ΤΕΣΣΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ τις αποκαλύψεις για τους παραποιημένους ισολογισμούς της πολυεθνικής εταιρείας Folli Follie, με την εκτιμώμενη ζημία του οικονομικού σκανδάλου να ξεπερνάει τα 400 εκατ. ευρώ, η δίκη για την πολύκροτη υπόθεση αναβλήθηκε για τις 19 Ιούνιου του 2023.
Οι δικαστές του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, μάλιστα, που έλαβαν την απόφαση για την αναβολή της δίκης ανέφεραν ξεκάθαρα ότι η εκδίκαση της υπόθεσης θα τραβήξει σε μάκρος ακόμη περισσότερο: «μετά βεβαιότητας θα υπάρξει περαιτέρω καθυστέρηση στη διαδικασία εν όψει των βουλευτικών εκλογών του έτους 2023». Μίλησαν ακόμη για «αρχόμενη παραγραφή» κάποιων από τα εκδικαζόμενα αδικήματα.
Οι δικαστές φαίνεται να επιρρίπτουν ευθύνες κυρίως στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών που δεν έδωσε άδεια στους δικηγόρους που συμμετέχουν στην εκδίκαση της υπόθεσης, επικαλούμενοι μάλιστα και τον κίνδυνο παραγραφής των αδικημάτων.
Ωστόσο, η υπόθεση «με τον τεράστιο διεθνή αρνητικό αντίκτυπο» για την αξιοπιστία των ελεγκτικών μηχανισμών που σχετίζονται με την κεφαλαιαγορά και το χρηματιστήριο έπεσε σε τέλμα έναν χρόνο ακριβώς μετά την έναρξή της.
Οι βασικοί κατηγορούμενοι, που είναι ο ιδρυτής του ομίλου Δημήτρης Κουτσολιούτσος και ο γιος του Τζώρτζης Κουτσολιούτσος, αποφυλακίστηκαν με περιοριστικούς όρους πέρσι τον Μάρτιο γιατί είχε λήξει το 18μηνο της προσωρινής τους κράτησης χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η δίκη, η οποία ξεκίνησε στις 10 Ιανουαρίου του 2022, αλλά, μετά από συνεχείς διακοπές και ματαιώσεις, πήρε τελικά αναβολή για τον Ιούνιο του 2023.
Πώς βάλτωσε η δίκη
Από τους 13 κατηγορούμενους που παραπέμφθηκαν σε δίκη, οι οποίοι είναι κυρίως στελέχη της εταιρείας, οι δέκα βρίσκονται αντιμέτωποι με βαριές κατηγορίες. Στην ογκωδέστατη δικογραφία καταγράφονται κατηγορίες όπως «χειραγώγηση μετοχής», «παραποιημένοι οικονομικοί ισολογισμοί», «πλαστογραφία», «ξέπλυμα μαύρου χρήματος», «συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση», με φερόμενους ως επικεφαλής τους Δημήτρη και Τζώρτζη Κουτσολιούτσο.
Αυτή ακριβώς η τελευταία κατηγορία, της «συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση», αναδεικνύεται ως βασική αιτία που βάλτωσε η εκδίκαση της υπόθεσης. Ας δούμε, όμως, πώς η διαφωνία για την ποινική αντιμετώπιση της συγκεκριμένης κατηγορίας αποτέλεσε την αιτία και για κάποιους άλλους το πρόσχημα για την αναβολή της δίκης.
Μπρα-ντε-φέρ Τσιάρα - δικηγόρων
Εδώ και μερικούς μήνες είναι σε εξέλιξη ένα μπρα-ντε-φέρ μεταξύ του υπουργού Δικαιοσύνης, Κώστα Τσιάρα, και των δικηγόρων. Η διαμάχη των δύο πλευρών οφείλεται στην αλλαγή συγκεκριμένης διάταξης του Ποινικού Κώδικα η οποία ψηφίστηκε από την κυβέρνηση τον περασμένο Μάρτιο.
Εξαιτίας της αμετακίνητης μέχρι σήμερα θέσης του υπουργού Δικαιοσύνης να προχωρήσει σε τροποποίηση ή απόσυρση της διάταξης, όπως ζητούν επίμονα οι δικηγόροι, η ολομέλεια των δικηγορικών συλλόγων έχει αποφασίσει την αποχή των δικηγόρων από υποθέσεις που εκδικάζονται σε πρώτο βαθμό και στις οποίες υπάρχει η συγκεκριμένη κατηγορία είτε ως πλημμέλημα είτε ως κακούργημα, όπως συμβαίνει στην υπόθεση της Folli Follie.
H αποχή αυτή τρέχει από πέρσι τον Απρίλιο και με διαδοχικές αποφάσεις των δικηγόρων παρατάθηκε ως τις 31 Μαρτίου του 2023. Η επίμαχη διάταξη, με την οποία διαφωνούν κάθετα οι δικηγόροι και τη χαρακτηρίζουν ως αντισυνταγματική, προβλέπει να οδηγούνται στη φυλακή ακόμη και όσοι καταδικαστούν για πλημμελήματα, όπως οι κλοπές ή η ζημία περιουσίας, εφόσον διαπράττουν τα αδικήματα αυτά ως «συμμορία».
Η διάταξη χαρακτηρίζεται αντισυνταγματική από τους δικηγόρους, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι έχει επικριθεί έντονα από το σύνολο της νομικής κοινότητας και κατηγορούν την κυβέρνηση ότι «αδικαιολόγητα αρνείται πεισματικά να την αλλάξει».
Έτσι η δίκη της Folli Follie για μήνες παρέμενε βαλτωμένη, καθώς οι δικαστές ανέβαιναν στην έδρα για να δικάσουν, αλλά οι δικηγόροι δεν προσέρχονταν, συνεχίζοντας την αποχή από τα καθήκοντά τους. Παράλληλα, το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν προχώρησε σε κάποια νομοθετική αλλαγή της διάταξης που θα έφερνε πίσω στις δικαστικές αίθουσες τους δικηγόρους.
Η δίκη, λοιπόν, της Folli Follie, που ξεκίνησε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών στις 10 Ιανουάριου του 2022, μέχρι την τελική αναβολή της για τον Ιούνιο του 2023 εξελίχθηκε μετ' εμποδίων λόγω των συχνότατων διακοπών και ματαιώσεων των συνεδριάσεων.
Πραγματοποιήθηκαν 22 συνεδριάσεις και από τον Απρίλιο έως την ημέρα που ανακοινώθηκε από τους δικαστές η αναβολή της δίκης προηγήθηκαν 7 διακοπές στη συζήτηση της υπόθεσης και ματαιώθηκαν 35 προσδιορισμένες συνεδριάσεις.
Οι δικαστές που αποφάσισαν την αναβολή της δίκης στις 14 Δεκεμβρίου ανέφεραν ότι «παρά τις επανειλημμένες και μετ’ επιτάσεως προσπάθειες του Δικαστηρίου να εξαιρεθεί από την αποχή η συγκεκριμένη υπόθεση, εν όψει της σοβαρότητάς της και όσων προαναφέρθηκαν, αφού σε όλους τους κανόνες υπάρχουν εξαιρέσεις και εν προκειμένω οι συνθήκες την επέβαλαν (την εξαίρεση), δεν υπήρξε ανταπόκριση από κανέναν αρμόδιο θεσμικό φορέα».
Με λίγα λόγια, δηλαδή, οι δικαστές φαίνεται να επιρρίπτουν ευθύνες κυρίως στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών που δεν έδωσε άδεια στους δικηγόρους που συμμετέχουν στην εκδίκαση της υπόθεσης, επικαλούμενοι μάλιστα και τον κίνδυνο παραγραφής των αδικημάτων: «Ούτε το γεγονός ότι υπάρχει αρχόμενη παραγραφή σε μέρος του χρονικού διαστήματος των φερομένων ως τελεσμένων πράξεων του κατηγορητηρίου (φερόμενος χρόνος τέλεσης 2001-2018) ήταν καθοριστικό ή αρκετό για να κάμψει την απόφαση συνεχίσεως της αποχής».
Μετακύλιση ευθυνών
Οι δικηγόροι όμως μιλάνε ξεκάθαρα για μετακύλιση ευθυνών: «Για να δώσουμε άδεια ως σύλλογος στους δικηγόρους να παρασταθούν θα πρέπει να υπάρχει αίτημα. Είτε από το δικαστήριο, από τον εισαγγελέα της έδρας, είτε από την πολιτική αγωγή. Από όλους αυτούς δηλαδή που θέλουν να γίνει η δίκη. Όποιος λέει κάτι πρέπει να το αποδεικνύει. Γραπτό αίτημα για χορήγηση αδείας λόγω παραγραφής των αδικημάτων δεν είχαμε ως σύλλογος ούτε από τον εισαγγελέα της έδρας, ούτε από την κυρία Πρόεδρο, ούτε από την πολιτική αγωγή», λέει στη LiFO ο Δημήτρης Βερβεσός, πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
Μας λέει ακόμη ότι ο ίδιος μίλησε με τους δικηγόρους της πολιτικής αγωγής, οι οποίοι τον διαβεβαίωσαν ότι δεν τίθεται θέμα παραγραφής. «Διότι το αδίκημα είναι από το 2008, είναι διαρκές και στα διαρκή αδικήματα η παραγραφή ξεκινάει από την τέλεση της τελευταίας πράξης. Σε κάθε περίπτωση, εμείς δίνουμε άδεια όταν το κακούργημα συμπληρώνει 15 χρόνια από την τέλεσή του. Και επειδή η πρώτη πράξη του αδικήματος τελέστηκε το 2008, το '23 θα δίναμε άδεια, δηλαδή τώρα. Και μπορεί βέβαια να χορηγηθεί άδεια, εφόσον υποβληθεί το αντίστοιχο αίτημα. Όπως επίσης δίνονται άδειες στους συναδέλφους να παρασταθούν στις δίκες όταν εκπνέουν τα ανώτατα όρια προσωρινής κράτησης, όπως συνέβη πρόσφατα για τη δίκη Καμπανού».
Από την άλλη πλευρά εξηγεί ότι «Eμείς έχουμε μια αποχή την οποία υποστηρίζουμε και η κυβέρνηση, ενώ μας είχε πει ότι θα λύσει το θέμα, δεν το κάνει».
Όσον αφορά την ουσία της διάταξης, οι δικηγόροι πιστεύουν ότι είναι αντισυνταγματική: «Εάν, για παράδειγμα, δύο άνθρωποι κάνουν ένα γκράφιτι σε έναν τοίχο ή πέντε άνθρωποι πετάξουν τρικάκια, δηλαδή μιλάμε για απλά πλημμελήματα ακτιβιστικού χαρακτήρα, μπαίνουν φυλακή χωρίς να μπορεί το δικαστήριο να αναστείλει την εκτέλεση της ποινής με την πρωτόδικη απόφαση. Κι αν ακόμη στο Εφετείο αθωωθεί ή μειωθεί η ποινή, αυτοί θα έχουν εκτίσει την πρωτόδικη ποινή τους. Ενώ κάποιος που τέλεσε ένα κακούργημα, όπως μια ένοπλη ληστεία ή μια ανθρωποκτονία, θα μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερος αν το δικαστήριο τού δώσει ανασταλτικό αποτέλεσμα», εξηγεί.
Δεν βιάζονται για λύσεις
To υπουργείο Δικαιοσύνης και ο αρμόδιος υπουργός, πάντως, δεν φαίνεται να βιάζονται να δώσουν λύση. Ασφαλείς πληροφορίες λένε ότι όσοι αναμένουν σοβαρές τροποποιήσεις στη διάταξη που έχει χαρακτηριστεί ως αντισυνταγματική από την πλειοψηφία των δικηγόρων μάλλον τρέφουν μεγάλες προσδοκίες: «Ενδέχεται να υπάρξουν πιθανές νομοτεχνικές βελτιώσεις, χωρίς να θίγονται όμως ο πυρήνας και το πνεύμα της διάταξης, τα οποία δεν θα αλλάξουν».
Όσο για το ενδεχόμενο παραγραφής μιας τόσο σημαντικής δίκης, μάλλον δεν φαίνεται να ανησυχεί την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, καθώς οι ίδιες πηγές μεταφέρουν στη LiFO ότι εκφράζεται η σιγουριά πως τα αδικήματα δεν κινδυνεύουν με παραγραφή».
Πάντως, σύμφωνα, με πληροφορίες, στον υπουργό Δικαιοσύνης, Κώστα Τσιάρα, έχει μεταφερθεί ο κίνδυνος παραγραφής σοβαρών αδικημάτων από υποθέσεις που αφορούν το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η υπόθεση της Folli Follie, από δικαστικούς. Μόνο στο Εφετείο Αθηνών έχουν συσσωρευτεί γύρω στις 400 τέτοιες υποθέσεις και προς το παρόν δεν υπάρχει κάποια δραστική ενέργεια που θα έδινε μια λύση εκτόνωσης.
Η απονομή δικαιοσύνης για την υπόθεση της Folli Follie φαίνεται ότι δεν αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα των αργών ρυθμών στην έκδοση των δικαστικών αποφάσεων και όπου οι μόνοι που ωφελούνται, για προφανείς λόγους, είναι οι κατηγορούμενοι. Εύλογα απαξιώνεται η ασφάλεια δικαίου στα μάτια της κοινής γνώμης που είδε και διάβασε «για οικονομικό σκάνδαλο διεθνών διαστάσεων», αλλά, όταν ψάχνει για το τι τελικά έχει συμβεί, θα διαβάζει μόνο για τον πολυτελή βίο των φερόμενων ως πρωταγωνιστών.