Δ
εν χωράει αμφιβολία πως το 2022 δεν ήταν η χρονιά που περιμέναμε. Η συσσωρευμένη πίεση δύο σκληρών ετών της πανδημίας δεν έδωσε την θέση της σε κάποιο ευφορικό ξέσπασμα των νέων roaring 20s, ούτε η συλλογική εμπειρία του εγκλεισμού οδήγησε σε περισσότερη συνεργασία και αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών του πλανήτη, όπως είχαν προβλέψει μερικοί αισιόδοξοι αναλυτές.
Αντ’αυτού, το 2022 ήταν μια χρονιά προκλήσεων και αντιφάσεων, ένα έτος που σπιλώθηκε από το αίμα που κύλησε λόγω της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, μια χρονιά με ανυπολόγιστες κλιματικές καταστροφές αλλά και τρομερές πιέσεις στην παγκόσμια οικονομία που εξακολουθεί να ακροβατεί μεταξύ της απειλής της ύφεσης και του πληθωρισμού. Ένα έτος γεμάτο εκρηκτικές εξεγέρσεις από το Ιράν μέχρι την Κίνα, στενές εκλογικές μάχες από την Βραζιλία μέχρι τις ΗΠΑ, ανατροπές στην ισορροπία της ισχύος αλλά και αναπάντεχα αισιόδοξες ειδήσεις και πολλά υποσχόμενες τεχνολογικές εξελίξεις.
Ακολουθούν επτά γεγονότα που αναδεικνύουν το πώς μετακινήθηκαν οι τεκτονικές πλάκες των γεωπολιτικών εξελίξεων το 2022.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία
Το κρύο πρωινό της 24ης Φεβρουαρίου, όταν ο Βλαντιμίρ Πούτιν έδωσε εντολή στα ρωσικά στρατεύματα να προελάσουν εντός του ουκρανικού εδάφους, ελάχιστοι εξεπλάγησαν από τις δραματικές και βίαιες πολεμικές εξελίξεις που ακολούθησαν. Η εχθρική ρητορική του Ρώσου Προέδρου, άλλωστε, κλιμακωνόταν αδιάκοπα από τις αρχές του 2022, ενώ τρεις ημέρες νωρίτερα, ο ίδιος είχε αναγνωρίσει την ανεξαρτησία των περιοχών του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, αποκτώντας έτσι την τέλεια πρόφαση για να αιτιολογήσει την επίθεσή του στα ουκρανικά εδάφη. Μόλις λίγα λεπτά έπειτα από το περιβόητο τηλεοπτικό διάγγελμα του Πούτιν, στο οποίο έκανε αναφορά σε μια επιχείρηση «αποστρατικοποίησης και αποναζιστικοποίησης της Ουκρανίας», πύραυλοι και βομβαρδισμοί χτύπησαν την καρδιά του Κιέβου και η εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων ξεκίνησε σε πολλαπλά μέτωπα.
Ωστόσο, οι εξελίξεις των επόμενων μηνών έμελλε να διαψεύσουν τις προσδοκίες του Κρεμλίνου για έναν αστραπιαίο πόλεμο που θα κερδιζόταν εύκολα από τη Ρωσία και θα ωθούσε τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο να υποκύψει απέναντι στα ρωσικά αιτήματα. Από την μία το πάθος με το οποίο ο ουκρανικός λαός ήταν διατεθειμένος να αμυνθεί ώστε να προστατεύσει τη χώρα του, και από την άλλη το κύμα στήριξης και ανθρωπιστικής και στρατιωτικής βοήθειας που έστειλαν οι σύμμαχοι του Κιέβου, με πρωταγωνιστές τις ΗΠΑ και την ΕΕ, τα αμυντικά εργαλεία της Ουκρανίας της επέτρεψαν να ανατρέψει την δυναμική του πολέμου και να ανακόψει την πρόοδο των ρωσικών στρατευμάτων στα μέσα του Απριλίου.
Το φθινόπωρο, το μέτωπο του πολέμου ανατράπηκε ακόμα περισσότερο, χάρη σε μια θριαμβευτική αντεπίθεση των ουκρανικών στρατευμάτων που οδήγησε στην ταπεινωτική αποχώρηση των Ρώσων από τα ανατολικά «ομπλάστ» της Ουκρανίας και την ανακατάληψη εδαφών έκτασης περίπου 3.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Ο Πούτιν απάντησε με επιμονή, βία, και ένα ακόμη διάγγελμα που κήρυξε μερική επιστράτευση στην χώρα και ανακοίνωνε την διεξαγωγή μιας σειράς από αμφιλεγόμενα και μη αναγνωρισμένα δημοψηφίσματα με σκοπό την προσάρτηση των κατεχόμενων περιοχών της Ουκρανίας στη Ρωσία. Κι έτσι, το έτος λήγει με έναν πόλεμο που δεν φαίνεται να δείχνει σημάδια επίλυσης στον ορίζοντα καθώς, όπως δήλωσε πριν μερικές μέρες ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, «ο πλανήτης πρέπει ακόμα να περιμένει την στιγμή στην οποία θα είναι εφικτή μια προσπάθεια διαπραγματεύσεων για την ειρήνη».
Η ενεργειακή κρίση χτυπάει την Ευρώπη
Όπως κάθε πολεμική σύγκρουση, έτσι και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δημιούργησε ένα κύμα ραγδαίων επιπτώσεων που επηρέασε κάθε γωνιά του πλανήτη. Μεταξύ άλλων, η επίθεση του Κρεμλίνου οδήγησε στην μεγαλύτερη προσφυγική κρίση που έχει λάβει χώρα στα εδάφη της Ευρωπαϊκής ηπείρου από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με 6.5 εκατομμύρια Ουκρανούς πολίτες να εκτοπίζονται και να εγκαταλείπουν την χώρα, ενώ ταυτόχρονα προκάλεσε και μια καταστροφική διαταραχή στην αλυσίδα εφοδιασμού των σιτηρών, δημιουργώντας παγκόσμια επισιτιστική κρίση και ελλείψεις σε τρόφιμα και αγαθά - ένα τίμημα που πλήρωσαν δυσανάλογα τα φτωχότερα έθνη του πλανήτη.
Ωστόσο, η Ευρώπη ήταν εκείνη που μονοπώλησε το ενδιαφέρον του δημόσιου διαλόγου για τις επιπτώσεις της πολύμηνης σύγκρουσης στην Ουκρανία, και αυτό λόγω των εντατικών προσπαθειών της ΕΕ να διακόψει την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο και να αναζητήσει εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Την ώρα που ο πληθωρισμός κάλπαζε ήδη σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα σε όλο τον κόσμο, το ταξίδι της ευρωπαϊκής ενεργειακής ανεξαρτησίας έφερε μαζί του αστρονομικές τιμές για τους καταναλωτές, αλλά και πολλαπλές δυσκολίες στο γέμισμα των αποθηκών ενέργειας, ιδιαίτερα στις χώρες του Ευρωπαϊκού βορρά.
Οι εκρήξεις στους αγωγούς Nord Stream, τις «φλέβες» που μετέφεραν φθηνό Ρωσικό αέριο στην καρδιά της Ευρώπης, το κλείσιμο των φώτων σε μνημειώδεις τοποθεσίες των Ευρωπαϊκών πόλεων, καθώς και μια ατέρμονη διαπραγμάτευση για την επιβολή πλαφόν στις παγκόσμιες τιμές του φυσικού αερίου που ολοκληρώθηκε μόλις πριν λίγες εβδομάδες, συμπληρώνουν την εικόνα της ενεργειακής κρίσης που χτύπησε την Γηραιά Ήπειρο - και η οποία αναμφίβολα θα συνεχίζει να δοκιμάζει τις αντοχές της και την πίστη στις αξίες της την χρονιά που μας έρχεται.
Οι καταστροφικές πλημμύρες που έπληξαν το Πακιστάν
«Ετούτη η νύχτα θα μας μείνει αξέχαστη καθώς το σπίτι μας πλημμύρισε μέσα σε λίγα λεπτά» δήλωσε στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες ο Bahadur Khan, ένας από τους περίπου 2.000 Αφγανούς πρόσφυγες που κατοικούσαν στο χωριό προσφύγων Kheshgi, στο βορειοδυτικό Πακιστάν, προτού οι τρομακτικές πλημμήρες της φετινής χρονιάς καταστρέψουν ολοκληρωτικά τον καταυλισμό και τους ωθήσουν για μια ακόμη φορά στην προσφυγιά. Το Πακιστάν είχε υποστεί και άλλες καταστροφικές πλημμύρες στο παρελθόν, ωστόσο η κλίμακα του φετινού φαινομένου ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: οι ασυνήθιστοι μουσώνες που χτύπησαν την χώρα από τα μέσα του καλοκαιριού μέχρι το φθινόπωρο προκάλεσαν τον θάνατο πάνω από 1.700 ανθρώπων, και άφησαν περίπου 6,5 εκατομμύρια πολίτες σε ανάγκη στέγης, τροφής και άλλων βασικών αγαθών.
Η ζημιά της κλιματικής αυτής καταστροφής υπολογίζεται πως μείωσε την ανάπτυξη του Πακιστάν περίπου στο μισό, ενώ σύμφωνα με ανάλυση του Bloomberg η αποτίμηση της καταστροφής ανέρχεται στο αστρονομικό ποσό των 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Πρόκειται για μια ακόμη υπενθύμιση πως η κλιματική κρίση και οι ανυπολόγιστες συνέπειες της είναι εδώ και καιρό μια άβολη πραγματικότητα, και πως από εδώ και στο εξής τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα έχουν μια σταθερή ζοφερή παρουσία στους ετήσιους απολογισμούς.
Η θριαμβευτική επιστροφή του Λούλα
Ελάχιστες εκλογικές αναμετρήσεις στην ιστορία της Βραζιλίας έχουν υπάρξει τόσο διχαστικές όσο η κρίσιμη μάχη του φετινού Οκτωβρίου ανάμεσα στον πρώην αριστερό πρόεδρο Λούλα ντα Σίλβα και τον νυν ακροδεξιό πρόεδρο Ζαΐρ Μπολσονάρο. Το πολιτικό παρασκήνιο πίσω από τους δύο υποψηφίους ήταν εκρηκτικό και ιδιαίτερα συμβολικό για την μεγαλύτερη χώρα της Λατινικής Αμερικής. Από την μία πλευρά, ο Λούλα είχε ήδη κυβερνήσει από το 2003 έως το 2011, ενώ το 2018 είχε καταδικαστεί σε 8 χρόνια φυλάκιση για σκάνδαλα διαφθοράς, προτού το 2019 το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας ανατρέψει την καταδικαστική ετυμηγορία και τον αθωώσει λόγω έλλειψης αποδείξεων. Από την άλλη, τα τέσσερα χρόνια της προεδρίας του Μπολσονάρο είχαν υπάρξει εξαιρετικά ταραχώδη, με τους επικριτές του να τον κατηγορούν για την πρωτοφανή αποψίλωση του δάσους του Αμαζονίου καθώς και για τον θάνατο δεκάδων χιλιάδων Βραζιλιάνων, λόγω του σκεπτικισμού του στην επιβολή μέτρων αποτροπής της εξάπλωσης του COVID-19.
Όπως ήταν αναμενόμενο, ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών δεν κατάφερε να αναδείξει νικητή πλειοψηφίας, κι έτσι οι δυο υποψήφιοι οδηγήθηκαν σε μια θυελλώδη περίοδο παρατεταμένων προεκλογικών εκστρατειών προτού κονταροχτυπηθούν ξανά στον δεύτερο γύρο στις 30 Οκτωβρίου. Στο τέλος μιας αγωνιώδους εκλογικής βραδιάς, που οδήγησε στην μικρότερη ποσοστιαία διαφορά μεταξύ υποψηφίων στην ιστορία της Βραζιλιάνικης δημοκρατίας, νικητής αναδείχθηκε ο Λούλα με ποσοστό 50,9%, γράφοντας ιστορία ως ο πρώτος Βραζιλιάνος πρόεδρος που κατόρθωσε να εξασφαλίσει μια τρίτη θητεία στην εξουσία.
Καθρεφτίζοντας για μια ακόμα φορά τον Ντόναλντ Τραμπ, ο Μπολσονάρο αρνήθηκε να αποδεχτεί την νίκη του Λούλα κάνοντας επανειλημμένες αναφορές σε νοθεία στα εκλογικά αποτελέσματα και καλώντας τα πλήθη των ψηφοφόρων του να διαμαρτηρηθούν. Μέχρι και σήμερα, μόλις μια ημέρα πριν την ανάληψη του τιμονιού της εξουσίας από τον οραματιστή αριστερό πρώην πρόεδρο, οι υποστηρικτές του Μπολσονάρο εξακολουθούν να διαδηλώνουν και να δημιουργούν επεισόδια στους δρόμους των βραζιλιάνικων πόλεων.
Η ελεύθερη πτώση του Ηνωμένου Βασιλείου
Όχι μια, όχι δύο, αλλά τρεις ήταν οι αλλαγές πρωθυπουργών στο Ηνωμένο Βασίλειο, σε διάστημα μόλις λίγων μηνών και εκτός εκλογικής περιόδου, σχηματίζοντας έτσι ίσως το πιο ταραχώδες έτος για την πολιτική σκηνή της χώρας στην σύγχρονη ιστορία της. Σε συνδυασμό με τις βάρβαρες επιπτώσεις του Brexit στην αλυσίδα εφοδιασμού και τις ατελείωτες πιέσεις που έκαναν το εθνικό σύστημα υγείας NHS να γονατίσει, δεν θα ήταν υπερβολή να χαρακτηρίσουμε το 2022 ως το «annus horribilis» της Μεγάλης Βρετανίας.
Η πολιτική κρίση ξεκίνησε τον Ιούλιο, με την επεισοδιακή αλλά αναπόφευκτη παραίτηση του Μπόρις Τζόνσον από την θέση του πρωθυπουργού και την ηγεσία του Συντηρητικού Κόμματος. Είχαν προηγηθεί οι θυελλώδεις αποκαλύψεις για τα ξέφρενα πάρτι που πραγματοποιήθηκαν στην Ντάουνινγκ Στριτ ενώ η χώρα βρισκόταν σε καθεστώς lockdown, καθώς και οι κατηγορίες για σεξουαλική παρενόχληση του σκανδάλου Πίντσερ, που προκάλεσαν την παραίτηση πάνω από 50 μελών της βρετανικής κυβέρνησης, θέτοντας τις βάσεις για την ελεύθερη πτώση της βρετανικής πολιτικής σταθερότητας.
Η πολιτική αστάθεια, ωστόσο, έλαβε σάρκα και οστά στο πρόσωπο της Λιζ Τρας, της ανορθόδοξης νικήτριας των εσωκομματικών εκλογών της παράταξης των Τόρις, που ανέλαβε την πρωθυπουργία τον Σεπτέμβριο ενώ οι προκλήσεις που αντιμετώπιζε η χώρα είχαν αρχίσει ήδη να συσσωρεύονται ανησυχητικά. Το παράλογο και εξαιρετικά αντιδημοφιλές σχέδιο προϋπολογισμού που πρότεινε η κυβέρνησή της προκάλεσε πανικό στις αγορές, οδηγώντας σε μια τρομακτικά απότομη πτώση της αξίας της λίρας. Συνεπώς, μέσα σε μόλις ενάμιση μήνα, η Τρας αναγκάστηκε με την σειρά της να παραιτηθεί, κερδίζοντας μια θέση στην βρετανική ιστορία ως η πρωθυπουργός με την συντομότερη θητεία. Στην θέση της βρίσκεται πλέον ο Ρίσι Σουνάκ, πρώην υπουργός Οικονομικών στο υπουργικό συμβούλιο του Τζόνσον και αντίπαλος της Τρας στις εσωκομματικές εκλογές του καλοκαιριού, ο οποίος έγραψε την δική του ιστορία με την άνοδο του στην εξουσία ως ο πρώτος μη λευκός Βρετανός πρωθυπουργός.
Το 2022 επιφύλασσε έναν ακόμα συμβολικό επίλογο για την αβάσταχτη χρονιά του Ηνωμένου Βασιλείου. Στις 8 Σεπτεμβρίου, έπειτα από 70 χρόνια εξουσίας, η μακροβιότερη μονάρχης στην ιστορία της χώρας άφησε την τελευταία της πνοή στην κατοικία της στο Balmoral Cottage, σε ηλικία 96 ετών. Δεκάδες χιλιάδες Βρετανοί πολίτες συγκεντρώθηκαν έξω από τις πόρτες του Westminster Hall για να αποδώσουν τον δικό τους φόρο τιμής στην εκλιπούσα Ελισάβετ, ψάλλοντας αυθόρμητα, για τελευταία φορά, τον ύμνο του «God Save the Queen». Με την άνοδο του γιού της, Βασιλιά Καρόλου, στον θρόνο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν πως ανατέλλει μια νέα, αβέβαιη εποχή για την βρετανική μοναρχία.
Η εξέγερση των γυναικών του Ιράν
Καταλύτης ήταν ο άδικος θάνατος της Μάχσα Αμινί στα χέρια της Ιρανικής αστυνομίας ηθών, κάτω από εξαιρετικά ύποπτες και σκιώδεις συνθήκες. Η 22χρονη, που με τον θάνατο της μεταμορφώθηκε σε σύμβολο εξέγερσης κατά της καταπίεσης του θεοκρατικού καθεστώτος, συνελήφθη τον Σεπτέμβριο στην Τεχεράνη επειδή παραβίαζε τους «κανόνες σεμνότητας», καθώς φέρεται να μην φορούσε σωστά το χιτζάμπ της. Πέθανε μόλις τρεις ημέρες αργότερα, με τις αρχές να ισχυρίζονται πως ήταν αποτέλεσμα καρδιακής προσβολής παρότι η οικογένειά της γνώριζε πολύ καλά πως η Αμινί δεν έπασχε από καρδιακές παθήσεις.
Με την διαρροή του περιστατικού στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεκάδες χιλιάδες Ιρανές και Ιρανοί ξεχύθηκαν στους δρόμους των πόλεων για να διαμαρτυρηθούν κατά του θεοκρατικού καθεστώτος, με τις γυναίκες να κόβουν τα μαλλιά τους και να καίνε τις μαντήλες τους σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Η αντιδράσεις πέρασαν ακόμα και μέσα από τα Ιρανικά σχολεία, όπου ανήλικες μαθήτριες έβγαλαν τα χιτζάμπ τους και φωτογραφήθηκαν περήφανα με λυτά τα μαλλιά τους, σε μια ένδειξη συμπαράστασης και οργής για τον άδικο χαμό της Μάχσα.
Το καθεστώς του Ιράν φάνηκε εξαιρετικά αδίστακτο στην προσπάθειά του να καταπνίξει τις διαδηλώσεις, οι οποίες στα μέσα του φθινοπώρου άρχισαν να αποκτούν μια ολοένα και πιο μαζική δυναμική. Σύμφωνα με έρευνα του Human Rights Activists News Agency, μέχρι σήμερα τουλάχιστον 490 διαδηλωτές έχουν σκοτωθεί, ενώ από τα 18.200 άτομα που συνελήφθησαν λόγω των διαδηλώσεων, μόνο 3.780 έχουν αναγνωριστεί δημόσια. Ωστόσο, παρότι πάνω από 100 κρατούμενοι διαδηλωτές βρίσκονται πλέον αντιμέτωποι με την θανατική ποινή, και παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να καταπιέσει τον διάλογο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να κατηγορήσει την Δύση για «δακτύλους και προβοκάτσια», οι τολμηρές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις εξακολουθούν να λαμβάνουν χώρα στους δρόμους του Ιράν, και όλα δείχνουν πως οι εντάσεις στο εσωτερικό της χώρας θα συνεχιστούν και εντός του 2023.
Η «επανάσταση του λευκού χαρτιού» στην Κίνα
Για το μεγαλύτερο κομμάτι της τελευταίας τριετίας, η Κίνα επέμεινε στην εφαρμογή της δρακόντειας πολιτικής του «zero COVID», διατηρώντας τα σύνορά της ερμητικά κλειστά και επιβάλλοντας εξαιρετικά άκαμπτα και αυστηρά lockdown και υποχρεωτικά μαζικά test για να περιορίσει την εξάπλωση του θανατηφόρου ιού που ανιχνεύτηκε για πρώτη φορά στην Γουχάν στην εκπνοή του 2019. Φέτος, η σκληρή στρατηγική του καθεστώτος έμελλε να οδηγήσει σε μια άνευ προηγουμένου έκρηξη.
Οι δειλές επικριτικές φωνές, που είχαν ήδη αρχίζει να εμφανίζονται από τις αρχές του χρόνου σε μεγαλουπόλεις όπως η Σαγκάη, μεταμορφώθηκαν σχεδόν αυθόρμητα σε ένα κύμα μαζικών διαδηλώσεων τον Νοέμβριο, όταν μια πυρκαγιά σε πολυκατοικία της πόλης Ορούμτσι που βρισκόταν υπό σκληρό lockdown οδήγησε στον θάνατο τουλάχιστον δέκα πολιτών, επειδή δεν μπόρεσαν να βγουν από τα διαμερίσματά τους λόγω των αυστηρών περιορισμών. Δεκάδες χιλιάδες Κινέζοι κατέκλυσαν τους δρόμους σε μια πρωτοφανή επίδειξη αντίστασης κατά της σκληρής και περιοριστικής πολιτικής και του καταπιεστικού καθεστώτος του προέδρου Xi Jinping, κρατώντας λευκές σελίδες χαρτιού ως μια ένδειξη διαμαρτυρίας κατά της κρατικής λογοκρισίας και καταστολής.
Έκτοτε, το Πεκίνο αναγκάστηκε να υποκύψει στις πιέσεις και να ανακοινώσει την χαλάρωση των περιορισμών, πληρώνοντας ωστόσο το τίμημα της επιλογής του να μην εισάγει τα πιο αποτελεσματικά δυτικά εμβόλια. Σήμερα λοιπόν, καθώς ένα αξιοσημείωτο κομμάτι του πληθυσμού των ευάλωτων και των ηλικιωμένων της χώρας δεν έχει θωρακιστεί με τον εμβολιασμό και η «ανοσία της αγέλης» στην χώρα παραμένει χαμηλή, τα κρούσματα αυξάνονται με αστρονομικούς ρυθμούς και το κρατικό σύστημα υγείας βρίσκεται υπό πρωτοφανή πίεση. Και εκεί που έμοιαζε πως το 2022 ήταν η χρονιά που θα σήμανε την λήξη της πανδημίας, οι εξελίξεις στην Κίνα λίγο πριν κλείσει το έτος δείχνουν πως, ακόμα, όλα παραμένουν ρευστά.