Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ, όπως φάνηκε απ’ όσα είπε πρόσφατα στη συνέντευξη που έδωσε στο πλαίσιο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, έχει λάβει τα μηνύματα δυσαρέσκειας για το κακό ξεκίνημα της κυβέρνησής του, επιχειρώντας να το υποβαθμίσει και προωθώντας μια εικόνα επανεκκίνησης και ανάταξης.
Ανασχηματισμό δεν σκοπεύει να κάνει για την ώρα, καθώς κάτι τέτοιο, προτού, μάλιστα, συμπληρώσει τις πρώτες 100 ημέρες, θα συνιστούσε ομολογία αποτυχίας και είναι κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί. Έχει ήδη αλλάξει δύο υπουργούς άλλωστε, τον Νότη Μηταράκη, που τον έβγαλε από το κυβερνητικό σχήμα, όταν εντοπίστηκε να κάνει διακοπές στην Πάτμο τον Ιούλιο, ενώ η χώρα εξακολουθούσε να καίγεται (παρότι κανένας υπουργός δεν φεύγει για διακοπές χωρίς να ενημερώνει το Μαξίμου), και τον Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, τον οποίο απέπεμψε μετά το έγκλημα στο λιμάνι του Πειραιά, αν και το κλίμα ήταν πολύ βαρύ γι’ αυτόν και πριν από το τραγικό γεγονός.
Το έγκλημα στον Πειραιά, όμως, ανέδειξε για άλλη μια φορά τις παραλείψεις, την ανομία και τη μη τήρηση διαδικασιών (και) στα λιμάνια που στοιχίζουν ζωές, όπως είχε συμβεί και με το τρομερό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη. Ο «πολυδύναμος εκσυγχρονισμός», δηλαδή, δεν έχει περάσει (ούτε) από τα λιμάνια της χώρας, όπως δεν είχε περάσει ούτε και από τον σιδηρόδρομο. Οι πυρκαγιές και οι (πράγματι δύσκολα διαχειρίσιμες) πλημμύρες αποκάλυψαν την προηγούμενη περίοδο ότι ελάχιστα πράγματα έχουν γίνει και με την αναβάθμιση της Πολιτικής Προστασίας που τόσο είχε διαφημιστεί από την κυβέρνηση.
Η μετάλλαξη του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί αν εκλεγεί πρόεδρος ο Στέφανος Κασσελάκης, που κέρδισε στον πρώτο γύρο, δεν αφήνει εντελώς αδιάφορη την κυβέρνηση, αν και πολλοί αναλυτές προειδοποιούν ότι ο πραγματικός κίνδυνος βρίσκεται στα ακροδεξιά, κάτι που μπορεί να αναδείξουν και οι ευρωεκλογές σε μερικούς μήνες.
Η καταστροφή στη Θεσσαλία είναι τεράστια και ο πρωθυπουργός θα πρέπει να στείλει στην πρώτη γραμμή τα ικανότερα στελέχη που διαθέτει. Ο ίδιος ανέφερε ότι η αποκατάσταση της Θεσσαλίας θα απαιτήσει σημαντικούς πόρους, οι οποίοι θα έρθουν από ευρωπαϊκά κονδύλια, καθώς και από εθνικά. Ισχυρίστηκε όμως πως «το γεγονός ότι σήμερα η ελληνική οικονομία είναι ισχυρή και μπορεί να απορροφήσει έναν τέτοιο κραδασμό λέει πολλά πράγματα για την πρόοδο την οποία έχουμε πετύχει ως χώρα όλα αυτά τα χρόνια».
Το θέμα της ακρίβειας, που είναι το πρώτο που απασχολεί τους πολίτες, η κυβέρνηση δεν έχει καταφέρει να το αντιμετωπίσει. Οι τιμές εξακολουθούν να ανεβαίνουν, αφανίζοντας τα εισοδήματα των μισθωτών. Σε αυτό το περιβάλλον η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει το market pass, ένα μικρό βοήθημα που ανακούφιζε, έστω και ελάχιστα, τα πιο αδύναμα νοικοκυριά. Το μέτρο αυτό ήταν προσωρινό μέχρι να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα που σε άλλες χώρες της Ε.Ε. αντιμετωπίστηκε με αυξήσεις των μισθών στο ύψος του πληθωρισμού και έλεγχο των ανατιμήσεων. Η ελληνική κυβέρνηση δεν έλεγξε τις τιμές αλλά τις άφησε να αυξηθούν, καθώς ωφελείται από την αύξηση των δημοσίων εσόδων μέσω του ΦΠΑ.
Μετά το «καλάθι του νοικοκυριού» που δεν έριξε τις τιμές στα τρόφιμα, ο υπουργός Ανάπτυξης Κώστας Σκρέκας στην αρχή της εβδομάδας κατήγγειλε, φραστικά, την αισχροκέρδεια ως «ηθικά αποτρόπαιη» και ανακοίνωσε κάποια μέτρα, όπως «εντατικοποίηση των ελέγχων» (που έχουν ανακοινωθεί δεκάδες φορές) και μια εφαρμογή στην οποία θα μπορούν να καταγγέλλουν τις αυξήσεις οι καταναλωτές. Καμία προσδοκία όμως δεν υπάρχει ότι οι αδύναμες αυτές εξαγγελίες μπορούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ακρίβειας που προκαλεί τεράστια δυσφορία στους μισθωτούς.
Στο θέμα της ασφάλειας, για την οποία έχει επίσης καταγραφεί λαϊκή δυσαρέσκεια και είναι εις γνώση του πρωθυπουργού, ανακοινώθηκαν επίσης κάποια μέτρα. Ένα από τα προβλήματα ήταν ότι έχουν σταματήσει οι περιπολίες στις γειτονιές λόγω έλλειψης προσωπικού, αφού χιλιάδες αστυνομικοί έχουν διατεθεί σε νυν και πρώην πολιτικούς, δημοσιογράφους και επιχειρηματίες. Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι θα αποδεσμεύσει 2.500 αστυνομικούς από τη φύλαξη αυτών των προσώπων για να κάνουν περιπολίες στις γειτονιές και να επανδρώσουν τα αστυνομικά τμήματα, ενώ ανέφερε ότι θα μειώσει και τη δική του αστυνομική φρουρά και θα ζητήσει από τους επιχειρηματίες να πληρώσουν μόνοι τους για την ασφάλειά τους.
Παρότι η απογύμνωση των αστυνομικών τμημάτων δεν είναι το μόνο ‒καίριο ωστόσο‒ πρόβλημα στο θέμα της ασφάλειας των πολιτών, αν η εξαγγελία του πρωθυπουργού υλοποιηθεί, θα είναι ένα σημαντικό βήμα. Ακόμα και στους ίδιους τους αστυνομικούς όμως υπάρχει μεγάλη επιφύλαξη για την υλοποίησή της, καθώς μέχρι την περασμένη εβδομάδα τα αιτήματα για φύλαξη ιδιωτών, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, αυξάνονταν καθημερινά.
Η επικοινωνιακή πολιτική του Μεγάρου Μαξίμου προωθεί την εικόνα μιας κυβέρνησης που ανασυντάσσεται. Όσα ανακοινώθηκαν, ωστόσο, δεν ήταν ιδιαίτερα φιλόδοξοι στόχοι και δεν είναι βέβαιο ότι θα υλοποιηθούν. Όσο για την αυτοκριτική του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, κι αυτή φειδωλή ήταν. Μίλησε για κάποιες αστοχίες και αδυναμίες τις οποίες διέγνωσε το φετινό καλοκαίρι στην Πολιτική Προστασία και δήλωσε ότι «δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι από τα αποτελέσματα της φετινής αντιπυρικής περιόδου», περιορίζοντας το πρόβλημα στις φυσικές καταστροφές. Είναι προφανές ότι πρωθυπουργός δεν αισθάνεται ότι κινδυνεύει, αφού για την ώρα δεν απειλείται από καμία δύναμη της αντιπολίτευσης.
Η αίσθηση παντοδυναμίας όμως είναι πάντα μια μεγάλη παγίδα για κάθε κυβέρνηση. Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή την περίοδο σπαράσσεται από εσωτερικές έριδες στη μάχη που διεξάγεται για την ηγεσία του κόμματος έχει καθησυχάσει ακόμα περισσότερο το Μέγαρο Μαξίμου. Η μετάλλαξη του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ωστόσο, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί αν εκλεγεί πρόεδρος ο Στέφανος Κασσελάκης, που κέρδισε στον πρώτο γύρο, δεν τους αφήνει εντελώς αδιάφορους, αν και πολλοί αναλυτές προειδοποιούν ότι ο πραγματικός κίνδυνος βρίσκεται στα ακροδεξιά, κάτι που μπορεί να αναδείξουν και οι ευρωεκλογές σε μερικούς μήνες.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO..