«Δεν βρίσκω τίποτα προβληματικό στη σχέση μου» λέει ο Νίκος κατηγορηματικά. «Η σύντροφός μου κι εγώ έχουμε δύο θαυμάσια παιδιά, καλές δουλειές, έχουμε καλή ερωτική ζωή, κοινούς φίλους, γενικά δεν θα έλεγα ότι έχουμε πολλά καθημερινά άγχη. Η ζωή μου είναι καλή». Ωστόσο, ο Νίκος έχει μια παράλληλη σχέση. «Δεν είναι κάποια που θα μοιραζόμουν τη ζωή μου μαζί της, δεν θα διέλυα την οικογένειά μου γι' αυτήν, δεν είναι καν τόσο όμορφη όσο η σύντροφός μου, αλλά είναι το ένοχο μυστικό μου εδώ και οκτώ μήνες. Κάνω σεξ με μια κοπέλα δέκα χρόνια μικρότερή μου, παρότι δεν έχει τίποτε απ' ό,τι θα με είλκυε σε μια γυναίκα». Είναι μυστήριο πράγμα η επιθυμία.
Η απιστία υπάρχει από τότε που υπάρχουν και οι ανθρώπινες σχέσεις, είναι κάτι που κάθε άνθρωπος ερμηνεύει και αντιλαμβάνεται διαφορετικά και αντιδρά σε αυτήν ανάλογα με το υπόβαθρό του, την ηλικία του, την εποχή στην οποία ζει, τη σχέση που έχει με τη θρησκεία. Η απιστία, για αρκετό κόσμο, είναι μια έννοια αμφισβητήσιμη, που συνδέεται με την ηθική όσο καμία άλλη (μην ξεχνάμε το «ου μοιχεύσεις» των εβραϊκών ηθικών εντολών, που για μεγάλο αριθμό ατόμων είναι κανόνας και σήμερα) και έχει ενδιαφέρον ο τρόπος που ορίζεται από τη γενιά των millenials.
«Κατά τη γνώμη μου, η απιστία ορίζεται μέσα από το πλαίσιο που ορίζει κάθε μεμονωμένη σχέση, άρα εξαρτάται από τους ίδιους τους ανθρώπους που είναι σε σχέση και πώς εκείνοι την οριοθετούν και την ορίζουν» λέει η Νίκη, 23 ετών, επίσης σε σταθερή σχέση. «Μπορεί για κάποιον το φλερτ να μην είναι απιστία και για κάποιον άλλον να είναι, όπως και το πλατωνικό texting ερωτικού περιεχομένου, που ενδεχομένως να μη θεωρείται απιστία επειδή δεν είναι σωματικό. Συνήθως, βέβαια, αυτά τα πράγματα δεν ορίζονται λεκτικά και στις περισσότερες περιπτώσεις κάποιος ανακαλύπτει πως έχει διαφορετικά στάνταρ περί απιστίας μόνο όταν ο άλλος "απιστήσει".
Μπορεί η μονογαμία να αποτελεί τη νόρμα όσο μιλάμε, αλλά θεωρώ πως πλέον έχει έρθει η στιγμή να μάθουμε να ακούμε λίγο περισσότερο τον εαυτό μας, να μας αποδεχόμαστε και να θέτουμε νέα όρια, μακριά από κοινωνικά στερεότυπα, εφόσον αυτά δεν μας ταιριάζουν. Σίγουρα δεν είναι εύκολο. Αλλά αν το καταφέρουμε, τότε ίσως οι σχέσεις να γίνουν λίγο πιο ειλικρινείς, οι άνθρωποι να πληγώνονται λίγο λιγότερο από έννοιες όπως η "απιστία".
Δεν θεωρώ πως η μονογαμία είναι κάποιου είδους πίστη. Ότι, δηλαδή, είτε πιστεύεις σε αυτήν είτε όχι. Θεωρώ πως μας περιβάλλει ένας μεγάλος αριθμός κοινωνικών προτύπων που έχουν αναπτυχθεί ανά τα χρόνια κι εμείς επιλέγουμε μέσα από αυτά. Φυσικά, η μονογαμία είναι κάτι το οποίο βρίσκεται βαθιά ριζωμένο στην κοινωνία, αλλά πλέον, όπως συμβαίνει και με άλλα κοινωνικά πρότυπα, αμφισβητείται και μερικές φορές απορρίπτεται. Πιστεύω πως αυτό είναι θετικό, καθώς υπάρχει όλο και περισσότερο η ευκαιρία της επιλογής (όχι απαραίτητα και αποδοχής από τους γύρω, βέβαια) κι έτσι ο καθένας μπορεί να επιλέξει αυτό που του ταιριάζει. Σε κάθε περίπτωση, το πιο σημαντικό είναι η ειλικρίνεια απέναντι στον άλλον και, φυσικά, τον εαυτό μας.
Βεβαίως, έχουν αλλάξει τα ήθη σε σχέση με αυτά των προηγούμενων γενεών. Η κοινωνία αλλάζει συνεχώς και μαζί της και τα ήθη. Η τεχνολογία έχει παίξει τεράστιο ρόλο σε αυτό, κυρίως επειδή αποτελεί πηγή αναρίθμητων πληροφοριών και μας δίνει πρόσβαση σε διαφορετικούς τρόπους σκέψης, συμπεριφοράς και σε διαφορετικές κουλτούρες. Επιπλέον, έχει παίξει βασικό ρόλο και στον τρόπο που διαμορφώνονται οι σύγχρονες σχέσεις, οι οποίες πλέον επηρεάζονται άμεσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Άλλωστε, είναι εξαιρετικά εύκολο να βρεις μέσα από τα social media πληροφορίες για κάποιον, που ενδεχομένως να επηρεάσουν τη γνώμη σου -‒πληροφορίες που ενδεχομένως να μη μάθαινες τόσο γρήγορα ή και ποτέ‒, ή, πολύ απλά, να ανακαλύψεις και κάποια "απιστία" μέσω αυτών. Επομένως, τα social media αποτελούν και έναν ιδιαίτερα εύκολο τρόπο "απιστίας", καθώς είναι πιο εύκολο από ποτέ να γνωρίσεις, να συνομιλήσεις ή συναντηθείς με κάποιον που ίσως να μην μπορούσες υπό άλλες συνθήκες. Όσο για την ευκολία του να απατάς, γενικότερα δεν θεωρώ πως έχει αλλάξει τόσο πολύ σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και νομίζω πως αυτό έχει να κάνει με πολλούς προσωπικούς παράγοντες ‒ πάντως οι άνθρωποι απατούν όσο απατούσαν παλιότερα. Απλώς τώρα είναι λίγο πιο εύκολο να το κάνουν και λίγο πιο εύκολο να τους ανακαλύψουν.
Προσωπικά, δεν μπορώ να είμαι άπιστη σε μια σχέση για έναν πολύ απλό λόγο: η απιστία είναι μια ένδειξη πως δεν υπάρχει σεβασμός προς τον άνθρωπο με τον οποίο είσαι μαζί και έχετε θέσει κάποια όρια από κοινού, στην προκειμένη περίπτωση το όριο της μονογαμίας. Μια σχέση είναι ένας συναισθηματικός και σεξουαλικός δεσμός, οπότε δεν υπάρχει η μία απιστία και η άλλη απιστία. Με βάση την έννοια της μονογαμίας που γνωρίζουμε σήμερα και επιλέγουμε να ακολουθήσουμε στις περισσότερες μονογαμικές σχέσεις δίνουμε ένα είδος "υπόσχεσης" να διατηρήσουμε έναν ολοκληρωτικό δεσμό και όχι μόνο συναισθηματικό ή σεξουαλικό. Παρ' όλα αυτά, εάν εκείνοι που βρίσκονται σε σχέση θέσουν τα δικά τους όρια και διαλέξουν να διαχωρίσουν τα δύο και συμφωνήσουν και οι δύο πάνω σε αυτά, τότε τα πράγματα είναι ξεκάθαρα και ενδεχομένως να διαμορφώσουν μια ειλικρινή σχέση που ευχαριστεί και τους δύο (ή παραπάνω!).
Δεν έχω απατήσει, αλλά οι πιθανότητες λένε πως μάλλον με έχουν απατήσει και δεν το ξέρω. Ωστόσο, είμαι εντάξει μέσα στη συγκεκριμένη άγνοια, καθώς αναφέρομαι σε σχέσεις του παρελθόντος, άρα δεν έχει καμία σημασία να το μάθω τώρα. Πιστεύω πως το πρόβλημα γενικότερα έγκειται στην έλλειψη ειλικρίνειας απέναντι στον εαυτό μας και επομένως τους άλλους, παρά στην απιστία καθαυτή. Η απιστία είναι το αποτέλεσμα αυτής της έλλειψης. Μπορεί η μονογαμία να αποτελεί τη νόρμα όσο μιλάμε, αλλά θεωρώ πως πλέον έχει έρθει η στιγμή να μάθουμε να ακούμε λίγο περισσότερο τον εαυτό μας, να μας αποδεχόμαστε και να θέτουμε νέα όρια, μακριά από κοινωνικά στερεότυπα, εφόσον αυτά δεν μας ταιριάζουν. Σίγουρα δεν είναι εύκολο. Αλλά αν το καταφέρουμε, τότε ίσως οι σχέσεις να γίνουν λίγο πιο ειλικρινείς, οι άνθρωποι να πληγώνονται λίγο λιγότερο από έννοιες όπως η "απιστία" και να είμαστε απλώς λίγο πιο χαρούμενοι ο ένας με τον άλλον όσο βρισκόμαστε σε αυτόν τον πλανήτη».
Ο κ. Δημήτρις Βεργέτης, ψυχαναλυτής, διευθυντής του περιοδικού «αληthεια», εξηγεί πώς στοιχειοθετείται σήμερα ο όρος «απιστία»: «Για να ξεκινήσουμε, θα έλεγα ότι υπάρχει κάτι το οποίο με εκπλήσσει στη χρήση αυτού του όρου, "απιστία", καθότι η απιστία προϋποθέτει το πλαίσιο του ζεύγους. Και με εκπλήσσει γιατί ακριβώς τα σχήματα συμβίωσης που αντιστοιχούν στη ζωή ενός ζεύγους αναδεικνύονται όλο και περισσότερο, ειδικότερα τη σημερινή εποχή, σε πεδίο "εμπειρίας της ερημίας του είναι τους" ‒αν μου επιτραπεί να χρησιμοποιήσω αυτή την έκφραση‒ όσον αφορά και τους δύο παρτενέρ. Δηλαδή οι συμβαλλόμενοι όροι του ζεύγους, όποια κι αν είναι η διεκδικούμενη ταυτότητά τους, βιώνουν το συστατικό χάσμα της διαφοράς των φύλων και της ασυμμετρίας των έμφυλων ταυτίσεων με πολύ πιο άμεσους, συχνά τραυματικούς τρόπους στις σημερινές συνθήκες του συνηθέστατα κατακερματισμένου κοινού βίου. Για να είμαστε πιο ακριβείς, θα λέγαμε ότι βιώνουν το χάσμα των έμφυλων στάσεων, των έμφυλων ταυτίσεων με τις οποίες προσπαθούν να κατασκευάσουν έναν κοινό βίο, ερωτικό, συναισθηματικό, ενδεχομένως συζυγικό και οικογενειακό. Προσκρούουν, σε τελική ανάλυση, στην ελλειμματική, συχνά χασματική αμοιβαιότητα των επιθυμιών τους, κάτι που μοιραία υποδαυλίζει τον πειρασμό αναζήτησης εξωτερικών ή εξωσυζυγικών, παράλληλων παρτενέρ, εμβόλιμων ή μονιμοποιημένων. Μερικές φορές υπάρχει πολύ πίστη στην απιστία. Με δυο λόγια, το πρόβλημα έγκειται στο ότι οι επιθυμίες ζευγαρώνουν πολύ πιο δύσκολα απ' ό,τι οι άνθρωποι».
Η Λίνα είναι 30 ετών, σε σταθερή σχέση. «Την απιστία την ορίζω ως κάτι διαχειρίσιμο και αντιμετωπίσιμο. Είναι πολύ πιθανό να μας χτυπήσει την πόρτα είτε ως θύματα είτε ως θύτες και θα πρέπει να βρούμε τους τρόπους να την αντιμετωπίσουμε. Σίγουρα δεν είναι κάτι εύκολο, σίγουρα είναι κάτι που πονάει, αλλά τελικά τι είναι εύκολο και δεν πονάει; Σήμερα τα πράγματα έχουν γίνει τόσο εύκολα που την απιστία, δυστυχώς, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τη συναντάς παντού. Απιστία δεν υπάρχει μόνο ανάμεσα σε δύο ερωτικούς συντρόφους, απιστία μπορεί να υπάρξει και ανάμεσα σε δύο φίλους.
Πιστεύω στη μονογαμία, αλλά όχι στην καταναγκαστική μονογαμία. Δεν θα ήθελα να ξέρω ότι ο άλλος δεν απιστεί μόνο και μόνο γιατί αναγκάζεται να μην απιστήσει ή επειδή δεν μπορεί να το κάνει. Θα ήθελα να μπορεί να απιστήσει, να έχει όλες τις ευκαιρίες να το κάνει και να μη θέλει. Τότε, ναι, αξίζει η μονογαμία. Τι να το κάνω να είναι μονογαμικός αλλά, για να κάνουμε σεξ, θα πρέπει να σκεφτεί άλλες δέκα; Ευχαριστώ, αλλά τέτοια μονογαμία δεν τη θέλω...
Θεωρώ πως έχουν αλλάξει τα ήθη σε σχέση με πιο παλιά. Αν ρωτήσεις μια γυναίκα στα 50, εμένα που είμαι στα 30 και μια κοπέλα στα 17-18 "τι είναι απιστία για σένα;", θα σου δώσουμε τελείως διαφορετικές απαντήσεις. Αυτό νομίζω ότι οφείλεται στις προσλαμβάνουσες που έχει κάθε γενιά. Το τι ήταν ηθικό τριάντα χρόνια πριν διαφέρει κατά πολύ από το τι είναι ηθικό σήμερα. Αυτό, σίγουρα, οφείλεται σε παράγοντες όπως η χειραφέτηση της γυναίκας, η θέση της LGTBQ κοινότητας στην κοινωνία μας πλέον, το πόσο αποδεκτή είναι η διαφορετικότητα σε σχέση με παλιότερα κ.λπ.
Σήμερα οι άνθρωποι απατούν πιο συχνά επειδή τους δίνονται πολύ περισσότερες ευκαιρίες να το κάνουν. Η απιστία θεωρώ ότι έχει να κάνει με την ανασφάλεια που νιώθει ο άλλος μέσα στη σχέση του. Οι περισσότερες γυναίκες που απατούν, απατούν γιατί δεν νιώθουν ευτυχισμένες μέσα στη σχέση τους, αλλά φοβούνται και να την τερματίσουν. Οι άντρες, από την άλλη πλευρά, απατούν κυρίως για λόγους επιβεβαίωσης. Υπάρχουν, πλέον, πολλοί διαθέσιμοι άνθρωποι και πολύ λιγότεροι φραγμοί.
Οι περισσότερες γυναίκες που απατούν, απατούν γιατί δεν νιώθουν ευτυχισμένες μέσα στη σχέση τους, αλλά φοβούνται και να την τερματίσουν. Οι άντρες, από την άλλη πλευρά, απατούν κυρίως για λόγους επιβεβαίωσης.
Φυσικά και μπορείς να είσαι άπιστος σε μια σχέση και φυσικά μπορεί κάποιος να διαχωρίσει τη συναισθηματική σχέση από τη σεξουαλική. Πιστεύω πως ένας άντρας έχει αυτή την ικανότητα πολύ περισσότερο απ' ό,τι μια γυναίκα. Προσωπικά, δεν θα μπορούσα να το κάνω. Και δεν είναι τόσο το ηθικό κομμάτι, επειδή δεν είναι σωστό ‒ δεν θέλω να το κάνω γιατί αν νιώσω την ανάγκη να το κάνω, πάει να πει πως ήρθε η ώρα να τερματίσω τη σχέση που έχω. Δεν θα μπορούσα να διαχωρίσω τη συναισθηματική σχέση από τη σεξουαλική, το προσπάθησα παλιότερα και δεν το κατάφερα.
Δεν έχω απατήσει, αλλά έχω υπάρξει και η ίδια θύμα απιστίας, ούσα το τρίτο πρόσωπο σε μια σχέση. Ήμουν ερωτευμένη με κάποιον, είχαμε σχέση και χωρίσαμε. Παρά το γεγονός αυτό, συνεχίσαμε να βρισκόμαστε και να κάνουμε σεξ αρκετά συχνά για περίπου ενάμιση χρόνο. Εκείνος, μετά τον ενάμιση χρόνο, έκανε σχέση με κάποια άλλη, αλλά συνέχισε να με συναντά. Στην αρχή δεν το ήξερα και όταν το έμαθα τσακωθήκαμε πολύ άσχημα και σταματήσαμε να μιλάμε για περίπου τρεις μήνες. Τρεις μήνες μετά ξαναβρεθήκαμε και συνεχίσαμε από κει που το αφήσαμε, χωρίς όμως να χωρίσει την κοπέλα του. Αυτό συνεχίστηκε για πάνω από έναν χρόνο και τελικά σταμάτησε πριν από κάποιους μήνες. Ένιωθα πολύ άσχημα για εκείνη αλλά και για μένα. Ήμουν ερωτευμένη με κάποιον που ήταν με κάποια άλλη και ένιωθα σαν κομμάτι κρέας, διαθέσιμη όπου και όποτε ήθελε, καλύπτοντας τις δικές του ανάγκες, αφήνοντας πίσω τις δικές μου. Δεν είχα τη δύναμη να προχωρήσω, να του πω αυτά που έπρεπε να του πω και να τον αφήσω πίσω με τις επιλογές του. Εκείνος είχε διαχωρίσει πλήρως το συναισθηματικό κομμάτι από το σεξουαλικό, εγώ πάλι όχι. Δεν έκανα σεξ επειδή απλώς μου άρεσε το σεξ μαζί του, έκανα σεξ μαζί του γιατί, παρά τα όσα ήξερα, παρέμενα τρελά ερωτευμένη μαζί του και αναζητούσα την επιβεβαίωση από εκείνον, ελπίζοντας πως κάποια στιγμή θα αλλάξει γνώμη και θα δει πως εγώ είμαι αυτό που πραγματικά θέλει. Δεν αποποιούμαι τις ευθύνες μου, φυσικά και φέρω ένα κομμάτι ευθύνης απέναντι στην κοπέλα του, όμως ήταν μια ιστορία επίπονη και γεμάτη μαθήματα. Δεν ήμουν θύμα δικό του, ήμουν θύμα της δικής μου ανάγκης για επιβεβαίωση. Η κοπέλα του δεν το έμαθε ποτέ και τώρα συζούν».
Ο κ. Βεργέτης ερμηνεύει το πού οφείλεται αυτή η αλλαγή των ηθών: «Ίσως θα έπρεπε να δούμε ποιο ήταν το ιστορικό πεπρωμένο της πατριαρχίας. Να το δούμε την εποχή ακριβώς που η πατριαρχία αποσυντίθεται στο λυκόφως της πάλαι ποτέ κραταιάς εξουσίας της. Είναι γνωστό ότι τα πατριαρχικά ιδεώδη τυποποιούσαν τις έμφυλες έξεις και καθήλωναν και τα σώματα και τις ψυχές σε παγιωμένους ρόλους, αυστηρά οριοθετημένους, συντηρώντας με αυτόν τον τρόπο τη μεγάλη χίμαιρα της συμπληρωματικότητάς τους. Με την ενεργό συνδρομή των εκκλησιαστικών θεσμών, αναστίλβωναν τον μύθο της συμπληρωματικότητας αυτών των παγιωμένων έμφυλων ρόλων στο πλαίσιο της αγίας οικογένειας, στο πλαίσιο καθαγιασμένων οικογενειακών πρωτόκολλων συμβίωσης.
Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε τον ρόλο που έπαιξε η θρησκεία στη διαμόρφωση της προβληματικής για την απιστία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η θρησκευτική δογματική, σε αγαστή συνέργεια με τον πατριαρχικό θεσμό, έσπευδε να προσφέρει γενναιόδωρα υπερβατική νομιμοποίηση σε αυτή την επίπλαστη, χιμαιρική συμπληρωματικότητα, αναγορεύοντας τον γάμο σε ένα από τα θεμελιώδη μυστήρια της Εκκλησίας. Ο γάμος, ως ένα από τα θεμελιώδη μυστήρια της χριστιανικής δογματικής, αναπαρήγε ατέρμονα τον μύθο του εδεμικού ζεύγους, καθιστώντας τον άνδρα και τη γυναίκα της εκχριστιανισμένης Δύσης ισοβίτες της παραδείσιας ουτοπίας. Ο άντρας πλασμένος για μία γυναίκα, ο καθένας για την Εύα του, και ταυτόχρονα η γυναίκα πλασμένη για έναν άνδρα, για τον Αδάμ της, και μάλιστα ως σαρξ εκ της σαρκός του. Ο γάμος, ως μυστήριο, διαιώνιζε και καθοσίωνε την ασύμμετρη σαρκική και ψυχική αμοιβαιότητα του εδεμικού ζεύγους. Ο ένας πλασμένος για την άλλη, ο ένας σε πλήρη σαρκική και ψυχική ώσμωση με την άλλη, δύο ψυχές σε ένα σιαμαιοποιημένο σώμα. Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε απόκλιση από αυτά τα σχέδια, από αυτούς τους παραδείσιους ιδεότοπους της Δημιουργίας, δηλαδή κάθε μορφή απιστίας για να το πούμε πιο πεζά, αποτελούσε βλάσφημη εξέγερση εναντίον του Δημιουργού. Αποτελούσε έκπτωση του δημιουργήματος στις λυματοβριθείς εκκρίσεις της άπιστης σάρκας. Με μια λέξη, αμαρτία.
Αυτή η σχηματοποίηση, αυτή η διπλή εγγύηση που προσφερόταν στην καθαγιασμένη συμπληρωματικότητα των έμφυλων όρων, τελεί υπό κατάρρευση στον σύγχρονο κόσμο. Είμαστε θεατές των ερειπίων της. Είναι πλέον σαφές ότι οι συστατικοί όροι της διαφοράς των φύλων και οι πολλαπλασιαζόμενες ταυτότητες φύλου αδυνατούν να συντηρήσουν τη μυθοπλασία του ζεύγους. Ζούμε σε εποχές όπου στη θέση της διαφοράς των φύλων επισημαίνουμε μια πανσπερμία από επιτελεστικά κατασκευασμένες έμφυλες στάσεις. Το σύγχρονο υποκείμενο κατασκευάζει πλέον ή, τουλάχιστον, εμπλουτίζει με τους δικούς του όρους μια ορισμένη έμφυλη ταυτότητα, η οποία δεν αναπαράγει πλέον παραδείσιους ιδεότυπους.
Επομένως, η θεμελιώδης συνέπεια που βλέπουμε να καταγράφεται συνίσταται στην ιδιωτικοποίηση των τρόπων βίωσης της επιθυμίας. Η επιθυμία πλέον παύει να βιώνεται μέσα στο σχήμα της αμοιβαιότητας, της συμπληρωματικότητας, εκείνης της θεάρεστης συμπληρωματικότητας, η οποία της πρόσφερε ένα φαντασιακό εδεμικό πεδίο ικανοποίησης. Αποδεικνύεται όλο και περισσότερο ότι οι επιθυμίες ριζώνουν στην ιδιαιτερότητα κάθε έμφυλου υποκειμένου. Επομένως, στον βαθμό που ζούμε σε τέτοιου είδους κοινωνίες, τα πράγματα αλλάζουν σε βάθος. Για να παραφράσω μια διατύπωση του Λακάν για το τέλος της πατριαρχίας και των οιδιπόδειων κανονιστικών τυποποιήσεων, θα έλεγα ότι η αυθεντία του θρησκευτικού λόγου δεν θα μπορούσε να βρίσκεται αιωνίως στο προσκήνιο σε κοινωνίες όπου ο Θεός δεν εμπνέει φόβο και ιερόν δέος, όπου τα μυστήρια έχουν απομαγευτεί και όπου η Εκκλησία έχει ανασυγκροτηθεί σε offshore εταιρεία ‒ είκοσι δύο φέρεται να είχε στήσει ο αθεόφοβος Βατοπεδινός Γέροντας».
Ο Άγγελος, 30 χρονών, έχει μια ενδιαφέρουσα άποψη για το πεπερασμένο της σχέσης: «Αν με ρωτούσες στα 20 μου τι είναι για μένα η απιστία θα σου έλεγα ότι είναι κάτι πολύ κακό, ότι είναι προδοσία του ανθρώπου που σε αγαπάει και ένας δρόμος χωρίς γυρισμό, γιατί μετά τίποτα δεν είναι το ίδιο. Ακόμα και οι φαντασιώσεις μου και οι εικόνες στο μυαλό μου ότι κάνω σεξ με κάποιον που δεν είναι ο σύντροφός μου μού προκαλούσαν ενοχές. Ωστόσο, κάποια στιγμή άρχισα να μιλάω με κόσμο στο Facebook ανταλλάσσοντας μηνύματα, τα οποία, όσο περνούσε ο καιρός, γίνονταν όλο και πιο τολμηρά, μετά έφτιαξα προφίλ σε κάποιο application για γνωριμίες με άντρες και από το chat κατέληξα να κάνω συναντήσεις μόνο για σεξ. Η αρχική περιέργεια και οι δειλές συναντήσεις στη συνέχεια έγιναν συνήθεια και άρχισα να συναντάω άντρες κάθε ηλικίας, ανεξαρτήτως του αν μου άρεσαν ή όχι. Σε αυτή την κατάσταση είναι πολύ δύσκολο να κάνεις σχέση ή, αν κάνεις, θα είναι μια σχέση με ημερομηνία λήξης, μέχρι να έρθει η επόμενη.
Μέσα σε όλα αυτά τα ψυχοφθόρα και τα οδυνηρά που ζούσα για χρόνια (λόγω ενοχών, αλλά και λόγω της απόλυτης καφρίλας που επικρατεί σε αυτού του είδους τις "γνωριμίες"), γνώρισα κάποιον που ήταν παντρεμένος, που έκανε μια παράλληλη, κρυφή ζωή και τον ενδιέφερε κυρίως το σεξ. Η σχέση μας στην πορεία έγινε κάτι πολύ περισσότερο από σεξουαλική. Είναι μια σχέση που με τον καιρό έγινε μόνιμη, όσο μόνιμη μπορεί να είναι μια τέτοια σχέση, γιατί είναι αστείο να μιλάς για σταθερή σχέση όταν ο ένας είναι παντρεμένος ‒και τον βλέπω όποτε μπορεί να κλέψει χρόνο από τη γυναίκα του‒ και ο άλλος ‒εγώ‒ αναζητά νέους παρτενέρ για σεξ. Πού βρίσκεται η απιστία μέσα σε όλα αυτά; Παντού και πουθενά. Έχω καταλάβει ότι η απιστία δεν είναι θέμα ηθικής και γενιάς, ο τρόπος που την εκλαμβάνεις είναι μόνο θέμα καταστάσεων. Παρότι μπορώ εύκολα να διαχωρίσω τον έρωτα από το σεξ, δεν πιστεύω στη μόνιμη σχέση, δεν πιστεύω στη μονογαμία, πιστεύω μόνο στην επιθυμία».
«Κύριε Βεργέτη, γιατί η απιστία εξακολουθεί να έχει τέτοια δυναμική;» «Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι, παρ' όλη τη βαθιά ρήξη που έχει συντελεστεί στη ζωή των ανθρώπων, στην καθημερινότητά τους, στον τρόπο που βιώνουν τη σχέση τους με την επιθυμία, με τον έρωτα, με τη σεξουαλικότητα, η ιδεολογία, για την ακρίβεια η εκκοσμικευμένη πλέον θεολογία της απιστίας συνεχίζει να κυριαρχεί στον τρόπο που αντιλαμβάνονται τα σύγχρονα υποκείμενα της επιθυμίας τη σχέση τους με την ίδια την επιθυμία, στον τρόπο που αντιλαμβάνονται τα δικαιώματα της επιθυμίας. Διαφαίνεται εδώ ένα παράδοξο, ένα αντιφατικό παιχνίδι του σύγχρονου υποκειμένου με τον εαυτό του. Οι άνθρωποι, προκειμένου να στοχαστούν ορισμένες πρακτικές του έμφυλου βίου τους, συνεχίζουν να χρησιμοποιούν έναν όρο ο οποίος είναι γέννημα-θρέμμα από τη μια των πατριαρχικών προκαταλήψεων και από την άλλη της θρησκευτικής δογματικής. Παρά τις αλλαγές που επέφερε η εκκοσμίκευση στη σφαίρα των ηθών, αυτό το επίμαχο σημαίνον, η "απιστία", εξακολουθεί να σφετερίζεται ανυπολόγιστες εξουσίες ενοχοποίησης, διαδραματίζοντας ρυθμιστικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίον ο σύγχρονος άνθρωπος υποκειμενοποιεί και στοχάζεται τις αποκλίνουσες τροχιές της επιθυμίας του σε σχέση με καθαγιασμένες κανονιστικές προκαταλήψεις. Είναι άξιο απορίας!
Εδώ χρειάζεται να υπενθυμίσουμε ότι ο όρος της "απιστίας" ήταν απόλυτα αλληλέγγυος με τον καθιερωμένο όρο της "μοιχείας" και αξίζει να στρέψουμε το βλέμμα μας σε προσκείμενες γεωγραφικές ζώνες για να διαπιστώσουμε σε τι βαθμό η έννοια της απιστίας έχει κατασκευαστεί, έχει εδραιωθεί κι έχει επιβληθεί χάρη στην επιτελεστικότητα του θρησκευτικού λόγου. Αρκεί να πάμε, λοιπόν, σε προσκείμενες γεωγραφικές ζώνες, δηλαδή σε μουσουλμανικές κοινωνίες, για να είμαστε πιο σαφείς, και ιδίως σ' εκείνες τις μουσουλμανικές κοινωνίες όπου η Σαρία, αυτός ο άτεγκτος ανδροκεντρικός μουσουλμανικός νόμος, κυβερνά τα ήθη, για να αντιληφθούμε αυτή την πραγματικά τερατώδη διάσταση που συγκαλύπτει η έννοια της απιστίας. Μία και μόνο ένδειξη, εξοργιστική και ανατριχιαστική: μια γυναίκα που πέφτει θύμα βιασμού ενοχοποιείται πάραυτα ως μοιχαλίδα και θέτει υποψηφιότητα για δημόσιο μαστίγωμα ή λιθοβολισμό!
Επανέρχομαι στο ηθικό πρίσμα του δικού μας κόσμου, του δυτικού. Αυτό που με εκπλήσσει ως θέαμα μέσα σε κοινωνίες υποθετικά απαλλαγμένες από τον ξηλωμένο κορσέ του πουριτανισμού είναι πόσο βαθιά και καθολικά ριζωμένη παραμένει η πίστη ότι ορισμένες πρακτικές του βίου, συνυφασμένες με την επιθυμία, είναι νοηματοδοτήσιμες από το σημαίνον "απιστία". Δηλαδή, ακόμη και αυτοί και αυτές που αντιμετωπίζουν τις εν λόγω πρακτικές ως κάτι κοινότοπο, χωρίς στιγματιστικές προεκτάσεις, ως κάτι το διαδεδομένο στον σύγχρονο κόσμο, εξακολουθούν να τις στοχάζονται και να τις νοηματοδοτούν με όρους απιστίας».
Ο Γιώργος είναι 28 χρονών, σε σχέση: «Τα σεξουαλικά ήθη φαίνεται να αλλάζουν από γενιά σε γενιά, τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1950 και μετά. Δεν μπορώ να το συνοψίσω με μεγαλύτερη ακρίβεια, ωστόσο θεωρώ πως η σημερινή γενιά τραβάει μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη σεξουαλικότητα –ή μάλλον τη σεξουαλική ζωή‒ και τη συντροφικότητα. Άλλες γενιές διεκδίκησαν το δικαίωμα στο προγαμιαίο σεξ, άλλες το δικαίωμα στους πολλούς συντρόφους πριν από τον γάμο – ε, αυτή ας διεκδικήσει το δικαίωμα στη σεξουαλική ζωή κατά τη σχέση. Εκτιμώ ότι μπορείς να είσαι με κάποιον χωρίς να διαθέτεις κατ' αποκλειστικότητα το σώμα σου σ' εκείνον, αλλά για μένα είναι προϋπόθεση το αντίστοιχο δικαίωμα να ισχύει και για την άλλη πλευρά. Η κοινώς νοούμενη απιστία δεν με φοβίζει, το αντίθετο: βλέπω πως ο άλλος άνθρωπος εξακολουθεί να είναι μαζί μου από επιλογή και όχι από κάποια ηθικού τύπου προσήλωση στη μονογαμία.
Δεν θεωρώ πρόβλημα η σύντροφός μου να έχει σεξουαλικές επαφές με άλλα άτομα –τις προφυλάξεις τις θεωρώ εκ των ων ουκ άνευ–, ας δοκιμάσει, να μην υπάρχουν και απωθημένα. Σε τελική ανάλυση, όταν βλέπεις τον άλλον άνθρωπο γυμνό, έχεις μια εικόνα της πραγματικής του διάστασης. Προφανώς και από την "απάτη" μπορούν να προκύψουν συναισθήματα. Όμως συναισθήματα μπορούν να αναπτυχθούν με διάφορους τρόπους. Αν είναι να διαλυθεί η σχέση, λοιπόν, ας διαλυθεί για κάτι υπαρκτό, όχι για πλατωνικούς έρωτες και φαντασιώσεις. Το υποστηρίζω αυτό γιατί πολλοί λένε "πρώτα χώρισε και μετά δοκίμασε", προκρίνοντας αυτήν τη στάση ως "έντιμη". Διαφωνώ, προφανώς. Θέλω να ξεκαθαρίσω πως δεν έχω πρόβλημα με τη μονογαμία, όταν αυτή δεν είναι προϊόν κοινωνικής επιταγής. Αν κάποιοι είναι εντάξει με αυτό, δεν μου πέφτει κανένας λόγος. Όμως βλέπω ανθρώπους να υποφέρουν μέσα στο μονογαμικό πλαίσιο γιατί "έτσι πρέπει να είναι οι σχέσεις" ή γιατί "τώρα σοβαρευόμαστε". Και αυτοί οι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι μόνο και μόνο γιατί δεν μπορούν να πάρουν αποστάσεις από μια κοινωνική νόρμα και να φτιάξουν μια σχέση σύμφωνα με τις δικές τους επιθυμίες. Και αφού τίθεται και θέμα γενιάς, ας το θέσουμε έτσι: ας αποτύχουμε με τον δικό μας τρόπο, όχι με τον τρόπο των γονιών μας.
Σε γενικές γραμμές ο στερεοτυπικός συνειρμός "μονογαμική σχέση = σοβαρή σχέση" και "ανοιχτή σχέση = κάνουμε την πλάκα μας" εξακολουθεί να ισχύει. Γελοιότητες! Σοβαρές σχέσεις είναι οι ειλικρινές σχέσεις, με τις δυσκολίες που συνεπάγονται.
Έχω μια αρκετά ανοιχτόμυαλη φίλη που το είπε στον σύντροφό της κι εκείνος της αντέταξε το μονογαμικό μοντέλο, λάνσαρε τον εαυτό του ως "το καλό παιδί" που θέλει να κάνει settle down. Εκείνη δέχτηκε να έχουν μονογαμική σχέση και μαντέψτε ποιος απάτησε: εκείνος. Κοινός απατεώνας, δηλαδή, που το 2019 αποφάσισε να φερθεί σαν άντρας της δεκαετίας του 1970. Έκλεισε τη σύντροφό του στη μονογαμική φάκα και εκείνος απολάμβανε τη σεξουαλική του ελευθερία. Δυστυχώς, σε γενικές γραμμές ο στερεοτυπικός συνειρμός "μονογαμική σχέση = σοβαρή σχέση" και "ανοιχτή σχέση = κάνουμε την πλάκα μας" εξακολουθεί να ισχύει. Γελοιότητες! Σοβαρές σχέσεις είναι οι ειλικρινές σχέσεις, με τις δυσκολίες που συνεπάγονται.
Και έχω απατηθεί και έχω απατήσει. Και το έχω κρύψει και μου το έχουν κρύψει. Και το έχω πει και μου το έχουν πει. Καμία σχέση μου όμως δεν διαλύθηκε από one night stand. Οι λόγοι ήταν βαθύτεροι από την καύλα μιας βραδιάς και την ικανοποίηση της περιέργειάς μας για ένα άλλο άτομο.
Δεν ξέρω γιατί απατάμε πιο εύκολα. Η κυνική απάντηση είναι γιατί μπορούμε. Πίσω από αυτό όμως κρύβεται το ερώτημα "γιατί μπορούμε σήμερα;". Εκτιμώ ότι οι σχέσεις ρέπουν προς την ελευθερία, αλλά έχουμε δουλειά ακόμα, είμαστε σε μια εποχή μετάβασης. Ίσως, πάλι, το σεξ να αρχίζει να παίρνει μια λιγότερο μυθική διάσταση ακριβώς επειδή σταδιακά παύει να είναι απαγορευμένο. Ως γενιά έχουμε χιλιάδες ζητήματα να μας προκαλούν άγχος, από τα ενοίκια ως την κλιματική αλλαγή. Ας μη μας προκαλεί άγχος και καταπίεση το πώς απολαμβάνουμε το σώμα μας, είναι αμαρτία!»
«Κύριε Βεργέτη, πώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε την απιστία;»
«Χρειάζεται να προβληματικοποιήσουμε και να ενοχοποιήσουμε τον όρο "απιστία" για να κατανοήσουμε για τι πράγμα μιλάμε. Δηλαδή, η καθολικότητα αυτής της προκατάληψης είναι πράγματι εκπληκτική. Θα έλεγα ότι οι άνθρωποι εξακολουθούν να πιστεύουν στην απιστία. Εξακολουθούν να πιστεύουν σε ένα παρωχημένο σημαίνον και σε ό,τι ακριβώς αυτό εξακολουθεί να διακινεί λαθραία και ανομολόγητα στον σύγχρονο εκκοσμικευμένο κόσμο.
Και απ' αυτή την άποψη νομίζω ότι πολύ πιο γόνιμο και αναγκαίο εγχείρημα θα ήταν η επεξεργασία μιας αναλυτικής τους φαινομένου της απιστίας με όρους επιθυμίας. Δηλαδή με την υπαγωγή των πρακτικών που στεγάζει αυτό το ενοχοποιητικό σημαίνον στις αυθόρμητες και πηγαίες στρατηγικές της επιθυμίας, με την υπαγωγή αυτών των πρακτικών όχι στα δικαιώματα του ανθρώπου αλλά στα δικαιώματα του έρωτα, στα δικαιώματα της επιθυμίας, δηλαδή στις εμμενείς απαιτήσεις της εντεύθεν κάθε υπερβατικού νόμου. Λέω "εντεύθεν του νόμου" γιατί δεν αναφέρομαι στην επιθυμία ως ηδονοθηρική υπεραξία της παράβασής του, σύμφωνα με το σχήμα της transgression. Η επιθυμία διαφοροποιείται από την τυφλή και αδηφάγο απαιτητικότητα της ενόρμησης. Η επίκληση της επιθυμίας μάς δίνει τη δυνατότητα να αποσπάσουμε την αναλυτική της απιστίας από την πατριαρχική θεολογία. Το κέρδος της προσέγγισης των εν λόγω πρακτικών με όρους επιθυμίας συνίσταται στο ότι το ερώτημα σχετικά με τα καθοριστικά αίτια αυτού του φαινομένου βρίσκει την απάντησή του στην ίδια του την διατύπωση. Η επιθυμία δεν είναι αναγώγιμη σε ανάγκες και κυρίως δεν είναι καθηλώσιμη σε συμβόλαια, σε σύμφωνα συμβίωσης, σε συμπληρωματικούς ιδεότυπους. Τριάντα εκατομμύρια δολάρια ήταν η ρήτρα αποζημίωσης που απαίτησε να συμπεριληφθεί στο συμβόλαιο γάμου της με τον Μάικλ Ντάγκλας η Κάθριν-Ζέτα Τζόουνς για την περίπτωση που ο καλός της διολίσθαινε σε εξωσυζυγικές απιστίες! Η απιστία ως εφιαλτική εμμονή του ζεύγους, κατοχυρωμένη με συμβόλαιο. Θα ήταν μάλλον αδύνατο να της εξηγήσει κάποιος ότι η επιθυμία είναι ένα παράδοξο, είναι τα παράδοξά της για την ακρίβεια. Ο Λακάν είχε μια φράση που πραγματικά είναι εξαιρετικά διαφωτιστική εν προκειμένω. Έλεγε ότι: "Η επιθυμία είναι η επιθυμία του Άλλου πράγματος". Δηλαδή αυτό που χαρακτηρίζει την επιθυμία είναι η μετωνυμική της κινητικότητα, το μετωνυμικό της σφρίγος. Η επιθυμία δεν προσφέρεται για περιορισμό κατ' οίκον, ό,τι και να κάνουμε, όσα συμβόλαια κι αν υπογράψουμε, όσους όρκους πίστεως κι αν δώσουμε αφειδώς με μεσεγγυητή τον Πανάγαθο, ο οποίος, μην το ξεχνάμε, ήταν εκείνος που πλάσαρε στην εύπιστη Εύα τον καταραμένον όφιν της απιστίας. Πανιστορικά, η πατριαρχία και τα διάφορα θρησκευτικά δόγματα κατασκεύασαν "κονσέρβες" ανθόσπαρτου βίου προκειμένου να την καθηλώσουν σε κωδικοποιημένα σχήματα, αλλά είναι σαφές ότι η επιθυμία πάντα βρίσκει τρόπους να δραπετεύσει. Περιττό να προσθέσω ότι η πατριαρχία ήταν μονόπλευρα μεροληπτική απέναντι στους δραπέτες ανάλογα με το φύλο τους.
Βεβαίως, αυτό που στην ψυχανάλυση ονομάζουμε "μετωνυμική εκτροπή" της επιθυμίας και το οποίο εισάγει στην καρδιά της επιθυμίας ένα ανεξάλειπτο υπόλειμμα ανικανοποίησης, δηλαδή το γεγονός ότι η επιθυμία τείνει να είναι επιθυμία Άλλου πράγματος, αντισταθμίζεται κατά κάποιον τρόπο από τη φαντασίωση. Η φαντασίωση εξειδικεύει και μορφοποιεί κάποια δόκιμα αντικείμενα που την ικανοποιούν, σμιλεύει το προφίλ ορισμένων αντικειμένων που βρίσκονται σε αντιστοιχία με την ιδιαιτερότητα της επιθυμίας αλλά, και πάλι, αυτό που διαπιστώνουμε είναι ότι τα αντικείμενα της φαντασίωσης δεν παύουν να είναι υποκαταστάσιμα. Αυτό ακριβώς υποδαυλίζει και εξηγεί την έφεση στην αναζήτηση άλλων ερωτικών αντικειμένων, άλλων συνομιλητών της επιθυμίας με το ανικανοποίητό της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η επιθυμία είναι πρωτίστως εγγενώς ανικανοποίητη. Ακριβώς αυτό μεταφράζεται με την εγγενή ροπή της επιθυμίας προς την επιθυμία Άλλου πράγματος. Κανένας αρχιεπίσκοπος, κανένας σύμβουλος γάμου δεν θα καταφέρει να την αποσυνδέσει από αυτήν τη ροπή».
«Δεν υπάρχουν μονογαμικές σχέσεις;»
«Βεβαίως, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η φαντασίωση παγιώνει με τη σαγήνη της τη σχέση με ένα αντικείμενο πάθους, καθιστώντας το προνομιακό συνομιλητή της επιθυμίας. Υπάρχει, επίσης, ο έρωτας, ο οποίος πράγματι καταφέρνει να δημιουργήσει όρους συμπληρωματικότητας στο ζευγάρι, δηλαδή να μεταμορφώσει δύο έμφυλα πλάσματα, ένα συν ένα για την ακρίβεια, σε ζευγάρι πέραν του νόμου. Αλλά, όπως έλεγε ο Μπέκετ στο κλείσιμο μιας συγκινητικής νουβέλας του με τίτλο "Πρώτος έρωτας": "Ο έρωτας δεν έρχεται κατά παραγγελία". Προς γνώσιν επισκεπτών και επισκεπτριών πολλά υποσχόμενων ιστότοπων εξωσυζυγικών και λοιπών συναντήσεων».
«Ο έρωτας πού βρίσκεται σήμερα;»
«Είναι γνωστό ότι στον σημερινό κόσμο ο έρωτας βρίσκεται στο λυκόφως της ιστορικής του ύπαρξης, παραμένει μια εμπειρία εξαιρετικά σπάνια και περιθωριακή. Το σύγχρονο υποκείμενο είναι πρωτίστως θηρευτής απολαύσεων, ένας καταναλωτής απολαύσεων, και όχι προσκυνητής που αναζητά το άγιο δισκοπότηρο του έρωτα. Αυτή η ροπή προς τον καταναλωτισμό λειτουργεί σαν ένα δηλητήριο, σαν ένας φραγμός απέναντι στον ορίζοντα της ερωτικής εμπειρίας. Οι πληθωρικές διευκολύνσεις που προσφέρει πλέον ο σύγχρονος κόσμος στην ικανοποίηση των ενορμήσεων σαφώς αντιβαίνει στη λογική του έρωτα. Η λογική της ενόρμησης μέσα σε ένα καταναλωτικό καθεστώς σπεύδει προς το πρώτο διαθέσιμο αντικείμενο, ενώ ο έρωτας εξ ορισμού αναζητάει τη μοναδικότητα, σπεύδει προς το φάντασμα της μοναδικότητας, ελπίζοντας να του δώσει σάρκα και οστά.
Επομένως, μια όψη του φαινομένου της απιστίας εξηγείται από αυτή την ευκολία πρόσβασης σε ανανεώσιμες καταναλωτικές εμπειρίες στο πεδίο των σεξουαλικών δοσοληψιών. Το Διαδίκτυο ανοίγει μια βασιλική οδό πρόσβασης στον ηδονοθηρικό καταναλωτισμό. Υπάρχουν δομικές προϋποθέσεις γι' αυτή την τάση, όπως η εγγενής συγκρότηση της επιθυμίας, η επιθυμία ως η επιθυμία Άλλου πράγματος, η εγγενής σύμπραξη της επιθυμίας με μια ανικανοποίητη συνθήκη διάπλασής της και αυτό το δομικό στοιχείο έρχεται στον σύγχρονο κόσμο να ζευγαρώσει με αυτήν τη γενικευμένη ηδονοθηρική επιτρεπτικότητα, με αποτέλεσμα να διαμορφώνονται συνθήκες ακραίου πολλαπλασιασμού των επιλογών απιστίας, οι οποίες ‒και αυτό είναι αξιοσημείωτο‒ συμβαδίζουν πλήρως με τις προσπάθειες διαφύλαξης μιας κοινής ζωής στο πλαίσιο του ζεύγους ως μονάδας επιβίωσης μέσα σε έναν κόσμο τον οποίο η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού έχει μετατρέψει σε ανηλεή ζούγκλα ανασφάλειας.
Δηλαδή ο σύγχρονος άνθρωπος επιχειρεί να κατοχυρώσει σε ευρεία κλίμακα τη σταθερότητα, τη μονιμότητα ενός ζεύγους, έστω και με ανομολόγητη ημερομηνία λήξης, αλλά παράλληλα βρίσκεται εκτεθειμένος σε όλους αυτούς τους κατακλυσμιαίους πειρασμούς μιας γενικευμένης προσφοράς σεξουαλικών καταναλωτικών αγαθών, οργανωμένων σε βιομηχανική κλίμακα. Έχουμε αντιληφθεί, άραγε, ότι ο καπιταλισμός, του οποίου η επινοητικότητα είναι αστείρευτη, κατάφερε να επινοήσει ένα νέο εμπόρευμα, την απιστία; Η απιστία πλέον, εκτός των άλλων, είναι ένα θεαματικά προσοδοφόρο εμπόρευμα. Αποκαλυπτικό παράδειγμα, ο σικάτος ιστότοπος εξωσυζυγικών συναντήσεων Gleeden, με πάνω από έξι εκατομμύρια συνδρομητές και συνδρομήτριες. Μεταξύ άλλων, προσφέρει ειδικούς ψυχολόγους που αναλαμβάνουν να κοουτσάρουν τις αμφιταλαντευόμενες ψυχές, αμβλύνοντας τις υπερεγωτικές αναστολές της ένοχης συνείδησής τους. Υπ' αυτό το πρίσμα, η απιστία είναι μια οργανωμένη βιομηχανία και, βεβαίως, μια αποκαλυπτική ένδειξη του εγκλιματισμού της στα ήθη των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών. Λέω των δυτικών, γιατί, ας μη το ξεχνάμε, η λέξη αυτή είναι κενή περιεχομένου σε πολλές μη δυτικές ανδροκεντρικές κοινωνίες. Και εφόσον αναφερόμαστε στις δυτικές κοινωνίες, όπου έχουν κατακτηθεί πολύτιμες ελευθερίες έμφυλου αυτοπροσδιορισμού, θα άξιζε να αναρωτηθούμε αν ο όρος "απιστία" είναι ομοιόμορφα εφαρμόσιμος σε σχέσεις που δεν υπάγονται στο κλασικό ετεροφυλόφιλο υπόδειγμα του ζεύγους. Προφανώς όχι. Δεν υπάρχει ενιαίο καλούπι διάφυλων σχέσεων, οι οποίες μάλιστα δεν παίρνουν κατ' ανάγκη τη μορφή του ζεύγους. Το τι σημαίνει απιστία στον σημερινό κόσμο, όπου η μορφολογία των διάφυλων σχέσεων μεταλλάσσεται ραγδαία, δεν είναι διόλου αυτονόητο. Το νόημά της φαντάζει αυτονόητο μόνο όταν ενδίδουμε στις προκαταλήψεις της πατριαρχικής θεολογίας.
Επιβάλλεται να ενοχοποιήσουμε τον όρο "απιστία", να απαλλαγούμε από αυτόν τον όρο και να εξετάσουμε αυτές τις πρακτικές αφενός μέσα από το πρίσμα της ενδότερης λογικής που διέπει το καθεστώς της επιθυμίας στον άνθρωπο και αφετέρου με βάση το πλαίσιο της γενικευμένης ηδονοθηρικής προτρεπτικότητας που στις μέρες μας είναι πλήρως νομιμοποιημένη ως υπερεγωτική προσταγή.
Και αυτό, κατά την άποψή μου, είναι μια απόλυτη προϋπόθεση γι' αυτό που ορισμένες γυναίκες απαιτούν, δηλαδή περισσότερη ειλικρίνεια στο πλαίσιο του ζευγαριού. Όσο λειτουργεί ο όρος "απιστία", όσο στοχάζονται αυτές τις πρακτικές με όρους απιστίας, είναι σαφές ότι η ειλικρίνεια δεν θα είναι στο ραντεβού. Η ειλικρίνεια είναι σχεδόν ασύμβατη με τον όρο της απιστίας. Η απιστία αποτελεί ένα εμπόδιο ακριβώς για μια ειλικρινή προσέγγιση της ετεροδοξίας των επιθυμιών που αναφύονται στο πλαίσιο της συναισθηματικής και ερωτικής ζωής του ζεύγους.
Ο λόγος περί ειλικρίνειας ανθεί κατά κάποιον τρόπο εκεί, στις παρυφές, στο περιθώριο όλων αυτών των πρακτικών της λεγόμενης "απιστίας". Γιατί υπάρχει όντως ένα αίτημα για περισσότερη ειλικρίνεια. Η ειλικρίνεια ωστόσο μπλοκάρεται, νοθεύεται, γίνεται ένα πεδίο αποφυγής, γιατί, κατά την άποψή μου, αυτές οι πρακτικές προσεγγίζονται δυστυχώς υπό το παραμορφωτικό πρίσμα της "απιστίας", που είναι ένας όρος που ενοχοποιεί».
«Τελευταία ακούμε όλο και πιο συχνά για ανοιχτές σχέσεις, polyamory κ.ο.κ.» λέει η Ερατώ, 30 χρονών. «Μεγαλωμένη σε μια κοινωνία όπως η ελληνική, είχα κι εγώ μια πολύ συγκεκριμένη, αδιάλλακτη και "νορμάλ" ιδέα περί των σχέσεων. Γνωρίζεις κάποιον ή κάποια, ερωτεύεσαι και προσπαθείς να το κάνεις να λειτουργήσει. Η απιστία ή το κέρατο ήταν κάτι που έκαναν οι άντρες στις ταινίες ή μαρτυρίες τύπου "ο πατέρας σου με παράτησε, ενώ ήμουνα έγκυος και πηδιότανε με μια φίλη μου". Απιστία στο μυαλό μου ήταν ακόμα και το φλερτ, ακόμα και η σκέψη για κάποιον άλλον άνθρωπο. Το πρόβλημα είναι ότι όλοι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, θα φλερτάρουν. Η απιστία είναι κάτι που υπήρχε, υπάρχει και θα συνεχίσει να υπάρχει, αφού η σεξουαλική πράξη υπήρχε πριν από την έννοια της ηθικής, της ιδιοκτησίας και της αμαρτίας. Ίσως και ο λόγος που βλέπουμε έξαρση στην πολυγαμία είναι ότι περνάμε σε μια εποχή όπου αυτές οι έννοιες και αξίες αναθεωρούνται συνεχώς.
Στην πρώτη μου μεγάλη σχέση με απάτησαν. Ήταν ό,τι χειρότερο μου έχει συμβεί. Έκλαψα, έβρισα, χτύπησα πόρτες. Στη δεύτερη μεγάλη μου σχέση απάτησα εγώ. Βγήκα ένα βράδυ έξω, γνώρισα μια κοπέλα, της είπα ότι είμαι σε μακροχρόνια σχέση, αλλά βγήκαμε κάποιες φορές. Χώρισα με τον φίλο μου, μετά τα ξαναβρήκαμε, μετά από κάποιους μήνες έμαθε η κοπέλα ότι τα ξαναβρήκαμε και, φυσικά, με έβρισε κι έφυγε. Ο σύντροφός μου αντέδρασε εντελώς διαφορετικά. Αυτό που τον πλήγωσε, όπως είπε ο ίδιος, ήταν ότι δεν μοιράστηκα μαζί του την ανάγκη που ένιωθα να είμαι με κάποιον άλλον από την αρχή. Έκανε υπομονή, με άκουσε, με κατάλαβε.
Αν μπορούσα να γυρίσω πίσω τον χρόνο, αυτό που θα άλλαζα είναι το ψέμα. Ξέρω ότι δεν μπορώ να είμαι μονογαμική κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να γνωρίζουν και να κατανοούν όσοι επιλέγουν να είναι μαζί μου. Το συμπέρασμα, λοιπόν, στο οποίο οδηγήθηκα μέσα από τις περιπέτειές μου είναι ότι δεν είναι το κέρατο που χαλάει μια σχέση αλλά η έλλειψη επικοινωνίας και ειλικρίνειας. Ποιος είναι ο σύντροφός μου; Πώς φαντάζεται τη σχέση του μαζί μου; Θέλει να είναι μονογαμική; Στην περίπτωση που δεν είναι, θέλει να το γνωρίζει; Υπάρχουν πολλά trends στην κοινωνία σήμερα και ένα από αυτά είναι η σημασία της συναίνεσης. Από τη στιγμή που κάτι θα γίνει κοινή συναινέσει είναι αυτόματα και ηθικό, δεν χρειάζεται να διαβάσεις το "Ethical Slut" για να το καταλάβεις αυτό. Από κει και πέρα, κριτική θα υπάρχει, αλλά ok.
Ο ετεροφυλόφιλος έρωτας είναι ένα φαινόμενο που εμφανίστηκε εξαιρετικά καθυστερημένα στην ανθρώπινη ιστορία, τον 11ο αιώνα με τους τροβαδούρους, ένα φαινόμενο χαρακτηριστικό της Δύσης. Και από αυτή την άποψη, βέβαια, είναι σημαντικό να διαφοροποιούμε τον έρωτα από τα φαινόμενα που εμπίπτουν στο πεδίο των απαιτήσεων της λεγόμενης λίμπιντο. Άλλο πράγμα η καψούρα, άλλο πράγμα το πάθος, άλλο πράγμα η συναισθηματικότητα και άλλο ο έρωτας.
Μπορώ να πω με σιγουριά, και όχι απλώς επειδή έτσι με χαρακτηρίζει η μητέρα μου, ότι είμαι καλός άνθρωπος. Ευαίσθητος, ηθικός, συναισθηματικός. Ο άνθρωπος που απατάει δεν είναι ένα μονοδιάστατο τέρας, ανίκανο να νιώσει τον πόνο του άλλου. Ούτε κάποιος σεξομανής που δεν του φτάνει ένας σύντροφος και θέλει κι άλλον. Αποφάσισα να έχω μια ανοιχτή σχέση όχι επειδή δεν μπορώ να ελέγξω τις ορμές μου αλλά επειδή η γνωριμία με έναν όμορφο, έξυπνο και σεξουαλικό άνθρωπο μου δίνει, σωματικά και εγκεφαλικά, την ίδια ικανοποίηση που παίρνω από την τέχνη. Όταν προσπαθείς για 30 χρόνια να "διορθώσεις" κάποιες συμπεριφορές, επειδή κάποιος άλλος τις θεωρεί λάθος και ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι μπορείς να σταματήσεις να το κάνεις, νιώθεις ανάλαφρος. Πολλοί ζουν τις διαπροσωπικές τους σχέσεις διεκπεραιωτικά και τους αρκεί. Άλλοι θέλουν κάτι παραπάνω.
Η μονογαμία είναι σαν τον βιγκανισμό. Από τη φύση του ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος για να μασάει και να μεταβολίζει το κρέας, μπορεί όμως να επιλέξει να απέχει για λόγους προσωπικής ηθικής ικανοποίησης».
«Γιατί είναι τόσο εύκολο πλέον να απατάς, κ. Βεργέτη»;
«Έχουμε απαντήσει στο ερώτημα γιατί κανείς απατά τόσο εύκολα. Γιατί ακριβώς ζούμε σε κοινωνίες γενικευμένης επιτρεπτικότητας και υπερεγωτικής ηδονοθηρίας. Και επίσης, σε κοινωνίες όπου υπάρχει ένα φαινόμενο που δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό, το οποίο είναι η ιστορική έκλειψη της εμπειρίας του έρωτα. Έχω τονίσει κατ' επανάληψη ότι ο έρωτας δεν είναι ένα υποκειμενικό συναίσθημα που εκκρίνεται κατά τρόπο αυθόρμητο, όπως η πείνα, η δίψα ή η σεξουαλική διέγερση. Ειδικά ο ετεροφυλόφιλος έρωτας είναι ένα φαινόμενο που εμφανίστηκε εξαιρετικά καθυστερημένα στην ανθρώπινη ιστορία, τον 11ο αιώνα με τους τροβαδούρους, ένα φαινόμενο χαρακτηριστικό της Δύσης. Και από αυτή την άποψη, βέβαια, είναι σημαντικό να διαφοροποιούμε τον έρωτα από τα φαινόμενα που εμπίπτουν στο πεδίο των απαιτήσεων της λεγόμενης λίμπιντο. Άλλο πράγμα η καψούρα, άλλο πράγμα το πάθος, άλλο πράγμα η συναισθηματικότητα και άλλο ο έρωτας.
Ως παρατήρηση θα τόνιζα το εξής: αυτό που οι προηγούμενες πουριτανικές γενιές, στις οποίες τα φαινόμενα απιστίας κινούνταν σαφώς σε πολύ πιο περιορισμένη κλίμακα, κληροδότησαν στις νεότερες, χειραφετημένες γενιές είναι το ενοχοποιητικό σημαίνον "απιστία". Αυτό που ενοχοποιούσε τις προηγούμενες γενιές στο επίπεδο ορισμένων πρακτικών του βίου, συνυφασμένων με την επιθυμία, ήταν οι σημασίες που συμπύκνωνε αυτό το σημαίνον, και αυτό το σημαίνον, ως φορέα ενοχοποίησης, το κληροδότησαν και στις νεότερες γενιές. Οι οποίες νέες γενιές βιώνουν αυτή την ενοχοποίηση σαφώς σε μικρότερη κλίμακα, αλλά δεν παύουν να υφίστανται τις συνέπειες της χρήσης αυτού του όρου κι αυτής της ιδεολογικής νοθείας. Γιατί η "απιστία" είναι ένας όρος ο οποίος εκκρίνει ιδεολογία, παράγει ιδεολογία. Θα κλείσω με μια φράση κατάτι διφορούμενη, την οποία ο καθένας και η καθεμία θα ερμηνεύσουν κατά το δοκούν της επιθυμίας τους: "Εκεί όπου υπάρχει έρωτας δεν υπάρχει απιστία, όσο περίπλοκη και αν είναι η αριθμητική των παρτενέρ"».