημένος ίσως ήρωας δράσης του Χόλιγουντ; Ας πατήσουμε, λοιπόν, το play. Τα δύο πρώτα πλάνα του «Die Hard» είναι τα εξής: ένα αεροπλάνο που προσγειώνεται και το χέρι ενός επιβάτη που φοράει βέρα. Πριν καν δούμε το πρόσωπο του πρωταγωνιστή, ο σκηνοθέτης John McTiernan μας ξεκαθαρίζει πως πρόκειται για κάποιον ταξιδιώτη, ο δεσμός του οποίου με τη γυναίκα του θα παίξει σημαντικό ρόλο. Γρήγορα-γρήγορα, ο McClane αποκαλύπτει στον συνεπιβάτη του πως είναι αστυνομικός εδώ και έντεκα χρόνια και του ζητάει να τον εμπιστευθεί, όπως ένας στρατηγός θα ζητούσε από τους συντρόφους του, λίγο πριν το βλέμμα του διασταυρωθεί με μια όμορφη αεροσυνοδό που τον γδύνει με τα μάτια της. Αυτός ανταποδίδει το βλέμμα, αλλά την προσπερνάει, παραμένοντας προσηλωμένος στον στόχο του, να επιστρέψει στη γυναίκα του. Εξάλλου, λίγο φλερτ δεν βλάπτει, όπως θα έλεγε και ο Τραμπ.
Όσο ο Mclane εξηγεί στον οδηγό του πως το καθήκον του ως αστυνομικού τον έχει κρατήσει χρόνια μακριά από το πλευρό της γυναίκας του, αυτή, ονόματι Holly, απορρίπτει το φλερτ κάποιου συναδέλφου της, σαν πιστή Πηνελόπη. Σας θυμίζει κάτι; Δεν πειράζει, συνεχίζουμε.
Πριν καλά-καλά φτάσει στο κτίριο Νακατόμι, όπου έχει ραντεβού με τη γυναίκα του, Γερμανοί τρομοκράτες το καταλαμβάνουν, πιάνοντας ομήρους όλους τους εργαζόμενους, ανάμεσά τους και τη Χόλι. Για να ανταμώσει, λοιπόν, ο McClane με τη γυναίκα του θα πρέπει πρώτα να αντιμετωπίσει μια σειρά από αντιπάλους, με πρώτο και καλύτερο τον Hans Gruber, έναν από τους πιο αγαπημένους μισητούς κακούς του σινεμά δράσης, που τον υποδύεται ο χαρισματικός Άλαν Ρίκμαν. O Gruber, σε ρόλο Θεού, έχοντας τον απόλυτο έλεγχο του κτιρίου, θα εξαπολύσει πολλαπλές επιθέσεις εναντίον του ντετέκτιβ McClane, που τυχαίνει απλώς να είναι ο λάθος τύπος, στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή.
Κύριο όπλο του πρωταγωνιστή απέναντι στον «ποσειδώνειο» Gruber και τα τσιράκια του δεν είναι άλλο από το πολυμήχανο μυαλό του. «Σκέψου, σκέψου» τον ακούμε να λέει στον εαυτό του κάθε φορά που έρχεται αντιμέτωπος με καινούργιο εμπόδιο. Μάλιστα, όταν του ζητηθεί από τον Gruber να αποκαλύψει την ταυτότητά του, εκείνος θα την αποκρύψει, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως έναν τυχαίο ξυπόλυτο περαστικό, ώστε οι αντίπαλοί του να τον υποτιμήσουν, όπως οι μνηστήρες τον «ζητιάνο» Οδυσσέα.
Αντιμέτωπος πια με τον Gruber σε μια τελική αναμέτρηση, με τη γυναίκα του σε συνθήκες ομηρίας, ο πολυμήχανος McClane θα σκαρφιστεί το τελευταίο του τέχνασμα. Θα δέσει στη γυμνή και ταλαιπωρημένη πλάτη του το όπλο του και, αφού «μεθύσει» τον αντίπαλό του με λόγια, θα τραβήξει το όπλο από την πλάτη όπως ακριβώς ένας τοξότης θα όπλιζε το τόξο του με βέλος από τη φαρέτρα του. Μπουμ! Ο Gruber πέφτει από το κτίριο Νακατόμι, αφήνοντας πίσω του μία από τις πιο εμβληματικές σκηνές θανάτου στον κινηματογράφο.
Χρόνια απουσίας, ένα ταξίδι όλο εμπόδια και μια αιματοχυσία αργότερα, ο Οδυσσέας-McClane κρατά επιτέλους την Πηνελόπη του στην αγκαλιά του. Γερμανοί τρομοκράτες, μνηστήρες και μπόντι-μπίλντερ ριγκανικοί ήρωες κείτονται νεκροί και η Αμερική κοιτάει μπροστά.
Αφήνοντας πίσω τον πλανητάρχη Ρόναλντ, φτάνουμε στην περίπτωση του πλανητάρχη Ντόναλντ, κατά τη διάρκεια της θητείας του οποίου είδαμε το χολιγουντιανό σινεμά δράσης να επιβραβεύει τον μπόντι-μπίλντερ Ντουέιν Τζόνσον (aka The Rock) με τον τίτλο του πιο ακριβοπληρωμένου ηθοποιού και να κατευθύνεται σε πιο μονοκόμματους χαρακτήρες, σαν τον John Wick.
Μένει να δούμε ποιο αρχαιοελληνικό πρότυπο θα είναι το πιο κατάλληλο για να αποτυπώσει τα επίσημα πλέον «μπαϊντενικά» ιδεώδη στη μεγάλη οθόνη. Ίσως μια φρεσκοδιαζευγμένη μαύρη Πηνελόπη που παλεύει να μεγαλώσει έναν τρανς Τηλέμαχο, πουλώντας νόμιμα κάνναβη; Το μπαλάκι στο Χόλιγουντ.
*Ο Ηλιόδωρος-Γιάννης Δαββέτας είναι σκηνοθέτης-σεναριογράφος, θεωρητικός κινηματογράφου
σχόλια