Η κορυφαία καραβιδομακαρονάδα στο Πήλιο

Η κορυφαία καραβιδομακαρονάδα στο Πήλιο Facebook Twitter
Απ' τα χεράκια της «Κοραήνας». Φωτο: Ε. Ψυχούλη/ LIFO
0

Στην Αγία Κυριακή, η κυρία Ευσταθία Κοραή, η «Κοραήνα», περνά τη μέρα της και έχει ήδη περάσει πάνω από 60 χρόνια της υπερ-ογδοντάχρονης ζωής της, ανάμεσα στο λευκό και το γαλάζιο, στον καφενέ που της κληρονόμησε η οικογένεια του άντρα της. Κυανόλευκο απαστράπτον, της απόλυτης πάστρας, το πετρογκάζ, δίπλα του το μπρίκι, ο ελληνικός σε βαζάκι της μαρμελάδας, πλάι του το θυμιατήρι, το λάδι στο πλαστικό «ροί», οικογενειακές φωτογραφίες, έργα ταπεινής λαϊκής τέχνης, παραλίες και ανεμόμυλοι φτιαγμένοι από κοχυλάκια, πλαστικά λουλουδάτα τραπεζομάντιλα και μαξιλαράκια με κεντημένες σταυροβελονιές, μια κατσαρόλα. Παραπλεύρως τα ράφια του μπακάλικου.

 

Ρολ και Τάιντ, χλωρίνη Κλινέξ, μπισκότα Παπαδοπούλου, λεμονάδες ΕΨΑ, φακελάκια με κανέλα και γαρίφαλα, τα κλασικά χρειώδη μιας καθημερινότητας που θα πάθαινε κρίση πανικού αν έμπαινε ποτέ στα σούπερ-μάρκετ της πόλης. Η Κοραήνα, ψήνει κάθε μέρα πιπεριές Φλωρίνης στη σχάρα. Όλο και κάποιος θα μπει να της ζητήσει ένα ούζο. Να του φτιάξει ένα μεζέ. Οι πιπεριές Φλωρίνης είναι ο δικός της Σισύφειος αγώνας. Ταυτόχρονα το νήμα της ζωής της. Η επόμενη μέρα θα είναι εκεί, θα έχει το νόημά της, αφού θα πρέπει να ξεφλουδίσει μια-μια την πιπεριά, να την καθαρίσει από τα σπόρια της. Ακουμπώντας την κούραση των υπερκοπωμένων αγκώνων της στο τραπεζάκι, πλάι στο ασύρματο τηλέφωνο και τα ψιλά για τα ρέστα.

 

Οι πελάτες μπαίνουν, αυτοεξυπηρετούνται στο μπακάλικο, πιτσιρίκια ανοίγουν το ψυγείο για μια πορτοκαλάδα, έρχονται στο τραπεζάκι της να αναμετρηθούν με το «πόσο κάνει». Η Κοραήνα θα’πρεπε τώρα να ξεκουράζεται, να λιάζεται σε μια καρέκλα στον ήλιο κυνηγώντας τα εγγόνια της. Όμως, δεν πάει ο νους της. Ότι θα μπορούσε να ζήσει ή να πεθάνει κάπου αλλού, μακριά από τα μπρίκια και το μαυρισμένο τηγάνι της. Όσο θα υπάρχει έστω και ένας πελάτης να του ψήσει έναν γλυκύ βραστό η ύπαρξη της θα έχει νόημα. Το νόημα της πιπεριάς που καθαρίζεται με τόσο κόπο στο χέρι. Την ίδια ώρα που στις επαγγελματικές κουζίνες γίνεται ο κακός χαμός, το έλα να δεις του άγχους και του στρες, η Κοραήνα ψάχνει τη συνταγή-κέντημα που θα δικαιολογήσει ένα επάγγελμα, από το οποίο μπορεί να σε σταματήσει μόνον ένας αιφνίδιος θάνατος. Στο πόστο σου.

 

Στις Κόττες, η Ασημίνα έρχεται κάθε καλοκαίρι. Ξεχειμωνιάζει στο Βόλο σαν καλή νοικοκυρά και μόλις ανοίξει ο καιρός, φορά το ψάθινο καπέλο της, τα ανατομικά σανδάλια και το γαλάζιο βλέμμα που την κάνουν να μοιάζει σαν γερμανίδα αναχωρήτρια του Νοτίου Πηλίου, φυτεύει τους πιο πολλούς, τους πιο φουντωτούς βασιλικούς σε όλα τα Τρίκερι και ανοίγει, ξανά, την ταβέρνα της. Έχει κι αυτή κούραση, σκασίλες, ανημπόριες, μαζί και μια απογοήτευση που οι δουλειές αργοσβήνουν τα τελευταία χρόνια.

 

Η κυρία Ασημίνα. Φωτο: Ε. Ψυχούλη/ LIFOΣε κοιτά όμως, τόσο αθώα, σαν να της μιλάς κινέζικα, όταν τη ρωτάς γιατί δεν αποσύρεται πια, να χαρεί κι αυτή λίγη ξεκούραση. Εδώ, στο περίκλειστο λιμανάκι, πλάι στο φαλακρό βουνό που χωρίζει τον κόσμο πίσω του, τη δουλειά που διάλεξες την τιμάς μέχρι το τέλος. Μέχρι να τελειώσουν όλα τα ψάρια και οι καραβίδες της θάλασσας, μέχρι να φάει κι ο τελευταίος πελάτης.

 

Κάθε χρόνο η καρδιά μου παγώνει μέχρι να την ξαναβρώ εκεί, μάχιμη, στις επάλξεις: να κυνηγάει τους ζωντανούς αστακούς που δεν κάθονται στη ζυγαριά, να διαλέγει μια-μια τις καραβίδες που περπατάνε ξεφεύγοντας από τα φελιζόλ κουτιά του ψαρά, να μαγειρεύει τον θεϊκότερο ντόπιο τόνο που έχω φάει στη ζωή μου, με ένα απλό βράσιμο, λίγο λάδι και ρίγανη του βουνού. 

 

Να περηφανεύεται για την καραβιδομακαρονάδα της, να ψήνει μαγικά το φαγκρί και το χταπόδι της, να φτιάχνει την ονειρεμένη λευκή ταραμοσαλάτα της, να σου σερβίρει την πιο αξέχαστη θαλασσινή κουζίνα ενός κόσμου που δύει, που βασιλεύει σαν τον ήλιο που χάνεται μπροστά σου στα βάθη του βυθού. (Ταβέρνα του Τσέτα, 24230 91677)

 

Η κορυφαία καραβιδομακαρονάδα στο Πήλιο Facebook Twitter
Οι βασιλικοί της κυρίας Ασημίνας. Φωτο: Ε. Ψυχούλη/ LIFO

 

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Osteria Mamma 

Γεύση / Ένα νέο ιταλικό σερβίρει πιάτα που περιέχουν άγνωστες στην Αθήνα λέξεις

Θέλοντας να τιμήσει μια επιθυμία της μητέρας της, έπειτα από πολλά ταξίδια και γεύματα σε διαφορετικές ιταλικές πόλεις, η Ελένη Σαράντη ετοιμάζει στο Osteria Mamma πιάτα με μπόλικη comfort νοστιμιά.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Τα γλυκά των φετινών Χριστουγέννων 

Γεύση / Όλα τα νέα χριστουγεννιάτικα γλυκά σε μία λίστα

Τετράγωνοι κουραμπιέδες, κρητική αλλά και γαλλική βασιλόπιτα, πολλά προζυμένια πανετόνε: Σε αυτή τη λίστα δεν θα βρείτε τα κλασικά γλυκά της Αθήνας -τα ξέρετε ήδη- αλλά όλες τις φρέσκες ιδέες των τριτοκυματικών φούρνων και των πιο δημιουργικών ζαχαροπλαστών.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Μέσα στη νέα, πολυσυλλεκτική Αίγλη Ζαππείου

Γεύση / Μέσα στη νέα, πολυσυλλεκτική Αίγλη Ζαππείου

Ένα τοπόσημο της πόλης αλλάζει ριζικά, επενδύει σε μια dream team και σε ό,τι κλασικό, από το φαγητό και το ποτό μέχρι την αρχιτεκτονική του, ακόμα και τη μουσική του μερικές φορές, και περιμένει τη νέα γενιά Αθηναίων, ακόμα κι εκείνους που δεν το είχαν στο ραντάρ τους μέχρι τώρα.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Η ξέφρενη πορεία του Nolan και η επόμενη μέρα του

Γεύση / Η ξέφρενη πορεία του Nolan και η επόμενη μέρα του

Μπορεί ένα εστιατόριο να είναι μια ιστορία πάθους, ταλέντου, απανωτών δυσκολιών και επιμονής; Φυσικά και μπορεί. Ο restaurateur Κώστας Πισιώτης αφηγείται την πορεία του μικρού εστιατορίου του Συντάγματος, λίγο πριν αυτό ξεκινήσει το νέο του κεφάλαιο. 
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Starata: Οι χωριάτικες πίτες των Εξαρχείων που μας έμαθε ένας σταρ σεφ

Γεύση / Starata: Οι χωριάτικες πίτες των Εξαρχείων που μας έμαθε ένας σταρ σεφ

Το πιο κλασικό ελληνικό πρωινό, η τυρόπιτα, φτιάχνεται και ψήνεται μπροστά μας σε ένα μικρό μαγαζί που συνεχίζει τη θεσσαλική παράδοση στην Αθήνα. Την πρότεινε ο Σωτήρης Κοντιζάς και τη δοκιμάσαμε.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Ντρόμ(ι)σες: Ένα ξεχασμένο αρβανίτικο πιάτο και η ιστορία ενός απαγορευμένου έρωτα

Ηχητικά Άρθρα / Ντρόμ(ι)σες: Ένα ξεχασμένο αρβανίτικο πιάτο και η ιστορία ενός απαγορευμένου έρωτα

Φτιαγμένο με τα πιο απλά υλικά, αλεύρι, νερό και λάδι, συνδέθηκε, μαζί με την μπομπότα, με την Κατοχή. Ο M. Hulot περιγράφει τις αναμνήσεις που του φέρνει στο μυαλό αυτό το πολύ απλό «φαγητό των γιαγιάδων».
M. HULOT