ΟΙ ΔΥΟ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ μέχρι τις εκλογές είναι πολύς και πυκνός χρόνος στην πολιτική, ειδικά στην προεκλογική περίοδο, και, όπως λέμε συχνά, αυτήν τη φορά δεν υπάρχουν ασφαλείς προβλέψεις, διότι κανένα κόμμα δεν καταγράφει κάποιο ισχυρό ρεύμα στην κοινωνία. Εάν στο διάστημα που απομένει υπάρξει ένα απρόβλεπτο γεγονός ή μια σημαντική εξέλιξη της τελευταίας στιγμής, αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει καταλυτικά το αποτέλεσμα που θα βγάλει η κάλπη. Σύμφωνα με τις ενδείξεις που έχουμε ως τώρα από τις έρευνες κοινής γνώμης, ο δικομματισμός αναμένεται να σημειώσει κάμψη στις πρώτες εκλογές και δύσκολα θα προσεγγίσει το άθροισμα της προηγούμενης εκλογικής αναμέτρησης.
Αυτό αποτυπώθηκε καθαρά στις έρευνες κοινής γνώμης μετά το δυστύχημα των Τεμπών, το οποίο έπληξε ευλόγως την κυβέρνηση, αλλά δεν άφησε αλώβητους ούτε τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ ως μέρη του πολιτικού συστήματος που τους αναλογεί κάποια ευθύνη για τα διαχρονικά προβλήματα που ήρθαν στην επιφάνεια. Όσο πλησιάζουμε προς τις κάλπες, μερικές από τις απώλειες αναπληρώνονται, αλλά αυτό απέχει πολύ από την προσέγγιση των ποσοστών που καταγράφονταν πριν από τα Τέμπη. Κάτι που επισημαίνουν οι περισσότεροι εκλογολόγοι είναι ότι σε αυτές τις εκλογές δεν φαίνεται να υπάρχει σημαντική μετακίνηση από το κυβερνών κόμμα προς το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, φαινόμενο που παρατηρείται όταν επίκειται αλλαγή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η απλή αναλογική ενθαρρύνει την ψήφο στα μικρότερα κόμματα, τα οποία καταγράφουν αύξηση των δυνάμεών τους στις δημοσκοπήσεις, ειδικά αυτά που προσελκύουν τις λεγόμενες «αντισυστημικές» ψήφους.
Σύμφωνα με ορισμένους εκλογικούς αναλυτές, το πιο ισχυρό σενάριο σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας είναι η κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας με το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής.
Παραμένει εξαιρετικά δύσκολο να προκύψει κυβέρνηση από τις εκλογές της απλής αναλογικής, καθώς τα μόνα κόμματα που δεν την απορρίπτουν ως τώρα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Η Νέα Δημοκρατία προσβλέπει στις δεύτερες εκλογές, ελπίζοντας να πετύχει σε αυτές πρωτιά και αυτοδυναμία. Το ΚΚΕ δεν ενδιαφέρεται για συμμετοχή σε καμία κυβέρνηση. Τα κόμματα του Βελόπουλου και του Βαρουφάκη κατά την προεκλογική περίοδο ρητορικά δηλώνουν ότι δεν ενδιαφέρονται, αλλά στην πραγματικότητα το αφήνουν ανοιχτό. Ο Βαρουφάκης, που βλέπει το κόμμα του αυτή την περίοδο, μετά τη συμμαχία με τη ΛΑΕ και την οργή των Τεμπών, να ανεβαίνει δημοσκοπικά, προσδοκά αυτό να καταγραφεί και στις κάλπες της 21ης Μαΐου. Δεν είναι όμως εξίσου αισιόδοξος για το αν θα καταφέρει να συγκρατήσει τα καλά ποσοστά που περιμένει να πετύχει και στην περίπτωση που η χώρα χρειαστεί να προσφύγει σε δεύτερες εκλογές, γι’ αυτό και έχει κάθε λόγο να μην τις θέλει. Και φυσικά δεν είναι ο μόνος. Όλα τα κόμματα που φοβούνται την πόλωση που θα δημιουργηθεί στις πιθανές δεύτερες κάλπες ανησυχούν ότι θα συμπιεστούν και θα απολέσουν σημαντικές δυνάμεις.
Μυστήριο όμως υπάρχει και με τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ στις έρευνες κοινής γνώμης, καθώς αρκετοί δημοσκόποι αναφέρουν ότι παρατηρείται σημαντική υποκαταγραφή των ψηφοφόρων του στην πρόθεση ψήφου. Για τον λόγο αυτό πολλές εταιρείες δημοσκοπήσεων αναγκάζονται να διορθώνουν τα ποσοστά που βρίσκουν σύμφωνα με τις ενδεδειγμένες μεθόδους, προκειμένου να αποτυπώσουν πιο πιστά τη «φωτογραφία της στιγμής». Κοινά αποδεκτή εξήγηση δεν υπάρχει. Κάποιοι θεωρούν ότι ένα τμήμα ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζει τις έρευνες κοινής γνώμης με τον τρόπο που το κάνουν οι «αντισυστημικοί», γι’ αυτό δεν καταγράφονται.
Σύμφωνα με ορισμένους εκλογικούς αναλυτές, το πιο ισχυρό σενάριο σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας είναι η κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας με το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής. Παρ’ όλα αυτά, ο Νίκος Ανδρουλάκης εξακολουθεί να βάζει ως όρο, πέρα από τους προγραμματικούς, το «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας», ενώ τελευταία πρόσθεσε δίπλα σε αυτούς και τη διενέργεια μιας νέας εξεταστικής επιτροπής για τις παρακολουθήσεις.
Μητσοτάκης και Ανδρουλάκης δεν είχαν έρθει ποτέ κοντά, αλλά μετά την αποκάλυψη της παρακολούθησης του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και όσα ακολούθησαν οι δύο τους είναι πιο μακριά από ποτέ. Θα μειωθεί η απόσταση που τους χωρίζει μετά τις εκλογές; Για την ώρα δεν ξέρει κανείς τι θα κάνει τότε ο Νίκος Ανδρουλάκης. Τα σενάρια συγκυβέρνησης τα αφήνει όλα ανοιχτά ‒και με τη Νέα Δημοκρατία και με τον ΣΥΡΙΖΑ‒ και είναι βέβαιο ότι δεν επιθυμεί ούτε αυτός δεύτερες εκλογές, οι οποίες ενέχουν τον κίνδυνο να συμπιέσουν τα ποσοστά και του δικού του κόμματος.
Είναι κοινό μυστικό ότι στο ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής υπάρχουν στελέχη που προτιμούν τη συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία και στελέχη που προτιμούν τη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Και επειδή η στάση του ΠΑΣΟΚ μετά τις εκλογές μπορεί να παίξει πολύ σημαντικό ρόλο, αυτήν τη στιγμή στις εκλογικές περιφέρειες δίνεται μεγάλη μάχη για το ποια πλευρά θα επικρατήσει. Ίσως σε κανένα άλλο κόμμα δεν υπάρχει τόσο έντονη προεκλογική διαμάχη μεταξύ των υποψηφίων. Ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι πιθανό να βρεθεί σε λίγο μπροστά σε μεγάλα διλήμματα για το αν το κόμμα του πρέπει να μπει ή όχι σε μία κυβέρνηση συνεργασίας και η απόφασή του μπορεί να έχει κόστος είτε δεχθεί να το κάνει, είτε όχι.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.