Με τη Μερόπη Παπαδοπούλου, διευθύντρια του περιοδικού «Οινοχόος», βρισκόμαστε τακτικά, μιλάμε για τις τάσεις στο κρασί και τη γεύση. Αυτήν τη φορά, για χάρη των αναγνωστών της LiFO, ήπιαμε παρέα πολλά κρασιά, συζητήσαμε για το χθες και το σήμερα του ελληνικού κρασιού, φιλοσοφήσαμε τη ζωή. Το συμπέρασμα είναι ότι με κρασί και καλή παρέα η ζωή είναι ομορφότερη.
—Πώς άρχισε το οινικό σου ταξίδι;
Μάλλον πολύ νωρίς, από τα όμορφα τραπέζια στο αθηναϊκό, αστικό, πατρικό μου. Κρυστάλλινα ποτήρια και καράφες με κρασιά… Τι κρασιά; Με δεδομένο ότι δεν ήταν πρέπον να εμφανίζονται οι φιάλες του εμπορίου στα τραπέζια, εικάζω ότι θα ήταν Santa Elena, Δεμέστιχα, Νάουσσα Μπουτάρη κι ένα Castel Danielis που δεν ξαναείδα από τότε. Στη οικογένειά μου, που τα γεύματα και τα δείπνα ακολουθούσαν κανονική ιεροτελεστία, το κρασί ήταν πάντα παρόν, χωρίς βέβαια να αποτελεί αντικείμενο συζήτησης! Με την αδελφή μου περιμέναμε με αγωνία τις Κυριακές και τις γιορτές το επιδόρπιο, που ήταν −τι άλλο;−, μια υπέροχη, γλυκιά Μαυροδάφνη, από την οποία μας επέτρεπαν να πίνουμε κι εμείς δυο γουλιές. «Είναι δυναμωτική», έλεγε η γιαγιά Μερόπη! Όμως το πραγματικό οινικό μου ταξίδι ξεκινάει από την αγάπη που απέκτησα ως ενήλικας σιγά-σιγά για το κρασί. Αφορμή στάθηκαν τα ταξίδια στο εξωτερικό, η εμπειρία της οινικής κουλτούρας στην καθημερινότητα, κυρίως από τη Γαλλία και το Βέλγιο, και η μεταφορά της, όπως-όπως τότε, στις εδώ παρέες. Κάπου στα μέσα του 1980 αρχίσαμε να ψάχνουμε, να δοκιμάζουμε, να ξεχωρίζουμε μαζί με τον μελλοντικό μου σύντροφο και μερικούς επιρρεπείς φίλους.
Από σπάνιες αναφορές, ως κρασί των other countries, τώρα υπάρχει Greek wine με εξέχουσες ποικιλίες που απασχολεί συχνά-πυκνά διεθνείς οινογράφους και οινόφιλους και φιγουράρει με παρρησία στις λίστες μεγάλων, φαμόζων εστιατορίων του κόσμου! Και όλα αυτά μέσα σε 25 χρόνια μόνο. Η καινούργια γενιά τώρα θα βγει στο προσκήνιο... και περιμένουμε πολλά ακόμα.
—Ξεκινάς να γράφεις για το κρασί αρχές του ’90 στις «Εικόνες», μετά στο «Κάππα» και στη συνέχεια γίνεσαι διευθύντρια στον «Οινοχόο». Τι σημαίνει αυτή η 25ετία για το ελληνικό κρασί;
Μου θυμίζεις ότι πέρασαν κιόλας 25 χρόνια… Τότε έκανε τα πρώτα του ενήλικα βήματα το νέο ελληνικό κρασί και η σελίδα στις «Εικόνες», «Οίνος ευφραίνει καρδίαν», ήταν πρωτοποριακή, η πρώτη σε περιοδικό ποικίλης ύλης και ευρείας κυκλοφορίας. Τι σημαίνει αυτή η 25ετία; Ανατροπή! Επανάσταση! Δεν ξέρω πώς αλλιώς να χαρακτηρίσω όλα αυτά που έχουν γίνει. Έχουμε κρασί! Κρασιά! Εξαιρετικά! Οινοποιούς, παραγωγούς, οινοποιεία υψηλότατου επιπέδου, αξιολογότατους οινολόγους, στίγμα στον οινικό χάρτη και παρουσία στις διεθνείς αγορές! Από σπάνιες αναφορές, ως κρασί των other countries, τώρα υπάρχει Greek wine με εξέχουσες ποικιλίες που απασχολεί συχνά-πυκνά διεθνείς οινογράφους και οινόφιλους και φιγουράρει με παρρησία στις λίστες μεγάλων, φαμόζων εστιατορίων του κόσμου! Και όλα αυτά μέσα σε 25 χρόνια μόνο. Η καινούργια γενιά τώρα θα βγει στο προσκήνιο… και περιμένουμε πολλά ακόμα.
—Ο «Οινοχόος» προσδιορίζεται ως ένα περιοδικό «για τον πολιτισμό του κρασιού και των γεύσεων». Στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης υπάρχουν αχτίδες πολιτισμού;
Η οικονομική κρίση δεν επηρεάζει τον πολιτισμό, οι πολιτικές που ασκούνται τον επηρεάζουν, αλλά ας μην επεκταθούμε στα πολιτικά. Όσον αφορά τον πολιτισμό του κρασιού και της γεύσης, είναι μια γερή σανίδα σωτηρίας και ισορροπίας σε μια περίοδο οικονομικής κρίση. Αυτός ο καθημερινός υλικός πολιτισμός χαμηλού κόστους είναι η σύγχρονη πολυτέλεια κι εγώ αυτό θέλω να περάσω μέσα από τις σελίδες του «Οινοχόου». Πώς με ένα θαυμάσιο, ελληνικό, αφρώδες κάνεις γιορτή την Κυριακή, με ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί, ένα πιατελάκι αλλαντικά, λίγο νόστιμο ψωμί και δύο κεριά αναμμένα διώχνεις την ανοστιά της ρουτίνας.
—Ζούμε το παράδοξο, το κρασί να ζει τον μύθο του σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία. Γιατί πιστεύεις ότι οι καταναλωτές στρέφονται στο κρασί;
Για όλα όσα είπα πριν; Μάλλον. Το ελληνικό κρασί, γιατί εγώ γι’ αυτό μιλάω και σε αυτό αναφέρομαι, έχει κατακτήσει υψηλά ποιοτικά στάνταρ. Παρ’ όλα αυτά, η τιμή του είναι ελκυστικά χαμηλή, ειδικά όταν λόγω κρίσης σχεδόν όλοι οι καλοί παραγωγοί έβαλαν τα δυνατά τους να βγάλουν κρασιά σε απίθανα ανταγωνιστικές τιμές. Έτυχε και η φορολόγηση των αλκοολούχων… Ελπίζω να μην έχουμε δυσάρεστες συνέπειες τώρα με τον φόρο κατανάλωσης. Βλέπεις, το κρασί πρέπει να πληρώσει τα σπασμένα της αδυναμίας των κυβερνώντων να ασκήσουν αναπτυξιακή οικονομική πολιτική. Αλλά, είπαμε, όχι πολιτικές κουβέντες σήμερα. Για να απαντήσω, όμως, κατανοητά στην ερώτησή σου: οι καταναλωτές στρέφονται στο κρασί γιατί τους είναι οικείο, γιατί είναι οικονομικά προσιτό, γιατί είναι το ποτό τους. Και με όλη την οινική κουλτούρα που έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια το κρασί είναι το νέο lifestyle.
—Εκτός από το κρασί, έχεις μεγάλη αδυναμία στα αποστάγματα. Ποια ξεχωρίζεις;
Όλα τα καλά! Τι να σου πω… Ένα malt ουίσκι από το Islay θα με κάνει πάντα να ονειρεύομαι το ταξίδι στο νησί της τύρφης. Μια φρέσκια, διάφανη τεκίλα, τα χωράφια με αγαύη στην Γκουανταλαχάρα. Όσες φορές κι αν «προσκυνήσω» στο κονιάκ, καθεμιά θα μοιάζει σαν να είναι η πρώτη! Ποιο να πρωτοδιαλέξω από τα θεϊκά μπράντι; Πώς να αντισταθώ σε μια παγωμένη ultra premium βότκα, σε ένα λονδρέζικο πολύπλοκο τζιν… Είναι μια ερώτηση χωρίς απάντηση. Όλα τα αποστάγματα έχουν τους μύθους τους, τις ιδιαιτερότητές τους και τις ώρες τους.
Βέβαια, εκεί όπου πρέπει να σταθώ είναι στη μεγάλη προσπάθεια με τα θαυμαστά αποτελέσματα που έχει γίνει στην ελληνική παραγωγή, στα τσίπουρα και στα αποστάγματα οίνου και σταφυλής. Φρέσκα ή παλαιωμένα, βρισκόμαστε μπροστά σε γεύσεις και αρώματα που δεν έχουν να φοβηθούν καμιά σύγκριση. Προτείνω στους αναγνώστες σου να ξεκινήσουν δοκιμές!
—Στην πόλη μας ανοίγουν ολοένα και περισσότερα εξειδικευμένα bars. Βλέπεις κάτι καινοτόμο στις υπηρεσίες που προσφέρουν;
Όταν λες ειδικευμένα, φαντάζομαι ότι αναφέρεσαι στα wine αλλά και στα cocktail bars. Για τα wine bars το έχω πει πολλές φορές, είναι μία από τις σημαντικές δυνάμεις ανάπτυξης του ελληνικού κρασιού! Έχουν ενημερωμένο προσωπικό, μεγάλες λίστες επώνυμων κρασιών σε ποτήρι – αυτοί παρέσυραν και τα εστιατόρια να σερβίρουν κρασί με το ποτήρι. Ακόμα κι αν ο πελάτης ζητήσει ένα ποτήρι λευκό κρασί, όταν ο οινοχόος τον ενημερώσει για το τι σερβίρει, είναι σίγουρο πως την επόμενη φορά θα ζητήσει ο ίδιος να μάθει τι πίνει. Αυτό δεν είναι καινοτόμο;
Επίσης, μεγάλη ιστορία είναι και τα cocktail bars, που, αν γυρίσουμε λίγα χρόνια πίσω, τα έβρισκες με το σταγονόμετρο. Για μένα, η μεγαλύτερη υπηρεσία που προσφέρουν και οι δύο κατηγορίες είναι ότι δεν άφησαν τον Έλληνα, κυρίως αυτόν που ηλικιακά βρίσκεται μεταξύ 30 και 40, να κλειστεί στο σπίτι του εξαιτίας της κρίσης! Με ένα κρασί ή ένα κοκτέιλ, μέχρι 10 ευρώ δηλαδή, μπορεί να περάσει δυο ώρες με τον σύντροφο ή την παρέα του και να μη μελαγχολήσει κλεισμένος μέσα, βλέποντας τα θρίλερ-δελτία ειδήσεων.
—Εκτός από φιλόξενη, είσαι και καλή μαγείρισσα. Μας προσκαλείς στο κτήμα σας στην Εύβοια. Τι καλό θα δοκιμάσουμε και με τι κρασιά θα συνοδεύσουμε το γεύμα;
Καλώς να έρθετε, λοιπόν! Καταρχάς, θα σας πάω στη Νέα Λάμψακο, να σας μυήσω στον κόσμο των θαλασσινών που μόνο εδώ βρίσκεις σε τέτοια αφθονία και ποιότητα, με ένα ωραίο τσιπουράκι! Μετά, θα έρθετε στο κτήμα, στα Αμπέλια. Θα ανοίξουμε ένα ωραίο ξηρό αφρώδες ελληνικό και θα ξεκινήσουμε με μια πλούσια τάρτα ή πίτα ή κάτι τέτοιο, τέλος πάντων, με λαχανικά από το μποστάνι –καλοκαίρι να έρθετε, τώρα δεν έχω τίποτα, μόνο λίγα μπρόκολα− και φρέσκα τυριά. Τις πετυχαίνω αυτές τις παρασκευές, έτσι λένε τουλάχιστον. Μετά, θα έχουμε κάποιο ωραίο ψάρι από τον καλό μας ψαρά. Αν βρω, θα σας ετοιμάσω το ντόπιο γοφάρι του Ευβοϊκού, που μου αρέσει πολύ. Όσο για το κρασί, έχουμε να διαλέξουμε από τους εκλεκτούς μου γείτονες στο Κτήμα Αβαντίς ή τους μακρινότερους, στη βόρεια Εύβοια, συμπατριώτες, την οινοποιία Βρυνιώτη. Φέτος, όμως, θα έχω τη χαρά και θα έχετε την τιμή να δοκιμάσετε τις πρώτες φιάλες «F» από τον αμπελώνα μας (απόλυτα limited edition) του γιου μου Φοίβου Παπαστρατή, κρασί για το οποίο είμαι πολύ περήφανη, και όχι μόνο ως μητέρα!