Ο κόσμος της μόδας χωρίς τη Βίβιαν Γουέστγουντ θα ήταν πιο βαρετός. Έτσι απλά. Στην πρώτη γραμμή του βρετανικού πανκ κινήματος, μια πρωτοπόρος της μόδας, ακτιβίστρια και αντισυμβατική, άφησε την τελευταία της πνοή στα 81 της χρόνια στο σπίτι της στο South Clapham του Λονδίνου. Μέχρι την τελευταία στιγμή έκανε πράγματα που αγαπά, έγραφε το βιβλίο της και κοίταζε κάθε μέρα προς το μέλλον. Δίπλα της ήταν ο συνεργάτης και σύντροφός της Andreas Kronthaler που δήλωσε ότι η Βίβιαν έζησε μια καταπληκτική ζωή, το πιο ακριβές που θα μπορούσε να ειπωθεί για τη θυελλώδη ζωή και την εξαιρετική καριέρα της, κόντρα στις επιταγές της βιομηχανίας, όταν έβαζε στοιχεία της μόδας απρόβλεπτα και σχεδόν παράταιρα σε ένα περιβάλλον πολυτέλειας και στους δρόμους του Λονδίνου.
Η τελευταία της πανκ σκηνής του Λονδίνου, ένα λιοντάρι μαχητικότητας, ένα ευφυές και σοβαρό πρόσωπο, δεν πήρε ποτέ τη μόδα στα σοβαρά. Εργάστηκε πιο σοβαρά από τους σχεδιαστές της εποχής της, με μια απροσποίητη ευρηματικότητα, μια πηγαία έμπνευση που έμεινε ανυποχώρητη μέχρι το τέλος.
«Ζούμε σε έναν κόσμο όπου κυριαρχεί η διαφθορά. Χρησιμοποιήστε τον νόμο για να μας βοηθήσετε να "καταργήσουμε" τον νόμο» είχε πει στην ομιλία της για το κλίμα στην COP 27, μόλις πριν από έναν μήνα.
Η αντίφαση ήταν παρούσα στα ρούχα της, λίγος ρομαντισμός και μια δόση ελευθερίας από τα δεσμά του ενδύματος, έτσι προσπαθούσε να συνδέσει το παρελθόν με το μέλλον.
Η Βίβιαν Γουέστγουντ δεν έπαψε ποτέ να είναι δημοφιλής σε κάθε ηλικία, από τους συνομήλικούς της τους γεννημένους τη δεκαετία του σαράντα μέχρι τους νέους σήμερα. Είναι η μόνη σχεδιάστρια που πήρε αυτό το «χρίσμα» της διαρκούς νεότητας, γιατί μετέφερε το επαναστατικό της πνεύμα στις συλλογές της καθ' όλη τη διάρκεια της καριέρας της, συνδυάζοντας τα σύμβολα της πανκ κουλτούρας με παραδοσιακά γυναικεία θέματα που οικοδόμησαν το περίφημο βρετανικό στυλ.
Η νονά του πανκ, όπως αγαπούσαν να αποκαλούν τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης την Dame Βίβιαν Γουέστγουντ, με την ασεβή της στάση, την πίστη της στον ακτιβισμό, έφερε στις βιτρίνες μπλουζάκια με μηνύματα κατά του κατεστημένου και ανέβασε στις πασαρέλες συλλογές με έμπνευση από ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή. Κανένας δεν κατάφερε καλύτερα από εκείνη να δώσει στη μόδα μια δόση αλητείας, μια αναπνοή και ένα διαρκές φιλί της ζωής. Οι Sex Pistols τη λάτρευαν. Ο Φάρελ Γουίλιαμς φόρεσε ένα καπέλο Westwood Buffalo στα 56α Ετήσια Βραβεία Grammy το 2014 και τα σόσιαλ μίντια πήραν φωτιά. Η Μαριόν Κοτιγιάρ φόρεσε τις ωραιότερες τουαλέτες της και η Ντίτα φον Τιζ παντρεύτηκε τον Μέριλιν Μάνσον φορώντας ένα μοβ νυφικό της.
Και φυσικά ήταν αυτή που σχεδίασε το νυφικό του γάμου –που δεν έγινε– της Κάρι Μπράντσο στο «Sex and the City» το 2008, σε μια από τις πιο εμβληματικές σκηνές της ταινίας. Το νυφικό ήταν διαθέσιμο για αγορά στο net-a-porter, και εξαντλήθηκε μέσα σε λίγες ώρες.
Η Βίβιαν Γουέστγουντ γεννήθηκε το 1941, στο χωριό Τίντγουιστλ του Ντέρμπισαϊρ σε μια οικογένεια βιοπαλαιστών. Στα 17 της άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα κοσμηματοποιίας και αργυροχρυσοχοΐας στο Πανεπιστήμιο του Γουέστμινστερ, τότε γνωστό ως Harrow Art School, το οποίο εγκατέλειψε πολύ γρήγορα, και τελικά σπούδασε δασκάλα. Τα πρώτα της έργα είναι τα χειροποίητα κοσμήματα που έφτιαχνε και πουλούσε σε έναν πάγκο στο Πορτομπέλο. Παντρεύτηκε τον Ντέρεκ Γουέστγουντ και έκανε μαζί του ένα παιδί, αλλά ο γάμος της διαλύθηκε όταν γνώρισε τον Μάλκομ ΜακΛάρεν, εικαστικό και μουσικό, μάνατζερ των Sex Pistols και εκ των θεμελιωτών της πανκ κουλτούρας. Η Γουέστγουντ μέχρι το 1971 συνέχισε να διδάσκει ενώ παράλληλα σχεδίαζε με τον ΜακΛάρεν τα ρούχα που φορούσαν οι Sex Pistols στις εμφανίσεις τους. Τα ρούχα που έγιναν δημοφιλή από τους Sex Pistols θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως αντίδραση, αλλά και ως αποκορύφωμα μιας μακράς σειράς μεταπολεμικών βρετανικών επαναστατικών στυλ, συμπεριλαμβανομένων των mods, των skinheads, των rastas και των rudies.
Άνοιξαν μαζί το κατάστημα ρούχων Let It Rock στην King's Road στο Chelsea που απευθυνόταν στην υποκουλτούρα «Teddy Boy», η οποία ήταν μια αναβίωση της δεκαετίας του 1950. Το 1972, μετονόμασαν το κατάστημά τους σε Too Fast to Live, Too Young to Die και άλλαξαν το επίκεντρο για να δώσουν έμφαση στην ανάδυση του ροκ/μηχανόβιου στυλ με επιρροές από τον Μάρλον Μπράντο που ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές εκείνη την εποχή.
Το 1974, άλλαξαν και πάλι το όνομα του καταστήματος για να αντικατοπτρίζει τη νέα τακτική σοκ του ΜακΛάρεν, αυτήν τη φορά σε SEX, και πουλούσαν ρούχα εμπνευσμένα από το S&M και τους Sex Pistols. Το SEX ήταν το κέντρο της πανκ σκηνής μόδας και πολλοί νεαροί πανκ έκαναν παρέα, δούλευαν ή αγόραζαν ρούχα από εκεί όταν είχαν την οικονομική δυνατότητα να τα αγοράσουν. Οξυδερκείς επιχειρηματίες, η Γουέστγουντ και ο ΜακΛάρεν συνέβαλαν καθοριστικά στον ορισμό και την εμπορία του punk look ακριβώς τη στιγμή που αυτό σάρωνε τους δρόμους του Λονδίνου.
Η ικανότητά τους να συνθέτουν ρούχα και μουσική διαμόρφωσε εν μέρει τη βρετανική πανκ σκηνή της δεκαετίας του 1970 και η Γουέστγουντ έβλεπε το πανκ σαν έναν τρόπο «να δει κανείς αν μπορεί να βάλει ένα καρφί στο σύστημα». Στη διάρκεια των επόμενων χρόνων, άνοιξε τέσσερα καταστήματα στο Λονδίνο και τελικά επεκτάθηκε σε όλη τη Βρετανία και τον κόσμο, πουλώντας μια όλο και πιο ποικίλη γκάμα εμπορευμάτων, μερικά από τα οποία προωθούσαν τους πολλούς πολιτικούς σκοπούς της, όπως την εκστρατεία για τον πυρηνικό αφοπλισμό, την κλιματική αλλαγή και τη στήριξη των πολιτικών δικαιωμάτων.
Το κατάστημά της ήταν τόπος συνάντησης για τα πρώτα μέλη της πανκ σκηνής του Λονδίνου και συμβάδιζαν με μια κουλτούρα που ήθελε να σοκάρει, να ερεθίσει και να προκαλέσει αντιδράσεις, να εμπνεύσει την αλλαγή. Διαφανή σχεδόν χοντρά πλεκτά, ετικέτες τοποθετημένες ανάποδα, ραφές εμφανείς: πολλά από τα στοιχεία της αντικατόπτριζαν το πνεύμα που κυριαρχούσε και στις μουσικές σκηνές του Λονδίνου. Ονόμαζε τις συλλογές της με θεματικούς τίτλους όπως Savages, Buffalo/Nostalgia Of Mud, Witches, Punkature, Worlds End, Hypnos. Η συνεργασία της με τον ΜακΛάρεν κράτησε μια δεκαετία.
Η ίδια ονόμασε την περίοδο 1981-85 «New Romantic» και τα επόμενα χρόνια 1988-91 «The Pagan Years», κατά τη διάρκεια των οποίων οι πανκ ρακένδυτοι «ήρωές της» έγιναν κορίτσια του «Tatler» που φορούσαν ρούχα τα οποία παρωδούσαν την ανώτερη τάξη. Λίγο αργότερα, σχεδίασε το μίνι κρινολίνο και τις puffball φούστες εμπνευσμένες από τα φουσκωτά μπουφάν που επηρέασαν πολλούς σχεδιαστές, όπως τον Κριστιάν Λακρουά.
Το punk look έχει συνδεθεί με ρούχα που έχουν καταστραφεί, έχουν ξανασυναρμολογηθεί, φoριούνται το μέσα-έξω, είναι ημιτελή ή φθαρμένα. Ήταν μια πρώιμη εκδήλωση της αποδομητικής μόδας, η οποία αποτελεί σημαντικό συστατικό του μεταμοντέρνου στυλ του ύστερου εικοστού αιώνα και συνεχίζει να εμφανίζεται στο έργο σύγχρονων σχεδιαστών μόδας, όπως η Ρέι Καβαμπούκο και ο Μαρτέν Μαρζελά. Όπως το Dada είχε προσπαθήσει να καταστρέψει τον θεσμό της τέχνης, έτσι και οι πανκ έμοιαζαν αποφασισμένοι να αποδομήσουν τον ίδιο τον θεσμό της μόδας.
Η αντίφαση ήταν παρούσα στα ρούχα της, λίγος ρομαντισμός και μια δόση ελευθερίας από τα δεσμά του ενδύματος, έτσι προσπαθούσε να συνδέσει το παρελθόν με το μέλλον. Το 2007 σχεδίασε την ακαδημαϊκή ενδυμασία του κολεγίου King's College, βάζοντας χρώμα στις βαρετές ρόμπες αποφοίτησης και δηλώνοντας ότι ήθελε να συνδέσει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Σχεδίασε, επίσης, και τα κατακόκκινα κοστούμια για το γυναικείο πλήρωμα της Virgin Atlantic με στρατηγικά τοποθετημένα βελάκια γύρω από την περιοχή του στήθους.
Τον Απρίλιο του 1989, εμφανίστηκε στο εξώφυλλο του «Tatler» ντυμένη ως πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ. Το κοστούμι που φορούσε η Γουέστγουντ είχε παραγγελθεί για τη Θάτσερ, αλλά δεν είχε ακόμη παραδοθεί. Το εξώφυλλο, με λεζάντα «Αυτή η γυναίκα ήταν κάποτε πανκ», συμπεριλήφθηκε στη λίστα του «Guardian» με τα καλύτερα εξώφυλλα βρετανικών περιοδικών.
Ενεργή στην ομάδα πολιτικών δικαιωμάτων Liberty, η Γουέστγουντ λάνσαρε αποκλειστικά μπλουζάκια και παιδικά ρούχα με το σύνθημα «Δεν είμαι τρομοκράτης, παρακαλώ μη με συλλάβετε» με τα έσοδα να πηγαίνουν στην οργάνωση που υποστήριζε. Υποστήριζε το κόμμα των Πρασίνων, αφού διαφώνησε με το κόμμα των Εργατικών, λόγω των ενστάσεών της στη στάση του απέναντι στις πολιτικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η Γουέστγουντ έβγαινε στους δρόμους για να διαδηλώσει για τον πυρηνικό αφοπλισμό και το 2013 αφιέρωσε μία από τις συλλογές της στην Τσέλσι Μάνινγκ, που φυλακίστηκε εξαιτίας των πληροφοριών που συνδέονταν με τα WikiLeaks και τον Τζούλιαν Ασάνζ. Η ίδια και όλα τα μοντέλα της φορούσαν μεγάλες κονκάρδες με την εικόνα της Μάνινγκ και τη λέξη «Truth» κάτω από τη φωτογραφία της. Ήταν επίσης ενεργό μέλος της PETA και πήρε μέρος στην προώθηση της Παγκόσμιας Ημέρας Νερού. Υποστήριξε τον Τζέρεμι Κόρμπιν, θεωρώντας τον «φάρο ελπίδας στον αγώνα ενάντια στον αναδυόμενο ακροδεξιό εθνικισμό, την ξενοφοβία και τον ρατσισμό σε μεγάλο μέρος του δημοκρατικού κόσμου».
Μιλούσε συχνά για το «ναρκωτικό του καταναλωτισμού» και στο μανιφέστο της, που μάλιστα ανέβηκε στη βρετανική σκηνή με τη μορφή θεατρικού έργου, γράφει «έχουμε την επιλογή να γίνουμε πιο καλλιεργημένοι και επομένως πιο ανθρώπινοι – ή, παραπαίοντας ως συνήθως, θα παραμείνουμε ένα καταστροφικό και αυτοκαταστροφικό ζώο, θύμα της ίδιας μας της εξυπνάδας».
Ωστόσο το 2013, το περιοδικό «Eluxe Magazine», την κατηγόρησε ότι χρησιμοποιεί το πράσινο κίνημα ως εργαλείο μάρκετινγκ με το σκεπτικό ότι ορισμένες σειρές μόδας και αξεσουάρ της κατασκευάζονται στην Κίνα. Διαπιστώθηκε ότι αυτές περιλαμβάνουν PVC, πολυεστέρα, ρεγιόν και βισκόζη, όλα προερχόμενα από επιβλαβείς χημικές ουσίες. Κατηγορήθηκε επίσης ότι χρησιμοποιεί απλήρωτους ασκούμενους στον οίκο μόδας της και πως τους αναγκάζει να εργάζονται πάνω από 40 ώρες την εβδομάδα.
Η Γουέστγουντ απέκτησε δυο γιους από τους δυο γάμους της, με τον Γουέστγουντ και τον ΜακΛάρεν, τον Μπεν Γουέστγουντ, φωτογράφο ερωτικών ταινιών, και τον Γιόζεφ Κορέ, ιδρυτή της μάρκας εσωρούχων Agent Provocateur.
Το 1992 παντρεύτηκε τον πρώην μαθητή της, Αντρέας Κροντάλερ.
Η Βίβιαν Γουέστγουντ δεν «εφηύρε το πανκ», το οποίο γεννήθηκε στις υποβαθμισμένες οικονομικές και κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της Αγγλίας στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Το πανκ ήταν τόσο μια νεανική αντίδραση ενάντια στις παλαιότερες γενιές, που θεωρούνταν καταπιεστικές και ξεπερασμένες, όσο και ένα προϊόν της νεοαναγνωρισμένης και επιδραστικής νεανικής κουλτούρας. Ως αφάνταστα δημιουργικό μυαλό, ωστόσο, συνέβαλε σε μια αισθητική που φέρνει το στυλ της υποκουλτούρας στο προσκήνιο της μόδας και ήταν μέρος της οπτικής κατασκευής του.
Μας αφήνει τη μεταμοντέρνα κληρονομιά του Punk Style, μια ανάσα ελευθερίας που σήμερα, σε μια βιομηχανία μόδας που αναζητά τον δρόμο της βιωσιμότητας, ακούγεται εξαιρετικά επίκαιρη.